Σύμφωνα με τη γνώμη κάποιων ειδικών που (περαστικοί κάποτε) έφαγαν στην ταβέρνα, είχαν πει ότι πρέπει να έχει ηλικία πολύ μεγαλύτερη των χιλίων χρόνων! Η περίμετρος που μπορεί να μετρηθεί σήμερα, είναι 13 μέτρα περίπου, επειδή όμως έχει μπαζωθεί ο κορμός του, στη βάση του, είναι τουλάχιστον δύο μέτρα μεγαλύτερη, άρα είναι ηλικίας 1300 – 1500 ετών, αφού, σύμφωνα με τους ειδικούς, κάθε μέτρο της περιμέτρου αντιστοιχεί σε έναν αιώνα ζωής. Ο πλάτανος αυτός φύτρωσε όταν στην Κωνσταντινούπολη ήταν αυτοκράτορας ο Ιουστινιανός κι έχτιζε την Αγιασοφιά!

Στην κουφάλα του θηρίου αυτού πλάτανου που έμοιαζε με δωμάτιο σπιτιού, ο Μήτσος Μπίκας είχε φτιάξει το πρώτο του καφενείο! Το καφενείο εκείνο έγινε μετά ένα ένα σπιτάκι στην σκιά του πλάτανου. Το ένα από τα δύο δωμάτιά του έγινε ταβέρνα στην δεκαετία του ’50. Εκείνη η ταβέρνα εξελίχτηκε στην γνωστή πια σήμερα ταβέρνα Μπίκα.

Υπάρχει ένα παλιό δημοτικό τραγούδι που μιλάει για την άκρη της λίμνης όπου έκατσαν και χώρεσαν στον ίσκιο ενός θηρίου πλάτανου δύο χιλιάδες Τούρκοι. Γνωρίζουμε δε από διάφορες αναφορές ότι από το μέρος αυτό περνούσαν πεζοί για τη Φωτμού και το Πετροχώρι (ή γύριζαν από κει) σώματα Τούρκικου στρατού. Και ίσως αυτός ο πλάτανος να σχετίζεται με το δημοτικό τραγούδι που διασώζει ο Κώστας Δ. Μαραγιάννης στο βιβλίο του “Απόκουρο”, όταν αναφέρεται στον πρωτοκλέφτη Φώτη Σταλίκα, ο οποίος λημέριαζε, λέει, “στο βουνό Ξανθές Πετροχωρίου και στη Δερβέκιστα. Ο Αλή Πασάς έβαλε και τον σκότωσαν σιμά στο μοναστήρι του Αγιαννιού της Δερβέκιστας”.

Για τον Αλή Πασά και τα εγκλήματά του στην περιοχή, όπως λέει ο Μαραγιάννης, βγήκε το τραγούδι:

Τι έχεις καϋμένε πλάτανε και στέκεις μαραμένος
με τις ριζούλες στο νερό και το κορμί στο χιόνι;
– Έχω μαράζι στην καρδιά και βάσανα στα χείλη
Αλή Πασάς επέρασε με δεκαοχτώ χιλιάδες.

Θα θεωρήσω αδύνατο να μην έκατσαν στον ίσκιο αυτού του υπερχιλιετούς πλάτανου ασκέρια Τούρκικα. Για έναν λόγο: Από δω περνούσαν και, περπατώντας παραλίμνια, ανέβαιναν μετά τα Λουτρά, στο Πετροχώρι και την Δερβέκιστα, όπως διασώζεται σε γραπτά των μοναστηριών της περιοχής.

Ισχύει επομένως και για τον πλάτανο του Αϊλιά το παλιό δημοτικό τραγούδι που λέει:

-Τι έχεις καημένε πλάτανε και στέκεις μαραμένος
με τις ριζούλες στο νερό, με τη δροσιά στα φύλλα;
Μήπως βοριάς σε φύσηξε, μήπως κακό χαλάζι;
-Παιδιά μ’ σα με ρωτήσατε να σας το μολοήσω:
Αλή-Πασάς επέρασε με δεκαοχτώ χιλιάδες
κι όλοι στον ίσκιο μ’ έκατσαν και κατ’ απ’ τη δροσιά μου.
Όλοι σημάδι μ’ έβαλαν κι όλοι με ντουφεκίσαν,
άλλοι βαρούν τους κλώνους μου, άλλοι βαρούν τα φύλλα
κι ο σκύλος ο Αλή πασάς βαρεί μες στην καρδιά μου.
Μαράθηκαν τα φύλλα μου, μαράθηκε η καρδιά μου.

Κοντά σ’ αυτά, να παραθέσουμε κι ένα ποίημα που έγραψε ο Παντελής Φλωρόπουλος το 1999:

Ο ΠΛΑΤΑΝΟΣ ΤΗΣ ΜΥΡΤΙΑΣ

Οι ελέφαντες είναι δέντρα που περπατάνε
απολιθώματα μιας εποχής μυθικής
χιλιόχρονοι πλάτανοι χωρίς φυλλώματα
η προβοσκίδα τους
είναι ρίζα που χώνεται στη μήτρα του νερού
κι ο πλάτανος της Μυρτιάς
είν’ ένας ελέφαντας καθιστός
εδώ και χίλια χρόνια μαρμαρωμένος
και μαγεμένος από τα κάλλη της
Τριχωνίδας να τον γητεύουν
έτσι πέρασαν αιώνες από έρωτα και φύτρωσε
στην καρέκλα του άνθισε από αγάπη τερπνός
φυλλώθηκε με τον καιρό σα νιος καθρεφτίστηκε
στα νερά της χτενίστηκε αρρενωπός
«έλα» θα του πει μια φεγγαρίσια νύχτα
και θα χυθεί
στο κορμί της από το πάθος να ξαποστάσει
όλα σαν πρώτα θα γίνουνε ήχος και ύστερ’ αχός
σαν ένας φλοίσβος στην αμμουδιά που θα σπάσει.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ