Οι περαταριές του Αχελώου, στα Καλύβια και την Ρίγανη (Φωτό)

Κοντά στα Καλύβια Αγρινίου, στη θέση «Περαταριά» στον Αχελώο, τα παλαιότερα χρόνια για να περάσουν οι άνθρωποι από τη µια όχθη του ποταμού στην άλλη, χρησιμοποιούσαν βάρκες, αφού εκεί υπήρχε  ένα από τα δύο πορθμεία με τα οποία, από τα αρχαία χρόνια, εξυπηρετούνταν η μετακίνηση ανθρώπων και η μεταφορά προϊόντων, αγαθών και ζώων.

Στο σημείο της περαταριάς αυτής στα Καλύβια, η κατεβασιά των νερών του ποταμού ομαλοποιείται αρκετά και καθιστούσε το πέρασμά του πιο εύκολο από όλες τις άλλες μεριές του ποταμού. Το δεύτερο πορθμείο υπήρχε στο ύψος του σημερινού χωριού Ρίγανη. Το κυριότερο όμως πορθμείο ήταν αυτό που υπήρχε στην πρώτη προαναφερόμενη θέση δυτικά των Καλυβίων.

Τα σημεία αυτά αποτελούσαν τμήμα της μεγαλύτερης και ουσιαστικότερης οδικής αρτηρίας η οποία ξεκινούσε από την περιοχή της Ηπείρου, που συνεχίζοντας νότια περνούσε τα όρια Ακαρνανίας-Βάλτου, έφτανε στην Αιτωλία, αφού χρησιμοποιούσε ένα από τα δύο υπάρξαντα πορθμεία και ακολούθως, προεκτεινόμενος ο αρχαίος αυτός δρόμος οδηγούσε στην περιοχή της Ναυπακτίας, συνδέοντας τις προαναφερόμενες περιοχές με την Ανατολική Ελλάδα.

Αρχαιολογικές έρευνες στην Στράτου έδειξαν σημεία  πρόσδεσης πλοίων (κάβους)  κατά την αρχαιότητα, ενώ ανάλογα μέσα (αλυσίδα με κάβους) φημολογείται ότι βρέθηκε και  σε σημείο που γειτνιάζει με την περαταριά που δείχνει ότι, ο Αχελώος ποταμός ήταν από την αρχαιότητα πλεύσιμος καθώς σ’ αυτόν έπλεαν ποταμόπλοια που μετέφεραν ανθρώπους και αγαθά στην ενδοχώρα της Αιτωλοακαρνανίαςπαρακάμπτοντας τους ορεινούς όγκους της. Στο σημείο της περαταριάς το νερό του ποταμού κυλούσε σχετικά ήρεμα, με καθαρή, ως επί το πλείστον κοίτη και έχοντας απόσταση τα σημεία διαπόρθμευσης του ποταμού 50 περίπου μέτρα.

Ο περατάρης ή βαρκάρης χρησιμοποιούσε για το σκοπό αυτό μία βάρκα 6 περίπου μέτρων, χωρίς τροπίδα (καρίνα), για να διευκολύνεται η κίνηση της κυρίως στις όχθες του ποταμού, που ήταν ικανή να μεταφέρει 10 περίπου ανθρώπους και 2-3 άλογα. Η κίνηση της βάρκας, γίνονταν με δύο κουπιά ενώ για τα αβαθή του ποταμού υπήρχε και το «σταλίκι», μακρύ ξύλινο κοντάρι που στερεώνονταν στο βυθό του ποταμού από τον βαρκάρη. Το «σταλίκι» χαρακτήριζε το είδος της βάρκας που έφερε το όνομα «γαΐτα».

Η διάρκεια της διαπόρθμευσης ήταν ολιγόλεπτη και απαιτούσε κόμιστρο. Για την ανάδειξη του περατάρη διεξάγονταν από το Δημόσιο πλειοδοτική δημοπρασία όπου οι υποψήφιοι «χτυπούσαν» την τιμή για τη μίσθωση της περαταριάς.

Τελευταίος περατάρης, θυμούνται οι παλιοί συγχωριανοί μας στα Καλύβια, ήταν από τα τέλη της δεκαετίας του ‘40 μέχρι το 1960 ο αείμνηστος Βαγγέλης Νάτσης, ενώ στα χρόνια της κατοχής περατάρης ήταν ο Νικόλαος Γ. Καρύμπας.

Η περαταριά έπαψε να χρησιμοποιείται όταν με την κατασκευή αμαξιτών οδών και ιδιαίτερα με την κατασκευή της Ε.Ο Αντιρρίου-Ιωαννίνων κατά τα έτη 1956-1967, που διέρχεται από την Κλεισούρα, για να εξυπηρετήσει το μεγάλο αστικό κέντρο του Αγρινίου, πόλη που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα τα μετα- επαναστατικά χρόνια, συμπεριέλαβε την δημιουργία το έτος 1960 τσιμεντένιας γέφυρας στον Αχελώο,  πλησίον της Στράτου, συνολικού μήκους 1600 μέτρων.

 

Ένα ιστορικό γεγονός που συνδέεται με την περαταριά Καλυβίων

Στις 30 Ιουλίου 1944 στα Καλύβια ομάδα ανταρτών του ΕΛΑΣ, πραγματοποίησε σαμποτάζ σε γερμανικό όχημα που επιθεωρούσε το τηλεγραφικό δίκτυο κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής και σκότωσε 6 Γερμανούς στρατιώτες.

Η ομάδα των ελασιτών ανταρτών εφαρμόζοντας το σχέδιο απαγκίστρωσης, από τον χώρο της ενέδρας, κινήθηκε δυτικά και  έφτασε στη περαταριά, όπου πέρασε το ποτάμι του Αχελώου με τη βάρκα του τότε περατάρη Νικολάου Γ. Καρύμπα που έφερε το όνομα «ΕΛΑΝ». Το πλήρωμα της αποτελούσαν ο επονίτης Πάνος Γ. Καρύμπας και ο Κωνσταντίνος (Ντούλας) Κακαζιώτης. Στη Γουριώτισσα (Κατσαρού) τα μέλη της ομάδος των ελασιτών ανταρτών μαζί με τους 2 συνδέσμους Καλυβιώτες μετρήθηκαν ξανά και βγήκαν  συνολικά είκοσι τέσσερις. Καμία απώλεια. Σε λίγο η ομάδα των ανταρτών θα πάρει το δρόμο επιστροφής στη προσωρινή βάση τους που βρίσκονταν στη περιοχή του Βούστρι  Κατούνας, κάτω από τις απρόσιτες κορφές του όρους Περγαντή. Η ενέδρα των ανταρτών στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία.

Το συμβάν της ενέδρας των ανταρτών διαδόθηκε  αμέσως στα Καλύβια με ταχύτητα αστραπής…  Όσοι χωριανοί βρίσκονταν στην ύπαιθρο άφησαν με βιασύνη τα χωράφια. Ο πληθυσμός του χωριού φοβούμενος αντίποινα από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής εγκατέλειψε το χωριό, κινήθηκε δυτικά, διήλθε το ποταμό Αχελώο και παρέμεινε προσωρινά στα χωριά του Ξηρομέρου και ιδιαίτερα στην Γουριώτισσα (Κατσαρού) και στα Όχθια. Ο Αναστάσιος (Τασάκλας) Δημ. Αναστασιάδης εκτέλεσε χρέη βασικού οδηγού στο πέρασμα των Καλυβιωτών και κυρίως των γυναικόπαιδων από το ποτάμι, καθώς είχε άριστες γνώσεις, όσον αφορά τα περάσματά του.

 

Περαταριά της Ρίγανης: Η ανακάλυψη των διοδίων…

Εκείνο το Πάσχα ήρθε ο θείος μου Λάκης, αδελφός του πατέρα μου που έμενε στον Πειραιά, να γιορτάσει με τα αδέλφια του τις Άγιες Μέρες. Πήγαμε να τον πάρουμε με το θείο μου Ζώη που θα έρχονταν με το τρένο που ήταν απέναντι από το ποτάμι, στη στάση Συκιά. Καβαλήσαμε το Μούρτζο, το άλογό μας και ξεκινήσαμε.

Περάσαμε το ποτάμι με τη βάρκα, άνθρωποι και άλογο μαζί, βαρκάρης ο μπάρμπα-Μίχας, που με μαεστρία και δύναμη κουμαντάριζε τη βάρκα, και παρά την επικινδυνότητα του ποταμού μας πέρασε απέναντι. Τα διόδια δυο δραχμές.

Επίσης, πρέπει ν’ αναφέρω στη δεκαετία του ’50 από αυτό το πέρασμα, τον «Πόρο», ή Περαταριά της Ρίγανης όπως την ονόμαζαν, πέρναγαν όλοι οι Ξηρομερίτες για να καταλήξουν απέναντι στο Αγγελόκαστρο, στο Αγρίνιο, στο Μεσολόγγι, ως επίσης από εκεί γινόταν και η τροφοδοσία των λίγων μαγαζιών με εμπορεύματα.

Στα μεταπολεμικά χρόνια και στη δεκαετία του ’60 το πέρασμα αυτό υπάγονταν στο λιμεναρχείο Πατρών και το παραχωρούσε σε κάποιον ιδιώτη ως εκμετάλλευση έναντι μικρής αμοιβής με τη λογική ότι επιτελούσε και κοινωνικό έργο συνάμα.

Εκείνα τα χρόνια την εκμετάλλευση της βάρκας την είχε ο Μίχας Παχής με το γιο του Αλέκο και τον Γάκια Πρίτση. Πήγαινε-έλα: δραχμές 2.

0 μπάρμπα – Μίχας, σημειωτέον, ήταν και λίγο ερωτιάρης…!!! Τόσος κόσμος πέρναγε από τη βάρκα καθημερινά, φυσικό ήταν και κάποια να του άρεσε. Βαρκάρης ήταν, ανάγκη τον είχαν και έριχνε τα δίχτυα του σε όποια του καλάρεγε. Κάποια στιγμή τα έριξε στην Λάμπραινα, από τα Καλύβια, που ήταν χήρα, όπου και ενέδωσε. Ερχόταν στα Ριγανιώτικα χωράφια για μεροδούλι γιατί είχε και τρία ορφανά να θρέψει. Η σχέση αυτή κράτησε πολλά χρόνια. Ο δαιμόνιος λαϊκός ποιητή: της Ρίγανης, ο Καλογεράκης, Ευρυτάνας στην καταγωγή και βοσκός στο επάγγελμα, δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη και του έγραψε το πιο κάτω ποιηματάκι:

Ο Μίχας εστεκότανε στην άκρη στο ποτάμι,

μια μαυροφόρα πέρασε, και δυο ματιές του κάνει.

Καπνό φυτεύει η Λάμπραινα, στον Γιάννη το Γραμμένο

και γώ στη βάρκα κάθομαι, βαριά βαλαντωμένο.

Μίχα πώς με κατάφερες και μ’ έμπλεξες στα δίχτυα

ν αφήσω άντρα και παιδιά, πέρα στα Καλύβια.

Να μη φοβάσαι Λάμπραινα θα σε τακτοποιήσω

είμαι αξός και γρήγορος και θα σε ικανοποιήσω.

Μίχα μου εγώ σ’ αγάπησα θέλω να σ’ απολαύσω

αλλά φοβάμαι Μίχα μου, μη μ’ αποκάνεις και κλάψω.

Περιμένω να έρθει η Κυριακή τη βάρκα να περάσεις

να με φιλήσεις σταυρωτά κι υστέρα να με κλάψεις.

Αφήγηση: Δημ. Μουρκοβίτη

Η λέξη περαταριά (περατάρης-ιά) ετυμολογείται ως το κατάλληλο μέρος για διάβαση, συνώνυμα: πέραμα. Το πορθμείο, η εξέδρα που πλέει εκτελώντας την συγκοινωνία ανάμεσα σε δύο όχθες, ποταμού ή αλλιώς η σχεδία.

H περαταριά, ή πιραταργιά ήταν ξύλινη ή μεταλλική πλωτή εξέδρα, πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να ανατραπεί και κατάλληλη να μεταφέρει αρκετά άτομα και το σπουδαιότερο μεγάλα ζώα έως και αυτοκίνητα. Γι΄ αυτό άλλωστε τη λέγανε και καράβι.

Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αν. Πανταζόπουλος

 

ΠΗΓΕΣ:

Από το βιβλίο του Ιωάννη Γρ. Διονυσάτου: Καλύβια – Ιχνηλατώντας τον «Καναδά» (Αγρίνιο – 2003)

Από το βιβλίο του Πολύκαρπου Αθ. Γραμμένου: «Θύμησες- Από τη μητρόπολη στη …Ρίγανη» (Αθήνα – 2009)

Από την ομάδα στο Facebook «Αιτωλία και Ακαρνανία στο πέρασμα του χρόνου», (Aetolia Acarnania tempus) του συμπατριώτη μας Αλέξη Κατεφίδη.

acheloos_perataria_riganis_1

1) Σπάνια φωτογραφία της περατιάς της Ρίγανης κατά τη δεκαετία του ΄30.  Αρχείο Πολύκαρπου Αθ. Γραμμένου

acheloos_perataria_riganis_22) Περατιά Ρήγανης -27 Ιουλίου 1955

Κώστας Παχής (Ντάκιας ) με την σύζυγό του, Αθηνά (Αρχείο Σπύρου Παχή)

3) O Αχελώος ποταμός από την θέση «Σκεντέρμπεη” στη Ψηλή Παναγία, ΒΔ της Μποζίκιστας σημερινό Δ.Δ. Νεάπολης Δήμου Αγρινίου) στα 1891/92. Διακρίνονται στο βάθος τα τείχη της αρχαίας Στράτου στο Σουροβίλι, το Λιγοβίτσι και ο Μπούμστος. Η φωτογραφία προέρχεται από το κληροδότημα Νώκ της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου της Κολωνίας.

Από την ομάδα στο Facebook «Αιτωλία και Ακαρνανία στο πέρασμα του χρόνου», (Aetolia Acarnania tempus) του συμπατριώτη μας Αλέξη Κατεφίδη.

acheloos_stratou_2

4) Στράτος ή Σο(υ)ροβί(γ)λι, Gerovilia κατά τον Μεσαίωνα(1436 μ.Χ.), στα 1891/92. Υπέροχη φωτογραφία του νεότευκτου τότε, σημερινού παλαιού χωριού. Διακρίνουμε τον Αχελώο και τα επέκεινα, «νησιά” και περάσματα μέσα στον ρου του ποταμού. Η φωτογραφία προέρχεται από το κληροδότημα Νώκ της βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου της Κολωνίας.

Από την ομάδα στο Facebook «Αιτωλία και Ακαρνανία στο πέρασμα του χρόνου», (Aetolia Acarnania tempus) του συμπατριώτη μας Αλέξη Κατεφίδη.

acheloos_stratou_1

kalyvia.gr