«Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε δεν ξεβάφει»

«Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε δεν ξεβάφει»

Μάρτιος 01, 2015 - 10:31
0 σχόλια

Ο «Μάρτης» και η σημασία του

Ακόμα συνηθίζεται από την τελευταία μέρα του Φεβρουαρίου αργά τη νύχτα, να φοράμε ένα βραχιολάκι ή ένα δαχτυλίδι ακόμα από λευκή και κόκκινη πλεγμένη κλωστή, «για να μην μας κάψει ο ήλιος του Μάρτη». Μάλιστα, σε άλλα μέρη, συνηθίζεται να φορούν ένα τέτοιο δαχτυλίδι στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού, για να μην σκοντάφτουν. Αυτές οι πλεγμένες κλωστές λέγονται «Μάρτης» ή «Μαρτιά», και, σύμφωνα με τη λαϊκή μας παράδοση, που έχει τις ρίζες της σε πανάρχαια έθιμα, σκοπό έχουν να μας προστατέψουν από τον πρώτο ήλιο της άνοιξη.

Συμβολικά το λευκό και το κόκκινο χρώμα το συναντάμε συχνά στη δεισιδαιμονία όταν είναι να αποτρέψουμε κάποιο κακό. Αυτό μνημονεύεται και από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Ο Αρτεμίδωρος στα «Ονειροκριτικά» συσχετίζει τους διάφορους στεφάνους των μαγισσών, ο Βιργίλιος στα «Βουκολικά» αναφέρει πολύχρωμους μίτους περιδεμένους τρεις φορές σε εικόνα ερωμένου για να τον σαγηνέψουμε. Ο Πετρώνιος αναφέρει όμοιες μαγγανείες, όπου δένουμε πολύχρωμο στήμονα στον τράχηλο. Οι Βυζαντινοί αναφέρουν τη χρήση βαμμένης κλωστής κατά της βασκανίας.

Κάποιοι αποχωρίζονται τον «Μάρτη» στο τέλος του μήνα. Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, τον δένουν στη λαμπάδα τους την Ανάσταση για να καεί μαζί με εκείνη. Αλλού, τον φορούν ώσπου να φανούν τα χελιδόνια, οπότε τον κρεμούσαν στις τριανταφυλλιές για να το πάρουν τα πουλιά και να το χρησιμοποιήσουν στη φωλιά τους. «Μάρτη», όμως, έδεναν και στις τριανταφυλλιές για να τους χαρίσουν ανθοφορία, ή στις στάμνες με το νερό, για να διατηρηθεί κρύο. Στη δική μας οικογένεια, τον αποχωριζόμασταν μαζί με τη λαμπάδα της Ανάστασης, όταν του Αγίου Γεωργίου την αφήναμε να καεί στο μανουάλι.

Ο «Μάρτης» είναι ένα πολύ παλαιό έθιμο, το οποίο υπάρχει σε ολόκληρα τα Βαλκάνια. Κάποιοι πιστεύουν ότι έχει τις ρίζες του στα Ελευσίνια Μυστήρια: οι μύστες συνήθιζαν να φορούν μια κλωστή, τον «Κρόκη», στο δεξί τους χέρι ή στο αριστερό τους πόδι.

«Ο που ‘χει κόρη ακριβή, του Μάρτη ο ήλιος μην τη δει.» Η παροιμία εξηγεί κατά κάποιον τρόπο το δέσιμο του ασπροκόκκινου κορδονιού στα χέρια ή στα πόδια των παιδιών την πρώτη μέρα του Μαρτίου. Μετά το κρύο του Φλεβάρη, ο πρώτος ανοιξιάτικος ήλιος έκαιγε τα πρόσωπα των παιδιών, που έβγαιναν ύστερα από έναν ολόκληρο χειμώνα να παίξουν στην ύπαιθρο. «Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε δεν ξεβάφει», λέει άλλη παροιμία. Και μπορεί στις μέρες μας το μαύρισμα να θεωρείται όμορφο και να καταφεύγουμε ακόμα και στην τεχνολογία για να το επιτύχουμε, όμως τα παλιά χρόνια το μαύρισμα θεωρείτο ασχήμια –και απόκλιση από την αγνότητα. Για να αποτραπεί το μαύρισμα από τον ήλιο, λοιπόν, οι μανάδες φορούσαν στα παιδιά τους το γνωστό μας βραχιολάκι, ώστε να μην μαυρίσουν τα προσωπάκια τους. Ο «Μάρτης» ουσιαστικά αποτελείται από δύο κλωστές, μια άσπρη και μία κόκκινη, στριμμένες μεταξύ τους, που συμβόλιζαν την αγνότητα και τα χαρά. Σε κάποιες παραδόσεις αναφέρεται και μία χρυσή κλωστή ώστε να συμβολίζεται και η αφθονία.

 

ΤΟ ΒΡΑΧΙΟΛΑΚΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΡΙΜΕΣ ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ

Από τη λαϊκή μας παράδοση, μαθαίνουμε ότι οι Δρίμες είναι αποφράδες ημέρες, κατά τις οποίες δαιμονικά πλάσματα τριγυρίζουν στον απάνω κόσμο, που κάνουν κακό σε όποιον συναντούν. Δρίμες είναι όλο το Δωδεκαήμερο από τα Χριστούγεννα μέχρι και τον Αγιασμό των Φώτων (την περίοδο δηλαδή  που αλωνίζουν οι Καλικάντζαροι), όλα τα Σάββατα του Μαρτίου, όλες οι Δευτέρες του Αυγούστου, οι έξι πρώτες ημέρες του Αυγούστου (τις ημέρες που κοιτάνε τα ημερομήνια), οι τρεις πρώτες αλλά και οι τρεις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου (που λέγονται και «ημέρες της γριάς»).

Εκείνες τις ημέρες, οι άνθρωποι έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικοί, μήπως πάθουν κακό. Δεν πήγαιναν στις δουλειές τους, οτιδήποτε ήταν δυνατόν να αναβληθεί, το ανέβαλαν για πιο καλότυχες μέρες. Μάλιστα, το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων, τα παιδιά έπρεπε να βρίσκονται νωρίς στα κρεβάτια τους και να μην περιπλανώνται άσκοπα –αν βλέπετε πίσω από αυτό μια προφύλαξη από το κρύο, έχετε δίκιο. Έλα όμως που τότε πίστευαν ότι τα ξωτικά θα τους έπαιρναν τη μιλιά και θα τα έκαναν άβουλα. Κατά τις Δρίμες, λοιπόν, πιστευόταν ότι αν πήγαινε κάποιος να κάνει τις συνηθισμένες του εργασίες, θα πάθαινε κακό. Αν πήγαινε στο χωράφι, η σοδειά του θα καταστρεφόταν. Ό,τι πλύνεις αυτές τις ημέρες θα λειώσει, όσα ξύλα και να κόψεις θα σαπίσουν, αν λουστείς θα πάθεις κακό. Γι' αυτό ή αποφεύγουν ολότελα να πλύνουν τις μέρες αυτές ρούχα ή, αν πλύνουν, ρίχνουν στο νερό πέταλο, γιατί το σίδερο, όπως πιστεύεται, είναι γιατρικό και αποτρέπει τα δαιμόνια.

 

Ο ΜΗΝΑΣ ΜΑΡΤΗΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ

Ο Μάρτης είναι ο πρώτος μήνας του ρωμαϊκού ημερολογίου και αντιστοιχεί με τον αρχαιοελληνικό μήνα Ελαφηβολιώνα.  Έλαβε το όνομά του από το λατινικό όνομα του θεού Άρη, «Mars». Στα βυζαντινά χρόνιαη πρώτη μέρα του Μαρτίου εορταζόταν λαμπρά, ενώ αναφέρεται ότι εκείνη τη μέρα τα παιδιά έφτιαχναν ένα ομοίωμα χελιδονιού και πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι να αναγγείλουν την άνοιξη, ενώ οι νοικοκυραίοι τα φίλευαν αβγά.

Στη λαογραφία, ο Μάρτης αποκαλείται Ανοιξιάτης, Γδάρτης και Παλουκοκάφτης, Κλαψομάρτης, Πεντάγνωμος (επειδή ο καιρός είναι άστατος), Βαγγελιώτης (λόγω του Ευαγγελισμού), Φυτευτής. Αυτά τα ονόματα επιβιώνουν στις ιστορίες που έφτιαχνε ο κόσμος για να εξηγήσει τη μεταβολή του καιρού τον Μάρτη και τις συχνές βαρυχειμωνιές του. «Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκάφτης, τα παλιά παλούκια καίει, τα καινούργια ξεριζώνει», λέει ο λαός μας για την ανάγκη των ξύλων που μπορεί να φέρει η μαρτιάτικη κακοκαιρία. Για τις μεγάλες του παγωνιές: «Τον Μάρτη χιόνι βούτυρο, μα σαν παγώσει μάρμαρο», ενώ για την αντιμετώπιση του κρύου μια άλλη παροιμία συμβουλεύει τον τσοπάνη:«Τσοπάνη μου την κάπα σου το Μάρτη φύλαγέ την».Μια άλλη παροιμία λέει: «Ο Αύγουστος για τα πανιά κι ο Μάρτης για τα ξύλα», εννοώντας ότι τον Αύγουστο με τα μελτέμια χρειάζονται τα πανιά, αλλά πρέπει να προσέχει ο βαρκάρης μην του σκιστούν, όπως και οι νοικοκυραίοι πρέπει να έχουν ξύλα να κάψουν τον Μάρτη.

 

Ο ΚΑΤΕΡΓΑΡΗΣ ΜΑΡΤΗΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΕΧΑΣΕ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΚΑΘΕΔΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΝΑΡΗ

Είπαμε ότι ο Μάρτης ήταν ο πρώτος μήνας του έτους. Ωστόσο, μια ζαβολιά που έκανε, του κόστισε την πρώτη θέση. Και εξηγεί το ευμετάβολο του καιρού αυτόν τον μήνα.

«Μια φορά κι έναν καιρό»,λέει ο μύθος, «αποφασίσανε οι δώδεκα μήνες να φτιάξουνε κρασί σε ένα βαρέλι ώστε να μπορούν να πίνουν όποτε τους ερχόταν η όρεξη.

Έτσι λοιπόν είπε ο Μάρτης:

- Εγώ θα ρίξω πρώτος μούστο στο βαρέλι για να γίνει κρασί και ύστερα ρίχνετε κι εσείς.

- Καλά, ρίξε εσύ πρώτος του είπαν οι άλλοι.

Έτσι και έγινε. Έριξε πρώτα εκείνος στο βαρέλι το μούστο και ύστερα ακολούθησαν και οι άλλοι μήνες.

Όταν λοιπόν ζυμώθηκε ο μούστος και έγινε το κρασί, είπε πάλι ο Μάρτης.

- Εγώ που έριξα πρώτος το μούστο, πρώτος θ' αρχίσω και να πίνω.

-Βέβαια, είπαν οι άλλοι, έτσι είναι το σωστό.

Έτσι, λοιπόν, τρύπησε το βαρέλι στο κάτω μέρος, και άρχισε να πίνει, ώσπου ήπιε όλο το κρασί και δεν άφησε ούτε στάλα. Κατόπιν ήρθε η σειρά του Απρίλη να πάει να πιει κρασί. Πηγαίνει και το βρίσκει άδειο. Θυμώνει, το λέει στους άλλους. Τ' ακούνε εκείνοι θυμώνουνε και σκέφτονται τι να κάνουν. Συμφωνούν όλοι λοιπόν να τον τιμωρήσει ο Γενάρης που ήταν και ο μεγαλύτερος αδελφός. Τον πιάνει λοιπόν ο Γενάρης και του τραβάει ένα γερό χέρι ξύλο. Του αφαιρεί και το πρωτείο που είχε, να αρχίζει δηλαδή το έτος κάθε Μάρτη, και έγινε να αρχίζει το έτος από τον Γενάρη.

Από τότε, όταν ο Μάρτης θυμάται το παιχνίδι που έκανε στα αδέλφια του και τους ήπιε όλο το κρασί, γελάει και ο καιρός ξαστερώνει. Όταν πάλι θυμάται το ξύλο που έφαγε κλαίει και βρέχει».

Άλλες ιστορίες επιχειρούν να εξηγήσουν το φαινόμενο της συχνής εναλλαγής του καιρού τον μήνα Μάρτη, όπως εκείνη που αναφέρεται στη γυναίκα του Μάρτη.

 

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ

Οι δώδεκα μήνες αποφάσισαν να παντρευτούν. Καθένας τους, λοιπόν, βρήκε παό μια γυναίκα που του άρεσε και την παντρεύτηκε. Ο Μάρτης δεν φρόντισε το ζήτημα μόνος του και έβαλε προξενητάδες να του βρούνε μια γυναίκα. Εκείνοι του φέρανε μια κοπέλα η οποία ήταν τυλιγμένη με ένα μαντίλι και του είπαν ότι είναι πολύ όμορφη. Ευκολόπιστος όπως ήταν, την παντρεύτηκε.

Όταν όμως έμειναν μόνοι και έβγαλε το μαντίλι της, τι να δει; Δεν υπήρχε πιο άσχημη στον κόσμο!

Από τότε κάθε φορά που τη θυμόταν άστραφτε, βροντούσε, έβρεχε, έριχνε μπόρες, έκανε παγωνιές. Μόνο όταν ξεχνιόταν μερικές φορές, ηρεμούσε, γαλήνευε κι έκανε καλό καιρό!

Στη Μεσσηνία, λόγου χάρη, λένε ότι η γυναίκα που παντρεύτηκε ο Μάρτης, από μπροστά ήταν πολύ άσχημη, ενώ από πίσω ήταν πολύ όμορφη. Όταν ο Μάρτης τη βλέπει καταπρόσωπο κλαίει και ο καιρός χαλάει, όταν όμως την κοιτάζει από τις πλάτες ευχαριστιέται και ο καιρός καλοσυνεύει.

Γι' αυτό λέγεται και η παροιμία: «Ο Μάρτης πότε κλαίει και πότε γελάει».

Οι χωρικοί, βέβαια, προτιμούν το Μάρτιο και οι χωρικοί, βροχερό, επειδή η σοδειά τους θα είναι καλύτερη. Αυτό επιβεβαιώνουν οι παρακάτω παροιμίες:

«Μάρτης έβρεχε, θεριστής χαιρότανε».

«Μάρτης βρέχει; Ποτέ μην πάψει».

«Κάλλιο Μάρτης στις γωνιές παρά Μάρτης στις αυλές».

«Κάλλιο Μάρτης καρβουνιάρης παρά Μάρτης λιοπυριάρης».

«Μάρτης βροχερός θεριστής κουραστικός».

«Μάρτης κλαψής θεριστής χαρούμενος».

«Μάρτης πουκαμισάς δεν σου δίνει να μασάς».

«Σαν ρίξει ο Μάρτης μια βροχή κι Απρίλης άλλη μία,

να δεις κουλούρες στρογγυλές και πίττες σαν αλώνι».

«Σαν ρίξει ο Μάρτης δυο νερά κι Απρίλης άλλο ένα,

χαράς σ' εκείνο το ζευγά πόχει πολλά σπαρμένα».

 

Η ΛΙΘΩΜΕΝΗ ΓΡΙΑ

Η βαρυχειμωνιά που εμφανίζεται τις τελευταίες ημέρες του Μάρτη, που λέγονται και «μέρες της γριάς», εξηγούνται μέσα από την ιστορία της «λιθωμένης γριάς».

«Ητανε μια φορά μια γριά κι είχε κάτι κατσικάκια. Ο Μάρτης τότε είχε 28 ημέρες και ο Φλεβάρης 31.

Ήρθε λοιπόν εκείνη την εποχή ο Μάρτης κι επέρασε χωρίς να κάμει χειμώνα και η γριά από τη χαρά της που βγήκανε πέρα καλά τα πράματά της, ξεγελάστηκε και είπε:

‘’Πρίτσι, Μάρτη μου, στην πομπή σου. Μπήκες, βγήκες τίποτα δε μου ‘κανες. Τα αρνάκια και τα κατσικάκια μου τα ξεχείμασα’’.

Τότε ο Μάρτης πείσμωσε και δανείστηκε τρεις ημέρες απ' τονΦλεβάρη και έριξε χιόνια πολλά. Ήταν τόσο άσχημος ο καιρός, που η γριά και τα ζωντανά της πέτρωσαν από το κρύο». Για αυτό που έπαθε εκείνη η γριά, τις τρεις τελευταίες ημέρες του Μάρτη τις λένε «ημέρες των γριών».Σε κάποια χωριά, ονοματίζουνε καθεμιά από αυτές τις ημέρες με το όνομα μιας από τις πιο ηλικιωμένες γριές του χωριού. Αν τύχει καλή ημέρα, θεωρούν πως η γριά είναι καλή, ενώ αν τύχει κακοκαιρία λένε πως έγινε από την κακία της γριάς.

Καλό μήνα!

 

Γαλανιάδη Εύα

Tags: 

Προσθήκη νέου σχολίου

Το ArcadiaPortal.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά, συκοφαντικά σχόλια και διαφημίσεις. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.