Συνεχης ενημερωση

    Παρασκευή, 22-Φεβ-2019 09:35

    "Σπάει" τα ταμεία το Favourite του Λάνθιμου

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου


    Της Ελίζας Τριανταφύλλου

    Θερμή υποδοχή επιφύλαξε τόσο το ελληνικό όσο και το παγκόσμιο σινεφίλ κοινό για την πολυβραβευμένη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου "The Favourite" (ελληνικός τίτλος: Η Ευνοούμενη) που θεωρείται ένα από τα φαβορί για τα φετινά Όσκαρ και μέχρι στιγμής είναι με διαφορά η ακριβότερη παραγωγή του Έλληνα σκηνοθέτη, η οποία έχει αξιοσημείωτη εισπρακτική απόδοση. 

    Ο προϋπολογισμός της Ευνοούμενης ανήλθε στα 15 εκατ. δολ. και με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία η ταινία έχει "βγάλει” τα υπερπενταπλάσια χρήματα με τις εισπράξεις της να πλησιάζουν τα 77 εκατ. δολάρια

    Στις ΗΠΑ η ταινία προβλήθηκε αρχικά σε τέσσερις χώρους σε Νέα Υόρκη και Λος Άντζελες και άγγιξε σε εισπράξεις περίπου τα 420.000 δολάρια, ήτοι 105.500 δολ. ανά αίθουσα. Όπως έγραφε στις 25 Νοεμβρίου 2018 το Variety, πρόκειται για τον καλύτερο μέσο όρο που έχει σημειωθεί τα τελευταία δύο χρόνια σχεδόν μετά το "La La Land” (176.221 δολ.) με το ντεμπούτο του "Favourite” να έχει ξεπεράσει σε εισπράξεις το καλύτερο "άνοιγμα” του 2017 (ήταν το "Call Me By Your Name” με 103.233 δολ.). 

    "Ήταν πέρα από τις προσδοκίες μας” δήλωσε ο Frank Rodriguez, επικεφαλής διανομής της Fox Searchlight. "Υπάρχει τόσος πολύς ανταγωνισμός στο σύνολο της αγοράς, αλλά φαίνεται ότι υπάρχει χώρος και για άλλες ταινίες”. Το άνοιγμα της "Ευνοούμενης” στην αμερικανική αγορά είναι το τρίτο καλύτερο στην ιστορία της Fox Searchlight μετά το "The Grand Budapest Hotel” του Γουές Άντερσον το 2014 με 202.000 δολ. ανά αίθουσα και το "Birdman” του Αλεχάντρο Ιναρίτου την ίδια χρονιά με 106.000 δολ. ανά αίθουσα.  

    Αντιστοίχως, θετικά είναι τα μηνύματα και από την εγχώρια αγορά καθώς όπως σχολιάζουν στο Capital.gr από την εταιρεία διανομής Odeon, η επιτυχία ήταν αναμενόμενη ειδικά για μία ταινία που έχει λάβει τόσες σημαντικές διακρίσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έγκυρης ιστοσελίδας Box Office Mojo, ο τζίρος των εισιτηρίων που κόπηκαν στην Ελλάδα την πρώτη κιόλας εβδομάδα προβολής (σε περιορισμένο αριθμό αιθουσών όχι πανελλαδικά) ξεπέρασαν τα 62.500 δολάρια. 

    Οι εισπράξεις της "Ευνοούμενης” αποτελούν με διαφορά και το προσωπικό ρεκόρ του σκηνοθέτη. Ο "Κυνόδοντας” είχε κάνει "ταμείο” 1.373.407 δολ., ο "Αστακός”, η πρώτη αγγλόφωνη ταινία του Γ. Λάνθιμου με διεθνές καστ και "πολυεθνική” παραγωγή (ήταν ιρλανδο-βρετανο-ελληνική συμπαραγωγή ύψους 4 εκατ. δολ.) εκτοξεύτηκε εισπρακτικά στα 18.019.837 δολ., ενώ τέλος "Ο Θάνατος του Ιερού Ελαφιού” έκοψε εισιτήρια συνολικής αξίας 6.115.927 δολαρίων.  

    Η ανοδική πορεία 

    Ο Γιώργος Λάνθιμος, απόφοιτος της Σχολής Σταυράκου και γνωστός στην αρχή της καριέρας του κυρίως για τη σκηνοθεσία μουσικών βίντεο κλιπ και τηλεοπτικών διαφημίσεων, έκανε το σόλο μεγάλου μήκους κινηματογραφικό του ντεμπούτο το 2005 με τη ταινία "Κινέττα” η οποία ανέδειξε το σκηνοθετικό του ταλέντο και στη μεγάλη οθόνη, καθώς από την πρώτη κιόλας εμφάνιση του, ο 32χρονος τότε Λανθιμος κατάφερε να είναι υποψήφιος για το βραβείο "Χρυσός Αλέξανδρος” στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.  

    Λάνθιμος

    Από την "Κινέττα” έως την "Ευνοούμενη”, που προβάλλεται αυτή τη στιγμή στις κινηματογραφικές αίθουσες, έχουν μεσολαβήσει τέσσερις ταινίες που καθιέρωσαν τον ανερχόμενο Έλληνα σκηνοθέτη στο διεθνές κινηματογραφικό στερέωμα, αφού στα 14 χρόνια που κύλησαν στο μεταξύ, οι διακρίσεις για τις δουλειές του αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο.

    Στο ευρύ κοινό έγινε γνωστός το 2009 με τη δεύτερη ταινία του, τον "Κυνόδοντα” ο οποίος του χάρισε και την πρώτη μεγάλη διεθνή καταξίωση. Η ταινία τιμήθηκε με το βραβείο "Ένα Κάποιο Βλέμμα" ("Prix Un Certain Regard") στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καννών του 2009 και ήταν η πρώτη φορά σε διάστημα 11 ετών που Έλληνας σκηνοθέτης ξεχώριζε στις Κάννες, μετά τον Θόδωρο Αγγελόπουλο που είχε κατακτήσει το 1998 το "Χρυσό Φοίνικα” με την ταινία του "Μία αιωνιότητα και μία μέρα”. 

    "Ήταν μεγάλη υπόθεση για την Ελλάδα αυτό το βραβείο στις Κάννες μετά από τόσο πολλά χρόνια. Επομένως ήταν λίγο σαν ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας” είχε δηλώσει μετά τη βράβευσή του ο Γ. Λάνθιμος. 

    Alps λάνθιμος

    Ακολούθησαν οι "Άλπεις” (το 2011), ο "Αστακός” (2015)  και "Ο Θάνατος του Ιερού Ελαφιού” (2017). Η τελευταία ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, που διεκδικεί δέκα Όσκαρ στη φετινή διοργάνωση (μεταξύ άλλων αυτό της Καλύτερης Σκηνοθεσίας και της Καλύτερης Ταινίας), έκανε πρεμιέρα στις ΗΠΑ σε περιορισμένο αριθμό αιθουσών στις 23 Νοεμβρίου 2018 και σε ευρύτερη κλίμακα ένα μήνα αργότερα, ενώ στην Ελλάδα ήρθε στις 31 Ιανουαρίου σε επιλεγμένες αίθουσες πριν την πανελλαδική πρεμιέρα στις 7 Φεβρουαρίου. Η "Ευνοούμενη” έχει "σαρώσει” στα βρετανικά βραβεία BAFTA (που θεωρούνται προάγγελος των Όσκαρ) και ήδη τα πρώτα στοιχεία από το εγχώριο και το παγκόσμιο box office είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, αν όχι εντυπωσιακά για έναν σκηνοθέτη που δεν έχει τη φήμη του "εμπορικού".

    Η "ανηφόρα” της χρηματοδότησης 

    Όμως πίσω από τις κάμερες τα πράγματα από χρηματοδοτικής άποψης δεν ήταν εξαρχής ευνοϊκά για τον Γιώργο Λάνθιμο ο οποίος στο παρελθόν χρειάστηκε να στηριχθεί στη βοήθεια συνεργατών, φίλων και γνωστών για να φέρει εις πέρας τις ταινίες του. Όπως εξηγούσε ο ίδιος το 2010 μιλώντας στους New York Times, η συμμετοχή της "Κινέττας” σε διεθνή φεστιβάλ τον βοήθησε να εξασφαλίσει το αρχικό μπάτζετ για τον "Κυνόδοντα”, αλλά ακόμη κι έτσι τα προβλήματα ήταν πολλά. "Οι περισσότεροι χρειάστηκε να εργαστούν δωρεάν ή με πολύ λίγα χρήματα και έπρεπε να ζητήσουμε πολλές χάρες, εξοπλισμό και έπιπλα. Ξεκινήσαμε με ένα μπάτζετ 250.000 ευρώ αλλά κόστισε τα διπλά αν σκεφτείτε όλους αυτούς τους ανθρώπους που δεν πληρώθηκαν και όλα όσα πήραμε δωρεάν”. 

    Σε άλλη του συνέντευξη το 2012, ο Γ. Λάνθιμος εξηγούσε ότι τα πράγματα ήταν εξαιρετικά δύσκολα και πριν τη κρίση. "Όλες μου τις ταινίες τις έκανα με πολύ χαμηλό μπάτζετ. Δεν υπάρχει ιδιωτική χρηματοδότηση διότι υπάρχει τεράστιο πρόβλημα με τη νομοθεσία και δεν υπάρχουν κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις. Οι ταινίες στην Ελλάδα χρηματοδοτούνται με κρατικό χρήμα από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και για πολλά χρόνια υπήρχε διαφθορά. Τα χρήματα τα έπαιρναν πολύ συγκεκριμένοι σκηνοθέτες, όχι νεότεροι δημιουργοί. Αυτό σημαίνει ότι το κάνεις μόνος σου: συγκεντρώνεις χρήματα από φίλους, βάζεις από την τσέπη σου, έχεις πολύ κόσμο να δουλεύει δωρεάν, ζητάς χάρες - έτσι ήταν και έτσι εξακολουθεί να είναι για τους νέους σκηνοθέτες. Κατάφερα να κάνω τη δεύτερη ταινία μου με τη στήριξη του ΕΚΚ αλλά ήταν 250.000 ευρώ και πρέπει να κάνεις τα ίδια με την ελπίδα ότι θα τους αποπληρώσεις δύο χρόνια μετά. Με την κρίση τα πράγματα έγιναν χειρότερα. Επομένως για τις ‘Άλπεις’ δεν είχαμε καν τη βοήθεια του ΕΚΚ, η οποία ήρθε μετά την ολοκλήρωση της ταινίας. Έπρεπε να το κάνουμε μόνοι μας, με φίλους και πολλούς συμπαραγωγούς που έβαλαν από 10.000-20.000 ευρώ”. 

    Όπως αναφέρει στο Capital.gr πηγή με γνώση της ελληνικής κινηματογραφικής σκηνής και παραγωγής, η δωρεάν ή χαμηλά αμειβόμενη εργασία είναι συνήθως ο κανόνας και όχι η εξαίρεση όταν μιλάμε για προσπάθειες νέων δημιουργών. "Γενικά υπάρχει ένα πρόβλημα με το πώς παράγονται ταινίες στην Ελλάδα. Μεγάλος μέρος του κόστος απορροφάται από αυτές τις εξοικονομήσεις, από τα τζάμπα μεροκάματα και από τους ανθρώπους που δουλεύουν με πολύ χαμηλότερα χρήματα από αυτά που λέει τυπικά η Ένωση Τεχνικών Ελληνικού Κινηματογράφου και Τηλεόρασης. Η ΕΤΕΚΤ έχει έναν τιμοκατάλογο για το πόσο πρέπει να είναι τα μεροκάματα. Δεν ισχύει τίποτα από αυτά στην πράξη. Για τον απλό λόγο ότι κανείς δεν έχει εξασφαλισμένα μπάτζετ. Η άλλη του επιλογή θα ήταν να μην κάνει ταινία καθόλου. Χάρη σε αυτές τις 'ελαστικότητες' και στην αποδοχή από τον κόσμο που εργάζεται στο χώρο του κινηματογράφου ότι τα πράγματα είναι περίεργα, υπάρχει στο τέλος μία παραγωγή”. 

    lobster

    Η πρώτη δουλειά του Λάνθιμου για την οποία πληρώθηκαν όλοι όσοι συμμετείχαν ήταν ο "Αστακός" που γυρίστηκε στο εξωτερικό. Όπως έλεγε ο σκηνοθέτης στο περιοδικό ΒΗΜΑgazino το 2015 "όσον αφορά την περίοδο μέχρι να καταφέρουμε να βρούμε χρηματοδότηση, δεν ήταν εύκολη, και αυτό είναι προφανές, μιας και η ταινία είναι συμπαραγωγή πολλών διαφορετικών φορέων – πολλές χώρες έβαλαν από λίγα χρήματα. Υποθέτω δεν υπήρχαν πολλοί που ήθελαν να πάρουν το ρίσκο να κάνουν μια τέτοια ταινία. Αλλά στο τέλος καταλήγεις να δουλέψεις με όσους είναι έτοιμοι να σε υποστηρίξουν.

    Ο προϋπολογισμός δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλος σε σχέση με άλλες αντίστοιχες ταινίες, αλλά σίγουρα ήταν πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με τις ταινίες που έκανα στην Ελλάδα, αυτή τη φορά μπορέσαμε να πληρώσουμε όλους όσοι συμμετείχαν. Η βασική διαφορά είναι ότι πρόκειται για έναν κόσμο που λειτουργεί απολύτως επαγγελματικά".

    Όπως είχε αναφέρει στην ίδια συνέντευξη, "το να κάνω ταινίες στην Ελλάδα σίγουρα είχε και θετικά στοιχεία: ήμασταν απόλυτα ελεύθεροι, δουλεύαμε με φίλους που το βασικό τους κίνητρο ήταν απλώς η αγάπη τους για αυτό που έκαναν και μπορούσαμε να είμαστε ευέλικτοι. Από την άλλη, είχαμε περιορισμούς στο τι ταινίες μπορούσαμε να κάνουμε, λόγω ανεπαρκών πόρων. Όταν, λοιπόν, εξαντλήσεις τις χάρες που σου αναλογούν – γιατί έτσι κάναμε ταινίες –, πρέπει να πας σε κάποια άλλη χώρα και να δοκιμάσεις να κάνεις σινεμά με διαφορετικό τρόπο.

    Πάντα ήθελα να φύγω από την Ελλάδα και να ζήσω αλλού. Έχοντας γυρίσει εκεί τρεις ταινίες, με τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητες που αυτό είχε, ήξερα πως αν ήθελα να προχωρήσω και να αναπτυχθώ, έπρεπε να είμαι σε ένα μέρος που έχει την απαραίτητη δομή για να στηρίξει το σινεμά, γι’ αυτό και μετακόμισα στο Λονδίνο".

    Όπως σημειώνει η εφημερίδα Guardian τον περασμένο Δεκέμβριο σε εκτενές αφιέρωμα που έκανε στον Έλληνα σκηνοθέτη, "το χαμηλό μπάτζετ που είχε για την Κινέττα και τις άλλες ελληνικές ταινίες του, του έμαθε να δουλεύει οικονομικά και έχει παραμένει πιστός σε αυτή την αρχή. Έως και σήμερα, αποφεύγει τον τεχνητό φωτισμό και δεν χρησιμοποιεί makeup - εκτός κι αν οι ρόλοι απαιτούν τη χρήση έντονου μακιγιάζ, όπως στην Ευνοούμενη”.

    Λίγα χρήματα, πολλή γραφειοκρατία 

    Οι χρηματοδοτικές δυσκολίες που συνάντησε ο Λάνθιμος στην πορεία του από την "Κινέττα” έως το... Χόλιγουντ παρότι μπορεί να διαμόρφωσαν εν μέρει το "απέριττο” σκηνοθετικό του στυλ, αναδεικνύουν παράλληλα με τον πιο γλαφυρό τρόπο την εγχώρια ένδεια πόρων, τον ελλιπή σχεδιασμό από μεριάς Πολιτείας και τα πολλές φορές ανυπέρβλητα εμπόδια που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι νέοι και καθόλα ταλαντούχοι Έλληνες σκηνοθέτες όταν απευθύνονται στους εγχώριους οργανισμούς και μηχανισμούς οικονομικής στήριξης για κινηματογραφικές παραγωγές. Πόσω μάλλον όταν θέλουν να δημιουργήσουν ένα πιο απαιτητικό (από άποψης κόστους) κινηματογραφικό "προϊόν” το οποίο θα καταφέρει να περάσει τα ελληνικά σύνορα. 

    Ζητήσαμε από τον Χάρη Παπαδόπουλο, τον πρόεδρο της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών να μας πει τι χρειάζεται - πέρα από το ταλέντο - ώστε ένα κινηματογραφικό έργο να ξεφύγει από τα στενά ελληνικά όρια και να φτάσει στο παγκόσμιο κοινό. "Ένα από τα ισχυρότερα εμπόδια είναι ο τρέχων νόμος (3905/2010 "Ενίσχυση και ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης και άλλες διατάξεις”) ο οποίος πρέπει να αλλάξει και να δημιουργηθεί ένας νέος για μια Εθνική Κινηματογραφία που να περιέχει μια ορθολογική ενίσχυση και διαχείριση της κινηματογραφικής παραγωγής, κόντρα στις γραφειοκρατικές δυσκολίες του υπάρχοντος νόμου και με σταθερή ετήσια χρηματοδότηση από το υπουργείο Πολιτισμού μέσω του ΕΚΚ, όχι μικρότερη των 40 εκατ. ευρώ”. 

    Όπως εξηγεί ο ίδιος αυτή τη στιγμή χρηματοδότηση είναι μόλις 3-3,5 εκατ. ευρώ ευρώ, όταν στην Γαλλία το ποσό ξεπερνάει τα 200 εκατ. ευρώ. 

    Τον Αύγουστο του 2017, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε το νόμο N. 4487/2017 του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης που θέσπιζε την επιχορήγηση με ποσοστό 25% των επιλέξιμων δαπανών για την παραγωγή εγχώριων και διεθνών οπτικοακουστικών έργων. Από το Σεπτέμβριο του 2018, έπειτα από τροποποίηση του νόμου (Ν. 4563/2018), το ποσοστό ανέρχεται στο 35% των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα και σύμφωνα με τον νόμο καταβάλλεται το αργότερο μέσα σε έξι μήνες μετά την ολοκλήρωση των εργασιών παραγωγής. Όλες οι αιτήσεις υποβάλλονται στο Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ), ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, εποπτευόμενο από το υπουργείο ΨΗΠΤΕ που ιδρύθηκε το 2017 "με αποστολή την υποστήριξη και ανάδειξη δημοσίων και ιδιωτικών πρωτοβουλιών, εγχώριων και ξένων, στον κλάδο των οπτικοακουστικών μέσων και της επικοινωνίας στην Ελλάδα”, όπως διαβάζουμε στο site του. 

    Όμως σύμφωνα με τον Χάρη Παπαδόπουλο τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά στην πράξη. "Η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών στήριξε την υλοποίηση του νόμου του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής και του νέου Οργανισμού ΕΚΟΜΕ, αλλά στη συνέχεια διαπιστώνουμε αγκυλώσεις και αδιαφάνεια στις αναθέσεις από τη στιγμή που το σύστημα κριτηρίων είναι τόσο γραφειοκρατικό, που μπορεί να απορρίψει μια πρόταση και αντίθετα να εγκρίνει μια άλλη με φωτογραφική διαδικασία και δεν είναι αυτόματο όπως ισχυρίζεται. Στην ΕΕΣ θεωρούμε πιο παραγωγικό και δημιουργικό το ρόλο του ΕΚΟΜΕ εάν ενταχθεί στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ)”.

    "Γράμμα στον Γιώργο Λάνθιμο"

    Χθες Πέμπτη, ενόψει της απονομής των βραβείων Όσκαρ την προσεχή Κυριακή 24 Φεβρουαρίου, όπου η "Ευνοούμενη" του Γιώργου Λάνθιμου είναι υποψήφια σε 10 κατηγορίες, η Ένωση Σκηνοθετών - Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου (ΕΣΠΕΚ) τού απέστειλε ένα βίντεο-γράμμα με πολλαπλούς αποδέκτες, γυρισμένο στην Κινέττα, εκεί όπου ο Γιώργος Λάνθιμος γύρισε την ομώνυμη πρώτη ταινία του.

    Στο σημείωμα που συνοδεύει το βίντεο, οι περισσότεροι από 190 επαγγελματίες του κινηματογραφικού χώρου που στηρίζουν την πρωτοβουλία "Δώσε Λίγη Αγάπη στον Ελληνικό Κινηματογράφο" γράφουν:

    "Να ᾽μαστε πάλι εδώ, αυτή τη φορά να πηγαίνουμε μια χειμωνιάτικη βόλτα σ᾽ ένα καλοκαιρινό θέρετρο, την Κινέττα. Εκεί, μερικοί από εμάς έγραψαν ένα γράμμα αγάπης, που μπορεί εκ πρώτης να απευθύνεται στον Γιώργο Λάνθιμο, στην πραγματικότητα όμως έχει άλλους παραλήπτες: υπουργούς, κανάλια, φορείς, οργανισμούς, γραμματείς, διοικητικά συμβούλια, διευθυντές, προέδρους, συμβούλους και όλους εκείνους από τους οποίους εξαρτόμαστε για να μπορούμε να κάνουμε ταινίες με επαγγελματικές συνθήκες. Το γράμμα αυτό γράφτηκε με πολύ αγάπη. Αγάπη που ο Ελληνικός Κινηματογράφος προσφέρει απλόχερα και που μπορεί για την ώρα να μένει δίχως ανταπόκριση, δεν σταματάει όμως ποτέ να ελπίζει σε αυτή, ως μοναδικό τρόπο για να μπορέσει να συνεχίσει να υπάρχει και να δίνει την αγάπη του...".

    eliza.triandafillou@capital.gr

    Διαβάστε ακόμα για:

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ