«Η Χιονάτη του 1960», το εγχείρημα του Καμπανέλη, η «εθνική ομάδα της ευθυμίας» και το «όχι» του Φίνου (pics & vids)

Σινέ Νοσταλγία Σινέ Νοσταλγία
«Η Χιονάτη του 1960», το εγχείρημα του Καμπανέλη, η «εθνική ομάδα της ευθυμίας» και το «όχι» του Φίνου (pics & vids)
Το Σινέ «Νοσταλγία» ήρθε στο Gazzetta Plus με σκοπό να σας ξεναγεί κάθε εβδομάδα στις πιο αγαπημένες στιγμές του ελληνικού κινηματογράφου! To ταξίδι στις πιο αγαπημένες ελληνικές ταινίες, που έχουν «ντύσει» όλες μας τις αναμνήσεις συνεχίζεται...

ME THN EΥΓΕΝΙΚΗ ΧΟΡΗΓΙΑ ΤΗΣ Bergmann Kord

Για τις ανάγκες προβολής της οι κινηματογράφοι της Αθήνας ξεκινούσαν από το πρωί, κάνοντας 7 προβολές, που ξεκινούσαν από τις 10 το πρωί και ολοκληρώνονταν στις 10 το βράδυ. Η διαφημιστική καμπάνια της ταινίας μιλούσε για «την μεγαλύτερη ταινία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, που αδίστακτα μπορεί να χαρακτηριστεί κολοσσός». Κι αυτό διότι πέρα από τη συμμετοχή ενός λαμπερού πρωταγωνιστικού διδύμου της εποχής, της Τζένης Καρέζη και του Ανδρέα Μπάρκουλη, στην ταινία «Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα» πρωταγωνιστούσε «η εθνική ομάδα της ευθυμίας», 7 κορυφαίοι κωμικοί ηθοποιοί, οι οποίοι για μια και μοναδική φορά στην καριέρα τους συναντήθηκαν σε μια ταινία.

Η καταγραφή των ονομάτων τους και μόνο «ζαλίζει»: Ορέστης Μακρής, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Μίμης Φωτόπουλος, Βασίλης Αυλωνίτης, Χρήστος Ευθυμίου, Αλέκος Λειβαδίτης, Νίκος Σταυρίδης. Πέρα από τις –αναμφίβολα- υπερβολές της διαφημιστικής καμπάνιας της ταινίας, η «Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα» δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη ως κινηματογραφική δημιουργία του ελληνικού σινεμά, αφού αποτέλεσε παράλληλα ένα πείραμα για το αν και πώς μπορούν να συμβιώσουν σε μια ταινία 7 πρωταγωνιστές-μύθοι, χωρίς ο ένας να «καπελώνει» τον άλλο. Το εγχείρημα ήταν πολύ δύσκολο από την αρχή και το αποτέλεσμα δείχνει ότι μάλλον αυτό δεν στάθηκε δυνατόν να συμβεί. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του σεναρίου, υπάρχουν στιγμές στην ταινία που κάποιες προσωπικότητες των πρωταγωνιστών αναδεικνύονται περισσότερο από τις υπόλοιπες. Για να είμαστε ωστόσο δίκαιοι, αυτό οφείλεται κυρίως στη δύναμη των χαρακτήρων – κάποιοι είναι πιο ισχυροί από τους άλλους, απόλυτα φυσιολογικό – και λιγότερο στο ίδιο το σενάριο.

«Όχι» από τον Φίνο

Ήταν το 1960 όταν ο Ιάκωβος Καμπανέλης αποφασίζει να γυρίσει σε ταινία τον μύθο της Χιονάτης και των 7 νάνων, με έναν διαφορετικό βέβαια τρόπο, πιο σύγχρονο, μέσα από καταστάσεις και ήθη της Ελλάδας του 1960. Δύσκολο το εγχείρημα, ειδικά από τη στιγμή που θέλησε η ταινία αυτή να έχει πρωταγωνιστές την αφρόκρεμα των κωμικών του ελληνικού κινηματογράφου, κάτι που αυτόματα ανέβαζε τόσο το κόστος της, όσο και τον πήχυ των προσδοκιών. Ο Γιώργος Λαζαρίδης ήταν εκείνος που ενθάρρυνε τον Καμπανέλη να γράψει το σενάριο, σε μια ιδέα που ο ίδιος είχε ξεκινήσει καιρό πριν. Μάλιστα, για να τον πείσει, ο Λαζαρίδης του είπε ότι θα μπει συμπαραγωγός στην ταινία. Το κόστος όμως παρέμενε υψηλό κάτι που σήμαινε ότι η χρηματοδότησή της θα έπρεπε να στηριχθεί και από άλλους. Οι φήμες λένε ότι η ταινία προτάθηκε και στον Φίνο, ο οποίος όμως πίστευε ότι δεν θα είχε θετικό αποτέλεσμα η συνύπαρξη τόσων «αστεριών». Έτσι, οι Λαζαρίδης και Καμπανέλης στράφηκαν σε άλλους παραγωγούς, στους αδελφούς Ρουσσόπουλους, στον Δ. Σαρρή και στον Κ. Ψαρρά. Όλοι τους απάντησαν θετικά και «Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα» πήρε το δρόμο για την παραγωγή. Πέρα από το σενάριο, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης ήταν και ο σκηνοθέτης της.

Η λάθος στάση του τρένου και το σπίτι στο δάσος

Ας δούμε όμως την υπόθεση της ταινίας: Σε ένα πάρτι, ο Πάρις Σεμερίδης (Ανδρέας Μπάρκουλης) ανακαλύπτει στο πρόσωπο της Αλέξιας (Τζένη Καρέζη), την κοπέλα με την οποία αλληλογραφούσε στο διάστημα που έλειπε στο εξωτερικό. Πριν τελειώσει η γιορτή όμως η Αλέξια θα φύγει, θα πάρει το τρένο, όμως θα κατέβει σε λάθος στάση και θα χαθεί στο δάσος. Θα καταλήξει σε μια βίλα όπου μένουν επτά αδέλφια, γεροντοπαλίκαρα, που θα δεχθούν να τη φιλοξενήσουν. Τα επτά γεροντοπαλίκαρα της φέρονται σαν να ήταν μέλος της οικογένειάς τους. Ειδικά από τη στιγμή που τους θύμιζε την μικρή τους αδελφή, η οποία είχε πεθάνει κάποια χρόνια πριν. Ο θάνατος αυτός ήταν και ο λόγος που τα 7 αδέλφια δεν παντρεύτηκαν ποτέ, καθώς είχαν ορκιστεί ότι πρώτα θα πάντρευαν την μικρή τους αδελφή και μετά θα παντρεύονταν οι ίδιοι. Η παραμονή της Αλέξιας στο σπίτι τους θα σταθεί αφορμή για να σπάσει η ρουτίνα της καθημερινότητας για τα αδέλφια αυτά, αλλά και να αναδειχθούν όλα εκείνα τα θετικά στοιχεία του χαρακτήρα τους, τα οποία το κάθε ένα έκρυβε επιμελώς, για τους δικούς του λόγους ο κάθε ένας.

Τα 7 γεροντοπαλίκαρα ήταν τα εξής: Ορέστης Μακρής (Καίσαρ Αλεξάνδρου-στρατιωτικός), Διονύσης Παπαγιαννόπουλος (Στυλιανός Αλεξάνδρου – τραπεζικός), Βασίλης Αυλωνίτης (Ευστάθιος Αλεξάνδρου – οικιακά), Μίμης Φωτόπουλος (Βρασίδας Αλεξάνδρου – άεργος), Αλέκος Λειβαδίτης (Όμηρος Αλεξάνδρου – μουσικός), Νίκος Σταυρίδης (Κωνσταντίνος Αλεξάνδρου - έμπορος γυναικείων ειδών), Χρήστος Ευθυμίου (Ιάκωβος Αλεξάνδρου – ιατρός). Η ζωή των 7 γεροντοπαλίκαρων κινείται σε «στρατιωτικούς ρυθμούς», μονότονη, χωρίς ίχνος δημιουργικότητας και πρωτοτυπίας. Όλα είναι προγραμματισμένα, όλα τακτοποιημένα, όλα προδιαγεγραμμένα. Φυσικά, η παραμονή της Αλέξιας στο σπίτι των 7 αδελφών δεν θα ήταν δυνατόν να είναι μόνιμη, από τη στιγμή μάλιστα που η ίδια ήθελε πάση θυσία να ξαναβρεί τον αγαπημένο της. Ωστόσο, η μητριά της (Δέσπω Διαμαντίδου) ανακαλύπτει τα ίχνη της και προσπαθεί πάλι να την κάνει δυστυχισμένη, αλλά η επιστροφή του Πάρι θα δώσει λύση στα βάσανα της Αλέξιας. Η ίδια θα συναντήσει τον αγαπημένο της, γεμάτη χαρά, αλλά και ευγνωμοσύνη για τα 7 αδέλφια που τόσο την στήριξαν. Η αποχώρησή της από το σπίτι τους ωστόσο, αναπόφευκτα προκαλεί κατάθλιψη σε αυτά, αφού θα πρέπει και πάλι να επιστρέψουν στην μίζερη καθημερινότητά τους. Ωστόσο, αυτή είναι η ζωή και πρέπει να βαδίζουμε συνεχώς με τα δεδομένα που η ίδια θέτει. Ή τουλάχιστον να τα έχουμε στο μυαλό μας και να μην «πέφτουμε από τα σύννεφα» με ότι αυτή φέρνει ξαφνικά και απροειδοποίητα...

«Πλήρως ανεκμετάλλευτο το δυναμικό της ταινίας»

Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα παράμετρο της ταινίας θέτει το cine.gr. Σύμφωνα με αυτή, «ενώ υπάρχει το υλικό επτά μεγάλων ταλέντων, αυτό το δυναμικό παραμένει πλήρως ανεκμετάλλευτο εξαιτίας της απλοϊκότητας της ιστορίας και της έλλειψης ολοκληρωμένου σεναρίου. Ενός σεναρίου ικανού να επιτρέψει τη βαθύτερη σκιαγράφηση αυτών των χαρακτήρων, ακόμα και να δώσει ένα στοιχείο πιο δυνατό, πέρα από την παιδική ιστορία της αγαπημένης μας Χιονάτης. Είναι γεγονός, ότι ακόμα και η συνάντηση όλων αυτών των «παλικαριών» με την Τζένη Καρέζη δεν αποδίδεται όπως θα έπρεπε και όπως θα ταίριαζε στο ταλέντο των πρώτων και στη φρεσκάδα και τη γοητεία της δεύτερης. Η Αλέξια της Καρέζη είναι ρομαντική, ενώ αρκούν ορισμένες γκριμάτσες και εκφράσεις του προσώπου της για να δηλώσει με ευκολία έναν ολόκληρο κόσμο συναισθημάτων. Μία Χιονάτη που ακολουθεί τους κανόνες του παραμυθιού, εύθραυστη, όμορφη, χαριτωμένη, έτοιμη πάνω από όλα να προσφέρει χαρά, έστω κι αν εκείνη δεν μπορεί να τη λάβει από το πρόσωπο που επιθυμεί, όλα όμως τελειώνουν εκεί. Υπάρχει η περιγραφή του χαρακτήρα, χάνεται η ουσία κι ένα κάποιο νόημα ύπαρξης αυτής της ιστορίας». Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον σχόλιο, έστω κι αν η δική μας εκτίμηση το θεωρεί αρκετά αυστηρό.

Στην 4η θέση της σεζόν 1960-1961

Στην ταινία συμμετέχουν και πολλοί ακόμα αξιόλογοι ηθοποιοί, όπως οι Στέλιος Βόκοβιτς, Γιώργος Δαμασιώτης, Γιώργος Βρασιβανόπουλος, Γιώργος Βελέντζας, Σπύρος Ολύμπιος, Μίλτος Τσίρκας, Δημήτρης Κούκης, Χρήστος Δακτυλίδης, Ελεάνα Απέργη. Η μουσική ήταν του Μίμη Πλέσσα και η φωτογραφία του Giovanni Varriano. «Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα» προβλήθηκε τη σεζόν 1960-1961 και έκοψε 88.074 εισιτήρια. Ήρθε στην 4η θέση ανάμεσα σε 58 ταινίες και η εμπορική της πορεία κάθε άλλο παρά αποτυχημένη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Ωστόσο, δεδομένων των σπουδαίων ηθοποιών που είχε, ίσως το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ακόμα καλύτερο. Κι αυτό όμως είναι θεωρητικό, αφού στην πράξη, πέρα από τα σενάρια, η χημεία των ηθοποιών έχει τον δικό της ρόλο στο αποτέλεσμα. Κι αυτή δεν είναι εύκολο να είναι πάντα ιδανική, ειδικά όταν σε μια ταινία συμμετέχουν ηθοποιοί που είχαν συνηθίσει να είναι πάντα πρωταγωνιστές.

Περιμένουμε σχόλια, απόψεις και παρατηρήσεις στο mail μας

Σινέ Νοσταλγία
Σινέ Νοσταλγία