Μανώλης Ρασούλης: Ο δικός μας Διόνυσος

Μανώλης Ρασούλης: Ο δικός μας Διόνυσος

Gazzetta team

Τον Μανώλη Ρασούλη τον είδα στη ρωγμή του χρόνου. Ντυμένος στα κόκκινα. Δίπλα του ο Νίκος Παπάζογλου με την κιθάρα, το τζιν και το κόκκινο φουλάρι του. Σε βίντεο φυσικά. Σε μια θολή εικόνα από εκπομπή της ΕΡΤ το... Δεν έχει σημασία ο χρόνος. Η ρωγμή του μας αφορά. Εκεί, που κρυβόταν, έπαιρνε φως και ανάσα και συνέχιζε. Η εικόνα δύο φίλων, να κάθονται δίπλα και να τραγουδάνε σε ένα σκηνικό από την αρχή -σχεδόν- του χρόνου. Ο Ρασούλης εκεί που ήταν του Ρασούλη και η φωνή, τα λόγια να ταξιδεύουν από το Σούλι ως την πρώτη πόλη του κόσμου, αυτήν που είναι άδεια και πρώτος κάτοικος ο Ρασούλης. Φορώντας σαντάλια του Χριστού και με πορφυρό χιτώνα, σε μια Χιροσίμα που στέκει όρθια στο απόλυτο χάος, βαδίζει σταθερά και αναζητεί την αλήθεια. Και η αλήθεια κρύβεται πάντα στις λέξεις, τις ανόθευτες, τις ακατέργαστες, αυτές που ενώνουν ανθρώπους, θεού και δαίμονες. Τον θυμάμαι σε αυτό το βίντεο, σε αυτή την εικόνα που επιμένει και καταλαβαίνω ότι μια ξεχωριστή συναλλαγή λαμβάνει μέρος. Ο Ρασούλης “γεννά” την ελπίδα και ο Παπάζογλου την εκφράζει και τη φροντίζει, την προστατεύει και κάνει ό,τι μπορεί για να αναστηθεί την κατάλληλη στιγμή, την ώρα που βράχοι και πραίτορες θα πέφτουν πάνω μας σωρό. Α, ρε Μανώλη, τελικά εσύ μας έμαθες και ξέρουμε. Βαθιά σε ευχαριστούμε.

image

Ψάλτης, ποιητής, αγωνιστής

Ο Μανώλης Ρασούλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1945. Στον Άγιο Μηνά έψελνε, ενώ βοηθούσε τον πατέρα του στο χρυσοχοείο. Καλός μαθητής, σημαιοφόρος, κέρδισε βραβεία στους μοντέρνους χορούς και ήρθε τέταρτος στα 400μ στους σχολικούς αγώνες του νομού. Ανήκε από μικρός στην Αριστερά και πώς αλλιώς όταν ο πατέρας του ήταν για χρόνια στις ιταλικές φυλακές και ο θείος του στο Μαουτχάουζεν.

Τελειώνει το γυμνάσιο και έρχεται στην Αθήνα. Σπουδάζει σκηνοθεσία κινηματογράφου, γράφει ποιήματα, σενάρια, τραγουδάει ερασιτεχνικά σε μπουάτ της Πλάκας, δουλεύει στην εφημερίδα της Αριστεράς “Δημοκρατική Αλλαγή”, παίρνει μέρος στους αγώνες του “1-1-4”. Συμμετέχει στις πορείες ειρήνης, γνωρίζει την πνευματική πρωτοπορία της εποχής και ονειρεύεται να γυρίσει ταινία βασισμένη σε βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη και μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Δεν τα καταφέρνει. Συλλαμβάνεται την περίοδο της χούντας και περνά μερικές ώρες στα κρατητήρια της οδού Μπουμπουλίνας. Φεύγει για Λονδίνο όπου μένει έξι χρόνια. Διαμορφώνεται ιδεολογικά, συμμετέχει στον αντιδικτατορικό αγώνα όπως και στο Τροτσκιστικό κίνημα. Εκεί ήταν μέλος και η Βανέσα Ρεντγκρέιβ με την οποία συνεργάζεται καλλιτεχνικά. Στο Λονδίνο γράφει τα πρώτα του βιβλία και γίνεται συνεκδότης της εφημερίδας “Σοσιαλιστική Αλλαγή”. Τον Μάη του '68 παίρνει μέρος στην εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι. Τραυματίζεται. Το '74 μετά το Πολυτεχνείο κατεβαίνει στην Αθήνα και λόγω συλλήψεων από τη Μυστική Αστυνομία κρύβεται. Μετά τα γεγονότα στην Κύπρο και την πτώση της χούντας συνεχίζει τον πολιτικό αγώνα. Εργάζεται στα ναυπηγεία Ανδρεάδη στο Πέραμα. Πρωτοστατεί στο εργατικό κίνημα που ανατρέπει το τότε καθεστώς στα ναυπηγεία Ελευσίνας. Το 1973 γεννιέται η κόρη του Ναταλία. Της δίνει το όνομα προς τιμήν της γυναίκας του Τρότσκι.

Ο Μάνος Λοϊζος τον καλεί και τραγουδά στον δίσκο "Τα νέγρικα"

image

Το ένστικτο και η μοίρα τον οδηγούν...

Την περίοδο 1974-78 ο Μάνος Λοϊζος τον καλεί και τραγουδά στον δίσκο “Τα νέγρικα” μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη. Ο ίδιος συνθέτης τον επιβάλει και τραγουδά το τραγούδι στα κομέρσιαλ, σίριαλ που έγινε επιτυχία. Ο Νίκος Μαμαγκάκης του προτείνει και τραγουδά σ' ένα δίσκο του σε ποίηση Πρεβελάκη. “Ο νέος Ερωτόκριτος” τυπώνει τα τρία πρώτα του βιβλία: “Η μπαλάντα του Ισαάκ”, “Μεγάλος ήρωας σε μικρή χαρτοσακούλα” και “Κβο βάντις στάτους κβο”.

Το ένστικτο και η μοίρα τον οδηγούν στον πυρήνα του ελληνικού τραγουδιού. Παραιτείται από το κόμμα μια μέρα που οι σύντροφοι υποστήριζαν τις ερυθρές πυρηνικές βόμβες ενάντια στις αντίπαλες. Βλέποντας τον παραλογισμό ρίχνεται στη μελέτη των ανατολικών φιλοσοφιών. Ανακαλύπτει τον μυστικιστή φιλόσοφο Όσσο. Διαβάζει βιβλία του, γοητεύεται, πηγαίνει στην Ινδία και τον συναντά. Εμπλουτίζει την καλλιτεχνική του δραστηριότητα με τη νέα του εμπειρία. Συστήνει στους Έλληνες τον Όσσο εκδίδοντας το βιβλίο του “Κρυμμένη αρμονία. Ομιλίες πάνω στον Ηράκλειτο”. Ο Ρασούλης μελετά, γράφει, ερωτεύεται, ξερωτεύεται, διαλογίζεται, παλινδρομεί, ορμά, ωριμάζει, ανοίγεται, ρισκάρει, πληρώνει το τίμημα. Τα κατεστημένα βλέπουν σε αυτόν ένα κίνδυνο για την πόζα και την ανεπάρκεια τους. Συγκρούεται και σιγά σιγά απομονώνεται. Κόμματα, εκκλησία, ιδιωτικά κυκλώματα θεωρούν επικίνδυνες τις προτάσεις του. [...] Τον κατηγορούν ότι είναι εγκέφαλος της “17Ν”! Δηλώνει για πολλοστή φορά ότι από φύση και θέση είναι ενάντια στη βία, ιδίως ενάντια στην ατομική τρομοκρατία. [...] Με κεντρικό στόχο μια νέα συνείδηση πλανητική και μια νέα προσέγγιση στο τρίπτυχο “ζειν-ευζείν-γνώθι σε αυτόν”, παρεμβάλλεται στο εγχώριο αλλά και όσο μπορεί στο διεθνές γίγνεσθαι. Συνεχίζει να παράγει έργο, τραγούδια, βιβλία, ραδιοπρογράμματα, άρθρα σε εφημερίδες. Η Μελίνα Μερκούρη τον καλεί να πάρει μέρος στις εκδηλώσεις για την πολιτιστική Αθήνα αλλά αρνείται, γιατί δεν θεωρεί την Αθήνα άξια να γίνει πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης. Έκτοτε μπαίνει στη μαύρη λίστα του υπουργείου Πολιτισμού. Τα τραγούδια του γίνονται γνωστά σε Ισραήλ, Τουρκία, Σερβία, στις χώρες που υπάρχουν Έλληνες, ακόμη και στην Ιαπωνία! Πεθαίνει στις 5 Μαρτίου 2011.

Ο δίσκος που επέβαλλε τον Μανώλη Ρασούλη

image

“Η Εκδίκηση της Γυφτιάς”

“Ο δίσκος είχε τη δική του ιστορία...”, παραφράζοντας τον γνωστό στίχο της Κωστούλας Μητροπούλου γράφουμε για την ιστορία του δίσκου που έγραψε ιστορία στο λαϊκό τραγούδι της Ελλάδας. Γράφουμε για τον δίσκο που επέβαλλε τον Μανώλη Ρασούλη στο πολιτιστικό γίγνεσθαι του τόπου. Για τον δίσκο που εν πολλοίς καθόρισε ο Μανώλης Ρασούλης με τους στίχους του. Εκκίνηση το 1977. Ο Ρασούλης είναι η φωνή της πρόζας στην “Παράβαση” από τους “Αχαρνής” του Σαββόπουλου. Εκεί γνωρίζει τον τότε δημοσιογράφο της εφημερίδας “Το Βήμα”, και μετέπειτα φίλο του, Γιώργο Κοντογιάννη και μέσω του Ηλία Λιούγκου τον Νίκο Ξυδάκη. Τότε, οι Ξυδάκης-Ρασούλης σκαρώνουν ορισμένα τραγούδια, τα οποία θα αλλάξουν μετά αποτελώντας τον κορμό του δίσκου. Ο Κοντογιάννης θυμάται πως “Γνωριστήκαμε στις πρόβες για τους Αχαρνής στο υπόγειο του Ρήγα στην Πλάκα. Μας γνώρισε ο Σαββόπουλος -ήθελε ο Ρασούλης να κάνει ένα περιοδικό- και γίναμε φίλοι. Ακούγαμε το Υπάρχω του Καζαντζίδη μέσα στο αυτοκίνητο όλη μέρα και εκείνος λάτρευε τον Πυθαγόρα. Αυτός μου τον έμαθε”.

Ο Σαββόπουλος μεσολαβεί για να γίνει ο δίσκος, η πρώτη δουλειά που ηχογραφήθηκε στο “Αγροτικόν” του Παπάζογλου στη Θεσσαλονίκη. Αρχικά, μπουζούκι παίζει ο Νίκος Παπάς (ή Κακούργος) από το Δίστομο. Δεν του πολυάρεσε το κλίμα και φεύγει. Ο Κοντογιάννης εξιστορεί πως “πηγαίνουμε στα σκυλάδικα, λοιπόν, με τον Ρασούλη και ψάχνουμε μπουζούξη. Στον Λαγκαδά βρίσκουμε τον Δημήτρη Γεωργιούπολη που έπαιξε στα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου. Μέχρι να ηχογραφηθεί η Γυφτιά με τους Νίκο Παπάζογλου, Διονύση Σαββόπουλο, Μανώλη Ρασούλη, Δημήτρη Κοντογιάννη και Σοφία Διαμαντή, οι Ρασούλης-Ξυδάκης είχα ήδη γράψει τα κομμάτια για τον επόμενο δίσκο που ακούσει στο όνομα Τα δήθεν”.

Ο δίσκος δεν πουλάει και πολύ αρχικά. Το ευρύ κοινό δεν πιάνει αμέσως το μήνυμα της απενοχοποίησης και του νοήματος στίχων όπως Ντελαπάρισε η καρδιά μου μες το διάβα σου από το τραγούδι Το τροχαίο. Ο Αλέκος Πατσιφάς, ισχυρός άνδρας της “Lyra”, έγινε έξαλλος και δεν συζητάει το ενδεχόμενο για δεύτερο δίσκο. Έτσι, τα κομμάτια για τα “Δήθεν” γράφονται από τρεις ορχήστρες και με πηγαινέλα σε στούντιο. Τότε, όμως, συνέβη κάτι μαγικό: “Η Εκδίκηση της Γυφτιάς” κάνει το μεγάλο μπαμ, πουλάει τρελά! Από στόμα σε στόμα η νεολαία αγοράζει τον δίσκο. Στην άκρως πολιτικοποιημένη εποχή, ο αιρετικός δίσκος υπήρξε απάντησε σε αυτό το κλίμα. Η εξωστρέφεια του νεολαϊκού οφείλεται στον 33χρονο τότε Ρασούλη. “Πού χάθηκαν τα παιδιά;” ρωτάει ο Πατσιφάς τον Κοντογιάννη λίγο μετά, όταν ο δίσκος είχε ήδη αποτελέσει τον ύμνο της ανανέωσης του λαϊκού τραγουδιού.

Ήταν ατρόμητος στο να εκφράζει τη σκέψη του

image

Ναταλία Ρασούλη: “Είχε δίπλα του την αγάπη του κόσμου”

Ο Μανώλης Ρασούλης, ο ένας, ο κανένας, ο παντού και πουθενά, ο ανήσυχος, ο ήσυχος, ο εδώ και στο τώρα, στο παντού, στο πουθενά, στα λόγια της κόρης του Ναταλίας Ρασούλη. Δέχτηκε να μας μιλήσει για τον πατέρα της και την ευχαριστούμε πολύ.

Τι θυμάστε από τον πατέρα σας; Τι άνθρωπος ήταν;

Ο πατέρας μου ήταν ένας γλυκός, μαχητικός, φιλοσοφημένος άνθρωπος, γεμάτος πάθος για το παγκόσμιο γίγνεσθαι, εξαιρετικά συνειδητοποιημένος, καθώς και πάντα κεντραρισμένος. Κάθε τι που έλεγε ή έκανε, το έκανε με βαθιά συνείδηση και όχι για να έχει ένα αποτέλεσμα μόνο στο τώρα, αλλά για πάντα. Ήταν πολύ αγαπησιάρης αλλά και αυστηρός, δεν διαπραγματευόταν ποτέ την ιδεολογία του, είχε ένα μοναδικό χιούμορ και στα πάντα προσπαθούσε να βρει λύσεις και πρότεινε το αντίδοτο. Αυτό ήταν βασικός του στόχος.

Τι πιστεύετε ότι τον ωθούσε να γράφει;

Η ίδια η ζωή. Δεν ζούσε απλά. Παρατηρούσε το κάθε τι που συνέβαινε σε όλους τους τομείς και όλα τα επίπεδα. Ήταν εξαιρετικά παρατηρητικός και είχε μία ικανότητα να βλέπει βαθιά μέσα στα πράγματα, αλλά και πίσω από αυτά. Ό,τι λοιπόν ανακάλυπτε γύρω του, αλλά και μέσα του, είχε την ανάγκη να το καταγράφει. Είτε σαν τραγούδι, είτε σαν κείμενα ή βιβλίο, είτε σαν άρθρο και χρονολόγιο. Αντλούσε έμπνευση από τα πάντα. Την πολιτική, τους κοινωνικούς αγώνες, τον έρωτα, τον θάνατο, το ποδόσφαιρο, την φιλοσοφία, το χιούμορ. Πίστευε ότι ήταν χρέος του να αναδείξει και δώσει λύσεις σε θέματα για να κάνει καλύτερο αυτό τον κόσμο.

Τι το ξεχωριστό είχαν οι στίχοι του;

Ήταν ατρόμητος στο να εκφράζει τη σκέψη του και ανατρεπτικός και δεν είχε ποτέ ενδοιασμό να γράψει ακριβώς αυτό που σκεφτόταν ή ένιωθε, αρκεί ο τρόπος που το έγραφε, να είχε ουσία και άμεση επικοινωνία. Δεν αερολογούσε απλά στιχουργικά. Φώτιζε θέματα, τα περιέγραφε με εξαιρετική βαθύτητα, αλλά έτσι ώστε να είναι κατανοητά σε όλο τον κόσμο. Πολλές φορές χρησιμοποιούσε ένα δικό του μοναδικό χιούμορ, με αποτέλεσμα οι στίχοι του να γίνονται άμεσα αγαπητοί στο πρώτο άκουσμα και να φυτεύονται κατευθείαν μέσα στις ψυχές των ανθρώπων. Τα θέματα για τα οποία έγραφε ήταν τόσα πολλά και ποικιλόμορφα, που μπορούσε να επικοινωνήσει με τους πάντες μέσα από αυτά. Αυτό που μου έκανε εντύπωση, ήταν ότι ήταν γρήγορος στο γράψιμο του, και ήταν συνεχές. Όμως είχε διαρκή επικοινωνία με το περιβάλλον, ακόμα κι αν απομονώνονταν κάποιες φορές για να ξεκουραστεί και να γράψει. Παρακολουθούσε τα πάντα, όλη την πολιτική σκηνή όλου του πλανήτη, όλες τις ταινίες, όλους τους ποδοσφαιρικούς αγώνες. Τα πάντα. Έδινε σημασία στα πάντα. Ήταν τόσο πολύ επικοινωνιακός με τον κόσμο, δεν ήταν καθόλου αυτό που θα λέγαμε ένας γνωστός που είναι σνομπ, με αποτέλεσμα να πλησιάζεται πολύ εύκολα, να συζητά με όλους τους ανθρώπους και όλη αυτή την επαφή την έκανε τραγούδια.

Έδωσε πολλά στο τραγούδι, την ποίηση, στον πολιτισμό μας. Πήρε πίσω αυτό που του αναλογούσε;

Για να πάρει κάποιος αυτό που του αναλογεί σε έναν τόσο ανταγωνιστικό χώρο, πρέπει να είναι μέσα στα πράγματα με έναν συστημικό τρόπο. Αυτό ο πατέρας μου το απεχθανόταν και το πολεμούσε. Ήταν πάντα βέβαια μέσα στα μουσικά πράγματα, αλλά με έναν δικό του τρόπο, που φυσικά δεν άρεσε σε πολλούς. Έλεγε αυτά που έβλεπε με το όνομά τους χωρίς να χαϊδεύει αυτιά μόνο και μόνο για να κάνει καριέρα. Γι' αυτό είχε και πολλές συγκρούσεις. Η αλήθεια όμως είναι, πως πέρα από ουσιαστικά νοσηρές καταστάσεις, πάντα οι συνάδελφοί του τον αγαπούσαν γιατί νομίζω πως κατανοούσαν την ουσία και την αμεσότητα των σκέψεών του και γιατί μπορούσαν να κάνουν συζητήσεις μαζί του που δεν αναπτύσσονται συχνά στο χώρο ειδικά του τραγουδιού. Τα τραγούδια του όμως και ο λόγος του ήταν τόσο αφοπλιστικός που ο κόσμος τον αγάπησε πολύ.

Τι άφησε ανολοκλήρωτο;

Πάρα πολλά πράγματα. Υπάρχουν στίβες τραγουδιών, κειμένων, σκέψεων. Θέλει πολλή δουλειά η "ανακάλυψη" του έργου του και αυτό απαιτεί την σύμπραξη πολλών ανθρώπων μαζί. Προσπαθούμε πολύ κι εγώ και οι καλύτεροί του φίλοι και συνεργάτες να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά, ούτως ώστε να έρθει όλο του το έργο στο φως.

Τι αγαπούσε εκτός δουλειάς;

Λάτρευε τον κινηματογράφο, τα βιβλία, τα ταξίδια, το ποδόσφαιρο. Και το καλό φαγητό!

Στα δύσκολα, μια και δέχθηκε “πόλεμο”, πολλοί απέναντι του, είχε βοήθεια ή ήταν μόνος;

Όταν δέχεσαι πόλεμο από το σύστημα και τους μηχανισμούς του, οι περισσότεροι τρέχουν να υποστηρίξουν το σύστημα με τη γλώσσα έξω για να μην χάσουν δουλειές και καριέρες. Άσε που οι περισσότεροι τους αρκεί να τραγουδάνε και να παίζουν και να μην πολυσκοτίζονται με... αγώνες. Οι πιο φιλοσοφημένοι ιδεολόγοι όμως ήταν δίπλα του. Και αυτό μετράει. Και όχι οι καριερίστες και οι παντός είδους αριβίστες. Και πάνω απ' όλα είχε δίπλα του την αγάπη του κόσμου.

Έψαχνε της ζωής το ανάθεμα

image

Ρε δεν είναι δω το Σούλι...

Ναι, δεν είναι εδώ το Σούλι, εδώ είναι του Ρασούλη. Πάντα ήταν. Και το ήξερε. Γι' αυτό ήταν σίγουρος για όσα έγραφε, έλεγε και για όσα περίμενε να ακούσει. Πότε Βούδας, πότε Κούδας, πότε Ιησούς και Ιούδας, πότε Θεός και πότε Διάβολος, πότε αδελφός, πότε ανάδελφος, πάντα στα χαρακώματα, πότε στα πατώματα. Ρασούλης ο ανοιχτομάτης, Ρασούλης ο αυγουλομάτης; Δεν νομίζω. Γιατί; Διότι είχε καταλάβει ήδη της ζωής του το παιχνίδι και δεν ήθελε τα ίδια και τα ίδια. Και “ράγιζε” η πενιά με το μπαγλμαδάκι και ο Ρασούλης να χοροπηδά σαν άλλος Διόνυσος, θεός του δράματος και του παιχνιδιού. Σαν άλλος κυνηγός, ο Ρασούλης έψαχνε της ζωής το ανάθεμα, την κρυμμένη σοφία των ανθρώπων και ό,τι άφησαν οι μάγκες που δεν υπάρχουν πια, δηλαδή το καθαρό, άμεσο βλέμμα τους. Ρε δεν είναι δω το Σούλι, εδώ είναι του Ρασούλη...

Πηγές

-“Μανώλης Ρασούλης: «Είμαι καζαντζακικός, καζαντζιδικός και ΟΦΗ”, συνέντευξη στη Λόλα Νταϊφά, (από το “Βήμα”)

-Ένας δίσκος μια ιστορία: 1978 “Η εκδίκηση της γυφτιάς”, του Δημήτρη Μανιάτη στα “Νέα” το 2013

-rasoulis.gr