Ο ευτραφής βουλευτής μίλησε τελευταίος στο Κοινοβούλιο στη τριήμερη συζήτηση επικύρωσης της συμφωνίας που υπέγραψε ο πρωθυπουργός με την ξένη δύναμη που είχε επεκτακτικές βλέψεις. Όλοι οι προηγούμενοι ομιλητές είχαν υπερθεματίσει τη συμφωνία εξευμενισμού της ξένης δύναμης. Στη διάρκεια της ομιλίας του τον διέκοπταν συνεχώς και τον γιουχάιζαν. Κατάφερε να πει ότι δεν εξευμενίζεται έτσι η επεκτατική πολιτική μιας χώρας: «…έχουμε υποστεί μια απρόσμενη ήττα, έχετε καταφέρει ώστε ο δικτάτορας αντί να αρπάξει από το τραπέζι το φαγητό, να του το ταΐσετε εσείς μπουκιά-μπουκιά».

(υπενθύμιση: Δημήτρης Χριστόφιας, Καθημερινή, 2 Ιανουαρίου 2019).

«Στα πλαίσια της συνέντευξης του στην τουρκοκυπριακή εφημερίδα Κίμπρις, ο κ. Χριστόφιας έφερε στο προσκήνιο και μια ενδιαφέρουσα πρόταση για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων… η ε/κ πλευρά πρέπει να αποδεχθεί το σχέδιο της μεταφοράς του φυσικού αερίου στη Δύση διά μέσου της Τουρκίας, μετά την επίτευξη της λύσης του Κυπριακού. Ο ίδιος τόνισε τα εξής: «Οι υδρογονάνθρακες είναι το δικό μας λουκούμι. Εσύ (Αναστασιάδης) κρατάς στο χέρι σου αυτό το λουκούμι. Αυτό που πρέπει να πράξεις είναι να βοηθήσεις την Τουρκία για να ανοίξει το στόμα της και να απολαύσει αυτό το λουκούμι»).

Λίγες μέρες πριν, ο βουλευτής είχε προσκληθεί σε γεύμα από τον πρέσβη της επεκτατικής δύναμης, που ήδη γνώριζε ότι αυτός ήταν η κύρια φωνή αντίστασης και διαφωνίας στη χώρα. Ο πρέσβης του εξήγησε δείχνοντας του τον χάρτη ότι η χώρα του ήθελε μόνο λίγο  περισσότερο ζωτικό χώρο και το μόνο που ήθελαν από αυτούς ήταν να μην αναμιχθούν, να μην αντιδράσουν. 

Ο Τσώρτσιλ (Winston Churchill) του ανταπάντησε ότι δεν θα αποδεχόταν ποτέ κάτι τέτοιο. Συγκεκριμένα οι Γερμανοί ήθελαν να προσαρτήσουν μέρος της Τσεχοσλοβακίας. ΟΤσώρτσιλ συνέχισε να εκστρατεύει εναντίον της πολιτικής του εξευμενισμού. Το κόστος για τον ίδιο ήταν μεγάλο· κινδύνευσε να χάσει τη βουλευτική του ιδιότητα, είχε κομματικά περιφεριοποιηθεί εντελώς, και μέλη της Αγγλικής αριστοκρατίας τον αποκαλούσαν τρελλό και πολεμοχαρή. Όταν μίλησε (1934) στο Πανεπιστήμιο του Όξφρορτ με θέμα την ανησυχία του για την ασφάλεια της χώρας, τον χλεύαζαν και τον περιγελούσαν. 

H κυβέρνηση της Βρετανίας πίστευε ότι για να επιτευχθεί η ειρήνη έπρεπε να αποφύγουν τον αγώνα εξοπλισμού ακόμα και να αφοπλιστούν. Υπήρχαν χρήματα για εξοπλισμό αλλά δεν συμφωνούσε ο πρωθυπουργός Τσάμπερλεν (Chamberlain, 1937), αντίθετα προσπάθησε να συμφιλιωθεί με τη Γερμανία προσφέροντας αποικιακές περιοχές. Το κλίμα της εποχής ήταν εχθρικό έναντι του Τσώρτσιλ και μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ήταν φιλικό στους φασίστες αφού ακούστηκε από επίσημα χείλη στη Βουλή ότι ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι ήταν συνηθισμένοι πολιτικοί και για κάποιους αξιοθαύμαστοι. Η δε βρετανική αριστοκρατία ερωτοτροπούσε με τον Χίτλερ, ο οποίος σε δημόσιες ομιλίες αποκαλούσε τον Τσώρτσιλ τρελλό. Ο βασιλιάς Edward VIII, στην 11μηνη βασιλεία του (1936), πριν παραιτηθεί για να παντρευτεί την Wallis Simpson, υποστήριζε φανατικά την πολιτική εξευμενισμού. Ένας πανεπιστημιακός διαλογικός σύλλογος (Oxford Union) δήλωσε επίσημα (1933) ότι δεν υπήρχε περίπτωση να πολεμήσουν για τη χώρα τους κάτι που έβρισκε σύμφωνη την αριστοκρατία (υπήρχαν και τότε «ποδκιάντροποι»). Και δεν έφταναν όλα αυτά, η κουνιάδα του Τσώρτσιλ παντρεύτηκε πανηγυρικά (1936) στην παρουσία του Χίτλερ, τον αρχηγό του Αγγλικού φασιστικού κινήματος. Ο Τσώρτσιλ συνέχισε απτόητος να προειδοποιεί ότι η συνδιάσκεψη του Μονάχου (29/9/1938) που συνήλθε εσπευμένα προκειμένου να αποτραπεί πολεμική σύρραξη μεταξύ Γερμανίας και Τσεχοσλοβακίας ήταν λάθος. Στη Συνδιάσκεψη αυτή παρέστησαν οι πρωθυπουργοί του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας και οι ηγέτες της Ιταλίας, Μουσολίνι και της Γερμανίας, Χίτλερ. Την επομένη συνέγραψαν το Σύμφωνο δια του οποίου συνομολογήθηκε η προσάρτηση μέρους της Τσεχοσλοβακίας, με 3.000.000 κατοίκους, στο Γ’ Ράιχ. Από τη διάσκεψη αυτή αποκλείστηκε η συμμετοχή εκπροσώπου της Τσεχοσλοβακίας. Οι Ευρωπαίοι θεώρησαν ότι έτσι θα αποτρεπόταν ο πόλεμος. Εξάλλου o Τσάμπερλεν είχε πει «είναι μακριά» (Τσεχοσλοβακία) και «γιατί να λάβουμε μέρος σε ξένο καυγά». 

Λίγες μόνο μέρες μετά την υπογραφή (9/11/1938) ξέσπασε κύμα αντισημιτικών πογκρόμ με μαζικές επιθέσεις εναντίον των Εβραίων (Νύχτα των Κρυστάλλων) κάτι που ο Τσάμπερλεν ποτέ δεν καταδίκασε δημόσια. 

Όταν όμως τον επόμενο χρόνο (Μάρτιος 1939) ο Χίτλερ κατέλαβε και προσάρτησε όλη την Τσεχοσλοβακία, η αξιοπιστία του Τσάμπερλεν είχε πλέον οριστικά χαθεί, αντίθετα με αυτήν του Τσώρτσιλ, του οποίου οι μετοχές ανέβαιναν συνεχώς.

Η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους.

Η πολιτική του εξευμενισμού απέτυχε παταγωδώς. 

Η μελέτη της ιστορίας διδάσκει.