*Άρθρο του Πρέσβη της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κυπριακή Δημοκρατία, Στανισλάβ Β. Οσάτσι

Στις 18 Αυγούστου εμείς μαζί με τους Κύπριους θα γιορτάσουμε μια σημαντική ημερομηνία των ρωσο-κυπριακών σχέσεων, τα 60-χρονα εγκαθίδρυσης των διπλωματικών μας σχέσεων. Είναι συμβολικό ότι αυτό το γεγονός έλαβεν χώραν μόλις δύο μέρες μετά την εμφάνιση στον παγκόσμιο πολιτικό χάρτη ενός νέου ανεξάρτητου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας. ΄Ηταν ακριβώς στις 16 Αυγούστου 1960 που ανακηρύχθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία, σαν αποτέλεσμα της υπογραφής των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου του Φεβρουαρίου 1959 για την παραχώρηση πλήρους ανεξαρτησίας στην Κύπρο.

Στην πραγματικότητα όμως οι πηγές της φιλίας μεταξύ των λαών μας ξεπερνούν κατά πολύ το όριο αυτών των 60 χρόνων. Η ιστορική σχέση μεταξύ του ρωσικού και του ελληνικού κόσμου διαρκεί αιώνες. Τους δύο κόσμους συνενώνει η ενότητα της ορθόδοξης πίστης, οι κοινότητα των παραδοσιακών πνευματικών και πολιτιστικών αξιών, οι εμπειρίες του αγώνα κατά του κοινού εχθρού στα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και το απλό αίσθημα της αμοιβαίας συμπάθειας μεταξύ των λαών μας. Η πολιτιστική εγγύτητα ξεπερνά κατά πολύ τα πλαίσια των τυπικών ημερομηνιών.

Στις 30 Μαρτίου του πολύ μακρινού 1785, στη Λάρνακα μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα και στην παρουσία εκπροσώπων της τότε τουρκικής διοίκησης, καθώς και ευρωπαίων διπλωματών, ανυψώθηκε η ρωσική ναυτική σημαία του Αγίου Ανδρέα. Το γεγονός αυτό σήμανε το άνοιγμα στην Κύπρο του πρώτου Προξενείου της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Πρώτος Πρόξενος είχε διοριστεί ο Ιβάν Ατσάλι, ελληνικής καταγωγής, ρώσος αξιωματικός και ενεργός πολεμιστής στη ρωσο-τουρκική ναυμαχία του Τσενσμέκ.

Λαμπρό φαινόμενο στην ιστορία των διπλωματικών σχέσεων Ρωσίας – Κύπρου αποτέλεσε η μοίρα και η υπηρεσία του Επίτιμου Υποπρόξενου της Ρωσικής Αυτοκρατορίας Κωνσταντίνου Περιστιάνη, ο οποίος εκπροσωπούσε τα συμφέροντα της Ρωσίας στο νησί για διάστημα πέραν των δύο δεκαετιών. Ο Περιστιάνης έπεσε θύμα διώξεων από μέρους της τουρκικής διοίκησης, κλείστηκε μάλιστα και στη φυλακή, εντούτοις συνέχιζε να εκτελεί σταθερά τις διπλωματικές και πατριωτικές του υποχρεώσεις.

Ακόμη ενωρίτερα και πριν από τα αναφερθέντα γεγονότα, στις αρχές του 18ου αιώνα, σημαντική ήταν η συμβολή στην ανάπτυξη των πολιτιστικών και πνευματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών μας του υπέροχου ρώσου ταξιδιώτη και μοναχού Βασίλη Μπάρσκι, ο οποίος για περίοδο 40 χρόνων ταξίδευε ως προσκυνητής στους Αγίους Τόπους της Μέσης Ανατολής. Κατά την περίοδο μεταξύ 1726 και 1736 ο Μπάρσκι ήρθε στην Κύπρο τέσσερις φορές, επισκέφθηκε πέραν των 50 κυπριακών μοναστηριών και ναών, μελέτησε και περιέγραψε την ιστορία τους, εμπλουτίζοντας τα γραφόμενα του με λεπτομερή σχεδιαγράμματα και αρχιτεκτονικά σχέδια.

Τις χώρες μας ενώνουν και δύσκολες περίοδοι της ιστορίας. Κατά τα τραγικά για τη Ρωσία χρόνια στις αρχές του ΧΧ αιώνα, κατά τα χρόνια της επανάστασης, του εμφυλίου πολέμου και της διάλυσης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, η Κύπρος φιλοξένησε στο έδαφος της εκατοντάδες συμπατριωτών μας. Ήταν κυρίως αξιωματικοί και στρατιώτες του τσαρικού στρατού και μέλη των οικογενειών τους, οι οποίοι διέφυγαν μέσω της Κριμαίας τον Νοέμβριο του 1920. Οι τότε πρόσφυγες είχαν τοποθετηθεί σε εδάφη των βρετανικών στρατοπέδων. Εζούσαν μέσα σε πολύ αντίξοες και δύσκολες συνθήκες και υπέφεραν από την πείνα, τις ασθένειες και πέθαιναν από τον τύφο. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου έκανε ότι μπορούσε για να απαμβλύνει τη μοίρα τους. Το 2010 εντωπίστηκαν ρωσικοί τάφοι σε περίχωρα της Λεμεσού. Πνευματική βοήθεια και υποστήριξη για τη μελέτη της ιστορίας της Ρωσικής νεκρόπολης σε κυπριακό έδαφος πρόσφερε ο ιερέας Σάββας Μιχαηλίδης. Με τον τρόπο αυτό συνεχίστηκε η παράδοση της πνευματικής αδελφότητας μεταξύ των δύο λαών μας.

Αλλά και η Ρωσία βρισκόταν στο πλευρό της Κύπρου σε διάφορες περιόδους της περίπλοκης ιστορίας της – και σε περιόδους ειρήνης, αλλά και σε στιγμές τραγικών δοκιμασιών. Στις 17 Ιουλίου 1974, αμέσως μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στο νησί, μιλώντας στην έκτακτη σύνοδο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ο εκπρόσωπος της Σοβιετικής Ένωσης δήλωσε ότι η ΕΣΣΔ καταδικάζει αποφασιστικά το ένοπλο πραξικόπημα και εκφράζει την πλήρη υποστήριξη της υπέρ της νόμιμης κυβέρνησης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Η Μόσχα, χωρίς κανένα ενδοιασμό ή επιφύλαξη υποστήριξε την Απόφαση № 353 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ημερομηνίας 20 Ιουλίου 1974, που απαιτούσε τον τερματισμό της ξένης εισβολής και την απομάκρυνση από το έδαφος του κυπριακού κράτους όλων των ξένων στρατευμάτων. Με Δήλωση της η Σοβιετική Κυβέρνηση, με ημερομηνία 29 Ιουλίου 1974, απέρριψε οποιαδήποτε δυνατότητα «καθορισμού του μέλλοντος του Κυπριακού Λαού, αυθαίρετα και πίσω από τις πλάτες του, κατά παράβαση των δικών του ζωτικών συμφερόντων». Επίσης, με Δήλωση, ημερομηνίας 23 Αυγούστου του ιδίου έτους, η Σοβιετική Κυβέρνηση παρουσίασε πρόταση για σύγκληση μέσα στα πλαίσια του ΟΗΕ Διεθνούς Διάσκεψης για διευθέτηση της διένεξης, με τη συμμετοχή της Κύπρου, της Ελλάδας, της Τουρκίας και όλων των χωρών – μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ήταν τότε που με πρωτοβουλία της Σοβιετικής πλευράς εμφανίστηκε η ιδέα για να αναγκαιότητα διασφάλισης αποτελεσματικών διεθνών εγγυήσεων της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η ιδέα αυτή εξακολουθεί να είναι και σήμερα επίκαιρη.

Όλα αυτά τα χρόνια η Ρωσία ως νόμιμος και νομικός διάδοχος της Σοβιετικής Ένωσης, εκφράζεται με συνέπεια υπέρ μιας πλήρους, δίκαιης και βιώσιμης διευθέτησης στο νησί μέσω της ίδρυσης μιας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με κοινή διεθνή προσωπικότητα και στη βάση των παραμέτρων, που καταφράφονται στα περί Κύπρου Ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Οι Κύπριοι μπορούν να υπολογίζουν και στο μέλλον στη δική μας υποστήριξη των προσπαθειών τους για την επίτευξη αυτού του σημαντικού στόχου.

Διατηρούμε εποικοδομητικές επαφές με τις κυπριακές αρχές, τα πολιτικά και κοινωνικά κινήματα, τους επιχειρηματικές και επιστημονικούς κύκλους, καθώς και τους εκπροσώπους των εθνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης. Παρά την πολιτική κυρώσεων από πλευράς της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και των γνωστών διαφορών της Ρωσίας με την Ε. Ε., σε συγκεκριμένες πτυχές της εξωτερικής πολιτικής βρίσκουμε με την Κύπρο αλληλέγγυες τοποθετήσεις σε σημαντικούς διεθνείς οργανισμούς, όπως π.χ. ο ΟΗΕ, ο ΟΑΣΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης.

Αναπτύσσεται ενεργά ο πολιτικός διάλογος σε υψηλό και ανώτατο επίπεδο. Η τελευταία συνάντηση των δύο Προέδρων μας πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο, τον Απρίλιο του 2019.

Τον Σεπτέμβριο του 2019 στη Νέα Υόρκη, στο «περιθώριο» της 72ας Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ πραγματοποιήθηκε συνάντηση του Υπουργού Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας κ. Σεργκέϊ Β. Λαβρώφ με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νίκο Αναστασιάδη. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους εξετάσθηκαν οι προοπτικές ανάπτυξης των ρωσο-κυπριακών σχέσεων σε διάφορους τομείς, υπογραμμίστηκε το κοινό ενδιαφέρον για τη συνέχεια του πολιτικού διαλόγου και της εποικοδομητικής συνεργασίας σε πολυμερείς συναντήσεις, περιλαμβανομένου του ΟΗΕ. Υπήρξε ανταλλαγή απόψεων πάνω σε επίκαιρα διεθνή προβλήματα, περιλαμβανομένων θεμάτων που σχετίζονται με τον διάλογο μεταξύ Ρωσίας και Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, καθώς και της κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι πλευρές εξέτασαν λεπτομερώς την κατάσταση όσον αφορά στην κατάσταση της διαδικασίας των συνομιλιών για τη διευθέτηση του Κυπριακού. Η ρωσική πλευρά επαναβεβαίωσε ακόμη μια φορά την υποστήριξη της στις προσπάθειες, που καταβάλλονται για την επανένωση της νήσου και τη δίκαιη επίλυση του Κυπριακού Προβλήματος στη βάση των αντίστοιχων ψηφισμάτων του ΟΗΕ για το καλό ολόκληρου του πληθυσμού της νήσου.

Κατά το διάστημα ολόκληρης της διπλωματικής ιστορίας μεταξύ της Κύπρου και της Ρωσίας διατηρούσαμε ένα ειλικρινή διάλογο αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Πρώτ΄ απ΄ όλα, εννοείται, με τους συναδέλφους μας του Υπουργείου Εξωτερικών της Κύπρου, αλλά και με τους εκπροσώπους των άλλων υπηρεσιών και υπουργείων της νήσου. Μέσα στα πλαίσια αυτών των επαφών διεξάγεται μεγάλο έργο για την ενίσχυση της συνεργασίας μας σε νομικό επίπεδο και επίπεδο σύναψης αναγκαίων διμερών Συμφωνιών μεταξύ των χωρών μας. Σήμερα η Κύπρος και η Ρωσία συνδέονται με πέραν των 60 διμερών Συμφωνιών σε διάφορους τομείς δραστηριοτήτων. Και συνεχίζεται η εργασία σε τέτοιους επίκαιρους τομείς και κατευθύνσεις όπως, για παράδειγμα, η αμοιβαία αναγνώριση εγγράφων στους τομείς της παιδείας, των εξειδικευμένων πτυχίων και επιστημονικών τίτλων, η συνεργασία στον τομέα των κοινωνικών ασφαλίσεων, της διεξαγωγής ανθρωπιστικών επιχειρήσεων και αρκετούς άλλους τομείς. Βρίσκεται σε στάδιο διαμόρφωσης το προσχέδιο του Ρωσο-κυπριακού Προγράμματος Συνεργασίας για την περίοδο 2021-2023 και του Προγράμματος Συνεργασίας στους τομείς του Πολιτισμού, της Επιστήμης και της Παιδείας για την περίοδο 2020-2022.

Μιλώντας για την οικονομική συνεργασία, με λύπη διαπιστώνουμε ότι ως αποτέλεσμα της επιβολής από μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης των παράνομων κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας (διότι, με βάση το Διεθνές Δίκαιο,  διεθνείς κυρώσεις μπορούν να επιβάλλονται αποκλειστικά και μόνο κατόπιν ομόφωνης Απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ), καθώς και των δικών μας, υποχρεωτικά, αντικυρώσεων, το αμοιβαίο εμπόριο υπέστη σοβαρές απώλειες. Ως σανίδα σωτηρίας για τις διμερείς οικονομικές σχέσεις μέχρι πρόσφατα χρησίμευσε ο τουρισμός. Το ενδιαφέρον και η αγάπη των Ρώσων για τουριστικά ταξίδια στην Κύπρο είναι σε όλους γνωστά. Κατά το 2019 το νησί επισκέφθησαν 782 χιλιάδες πολίτες της χώρας μας, αριθμός που θα μπορούσε να συγκριθεί με τον πληθυσμό της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δυστυχώς όμως, η πανδημία του κορωνοϊού επέφερε στον τουριστικό τομέα εξοντωτικό κτύπημα. Παρά ταύτα, ελπίζουμε ότι στο αμέσως επόμενο προσεχές μέλλον η Ανθρωπότητα θα μπορέσει να σταματήσει αυτή την ασθένεια και ότι τα σύνορα θα ξανανοίξουν και οι Ρώσοι τουρίστες θα ξαναγεμίσουν τα ξενοδοχεία και τις παραλίες του φιλόξενου νησιού, συμβάλλοντας σημαντικά στην οικονομία της Κύπρου.

Όσον αφορά στις προοπτικές ανάπτυξης της οικονομικής μας συνεργασίας, σημειώνουμε με ικανοποίηση την τάση για εμφάνιση νέων τομέων και κατευθύνσεων αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Παρατηρούμε αύξηση του αριθμού των αντιπροσωπειών της ρωσικής βιομηχανίας ΙΤ, ο δε αριθμός των ειδικών εκπροσώπων εταιρειών υψηλής τεχνολογίας, που έρχονται στο νησί, που ασχολούνται σε τέτοιους τομείς όπως για παράδειγμα η εναλλακτική ενέργεια, η καινοτομία μεταφορών και υποδομών, η ψηφιακή ιατρική κ.τ.λ. Αυτοί και αρκετοί άλλοι τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος βρίσκονται συνεχώς στο πεδίον οράσεως της ρωσο-κυπριακής Διακυβερνητικής Επιτροπής υψηλού επιπέδου, η οποία υφίσταται από το 1998 και κάθε χρόνο συνέρχεται εναλλακτικά σε μια από τις πρωτεύουσες των χωρών μας.

Ως ένα ξεχωριστό και αξιοσημείωτο θέμα μπορεί κάποιος να θεωρεί την ιστορία της πολιτιστικής συνεργασίας μεταξύ των χωρών μας.  Οι εμφανισθείσες από την ίδια κοινή πηγή ορθόδοξη πίστη, όπως και η ελληνική και ρωσική παράδοση για αιώνες συμπλήρωναν και εμπλούτιζαν η μια την άλλη. Το 1978 άνοιξε στην Κύπρο το Ρωσικό Κέντρο Επιστήμης και Πολιτισμού. Κατά τα χρόνια που πέρασαν διοργανώθηκαν από το Κέντρο εκατοντάδες υπέροχες εκδηλώσεις, όπως παρουσίαση παραστάσεων, συναυλιών, ζωγραφικών εκθέσεων και άλλων θεματικών ανθρωπιστικών εκδηλώσεων. Μέσα στα πλαίσια και στη βάση του Κέντρου λειτουργούν Λέσχες Εμπειρογνωμόνων και Νεολαίας, μαθήματα εκμάθησης γλώσσας, Σχολή ρωσικού μπαλέττου και μεγάλη βιβλιοθήκη. Σε αρκετούς Κύπριους θεατές χωρίς αμφιβολία είναι γνωστό το υπέροχο και ήδη πολυετές σχέδιο με την ονομασία «Ρωσικές θεατρικές σαιζόν στην Κύπρο». Ένας από τους τομείς, με τους οποίους ασχολείται το Ρωσικό Πολιτιστικό  Κέντρο είναι και η διοργάνωση διαπανεπιστημιακής συνεργασίας όσον αφορά στην επιλογή και διαλογή επιθυμούντων νεαρών κυπρίων πολιτών να σπουδάσουν στη Ρωσία. Σε σχέση με αυτό, με ικανοποίηση μπορούμε να σημειώσουμε τις πολύ καλές σχέσεις του Πανεπιστημίου Λευκωσίας με διεθνώς πασίγνωστα πανεπιστήμια της Μόσχας, όπως είναι για παράδειγμα, το Κρατικό Πανεπιστήμιο Μόσχας (ΜΓΥ) και το Κρατικό Πανεπιστήμιο Διεθνών Σχέσεων Μόσχας (ΜΓΙΜΟ).

Η φιλία μας σε μεγάλο βαθμό σεν έχει τυπικό χαρακτήρα και αναπτυσσόταν όχι μόνο χάρι στις προσπάθειες των διπλωματών και των δημόσιων λειτουργών. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της ανάπτυξης της ούτω καλούμενης «δημοτικής ή τοπικής διπλωματίας», εννοώ τις απευθείας και διαπροσωπικές σχέσεις και επαφές των δημάρχων και απλών δημοτών της Λεμεσού με την Αγία Πετρούπολη, της Λάρνακας με το Κρασνοντάρ, της Πόλης με το Ροστόβ επί του Ντον. Ακόμη και μιας περιοχής της Λευκωσίας, της Έγκωμης με μια από τις πιο παλιές περιοχές της Μόσχας, την Αρμπάτ.

Μας αναμένει έντονη δουλειά για να διατηρήσουμε και να πολλαπλασιάσουμε το συσσωρευθέν δυναμικό της διμερούς συνεργασίας, να εμβαθύνουμε την πολιτική και ανθρωπιστική συνεργασία, την επίλυση ξεχωριστών και επί μέρους οικονομικών και άλλων προβλημάτων στις διμερείς μας σχέσεις. Θα ήθελα να πιστεύω ότι η από κοινού εργασία μας θα αποτελεί εγγύηση για την ειρήνη και σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ευρωπαϊκή ήπειρο, στο σύνολο της.

Συγχαίρουμε όλους τους φίλους μας με την ευκαιρία αυτής της σημαντικής ημερομηνίας στην κοινή μας ιστορία.

Ο Πρέσβης της Ρωσικής Ομοσπονδίας

στην Κυπριακή Δημοκρατία

Στανισλάβ Β. Οσάτσι