Τοπικά

Από την πόλη στην ύπαιθρο

Η οικονομική κρίση οδήγησε νεαρό ζευγάρι σε μία απόφαση ζωής - Έκαναν στροφή 180 μοιρών και δεν το μετάνιωσαν στιγμή

Από τη Λευκωσία στην Κυπερούντα. Από τη μόδα στη γεωργία και από τα διάσημα ιταλικά brands στα κυπριακά παραδοσιακά προϊόντα. Η ζωή του Μιχάλη και της Δάφνης Σάββα άλλαξε ριζικά μετά από την απόφασή τους να εγκαταλείψουν τα πάντα στην πόλη και να ξεκινήσουν από το μηδέν στην επαρχία, όπου μεγαλώνουν την οικογένειά τους. Ένα νεαρό ζευγάρι που χτυπήθηκε, σαν πολλά άλλα, από την οικονομική κρίση προ ολίγων ετών, λαμβάνοντας το ρίσκο -ποιο ρίσκο όταν ήδη δεν έχεις να χάσεις πολλά- να μετακομίσουν στην Κυπερούντα, ώστε να ασχοληθούν με την καλλιέργεια της γης.
Επιχειρηματίες γης
Η απόφαση δεν ήταν εύκολη για το ζευγάρι, ωστόσο τους εξίταρε η ιδέα να μεταφέρουν στην Κύπρο όλα όσα μάζευαν ως εμπειρίες από τα ταξίδια τους μέχρι τότε. Η Δάφνη μιλώντας στη «Σ» ανέφερε πόσο τους επηρέασαν τα οινοποιεία που επισκέπτονταν με τον σύζυγό της στην Ιταλία και πώς αυτά που είχε στο μυαλό της άρχισαν να υλοποιούνται εν μέσω μιας κρίσης. «Η αλήθεια είναι πως δεν είχα μεγάλη σχέση με τη γεωργία. Ο σύζυγός μου όμως μεγαλωμένος στο κτήμα των γονιών του, είχε κάποιες γνώσεις. Εμείς ασχολούμασταν με τον χώρο της μόδας.


Είχαμε καταστήματα με διάφορα γνωστά ιταλικά brands, τα οποία όμως επηρεάστηκαν πολύ από την οικονομική κρίση, ώστε να αναγκαστούμε να τα εγκαταλείψουμε. Τότε, προς το κλείσιμο αυτού του κύκλου της ζωής μας, είχαμε ήδη κάνει ένα επενδυτικό σχέδιο από το Υπουργείο Εμπορίου που αφορούσε τη μεταποίηση. Το κτήμα της οικογενείας στις Δύμες επρόκειτο να αξιοποιηθεί από μας τη νέα γενιά. Έτσι αρχίσαμε να σκεφτόμαστε τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε αυτό που έβγαζε ήδη η γη για να πάμε ένα βήμα παρακάτω», δήλωσε.
Την ιδέα έδωσαν τα παιδιά
Το κτήμα ήδη παρήγε φρούτα τα οποία κατέληγαν σε διάφορες υπεραγορές. Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό για την οικογένεια Σάββα. Μεταξύ άλλων, η Δάφνη αποκάλυψε ότι οι ανάγκες για υγιεινή διατροφή των παιδιών της, έδωσαν την ιδέα για να δημιουργήσουν μια νέα σειρά από φυσικούς χυμούς, οι οποίοι περιέχουν αυτό μόνο που δηλώνουν.


«Επηρεαστήκαμε από τα παιδιά μας. Δεν θέλαμε να δίνουμε στα παιδιά μας τους συμπυκνωμένους χυμούς με επιπρόσθετη ζάχαρη και συντηρητικά. Έτσι τον περασμένο Οκτώβριο βγήκε η σειρά με τους χυμούς, όπως σταφυλοχυμό, χυμό μήλου, μήλου-καρότου, μήλου-σταφυλιού, που περιλαμβάνουν μόνο αυτό. Φυσικό χυμό και βιταμίνη c. Εκτός από αυτά, υπάρχει η τριμμένη ντομάτα και το μηλόξιδο που έχουν αγκαλιαστεί από τον κόσμο.


Έχουμε επηρεαστεί πολύ από την Ιταλία. Μας άρεσε πολύ το γεγονός ότι το κάθε μέρος παράγει τα δικά του προϊόντα και τα ανεβάζει στο ύψιστο σημείο τους. Για παράδειγμα, παράγουν ένα τοπικό λάδι, πίσω από το οποίο υπάρχει μια ιστορία που λέγεται. Αυτό θέλουμε και εμείς. Αφού έχουμε τόσο ωραία και τοπικά προϊόντα γιατί να μην τα ανεβάζουμε ποιοτικά και να τα αναδεικνύουμε! Στην Κύπρο είμαστε πιστοί στο παραδοσιακό. Εμείς θέλουμε να πάρουμε αυτό και να το εξελίξουμε ένα βήμα παραπέρα», ανέφερε.
Με σεβασμό στο περιβάλλον
Η ανάγκη τους να προσφέρουν στα παιδιά τους αληθινό χυμό φτιαγμένο από γνήσια φρούτα, τους οδήγησε στο κτήμα Δυμάτου. «Εκεί δημιουργήσαμε τη δική μας ομάδα παραγωγής. Σε υψόμετρο 1.300 μέτρων και με έδαφος ιδανικό για καλλιέργειες, φροντίζουμε την κυπριακή γη και από τους καρπούς της φτιάχνουμε γνήσιους χυμούς με τεχνικές που σέβονται το περιβάλλον», εξηγεί η Δάφνη.


Το όραμα, σε συνδυασμό με την επιμονή τους, αποτέλεσαν τα εχέγγυα που χρειάζονταν για να κτίσουν μια νέα πραγματικότητα για την οικογένειά τους. Το αγρόκτημα περιλαμβάνει οπωροφόρα δέντρα, μηλιές, χρυσομηλιές, κυδώνια και αχλαδιές, βατόμουρα. Από λαχανικά καλλιεργείται μόνο η ντομάτα. Η μεταποίηση των φρούτων προσφέρει λακταριστές μαρμελάδες, τριμμένη ντομάτα και παλαιωμένο μηλόξιδο, το οποίο μάλιστα έχει κερδίσει διεθνείς διακρίσεις.


Η καλαισθησία αποκαλύπτεται στη φιλοσοφία της συσκευασίας. Από τα ιταλικά brands μεταπήδησαν ευχάριστα στα κυπριακά, τα οποία μάλιστα θέλουν να τα δουν πρώτα στην προτίμηση του κοινού. Τα όνειρά τους δεν έχουν σταματημό. Αν και η εταιρεία τους μετρά μόνο τρία χρόνια περίπου, εντούτοις προχωρούν ακόμη πιο μπροστά, με την τοποθέτηση αμπελιών για να ασχοληθούν με την οινοποιία. Δεν σταματούν να επιμορφώνονται με κάθε τρόπο και μέσο, ώστε να φέρουν καινοτομίες στον χώρο με τον οποίο επέλεξαν να ασχοληθούν.


Οι ίδιοι είχαν κάποιες γνώσεις και εμπειρίες, κυρίως ο Μιχάλης που μεγάλωσε στο κτήμα, ωστόσο δεν σταματούν να μελετούν και να ψάχνουν. «Διαβάζουμε, ταξιδεύουμε, βλέπουμε τι κάνουν οι άλλοι και μεταφέρουμε κάποιες γνώσεις στα δικά μας δεδομένα. Θα ασχοληθούμε μόνο με την κυπριακή ποικιλία. Κάτι που έχουμε εδώ θα πρέπει να το προωθούμε και όχι να προσπαθούμε να φτιάξουμε κάτι άλλο που δεν μπορεί να συγκριθεί με το πρωτότυπο», ανέφερε η Δάφνη.
Η ζωή στο χωριό
Με τρία μικρά παιδιά και περιμένοντας το τέταρτο, ο Μιχάλης και η Δάφνη ως νεαροί γονείς, αυτό που έθεσαν ως προτεραιότητα ήταν η ποιοτικότερη ζωή για όλη την οικογένεια. Το κτήμα που έδωσαν οι γονείς του Μιχάλη στον ίδιο, ήταν η ευκαιρία που άρπαξαν χωρίς δεύτερη κουβέντα. Δεν είναι λίγοι οι νέοι που βρίσκονται στη θέση του νεαρού ζευγαριού, να έχουν ένα κομμάτι γης έξω από τα όρια της πόλης και όμως αγνοούν επιδεικτικά την επιλογή εκμετάλλευσής του, είτε από άγνοια της στήριξης που μπορούν να λάβουν από τρέχοντα ευρωπαϊκά ή κρατικά προγράμματα είτε από την πίστη ότι η ζωή στην πόλη είναι η ιδανική.


Δεν τους ενόχλησε η ιδέα να μείνουν μακριά από την πόλη. Το ότι στην πόλη υπάρχουν τα πάντα, δεν είναι κάτι άλλο από μια ψευδαίσθηση που δημιουργείται στον άνθρωπο όταν στην προσφορά των πάντων καλλιεργούνται οι «ανάγκες». «Μένουμε στην Κυπερούντα. Έχουμε ακριβώς όσα χρειαζόμαστε. Το περιβάλλον εδώ είναι απλά υπέροχο και όταν μένεις εδώ νιώθεις ότι μπορείς να κάνεις τα πάντα. Δεν θα κρύψω πως ο μόνος μας ενδοιασμός είχε να κάνει με την εκπαίδευση των παιδιών. Εφόσον εδώ δεν υπάρχει η επιλογή σχολείου κ.λπ.


Ωστόσο ήταν μια ομαλή μετάβαση από το ιδιωτικό της πόλης στο δημόσιο του χωριού», εξηγεί η Δάφνη. Στην ερώτηση αν της λείπει η ζωή στην πόλη, η απάντηση ήταν αρνητική. «Τι να μου λείπει; Εδώ έχουμε όσα θέλουμε. Κοίτα, οι αποστάσεις δεν είναι μεγάλες. Έτσι όταν χρειαστεί μπορούμε να έρθουμε. Στην αρχή ερχόμασταν από την πόλη εδώ κάθε Σαββατοκύριακο. Τώρα τα παιδιά θέλουν συνέχεια να έρχονται στο κτήμα. Επίσης οι φίλοι, συγγενείς κ.λπ. προτιμούν να έρχονται εδώ παρά να πηγαίνουμε εμείς. Είναι η ευκαιρία τους για εκδρομή, να χαλαρώσουν, να ξεφύγουν από την πόλη και τα προβλήματά της. Άρα γιατί να μου λείπει κάτι;», διερωτήθηκε.
ΜΑΡΙΑ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ
mronoufriou@gmail.com