Ο προηγούμενος πρόεδρος της Βενεζουέλας, ο χαρισματικός Ούγκο Τσάβες, είχε την τυφλή στήριξη του στρατού από τις τάξεις του οποίου προερχόταν και ο ίδιος. Τη στήριξη αυτή μπορούσε πάντα να την εξαγοράζει με τα τεράστια έσοδα από το πετρέλαιο. Ο Μαδούρο δεν έχει την ίδια τύχη. Η οικονομική κατάσταση που αντιμετωπίζει είναι καταστροφική. Πρέπει λοιπόν να βρει άλλους τρόπους για να εξασφαλίσει την υποστήριξη του στρατού, ο οποίος αριθμούσε το 2015 κάπου 365.000 άτομα περιλαμβανομένης της εθνοφρουράς, που είναι ιδιαίτερα δραστήρια στην καταστολή των διαδηλώσεων.

Ενας από αυτούς, λέει στη «Libération» η διευθύντρια της ΜΚΟ ControlCiudadano (Ελεγχος από τους Πολίτες) Ροσίο Σαν Μιγκέλ, είναι η τοποθέτηση στρατιωτικών στην κυβέρνηση: από τους 29 υπουργούς οι 10 έχουν γαλόνια. Ενας άλλος είναι η δημιουργία της ανώνυμης στρατιωτικής εταιρείας βιομηχανιών μεταλλευμάτων, πετρελαίου και φυσικού αερίου, με αποστολή την εξερεύνηση και εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων για πενήντα χρόνια. Η ίδια η φύση αυτής της επιχείρησης είναι προβληματική γιατί αποστολή του στρατού με βάση τον νόμο είναι η προστασία του περιβάλλοντος και όχι η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων.

Η άλλη αποστολή του στρατού, ιδιαίτερα δύσκολη στις παρούσες συνθήκες, είναι ο εφοδιασμός του πληθυσμού με τρόφιμα. Ο υπουργός Επισιτισμού είναι εν ενεργεία στρατιωτικός και ο υπουργός Αμυνας έχει ειδικά καθήκοντα στον τομέα αυτόν. Αλλά το δομικό πρόβλημα της κατανομής τροφίμων δεν μπορεί να λυθεί με τέτοια μέτρα. Η χώρα εισάγει το 97% των τροφίμων που καταναλώνει. Και η αγορά αυτών των τροφίμων στο εξωτερικό τροφοδοτεί ένα τεράστιο σύστημα διαφθοράς.

Ο Νικολάς Μαδούρο μπορεί να είναι σήμερα βέβαιος μόνο για την υποστήριξη των υψηλόβαθμων στρατιωτικών, επισημαίνει η Ροσίο Σαν Μιγκέλ. Ολόκληρο το στρατιωτικό οικοδόμημα πλήττεται από την τριπλή κοινωνική, οικονομική και πολιτική κρίση. Οι στρατιωτικοί δεν είναι απομονωμένοι από τον υπόλοιπο πληθυσμό και τα προβλήματά του.