Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Απ’ την απόρριψη στη συμφιλίωση με τον Κώστα Κρυστάλλη

Ο Ευάγ­γε­λος Αυδί­κος μιλά στο Γιώρ­γο Μου­σγά για το μυθι­στό­ρη­μά του «Οδός Οφθαλ­μια­τρεί­ου», με το οποίο ο Κώστας Κρυ­στάλ­λης επι­στρέ­φει στο κέντρο της Αθή­νας, εκεί όπου ο ποι­η­τής έζη­σε τα πέντε τελευ­ταία χρό­νια της ζωής του.

Η παρου­σί­α­ση του μυθι­στο­ρή­μα­τος «Οδός Οφθαλ­μια­τρεί­ου;» έγι­νε την 1η Νοέμ­βρη 2019 στην κατά­με­στη αίθου­σα του Polis Art Café και είχε ως επί­λο­γο δημο­τι­κά τρα­γού­δια στη βλά­χι­κη γλώσ­σα από την Ομά­δα τρα­γου­διού της Συντρο­φιάς Βλά­χων της Αθή­νας. Στο περι­θώ­ριο της παρου­σί­α­σης ο Ευ. Αυδί­κος απά­ντη­σε στις ερω­τή­σεις του «Ατέ­χνως».

audikos3

  • Εκτός απ’ τις επε­τεί­ους, της γέν­νη­σης και του θανά­του του, τι είναι αυτό που παρα­κι­νεί κάποιον να ασχο­λη­θεί με τον Κώστα Κρυστάλλη;

Οι επέ­τειοι είναι η αφορ­μή. Δεν εμφα­νί­ζο­νται όμως από το που­θε­νά. Μπο­ρούν να περά­σουν απα­ρα­τή­ρη­τες ή να υπο­βαθ­μι­στούν. Έτσι, η στά­ση μας απέ­να­ντι στα γεγο­νό­τα εξαρ­τά­ται από τις ιστο­ρι­κές συν­θή­κες αλλά και τις προ­σω­πι­κές ανά­γκες όσων εμπλέ­κο­νται ενερ­γά. Συνε­πώς, η δική μου ενα­σχό­λη­ση με τον Κρυ­στάλ­λη δεν ανα­δύ­ε­ται εκ του μηδε­νός. Προη­γή­θη­κε η περί­ο­δος της απόρ­ρι­ψης στα νεα­νι­κά μου χρό­νια, δεδο­μέ­νου ότι ο Κρυ­στάλ­λης συμπύ­κνω­νε ό,τι ήθε­λαν να απορ­ρί­ψουν οι νεα­ροί, με κατα­γω­γή από τα ορει­νά, στην προ­σπά­θειά τους να εντα­χθούν στο νέο πολι­τι­σμι­κό σύστη­μα: αυτό της πόλης.

Η συμ­φι­λί­ω­σή μου με τον Κρυ­στάλ­λη γίνε­ται στη δεκα­ε­τία του 1990 ως απο­τέ­λε­σμα της πνευ­μα­τι­κής ωρί­μαν­σης και συστη­μα­τι­κής μελέ­της του έργου του. Η επέ­τειος των εκα­τό χρό­νων από τον θάνα­τό του απο­τέ­λε­σε την αφορ­μή για διορ­γά­νω­ση δύο συνε­δρί­ων στην Πρέ­βε­ζα και την Άρτα, στα οποία είχα οργα­νω­τι­κή και επι­στη­μο­νι­κή σχέ­ση. Η κορύ­φω­ση όλων αυτών ήταν ο εορ­τα­σμός των 150 ετών από τη γέν­νη­σή του, με ημε­ρί­δες σε Συρράκο,-υπό την αιγί­δα και με την παρου­σία του προ­έ­δρου της Δημοκρατίας‑, Αθή­να, Πρέ­βε­ζα και Πάτρα.

Αν η επι­στη­μο­νι­κή σχέ­ση μου με τον ποι­η­τή και πεζο­γρά­φο εδρά­ζε­ται στην ανά­γκη μελέ­της του έργου του, με αφορ­μή τις επε­τεί­ους ή και απ’ αφορ­μή τους, η από­φα­ση να γρά­ψω ένα μυθι­στό­ρη­μα με ήρωα τον Κώστα Κρυ­στάλ­λη δεν προ­κύ­πτει, πρω­τί­στως, από την ανά­γκη της επε­τεί­ου, δεδο­μέ­νου πως η κύη­ση του μυθι­στο­ρή­μα­τος διήρ­κε­σε αρκε­τό χρο­νι­κό διά­στη­μα, με υπό­γειες δια­δρο­μές και ασύ­νει­δες εκτροπές.

Προ­φα­νώς, δεν ήθε­λα να γρά­φω τη μυθι­στο­ρη­μα­τι­κή βιο­γρα­φία του Κρυ­στάλ­λη. Αυτό το έπρα­ξε ο Μιχά­λης Περάν­θης (Ο τσέ­λι­γκας). Ο λόγος που τελι­κά απο­φά­σι­σα να ασχο­λη­θώ μυθι­στο­ρη­μα­τι­κά μαζί του είναι η προ­σω­πι­κό­τη­τά του αλλά και τα ποι­η­τι­κά και πεζο­γρα­φι­κά έργα του, που απο­τε­λούν έναν καλό τρό­πο να μιλή­σει κάποιος για τα σύγ­χρο­να ζητή­μα­τα. Η ζωή του υπήρ­ξε σύντο­νη και περι­πε­τειώ­δης. Κυνη­γη­τό, από τα ψηλά στα χαμη­λά, προσ­δο­κί­ες για δημιουρ­γία, η σκλη­ρή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, η απο­γο­ή­τευ­ση, ο αγώ­νας για λογο­τε­χνι­κή ανα­γνώ­ρι­ση. Το έργο του, μ’ όλο που διά­φο­ροι το ταυ­τί­ζουν με τον βου­κο­λι­σμό και τη νοσταλ­γία, για μένα ήταν ευκαι­ρία να χρη­σι­μο­ποι­ή­σω αυτή τη διαρ­κή πάλη με τις δυσκο­λί­ες. Πάρε με απά­νω στα βου­νά τι θα με φάει ο κάμπος, γρά­φει «Στον Σταυ­ραη­τό»… Σήμε­ρα, η ανά­γκη για ανα­μέ­τρη­ση με τους ¨κάμπους» είναι περισ­σό­τε­ρο ανα­γκαία από κάθε άλλη φορά.

  • Ποια είναι η θέση του Κώστα Κρυ­στάλ­λη στα Ελλη­νι­κά Γράμ­μα­τα ως ποι­η­τή και πεζογράφου;

Άλλοι τον απο­θέ­ω­σαν κι άλλοι τον απέρ­ρι­ψαν ή και τον απα­ξί­ω­σαν. Ο Παλα­μάς, ο Γαβρι­η­λί­δης, ο Μητσά­κης, ο Ξενό­που­λος τον υπο­δέ­χθη­καν με διθυ­ραμ­βι­κό τρό­πο εξαί­ρο­ντας τη συμ­βο­λή του στην ανα­νέ­ω­ση της ποί­η­σης με τη δημο­τι­κή γλώσ­σα και τη στρο­φή του στα θέμα­τα της ζωής, κόντρα στην εσω­στρέ­φεια και το κλί­μα της απαι­σιο­δο­ξί­ας που δια­περ­νού­σε ως τότε την ποί­η­ση. Υπάρ­χουν όμως και οι άλλοι που τον κατη­γό­ρη­σαν για έναν απλό μιμη­τή του δημο­τι­κού τρα­γου­διού, χωρίς πνοή (Απο­στο­λά­κης, Άλκης Θρύ­λος, Φώτος Πολί­της, κ.λπ.).

Ο Κρυ­στά­λης πέθα­νε νωρίς, στα 26 του χρό­νια. Δού­λε­ψε σε δυσχε­ρείς συν­θή­κες, χωρίς επαρ­κή μέσα για επι­βί­ω­ση. Δού­λευε νυχθη­με­ρόν αρχι­κά στο τυπο­γρα­φείο και κατό­πιν στον σιδη­ρό­δρο­μο. Και μετά όλη νύχτα να δια­βά­ζει και να γρά­φει. Είχε την έγνοια της δημιουρ­γί­ας. Τον κατέ­τρω­γε. Δεν μπο­ρού­με να τον κατα­τά­ξου­με στις κορυ­φές του ελλη­νι­κού Παρ­νασ­σού. Ούτε όμως μπο­ρού­με να τον απα­ξιώ­νου­με. Η ποί­η­σή του και τα πεζά του δια­κρί­νο­νται από ρωμα­λε­ό­τη­τα. Δεν είναι ο Κρυ­στάλ­λης μόνο ο λογο­τέ­χνης που κρά­τη­σε όρθιους τους ανθρώ­πους της υπαί­θρου μιλώ­ντας για τα βου­νά και τη ζωή σ’ αυτά. Δεν είναι ένας ξεπε­ρα­σμέ­νος ποι­η­τής. Η ποί­η­σή του και η πεζο­γρα­φία του έχουν καθα­ρό­τη­τα. Αυτό που χρειά­ζε­ται σήμε­ρα είναι να μελε­τη­θεί χωρίς προ­κα­τα­λή­ψεις. Και ο νεα­ρός αυτός που δεν πρό­λα­βε να μεγα­λώ­σει, μπο­ρεί να βοη­θή­σει τους σύγ­χρο­νους δημιουρ­γούς ν’ απαλ­λα­γούν από την εσωστρέφεια.

audikos

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα

Βήμα το βήμα πιο κοντά στο χωριό σου. Το χωριό μας. Δεν ξέρω αν χρειά­ζε­ται να βρω το σγου­ρό μελισ­σο­βό­τα­νο της μνή­μης. Γυρεύω κι εγώ τη μνή­μη μου, εκεί που φύτρω­νε φλι­σκού­νι κι άγρια μέντα. Στις μυρου­διές των φυτών. Στο μελισ­σο­βό­τα­νο που σα να με περί­με­νε στη Λεύ­κα. Να μου σκα­λί­σει τις μνή­μες των ιστο­ριών που άκου­σα στη μητριά πατρί­δα. Κι άρχι­σε να μου μιλά για το γκρί­ζο χωριό με την πέτρι­νη ρίζα. Αφέ­θη­κα στη μαγεία του. Μου ψιθύ­ρι­ζε στ’ αυτί για το αχει­ρο­ποί­η­το χωριό, για τον πετρί­τη και τον Σταυ­ρα­ε­τό που ξενα­γεί τους αμύ­η­τους στην ψυχή της πέτρας.

Σκα­λί σκα­λί κατε­βαί­νω στην ψυχή των από­ντων, μνη­μό­συ­νη πεζο­πο­ρία στις σκιές. Στα ρου­μά­νια και τις βρύ­σες. Στους θρύ­λους και τις παρα­δό­σεις, τους ήχους της φύσης και τα κρυ­φο­μι­λή­μα­τα των τόπων. Σε όσα σου εκμυ­στη­ρεύ­τη­καν τα βου­νά, οι σπη­λιές, τα δέντρα, τα πρό­βα­τα και οι άνθρω­ποι στις πολύ­χρο­νες περι­πλα­νή­σεις σου από πέτρα σε πέτρα, από μύλο σε νερο­τρι­βή, από ρυά­κια σε ποτά­μια, από καλ­ντε­ρί­μια σε πλα­τεί­ες, βρύ­σες και κατώγια.

  • Ποια είναι η κεντρι­κή ιδέα του μυθι­στο­ρή­μα­τός σου «Οδός Οφθαλμιατρείου;»

Πρώ­τα απ’ όλα ο τίτλος. Ανα­φέ­ρε­ται στον δρό­μο που ήταν το τυπο­γρα­φείο του Παπα­γε­ωρ­γί­ου, όπου πρω­το­δού­λε­ψε ο Κρυ­στάλ­λης. Εκεί που άρχι­σε η αντί­στρο­φη μέτρη­ση για τη ζωή του. Το αντι­μό­νιο του έφα­γε τα σωθικά.

Το μυθι­στό­ρη­μα λοι­πόν ξεκι­νά­ει από την Αμε­ρι­κή και την από­φα­ση ενός νεα­ρού, γιου μετα­νά­στη από το Συρ­ρά­κο, το χωριό του Κρυ­στάλ­λη στην Πίν­δο. Έρχε­ται η ώρα που ο νεα­ρός διέρ­χε­ται κρί­ση προ­σω­πι­κής ταυ­τό­τη­τας και μη ικα­νο­ποί­η­σης από την τεχνο­κρα­τι­κή του εργα­σία ως οικο­νο­μο­λό­γος. Ως απο­τέ­λε­σμα έρχε­ται στην Ελλά­δα κι αρχί­ζει η ανα­ζή­τη­ση του εαυ­τού του. Σ΄αυτή την πορεία της ανα­ζή­τη­σης συνα­ντιέ­ται με τον Κώστα Κρυ­στάλ­λη και το έργο του. Αυτοί οι δύο είναι οι βασι­κοί άξο­νες γύρω από τους οποί­ους οργα­νώ­νε­ται όλο το μυθιστόρημα.

  • Ποια τα κρι­τή­ρια επι­λο­γής του Κώστα Κρυ­στάλ­λη –και όχι κάποιου άλλου- ως συνο­μι­λη­τή του Χρή­στου, του κεντρι­κού ήρωα στο μυθι­στό­ρη­μά σου;

Η ζωή του Κρυ­στάλ­λη, η αγά­πη του για τον τόπο, η θεμα­το­λο­γία και η γλώσ­σα του δια­μορ­φώ­νουν επαρ­κή δικαιο­λο­γία για κάποιον νεα­ρό που επι­θυ­μεί να επι­χει­ρή­σει προ­σω­πι­κή κατα­βύ­θι­ση και να ανα­στο­χα­στεί για την ίδια τη ζωή του. Το έργο του Κρυ­στάλ­λη προ­σφέ­ρε­ται. Αλλά και η ζωή του μπο­ρεί να εμπνεύ­σει ένα νέο. Όλη του η ζωή ήταν ένας δρό­μος προς την υπέρ­βα­ση τόσο της σωμα­τι­κής του αδυ­να­μί­ας όσο και των άλλων δυσκο­λιών που αντι­με­τώ­πι­σε στην Αθή­να. Δεν λιπο­ψύ­χη­σε. Διψού­σε για μάθη­ση και δεν επι­κα­λέ­στη­κε ποτέ ως δικαιο­λο­γία τα προ­βλή­μα­τα για να σιωπήσει.

  • Για­τί ένας πολί­της σήμε­ρα να δια­βά­σει ποι­ή­μα­τα ή πεζά κεί­με­να του Κώστα Κρυστάλλη; 

Άλλοι είναι οι λόγοι για τους δημιουρ­γούς και άλλοι για τους πολί­τες. Θα ανα­φερ­θώ στους τελευ­ταί­ους, στους οποί­ους εστιά­ζει η ερώ­τη­ση. Η ποί­η­σή του έχει δύνα­μη, γλωσ­σι­κό πλού­το, δυνα­τές εικό­νες. Η ποί­η­ση του Κρυ­στάλ­λη παρα­σύ­ρει τον ανα­γνώ­στη της σε δια­δρο­μές πνευ­μα­τι­κές απο­δει­κνύ­ο­ντας πως η ποί­η­ση δεν είναι εσω­στρε­φής ούτε υπό­θε­ση που αφο­ρά μόνο τους ειδι­κούς. Ακό­μη, η ποί­η­ση και η πεζο­γρα­φία του τον εξοι­κειώ­νουν μ’ έναν κόσμο που στην επο­χή μας αντι­με­τω­πί­ζε­ται μόνο φολ­κλο­ρι­κά ή του­ρι­στι­κά. Είναι ο κόσμος των βου­νών. Στους και­ρούς μας που δια­μορ­φώ­νο­νται συν­θή­κες επι­στρο­φής στα βου­νά, ο Κρυ­στάλ­λης είναι ένας ασφα­λής οδη­γός, για τη μέθε­ξη στα χρώ­μα­τα, τη σοφία, τα συναι­σθή­μα­τα, τις πολι­τι­σμι­κές αξίες.

  • Ο «Σταυ­ραη­τός» μπο­ρεί να απο­τε­λέ­σει σήμε­ρα σύμ­βο­λο της ανά­τα­σης του ανθρώπου; 

Αυτό καθι­στά σημα­ντι­κή την ποί­η­ση του Κρυ­στάλ­λη-ειδι­κό­τε­ρα σε σχέ­ση με το συγκε­κρι­μέ­νο ποί­η­μα. Δια­ψεύ­δει όσους δια­βά­ζουν με επι­φα­νεια­κό τρό­πο την ποί­η­σή του. Ο «Σταυ­ραη­τός» του συνα­ντά το ποί­η­μα «Του Αιγά­γρου» του Ανδρέα Εμπει­ρί­κου κι όλων εκεί­νων των δημιουρ­γών που χρη­σι­μο­ποιούν διά­φο­ρα σύμ­βο­λα-που­λιά ή ζώα-για να μιλή­σουν για τον αγώ­να υπέρ­βα­σης των αδυ­να­μιών μας. Στις μέρες μας που παλεύ­ου­με σε πολι­τι­σμι­κές και κοι­νω­νι­κές τοξί­νες έχου­με ανά­γκη από την υπό­μνη­ση τέτοιων συμ­βό­λων. Χρεια­ζό­μα­στε τη λογο­τε­χνία να μας παρα­σύ­ρει σε άλλους δρόμους.

Βιογραφικό

Ο Ευάγ­γε­λος Αυδί­κος γεν­νή­θη­κε στην Πρέ­βε­ζα, με κατα­γω­γή από το Συρ­ρά­κο. Είναι ομ. καθη­γη­τής στο Πανε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λί­ας και έχει γρά­ψει έξι λογο­τε­χνι­κά βιβλία, πέραν των audikos5είκο­σι επι­στη­μο­νι­κών μελε­τών : Το βλέμ­μα στον τοί­χο με τη μαντα­νία, διη­γή­μα­τα, Ελλη­νι­κά Γράμ­μα­τα, Αθή­να 2001, Ο δικός μου θεός, μυθι­στό­ρη­μα, Ταξι­δευ­τής, Αθή­να 2004, Η κίτρι­νη ομπρέ­λα, Μεταίχ­μιο, μυθι­στό­ρη­μα, Αθή­να 2007(ήταν στη μικρή λίστα του περιο­δι­κού Δια­βά­ζω για το βρα­βείο μυθι­στο­ρή­μα­τος του 2008), Η σκιά της Μίκας, μυθι­στό­ρη­μα, Ταξι­δευ­τής , Αθή­να 2013, Οι τελευ­ταί­ες πεντά­ρες, μυθι­στό­ρη­μα, Ταξι­δευ­τής 2016 και Οδός Οφθαλ­μια­τρεί­ου , Εστία 2019.

Πέραν του λογο­τε­χνι­κού έργου , έχει γρά­ψει είκο­σι επι­στη­μο­νι­κά βιβλία, ενώ συνερ­γά­ζε­ται εβδο­μα­διαία με την Εφη­με­ρί­δα των Συντακτών.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο