*

Ori and the Will of the Wisps

Ori and the Will of the Wisps Review

Η επική συνέχεια της περιπέτειας του Ori.

4.5 Excellent
Ori and the Will of the Wisps Review - Ori and the Will of the Wisps
4.5 Excellent

Επιγραμματικά

Παρά τα τεχνικά προβλήματα που του στερούν τη δυνατότητα να αγγίξει το τέλειο, προσφέρει την απόλυτη Metroidvania εμπειρία του έτους έως τώρα, μαζί με ένα cocktail συναισθημάτων για να μην έχετε παράπονο.
Προτεινόμενη τιμή 29,99€

Sequel. Μία λέξη που συνήθως φέρνει την καταστροφή ενός franchise ή αναζωπυρώνει κάθε πράγμα που μας έκανε να αγαπήσουμε στο πρωτότυπο. Η Moon Studios μετά το συγκλονιστικό Ori and the Blind Forest που κυκλοφόρησε πέντε χρόνια πριν μας έφερε την συνέχεια της ιστορίας του χαριτωμένου πνεύματος του δάσους, σε έναν τίτλο που στοχεύει κατευθείαν σε κάθε ευαίσθητη χορδή που σας έχει μείνει απείραχτη. Με τον χαρακτηρισμό Metroidvania να τιμάται σε κάθε γωνία του παιχνιδιού, το Ori and the Will of the Wisps έρχεται σαν τυφώνας συναισθημάτων για να ταράξει και τους πιο σκληρούς από εμάς με μία ιστορία για την σημαντικότητα της οικογένειας και του κύκλου της ζωής, με την ύπαρξη δυστυχώς ορισμένων τεχνικών προβλημάτων να μας ταλαιπωρούν στο ενδιάμεσο.

Ως direct sequel λοιπόν, η ιστορία μας ξεκινάει μερικά δευτερόλεπτα πριν το τέλος του Blind Forest. Μετά την επιστροφή της Sein στο δέντρο που αποτελεί την πηγή της ζωής του δάσους Nibel, ο Ori συνεχίζει τη ζωή του με την θετή μητέρα του Νaru και τον φιλικό πλέον Gumo. Μαζί τους όμως πλέον είναι και το τελευταίο εν ζωή παιδί της Kuro, της δραματικής φιγούρας και κύριου ανταγωνιστή του Ori and the Blind Forest. Πλέον μεγαλώνοντας σαν δεύτερο παιδί της Naru η μικρή μαύρη κουκουβάγια Ku περνάει μόνο χαρούμενες στιγμές στο κάποτε δυσοίωνο δάσος. Σύντομα όμως τα ένστικτά της την καλούν να πετάξει στους ουρανούς και να πάρει και αυτή τη θέση της πιθανώς στον κύκλο της ζωής. Με τη βοήθεια του Gumo και του φτερού της Kuro που είχε ο Ori στη κατοχή του, η μικρή Ku, παρά το αδύναμο φτερό που διαθέτει, θα καταφέρει να δαμάσει τους ουρανούς με την υποστήριξη του Ori. Ακολουθώντας άλλα πτηνά στην πρώτη της πτήση, η Ku μαζί με τον Ori επάνω σε αυτή βρίσκονται να πετάνε πάνω από μία άγνωστη σε αυτούς περιοχή, πέρα από τη θάλασσα που τους χωρίζει πλέον από τα πάτρια δάση. Μία καταιγίδα όμως που ξεσπάει απρόσμενα θα κάνει την Ku να χάσει το φτερό της μητέρας της. Χωρίς την ικανότητα πλέον να κρατηθεί στον αέρα και λόγω των ισχυρών ανέμων οι δύο πρωταγωνιστές μας θα χωριστούν σε έναν άγνωστο πλέον τόπο, στον οποίο δείχνει να επικρατεί ένα κλίμα αποσύνθεσης και φόβου.

Στην προσπάθειά του να βρει τη φίλη του και θετή αδερφή του, ο Ori θα συναντήσει μια τεράστια ποικιλία από φιλικούς χαρακτήρες, από τεράστιους φύλακες του δάσους, όπως ο Kwolok ο βάτραχος, έως τα ντροπαλά και επιφυλακτικά Moki που μοιάζουν με λεμούριους. Όλοι αντιμετωπίζουν τον Ori με έκπληξη στα μάτια, καθώς η Niwen, το άγνωστο δάσος στο οποίο κατέληξε ο Ori, έχει χάσει καιρό τους δικούς του φύλακες και το Spirit Tree του, όπως αυτό από το οποίο προήλθε ο ίδιος. Με την καθοδήγηση των νέων φίλων του φτάνει σύντομα στα Silent Woods, ένα μέρος δυσοίωνο, τουλάχιστον. Το γκρίζο της στάχτης έχει σκεπάσει τα πάντα σε αυτό το νεκρό δάσος και τίποτα δε φαίνεται να επιβιώνει εδώ, καθώς ο Ori συναντάει στο πέρασμά του πετρωμένες μορφές ζωής που δείχνουν να βίωσαν τον τρόμο της τελευταίες τους στιγμές. Και ο τρόμος στο δάσους της Niwen ακούει στο όνομα Shriek και χαρακτηρίζεται ως εχθρός της ζωής. Μία τεράστια κουκουβάγια της οποίας η παρουσία σηματοδοτεί το θάνατο και την σιωπή που ακολουθεί μετά το πέρασμά της, κάτι που εντείνεται από την κοκάλινη αμφίεσή της. Τα κόκαλα που φέρει μοιάζει να μην αποτελούν πάντως απλά αξεσουάρ, κάνοντας την να φαίνεται ακόμα πιο απειλητική. Οι δύο φίλοι βρίσκονται σύντομα, μετά το χαρούμενο reunion τους, αντιμέτωποι με τη φρίκη της Shriek και η έκβαση αυτής της αναμέτρησης θέτει και την ουσιαστική έναρξη της αποστολής του Ori για την επαναφορά της ζωής στο δάσος της Niwen.

Έχοντας να αντιμετωπίσουμε ένα πιο εχθρικό περιβάλλον, ο Ori διαθέτει μια μεγαλύτερη ποικιλία από επιθέσεις σε σύγκριση με τα περιορισμένα μέσα του πρώτου τίτλου της σειράς. Πλέον ο Ori ανακτώντας τις αναμνήσεις των πνευμάτων της Niwen έχει πρόσβαση σε ένα ενδιαφέρον οπλοστάσιο, με ένα spirit sword και ένα spirit bow να αποτελούν τους δύο βασικούς συνταξιδιώτες μας για το μεγαλύτερο κομμάτι του παιχνιδιού. Μέχρι τρία abilities μπορούν να ανατεθούν στα βασικά κουμπιά μας και μπορούν να αλλαχτούν με άνεση ακόμα και εν μέσω μάχης. Τα abilities που έχει στη διάθεση του ο Ori μπορούν είτε να κληρονομηθούν όπως αναφέραμε, είτε να μας τα διδάξει μία φιγούρα εμπνευσμένη από το “Journey to the West”, ο Opher, για το κατάλληλο αντίτιμο. Τo skill point system του Blind Forest έδωσε τη θέση του σε ένα πιο διαλλακτικό σύστημα που μας επιτρέπει να αγοράζουμε με τα Spirit Orbs που συλλέγουμε τα abilities και τα Spirit Shards. Στην ατμόσφαιρα του Hollow Knight τα Shards αποτελούν equipable slots που μας δίνουν περισσότερο quality of life ανέσεις παρά ικανότητες τις οποίες χρειαζόμαστε για να προχωρήσουμε την ιστορία μας. Από critical chance και αύξηση της αντοχής μας, έως το πολυπόθητο triple jump, μπορούμε να τα βρούμε είτε εξερευνώντας, είτε αγοράζοντας τα από ένα εξειδικευμένο NPC.

Οι καινούργιες κινήσεις που μαθαίνουμε κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, πέραν από τις πατροπαράδοτες Ori κινήσεις όπως το Spirit Dash και το Glide για παράδειγμα, κάνει την εμπειρία της εξερεύνησης τουλάχιστον απολαυστική και απείρως πιο ζωντανή από τον προκάτοχό του. Το backtracking που χαρακτηρίζει γενικά τους metroidvania τίτλους ανεβαίνει σε συχνότητα και αν θελήσετε να βρείτε αυτό το έξτρα Life cell για να συνεχίσετε τη πορεία σας, καλό θα ήταν να έχετε καλή μνήμη. Κάθε περιοχή σχεδόν διαθέτει το δικό της χάρτη που μπορούμε να τον αγοράσουμε από ένα αρκετά ευγενικό έντομο που θα συναντάμε συνήθως εύκολα σε κάθε περιοχή. Επιπλέον υπάρχουν shrines στα οποία μπορούμε να δοκιμάζουμε τις πολεμικές μας ικανότητες ενάντια σε waves από εχθρούς με σκοπό να κερδίσουμε extra Spirit Shard slots με το πρώτο clear και να μαζέψουμε spirit orbs για κάθε άλλο. Πέραν των combat shrines όμως υπάρχουν και ορισμένα “racing” shrines, στα οποία αρχικά δοκιμάζουμε τις ικανότητές μας ενάντια στο “Ghost” του Shrine και νικώντας το, εφόσον είμαστε συνδεδεμένοι στο ίντερνετ, ενάντια στους χρόνους που έχουν κάνει άλλοι χρήστες.

Μπορεί να μην υπάρχουν εξίσου εντυπωσιακά escape sequences όπως στο “Blind Forest” που θα κάνουν τους παλμούς σας να ανεβαίνουν, καθώς θα τρέχετε να σωθείτε από ένα σπήλαιο που καταρρέει ή ένα δέντρο που πλημμυρίζει από νερό, έχετε όμως μία σειρά από εντυπωσιακούς αντιπάλους που θα πρέπει να αντιμετωπίσετε για να επαναφέρετε τη ζωή στο νεκρό δάσος. Τεράστιες απειλές που θα συνδυάζουν το κλασσικό metroidvania style μάχης μαζί με ενδιάμεσα escape sequences θα μας έχουν να σφίγγουμε τα δόντια μας στους ρυθμούς τους. Δυστυχώς η δυσκολία αυτών πέφτει από το γεγονός ότι τα Fight αυτά έχουν checkpoints ανάλογα με το phase του fight, ληστεύοντας έτσι από την συνολική εμπειρία και το άγχος που θα δημιουργούσε η πίεση του κάθε λάθους μας.

Η καλύτερη προσθήκη όμως στο Ori and the Will of the Wisps είναι και η πιο απλή. Υπάρχει ένα καταφύγιο όπου κάθε μορφή ζωής, που δεν έχει επηρεαστεί από την σήψη που αναβλύζει από το νεκρό Spirit Tree της Niwen, είναι καλοδεχούμενη να ζήσει. Τα Wellspring Glades όπως ονομάζονται θα αποτελέσουν και το κέντρο των επιχειρήσεών μας καθώς βρίσκονται στο πιο κεντρικό κομμάτι της Niwen και σε αυτά θα εκτελούμε κάθε εμπορική συναλλαγή μας, είτε για upgrades, είτε για να επεκτείνουμε και να ζωντανέψουμε τη περιοχή χτίζοντας νέα σπίτια για τα Moki και φυτεύοντας νέα φυτά που θα δώσουν χρώμα στη περιοχή και πρόσβαση σε εμάς σε νέα σημεία του μικρού μας χωριού. Μία σειρά από quests υπό την μορφή “hand to hand” θα μας αναγκάσει να περιπλανηθούμε στη Niwen αρκετές φορές, ψάχνοντας αυτό το Moki που χρειάζεται το αγκίστρι για να ψαρέψει ή το καπέλο για να βγεί στον ήλιο. Μπορεί πολλά από τα Quests να έχουν τον χαρακτήρα αγγαρείας, όμως κάθε φορά που θα βοηθάτε οποιοδήποτε Moki ή θα σπέρνετε ένα νέο φυτό ή θα χτίζετε νέα δεντρόσπιτα, θα βλέπετε ότι η ελπίδα θα επανέρχεται στους κάτοικους της Niwen και θα δίνετε μία ευχάριστη νότα στη δυσοίωνη ατμόσφαιρα που επικρατεί.

Η μουσική του Ori and the Will of the Wisps πιστή στην βαρύτητα του προκάτοχού της και πάλι υπό την εποπτεία του ταλαντούχου και πολυβραβευμένου Gareth Coker, εκτοξεύει την εμπειρία μας σε άλλη διάσταση. Είτε για τις χαρούμενες νότες που μας χαρίζει, είτε για το μαγευτικό intro που για άλλη μία φορά θα σας έχει να κοιτάτε την αρχική οθόνη του παιχνιδιού για μερικά λεπτά, κάθε περίσταση πλαισιώνεται από ακούσματα που θα σας κάνουν να βιώσετε από πρώτο πρόσωπο τα γεγονότα που εξελίσσονται μπροστά σας. Με φόρους τιμής στο “Ori and the Blind Forest” και μια τεράστια ποικιλία από νέες συνθέσεις, μπορούμε μόνο να εκτιμήσουμε ότι για άλλη μία φορά ο Ori θα σαρώσει κάθε βραβείο στο κομμάτι της μουσικής. Το αποκορύφωμα για άλλη μία φορά είναι η τελική μάχη σας. Ο Gareth Coker έχει πετύχει την απόλυτη ισορροπία μεταξύ απελπισίας και αισιοδοξίας, θανάτου και ζωής που αναμετρώνται για τον έλεγχο της Niwen. Δε χρειάζεται να σας το αναφέρω, αλλά για άλλη μια φορά οπτικό και ακουστικό ερέθισμα θα συνεργαστούν για να σας βγάλουν ακριβώς τα συναισθήματα που πρέπει με τεράστια επιτυχία.

Δυστυχώς θα πρέπει να γίνει γνωστό ότι κατά τις πρώτες μέρες κυκλοφορίας του παιχνιδιού, υπάρχει μία σειρά από προβλήματα που συνοδεύουν την εμπειρία μας στο “Will of the Wisps”. Παρότι σε προσωπικό επίπεδο είχα την υπομονή να τα παραβλέψω δεδομένης της αγάπης μου για την σειρά αυτή, δεν γίνεται να μην αναφερθώ στο γεγονός ότι την πρώτη φορά κιόλας που επιχείρησα να τρέξω τον τίτλο βρέθηκα απέναντι σε μία μαύρη οθόνη. Αρκετές ήταν οι φορές που κατά την περιήγησή μας στο δάσος της Niwen βρεθήκαμε να κολλάμε εν αναμονή φόρτισης του περιβάλλοντος γύρω μας ή αντιμέτωποι με σιγή ιχθύος καθώς ακούγονταν μόνο περιορισμένοι ήχοι. Προβλήματα όλα αυτά, χωρίς καμία αμφιβολία, η Moon Studios όμως υπόσχεται σύντομα patch fixes που θα κάνουν την εμπειρία μας καλύτερη από τον πρώτο της τίτλο. Και αναμφίβολα από την πρώτη μέρα που έπαιξα Ori μέχρι αυτή την ώρα έχει υπάρξει σταδιακή βελτίωση στην εμπειρία που τείνει στο ιδανικό, αν όχι τέλειο. Σε συνέχεια της καλλιτεχνικής προσέγγισης με τους πανέμορφους χρωματισμούς και τα ολοζώντανα τοπία, το “Will of the Wisps” φέρει ένα πιο σκοτεινό περιβάλλον στη ζωή χωρίς να στερεί από τον χρήστη το οπτικό ερέθισμα. Μπορεί να υπάρχουν τοπία στα οποία να κυριαρχούν σκούρες αποχρώσεις, όμως τα χιονισμένα βουνά του σθεναρού Baur και οι σκοτεινές, αραχνοΰφαντες σπηλιές της Mora θα ανταμείψουν και τους πιο απαιτητικούς κριτές.

To review βασίστηκε στην ψηφιακή έκδοση του παιχνιδιού για Xbox One.


VERDICT


Το Ori and the Will of the Wisps αποτελεί φαινομενικά το τέλος της ιστορίας του Ori. Μαθαίνουμε σε αυτό τον σκοπό της ύπαρξης των Guardian Spirits και τη σημασία της ύπαρξης των Spirit Trees. Από εκεί και ύστερα πρόκειται για μια ιστορία που θίγει την σημαντικότητα της οικογένειας και του τι καθορίζει ποιος είναι οικογένεια μας. Η Ku, από μία ορφανή κουκουβάγια βρέθηκε να έχει μία οικογένεια με τον Ori και την Naru. Οι σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους εκφράζονται χωρίς λόγια με τεράστια επιτυχία χάρη στην μουσική ιδιοφυΐα του Gareth Coker και της ιστορίας που μας χαρίζει η Moon Studios. Οι συνθήκες υπό τις οποίες έχει γεννηθεί κάποιος δεν ορίζουν το ποιος είναι ή τι θα γίνει στη ζωή του, πράγμα που δυστυχώς εδώ δείχνει να μην ισχύει για την Shriek. Θα δείτε όμως στο τέλος του ταξιδιού σας αυτού, αν λυπηθήκατε μία φορά για την θυσία της Kuro στο “Blind Forest”, η μοίρα της Shriek θα σας μαυρίσει την ψυχή. Δυστυχώς είναι αδύνατον να συζητηθεί κάτι παραπάνω προσπαθώντας να αποφευχθούν περαιτέρω spoilers για την ιστορία. Αποτελεί όμως μία αλληγορία της σχέσης ζωής και θανάτου, καθώς και για τον κύκλο της ζωής που κάθε έμβιο ον είναι καταραμένο και ευλογημένο να έχει. Μία ιστορία για το πως η αποξένωση και ο ρατσισμός φέρει μαζί του μόνο προβλήματα σε βάθος χρόνου.