Η Ελληνική γλώσσα παραμένει παγκοσμίως η μοναδική γλώσσα πολιτιστικής κληρονομιάς, η μόνη επιβιώνουσα γλώσσα του Αρχαίου κόσμου, η γλώσσα των γραφών, του Ευαγγελίου και της ποίησης, η γλώσσα των επιστημών και των τεχνών, η γλώσσα πηγή όλων των γλωσσών της Δύσης, η γλώσσα που ακόμη συνθέτει και ενώνει την επικοινωνία των επιστημών.

Την Κυριακή, επιχειρείται από μάχιμους και παλαίμαχους εκπαιδευτικούς και ελληνοδιδασκάλους η αποτίμησή της στο σήμερα, στη Μελβούρνη, στην Αυστραλία, ύστερα από μια ευγενή πρωτοβουλία που ανέπτυξε ο παροικιακός παράγοντας, κ. Σάκης Ζαφειρόπουλος. Δεκάδες εκπαιδευτικοί καλούνται να εκφράσουν μια σύντομη άποψη για τις σύγχρονες προκλήσεις που ζει η γλώσσα μας, να αναδείξουν την αγωνία για την πορεία της, να προτείνουν κάποιες σκέψεις, προκειμένου να έχουμε μια ανάκαμψη, ίσως μία σταθερή πορεία και βέβαια να ακουστούν απόψεις πρωτοβουλίας και στήριξης. Ενδεχομένως μπορεί να συζητηθούν και προτάσεις αποδεκτικότητας της γλώσσας από μαθητές και γονείς, προτάσεις αναθέρμανσης και επανεκκίνησης της μαθησιακής λειτουργίας της, μέθοδοι προσέλκυσης στα ελληνόγλωσσα τμήματα μάθησης και διδασκαλίας αλλογενών και αλλόγλωσσων. Πάντως, όπως και να έχει το ζήτημα, το επερχόμενο σεμινάριο για τη Γλώσσα μας αποτελεί μια σωστή, φιλοπρόοδη και αξιέπαινη προσπάθεια, που μόνον προβληματισμό και θετική αντιμετώπιση των προβλημάτων μπορεί να έχει.

Μία γλώσσα μειονότητας που βρίσκεται σε επαφή με την κυρίαρχη Αγγλική γλώσσα, όπως η Ελληνική, σε ένα καθεστώς μόνιμης διπλογλωσσίας (όχι διγλωσσίας), για να μπορέσει να έχει μέλλον και να αντέξει χρειάζεται να έχει απαραίτητα και να πληροί τις εξής τέσσερεις προϋποθέσεις:

(α) Να έχει αριθμητικά ισχυρή βάση (χρηστών) χρηστών, όπως στην περίπτωση της Μελβούρνης, όπου εκτιμάται ότι τουλάχιστον η ελληνική λειτουργεί ως οικόλεκτος και χρησιμοποιείται ως νόρμα με κάποια ποιοτική και ποσοτική διάσταση από 165.000 χρήστες.

(β) Να έχει λειτουργικότητα, να χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένες κοινωνικο-γλωσσικές επικράτειες, π.χ. οικογένεια, εκκλησία, σχολείο, αγορά, κλπ

(γ) Να έχει αποδεκτικότητα, να την αποδέχονται, δηλαδή, τόσο οι ομογενείς όσο και οι αλλογενείς, να χρησιμοποιείται η ελληνική σε διαφημίσεις προϊόντων της μείζονος κοινωνίας, ως γλώσσα προτεραιότητας από το θεσμικό και κρατικό σύστημα, να προστατεύεται και να διδάσκεται ευχερώς ως γλωσσικό μάθημα στα κυβερνητικά και ανεξάρτητα σχολεία, να είναι γλώσσα που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του ντόπιου πολυπολιτισμού, γλώσσα υποδοχής στα αεροδρόμια, στα λιμάνια, στους χώρους συνάθροισης.

(δ) Να διατηρεί τη σταθερότητα στη μορφή της και κυρίως στην τυπολογία της (συντακτικό, γραμματική), να μην προσβάλλεται σοβαρά η φωνηματική και φωνολογία της. Όταν μεταφέρονται από την Αγγλική οι 190-200 λέξεις να προσαρμόζονται στο ελληνικό μορφοφωνολογικό σύστημα, και όχι να χρησιμοποιούνται ως έχουν από την Αγγλική.

Η σταθερότητα στη μορφή και στην ποιότητα της Ελληνικής είναι και θέμα διάρκειας και συχνότητας διδασκαλίας και όχι απλά θέμα γλωσσικής αφομοίωσης, όπως όχι αφελώς αλλά σκοπίμως υποστηρίζουν όλοι όσοι έχουν συμφέροντα να τη διδάσκουν ελλιπώς. Στην Αυστραλία διδάσκουμε την Ελληνική γλώσσα, κατά μέσον όρο, σε 700-800 ώρες διδασκαλίας σε όλη τη διάρκεια της σχολικής ηλικίας του παιδιού. Η σύγχρονη κοινωνική γλωσσολογία υποστηρίζει ότι για την εκμάθηση της Ελληνικής απαιτούνται 2.600-2.800 ώρες διδασκαλίας μέχρι και την Πρώτη Λυκείου (Year Ten). Επομένως η διδασκαλία της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης είναι κραυγαλέα ελλιπής. Απλά δεν κάνουμε τη δουλειά μας, δάσκαλοι και γονείς, αφού δεν προσφέρουμε επαρκή διδασκαλία και μάθηση στα παιδιά, γιατί συμφέρει όλους- συμφέρει τα σχολεία γιατί έτσι η διδασκαλία είναι οικονομική, συμφέρει και τους γονείς διότι βγαίνουν από την βαριά «υποχρέωση» να στέλνουν τα παιδιά τους δύο και τρεις φορές στο σχολείο, εφόσον βέβαια περισσεύσει χρόνος από τις κύριες προτεραιότητες της σύγχρονης μόδας, δηλαδή το μπάσκετ, την πετόσφαιρα, το ποδόσφαιρο κλπ (είναι αποδεδειγμένο ότι τίποτε από όλα αυτά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν θα συνεχίσουν στη ζωή τους), αλλά η επάρκεια στην Ελληνική γλώσσα σίγουρα θα τους φανεί χρήσιμη.

Έπειτα ακόμη δεν έχουμε συμφωνήσει στο επίπεδο γλωσσομάθειας που επιδιώκουμε μέσα από την ελληνόγλωσση εκπαίδευση στην Αυστραλία. Μήτε και το Πρώτο Επίπεδο (αρχάριοι-απλή επικοινωνιακή επάρκεια), από τα τέσσερα που σήμερα έχει καθιερώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν έχουμε βάλει ως πήχυ, ως τον επιδιωκόμενο γλωσσικό στόχο. Ο αυτοσχεδιασμός, το ανέντακτο της ελληνικής νοοτροπίας, ο ασύδοτος πλουραλισμός, η προχειρότητα στην εφαρμογή, το ασύνδετο των φορέων, ο εύκαιρος εφησυχασμός των γονέων, η «επαγγελματοποίηση» του εκπαιδευτικού παραμένουν κυρίαρχες αιτίες μιας χαλαρής και φλύαρης κατάστασης.

Ωστόσο έτσι αδικούμε τη γλώσσα μας, τη μόνη ζωντανή γλώσσα της αρχαιότητας, τη γλώσσα πηγή όλων των γλωσσών, ακόμη και ασιατικών (όπου τα βιβλία του Ευκλείδη διδάσκονταν στην Κίνα από τον 6ον αιώνα). Και γιατί την αδικούμε;

1. H Ελληνική είναι η αρχαιότερη ζωντανή γλώσσα της Ευρώπης.

2. Η Ελληνική παραμένει η γλώσσα του παγκόσμιου πολιτισμού από την αρχαιότητα, στο Βυζάντιο και στο σύγχρονο κόσμο.

3. Η Ελληνική είναι ο μοναδικός σύγχρονος απόγονος της οικογένειας των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, στην οποίαν έχουν γραφτεί τα κύρια κείμενα του Δυτικού Πολιτισμού και της Χριστιανοσύνης και αποτελεί κύρια γλώσσα των Ελληνόφωνων Πατριαρχείων της Κωνσταντινούπολης, της Αλεξάνδρειας και των Ιεροσολύμων

4. Η Ελληνική είναι η γλώσσα του Ελληνικού κλασικού κόσμου, του κόσμου που αναγέννησε τον Δυτικό Πολιτισμό και στην Ελληνική γλώσσα έγραψαν όλοι οι μεγάλοι Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, ποιητές, υμνογράφοι, ιστορικοί, μαθηματικοί, αστροφυσικοί επιστήμονες.

5. Η Ελληνική συνεχίζει να αποτελεί τη γλώσσα πηγή όλων των γλωσσών και να αποτελεί παγκοσμίως την Μεγάλη Μικρή Γλώσσα για να παραφράσουμε τον Οδ. Ελύτη.

Τα παλιά κτήρια, τα σημαντικά αρχιτεκτονικά μνημεία, τα προστατεύομε και τα φυλάσσουμε ως κόρη οφθαλμού, επενδύουμε σε αυτά, τα αναπαλαιώνουμε, τα περιβάλλουμε με περισσή στοργή, τα θαυμάζουμε και τα αξιοποιούμε. Για το αρχαίο ελληνικό αυτό γλωσσικό μνημείο, τη γλώσσα μας, και, ταυτόχρονα, τη μοναδική στον σύγχρονο κόσμο γλώσσα, πόσες θυσίες πρέπει να κάνουμε, με πόση αγάπη πρέπει να την περιβάλλουμε; Ας το σκεφτούμε!