Ο Θεόδωρος Σκαλτσάς γεννήθηκε στην Αυστραλία και έπιασε για πρώτη φορά το κλαρίνο στα χέρια του όταν ήταν μόλις εννιά ετών.

Έκτοτε ο έρωτας του για το ελληνικό αυτό όργανο όχι μόνο δεν έσβησε αλλά ο 36χρονος σήμερα επαγγελματίας κλαρινίστας φροντίζει να επιστρέφει κάθε χρόνο στην πατρίδα των προγόνων του και να παίζει όπου σταθεί και όπου βρεθεί το κλαρίνο του!

«Για μένα το όργανο αυτό είναι η ζωή μου και κάθε νότα του με φέρνει πιο κοντά στην ελληνικότητα μου, τις παραδόσεις της πατρίδας μας και τους Έλληνες» λέει ο μουσικός ο οποίος φέτος το καλοκαίρι κατά την διάρκεια των διακοπών του στους μαγικούς Παξούς πάνω σε ένα σκάφος, αποφάσισε εκεί στη μέση του πουθενά να παίξει το κλαρίνο του.

«Εκεί ανάμεσα στους βράχους και το απέραντο γαλάζιο του ουρανού και της θάλασσας σκέφτηκα πως ο ήχος του κλαρίνου μαζί με τον αντίλαλο από τα βράχια θα ήταν απλά μαγικός και έτσι δίχως δεύτερη σκέψη μου γεννήθηκε η επιθυμία να παίξω την ώρα που όλοι γύρω μου κολυμπούσαν» λέει ο Θεόδωρος ο οποίος δεν αποχωρίζεται ποτέ το αγαπημένο του όργανο.

«Για μένα η μουσική είναι βάλσαμο για την ψυχή και ειδικά το κλαρίνο, με την παραπονιάρικη αυτή μελωδία που κανένα άλλο όργανο δεν μπορεί να παράγει, είναι ο καλύτερος τρόπος να μιλήσω στην καρδιά των ξενιτεμένων Ελλήνων και να ταξιδέψουμε μαζί πίσω στις αναμνήσεις μιας άλλης πατρίδας» λέει ο ομογενής μουσικός, ο οποίος τα τελευταία έντεκα χρόνια επισκέπτεται την Ελλάδα για διακοπές αλλά και για να συμμετέχει σε διάφορες μουσικές εκδηλώσεις και να παίξει το κλαρίνο του.
«Όπου και αν πάω έχω πάντα μαζί μου συντροφιά το κλαρίνο. Είναι η ζωή μου. Όταν παίζω ειδικά στην Ελλάδα, ταξιδεύω σε έναν άλλο μαγικό κόσμο. Με συντροφεύει στα ταξίδια μου και είναι ο πιο γλυκός τρόπος να έρθω κοντά στους απλούς ανθρώπους που μόλις ακούν μια μελωδία αλλάζει το πρόσωπο τους και γινόμαστε όλοι μια μεγάλη παρέα» λέει ο Θεόδωρος, ο οποίος έλκει την καταγωγή του από την Αρκαδία και την Ηλεία.

«Ο πατέρας μου μετανάστευσε στην Αυστραλία το 1976 σε ηλικία 21 ετών και έχει καταγωγή από ένα μικρό χωριουδάκι, το Πράσινο, κοντά στο Λεβίδι Αρκαδίας. Η μητέρα μου κατάγεται από τα Βρίνα, ένα χωριουδάκι κοντά στην Αρχαία Ολυμπία. Ο παππούς μου στην Ελλάδα ήταν βιολιτζής, και από εκείνον μάλλον πήρα το γονίδιο του μουσικού» λέει ο Θεόδωρος ο οποίος έχει μέχρι στιγμής παίξει στα νερά της Χίου, της Μυτιλήνης, της Κρήτης, της Κέρκυρας, της Λευκάδας, της Πάρου, της Νάξου, της Ιθάκης, των Παξών και των Αντίπαξων, στην Πελοπόννησο και την Βόρεια Ελλάδα.

«Οφείλω να ομολογήσω πως το αγαπημένο μου μέρος να παίζω είναι το χωριό του πατέρα μου στην γιορτή της Παναγίας γιατί εκεί νιώθω πως για μένα ο χρόνος σταματά και όλα επιτρέπονται» λέει ο Θεόδωρος ο οποίος έμαθε να παίζει πρώτα πιάνο αλλά καθώς μεγάλωνε αποφάσισε πως το κλαρίνο ήταν για εκείνον ο καλύτερος τρόπος να κρατήσει επαφή με την ελληνικότητά του και να διατηρήσει την παράδοση ζωντανή.

«Ο ήχος του κλαρίνου με κάνει να ανατριχιάζω. Είναι ένα συναίσθημα και μια εμπειρία που δεν μπορώ να περιγράψω και με χαροποιεί ιδιαίτερα το γεγονός πως τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα αλλά και στην Αυστραλία, έχει γίνει στροφή προς το δημοτικό ελληνικό τραγούδι και το ενδιαφέρον των νέων να μάθουν να παίζουν το κλαρίνο και το μπουζούκι έχει επίσης αυξηθεί.

«Δεν υπάρχουν πολλοί κλαρινίστες στην Αυστραλία αλλά όσοι είμαστε αγαπάμε το όργανο και κάνουμε τα πάντα για να κρατήσουμε αυτή την πτυχή της ιστορίας μας ζωντανή», καταλήγει ο Θεόδωρος.