Ένας, αλλά λέων!

Βασίλης Σκουντής
Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο τσαλάκωσε για τα καλά τη μόστρα του ΝΒΑ και ο Βασίλης Σκουντής υποκλίνεται μπροστά στο θράσος και στο μεγαλείο του…

Μεγάλη κουβέντα είναι το δίχως άλλο αυτή που μου είπε χθες το πρωί στο ξενοδοχείο Hyatt Regency του Σικάγου, ο Παναγιώτης Γιαννάκης…

Ετοιμαζόμασταν να φύγουμε για το αεροδρόμιο και λίγο προτού χαιρετηθούμε (μιας και ο «Δράκος» θα βγάλει όλο τον υπόλοιπο μήνα στην Αμερική) ξαναπιάσαμε την κουβέντα για τον Γιάννη…

Είχε πλάκα αυτή η κουβέντα, διότι ένας Γιαννάκης μίλαγε για έναν (άλλον) Γιαννάκη!

Γιαννάκης είναι ο Παναγιώτης, Γιαννάκης ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε ο Αντετοκούνμπο…

«Κατάλαβες τι έκανε χθες ο Γιαννάκης;» μου υπέβαλε τη ρητορική ερώτηση ο Παναγιώτης. «Τι έκανε; Έχασε» του είπα γελώντας!

«Δεν έχασε» μου απάντησε. «Σχεδόν νίκησε, αλλά έκανε κάτι πολύ πιο σπουδαίο. Τα έβαλε στα ίσια με όλες τις μούρες του ΝΒΑ και κόντεψε να τις τσακίσει»!

Σαν να μην έχει άδικο ο σοφός Δράκος. Μπορεί ο «Greek Freak» να γύρισε στο σπίτι του ανυπομονώντας μάλιστα να σφίξει στην αγκαλιά του τον μπόμπιρα, με την τέταρτη ήττα του σε ισάριθμα (ανδρικά, πάει να πει μεγάλα και κανονικά, πέρα από τα δυο με τους Rising Stars) All Star Games, αλλά αυτή η ήττα είναι ένας θρίαμβος!

Ναι, είχε δίκιο ο Αμερικανός αρχιστράτηγος Ντάγκλας Μακ Αρθουρ, που είπε ότι «σε έναν πόλεμο, δεν υπάρχει υποκατάστατο της νίκης», αλλά είχε εξίσου δίκιο και ο περιβόητος προπονητής του φούτμπολ, Βινς Λομπάρντι…

«Δεν ηττηθήκαμε. Απλώς δεν είχαμε άλλο χρόνο»!

Αυτό ακριβώς συνέβη και στην προκειμένη περίπτωση; Η Team Giannis δεν ηττήθηκε, απλώς της τελείωσε ο χρόνος και όταν οι τελευταίοι κόκκοι της άμμου χύθηκαν από το πάνω δοχείο στο κάτω, τότε οι μεν ΛεΜπρονιστές πανηγύριζαν έξαλλα, οι δε Γιάννηδες συλλήβδην συνειδητοποιούσαν τι ακριβώς σήμαινε η φράση που έλεγαν οι δικαστές στην αρχαιότητα για να καταλάβει ο αγορεύων ότι δεν είχε άλλο χρόνο στη διάθεση του…

Εξέρρει το ύδωρ!

Bεβαίως με τα «what if» και τα πάσης φύσεως «αν» δεν βγαίνει συμπέρασμα, αλλά είναι γεγονός ότι ο Γιάννης (ο οποίος παρεμπιπτόντως έχει τον υψηλότερο μέσο όρο πόντων στα χρονικά των All Star Games με 27.2) πήρε ένα μεγάλο ρίσκο και τρομοκράτησε ολόκληρο το αμερικανικό μπασκετικό οικοσύστημα.

Αλλά, διάβολε, την κρίσιμη στιγμή, μετά την ελεύθερη βολή του Αντονι Ντέιβις και τα όσα είχαν συμβεί νωρίτερα, χώρια η εφαρμογή του καινούργιου και ρηξικέλευθου κανονισμού στην τέταρτη περίοδο, του τελείωσε του δόλιου ο χρόνος!

Αφήνω στην άκρη τις κάθε λογής θεωρίες συνωμοσίας και μένω σε αυτό που εντέλει αποτυπώθηκε και υπήρξε κιόλας προϊόν μιας τρομακτικής συγκυρίας: λες και συνωμότησε το Σύμπαν, το 69o All Star Game έληξε με σκορ 157-155, που αθροιστικά βγάζει 312 πόντους.

Εάν προστεθούν τα έξι ψηφία, τότε το αποτέλεσμα κάνει σούμα 24…

Ναι, διάβολε, τωόντι προκύπτει ο νούμερο του συχωρεμένου του Κόμπε!

Όλα σε θυμίζουν, το δίχως άλλο. Κι όλοι σε δακρύζουν, διότι θαρρώ πως ο πρόλογος του αγώνα (με το τραγούδι της Τζένιφερ Χάντσον και το αφήγημα του Common) θα ανάγκασε να βαλαντώσουν ακόμη κι εκείνοι που το βράδυ της 26ης Ιανουαρίου δεν είχαν ρίξει ούτε ένα δάκρυ!

Πόνος με… χρονοκαθυστέρηση, τουλάχιστον εγώ τον βίωσα κατ’ αυτόν τον τρόπο και ένιωσα πως ένα δάκρυ χαράκωνε το πρόσωπο μου, προχθές το βράδυ στο United Center την ώρα που κάποιοι έλεγαν την Ιστορία και κάποιοι μίλαγαν μαζί της…

Λίγο αργότερα (είμαι σίγουρος πως) κάποιος εκεί ψηλά θα γέλαγε με την ψυχή του και θα αισθανόταν δικαιωμένος για το λανσάρισμα του πνεύματος και του δόγματος του…

Αυτό που εξελίχθηκε στην τέταρτη περίοδο υπήρξε ο εγκυκλοπαιδικός ορισμός και η επιτομή του «Mamba Mentality», όπερ μεθερμηνευόμενον εστί «βγαίνω στο γήπεδο για να σκοτώσω ή να πεθάνω»!

Ο Γιάννης ήταν ένας φονιάς και στο τέλος έπεσε ηρωικώς μαχόμενος, αφού προηγουμένως είχε τρομοκρατήσει τις μούρες του ΝΒΑ, κατά πως το είπε και ο Γιαννάκης…

Όσο διαρκούσε ο αγώνας και μέχρι να συμβεί ο α λα Μπίρχοφ και Τρεζεγκέ «sudden death» (ξαφνικός θάνατος στους 157 πόντους), ο Ελληνας σούπερ σταρ έκανε ολόκληρο το ΝΒΑ να τρέμει. Δεν ξέρω κιόλας εάν όσοι εκφράζουν τι κατεστημένο είχαν προλάβει να τον επικηρύξουν, κολλώντας αφίσες με την αφεντομουτσουνάρα του στις κολόνες απανταχού της αμερικανικής γης, αλλά σίγουρα έπαθαν ταράκουλο!

Ο λόγος; Ο Γιάννης και έντεκα αουτσάιντερ ταρακούναγαν για τα καλά την αριστοκρατική καθεστηκυία τάξη του παγκοσμίου μπασκετικού στερεώματοςκαι, διάβολε, αυτό δεν το λες και μικρό πράγμα…

Εάν μάλιστα δεν αποδεικνυόταν ολίγον τι απρόσεκτος και ατζαμής ο (κατά τα άλλα πρωταθλητής του ΝΒΑ) Κάιλ Λάουρι, τότε οι Γιάννηδες θα είχαν κάνει στους λεγάμενους μια… κηδεία μούρλια!

Δεν είχα καμιά αμφιβολία σε ό,τι αφορά την ψυχοσύνθεση και το ποιόν του Γιάννη: είναι παλικάρι απ’ τα λίγα και –για να αποδίδω τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ- αυτό το είχε διαγνώσει πρώτος ο Κέβιν Ντουράντ…

Στη δεύτερη σεζόν του Γιάννη στο ΝΒΑ, είχε βγει ο τότε παίκτης των Θάντερ και είπε ότι «με αυτό το παλικάρι πας στον πόλεμο»!

Με αυτό το παλικάρι πήγε στον πόλεμο του Σικάγου, ο συρφετός που ο ίδιος στρατολόγησε για να τινάξουν την μπάνκα στον αέρα: δεν πρόκειται βεβαίως για τυχάρπαστους παίκτες, αλλά όπως και να αξιολογηθούν, υστερούν σε σχέση με το ασκέρι που μάζεψε ο ΛεΜπρόν.

Παρεμπιπτόντως ο σούπερ σταρ του ΝΒΑ έπαθε μια… Ιγκουονταλίαση! Τη φάση στην οποία ο Γιάννης κόλλησε την μπάλα στο ταμπλό εννοώ και έμοιαζε βγαλμένη από το καρμπόν της μυθικής τάπας που είχε κάνει ο ΛεΜπρόν στον Ιγκουοντάλα στον έβδομο τελικό της σεζόν 1025-16…

Το βράδυ του ντραφτ των παικτών του All Star Game, μόλις ολοκληρώθηκαν τα ρόστερ είπα από μέσα μου «πόσο… Γιάννης είσαι»! Το ίδιο είπα και φωναχτά, εις επήκοον δεκάδων δημοσιογράφων, το Σάββατο πρωί στην Wintrust Arena, όπου ο Γιάννης αποτελούσε το αντικείμενο του πόθου του σιναφιού μου…

«Μα τι όνειρο είδες βρε χρυσέ μου και διάλεξες αυτή την ομάδα;» τόλμησα να τον ρωτήσω στα ελληνικά και το πρόσωπο του άστραψε …

«Μπορώ να απαντήσω στα αγγλικά;» με ρώτησε. «Θέλω να μάθει όλος ο κόσμος το σκεπτικό μου»…

Δεν τόλμησα να του αρνηθώ και ιδού η εξήγηση του που αποτελεί κιόλας τη δεδηλωμένη και αναλλοίωτη στάση ζωής του…

«Διάλεξα στο ντραφτ μια ομάδα γεμάτη από αουτσάιντερ, διότι αυτό ακριβώς είμαι και εγώ. Ήθελα και πήρα παίκτες που μου μοιάζουν και ταιριάζουν στη φιλοσοφία μου. Σε όλη μου τη ζωή κυνηγώ έναν στόχο: να γίνομαι καλύτερος παίκτης, να έρθω στο ΝΒΑ, να περάσω στα πλέι οφς, να πάρω το πρωτάθλημα και πάει λέγοντας» είπε. Και συμπλήρωσε: «Ο κόσμος πιστεύει ότι έκανα λανθασμένες επιλογές και είμαι κακός τζένεραλ μάνατζερ. Δεν μπορείς όμως να κάνεις λάθος όταν έχεις να διαλέξεις ανάμεσα στους 24 καλύτερους παίκτες του κόσμου. Εγώ πάντοτε θέλω να παίζω με τους κορυφαίους και να νικώ τους κορυφαίους. Έχω λοιπόν εμπιστοσύνη στους συμπαίκτες μου και πιστεύω ότι θα νικήσουμε»!

Τριάντα έξι ώρες αργότερα σχεδόν νίκησαν και πάντως ο Γιάννης τσαλάκωσε για τα καλά τη μόστρα ολόκληρου του ΝΒΑ…