aixmi-news.gr
Γάμος στο Αιτωλικό  (Μέρος β')

Γάμος στο Αιτωλικό (Μέρος β')

(Στο 2ο μισό του περασμένου αιώνα)

Διαβάστηκε 8191 φορές
29/02/2020 - 09:49

Ημερομηνία πρώτης δημοσίευσης: 27/02/2020

Της Μάγδας Βελτσίστα

Πάνω ένα μικρό αγοράκι, το χάιδευαν και το στριφογυρνούσαν. Για να φέρει γούρι. Για να γεννηθούν αγόρια. Και τραγουδούσαν στη νύφη: «Να κάνεις σερνικά παιδιά σαν της μηλιάς τα μήλα.» Εκεί κοντά, εκεί μπροστά, βγάζανε ένα πλουμιστό μαντήλι και στήνανε χορό. Καλαματιανό και τσάμικο. Άντε και κανένα ουζάκι!

Τα προικιά, τα προικιά

Την Πέμπτη πριν από την Κυριακή του γάμου, συνήθως, είχαμε άλλο ένα πανηγύρι: Μια «σεβάσμια» αντιπροσωπεία από το σόι του γαμπρού πήγαινε στο σπίτι της νύφης, είτε αυτό ήταν στο Αιτωλικό, είτε σε κάποιο χωριό,  για να πάρει τα προικιά και να τα μεταφέρει στο σπίτι όπου θα έμενε το ζευγάρι. Τα φόρτωναν σ’ ενα φορτηγό, στόλιζαν τα πλαϊνά του με κουβέρτες, παπλώματα, κιλίμια, χράμια, κεντήματα κι ό, τι άλλο αξιοζήλευτο, και γυρνούσαν σ’ όλους τους δρόμους του Αιτωλικού με τραγούδια και φωνές. Ο κόσμος πετούσε ρύζι κι έλεγε ευχές. Όταν έφταναν στον προορισμό τους, καινούργιος έλεγχος. Πεθερά και κουνιάδες, αν υπήρχαν, συγγένισσες του γαμπρού και γείτονες, κοιτούσαν, μετρούσαν και σχολίαζαν.

- Σ’ αρέσει το στρώμα;

-Ναι.

-Και το πάπλωμα;

-Ναι.

-Πόσα σεντόνια έχει και πόσες κουβέρτες; Εχει τραπεζομάντηλα;

Η πεθερά συχνά - πυκνά   δημιουργούσε καταστάσεις. «Δεν είναι καλό το κιλίμι, δεν είναι καλό το πάπλωμα, δεν, δεν δεν...» Γι’ αυτό, πολλές φορές, όταν η οικογένεια ήταν πολύ φτωχή  και οι ελλείψεις ήταν έκδηλες, «έβγαιναν παραέξω». Ζητούσαν από γυναίκες που ξέρανε πως θα ανταποκριθούν και δε θα «μιλήσουν», να τους δανείσουν πράγματα, είδη προικός εννοείται, να τα δει το συμπεθεριό, να ηρεμήσει, να καμαρώσει και μετά, εν κρυπτώ, θα τα επέστρεφαν.

Μέσα στα υφαντά που έχω από τη μάνα μου υπάρχει και μια κουβέρτα κίτρινη καραμελωτή, με πράσινη γαρνιτούρα. Την έχει υφάνει με τα χεράκια της. Και άρεσε σε όλους. Γι' αυτό και τη δάνεισε τέσσερις φορές σε νύφες, για το σκοπό που είπαμε. Μάλιστα, την τέταρτη φορά  της είπε ο διαμεσολαβητής: «Η πεθερά είναι καλόβολος άνθρωπος, αλλά έχει μιαν αδερφή ανύπαντρη στρίγγλα, που την επηρεάζει, κάνε κάτι, βόηθα την κατάσταση, σε παρακαλώ.»

Αυτήν την κίτρινη, υφαντή κουβερτούλα μου πολύ την αγαπώ. Μας έχει ζεστάνει, μας έχει στολίσει. Κι ακόμα έχει επιτελέσει έργο βαθιά κοινωνικό. Πάντρεψε τέσσερα φτωχά κορίτσια και ξεγέλασε πέντε (05) πεθερές!

«Τάξε, τάξε» στον κουμπάρο.

Το έθιμο αυτό έρχεται από πολύ μακρυά και κανένας δε θυμάται πια την καταγωγή και τη σημαντική του. Άλλωστε, έχει από καιρό ατονίσει και καταργηθεί.

Μετά το «Ησαϊα χόρευε» λοιπόν, αφού ,όλοι οι παράγοντες της τελετής είχαν γυρίσει στις θέσεις τους, κάποιοι φίλοι έπιαναν τον κουμπάρο από τη μέση και τον σήκωναν ψηλά, κραυγάζοντας: «Τάξε, κουμπάρε, τάξε. Για το ζευγάρι». Κι εκείνος, προετοιμασμένος, έταζε αναλόγως:

-Δυο πετάλια μεγάλα.

-Ενα τενεκέ λάδι.

-Ενα τραπέζι στην Αθήνα. Θα τους πάω στον Τσιτσάνη.

Και μετά, τι;

Θά θελα αυτήν την μνήμη να την πω... αλλά μακρυά, στα πρώτα παιδικά μου χρόνια κείται και δεν έρχεται...

Μετά την τελετή: Να  προσκυνήσει η νύφη την πεθερά.

Έθιμο της πολύ παλιάς εποχής κι αυτό. Και δεν ξέρω αν μπορώ να το αποδώσω σωστά. Φαίνεται, πως η μάνα του γαμπρού, συχνά από πρόθεση, ή και χωρίς πρόθεση, δεν παρευρίσκονταν στην εκκλησία, στο γάμο. Έτσι, μετά το μυστήριο, τα φιλιά και τις χίλιες ευχές, η νύφη, με το νυφικό και το πέπλο της, έπρεπε να πάει στο σπίτι όπου θα ζούσε με την πεθερά, ή όπου ζούσε η πεθερά ( χωρίς να υπάρχει προοπτική συγκατοίκησης) και να την προσκυνήσει (!) Ναι, προσκύνημα κανονικό, με γονυκλισία, όπως την Παναγία.

Σε μια τέτοια περίπτωση παραβρέθηκε η μάνα μου, γιατί έπρεπε, είχε το γαμπρό ανιψιό. Φύγανε με το ταξί από το Αιτωλικό, γαμπρός και νύφη και συμπεθέροι, και πήγανε στο Θέρμο, ναι (!) στο Θέρμο. Εξω από την πόρτα της πεθεράς περίμενε όλη η γειτονιά. Όταν είδαν το ταξί με τις άσπρες κορδέλες, άρχισαν να τραγουδάνε:

Έβγα, κυρά και πεθερά

να υποδεχτείςτην πέρδικα

Η πεθερά βγήκε, η νύφη την προσκύνησε μεγαλοπρεπώς, η πεθερά τη φίλησε και της έριξε ρύζι και λουλούδια.

Καλώς τηνα την πέρδικα

Που περπατεί λεβέντικα

Η νύφη μπήκε μέσα στο σπίτι της πεθεράς. Και μαζί και ο λοιπός συγκεντρωμένος κόσμος. Κεράσματα: κουραμπιές στο χέρι, δεν υπήρχαν ούτε πιατελάκια, ούτε χαρτοπετσέτες.Τότε οι άνθρωποι αρκούνταν στα πολύ απαραίτητα. Συχνά δεν υπήρχε ούτε ο κουραμπιές.

Και μετά, το ταξί γύρισε πίσω στο Αιτωλικό.Και ήταν όλοι τους πολύ ευχαριστημένοι. Είχαν κάνει το καθήκον τους με τον πιο εξαντλητικό τρόπο.

Τα π’στρόφια: Αν, διαβάζοντας την παραπάνω λέξη, νομίζετε πως είναι αρμένικη ή βουλγάρικη, κάνετε μεγάλο λάθος. Η λέξη είναι ελληνικότατη, από το ρήμα επιστρέφω και «επιστρόφια», στη λαϊκή γλώσσα, τη ρουμελιώτικη διάλεκτο, είναι η διαδικασία της επιστροφής. Σύμφωνα με το έθιμο, η κοπέλα που παντρεύτηκε «εκτός έδρας» και πήγε να ζήσει σε άλλο τόπο, είχε δικαίωμα και υποχρέωση, δύο ή τρεις βδομάδες μετά το γάμο της, να γυρίσει στο χωριό της και να μείνει λίγες μέρες με την παλιά οικογένεια. Σπάνια τη συνόδευε ο σύζυγος και, σίγουρα, κανένας απολύτως από τους καινούργιους συγγενείς.

Επιβιώνει σήμερα αυτό το έθιμο; Ενδεχομένως. Για λόγους παράδοσης, εκτιμώ. Γιατί σήμερα ο κόσμος έχει τα αυτοκίνητά του, τα κινητά του κι άλλους πολλούς, μοντέρνους τρόπους επικοινωνίας. Από την άλλη, άλλο να μιλάς στο τηλέφωνο κι άλλο να αγγίζεις  το αγαπημένο πρόσωπο και τον αγαπημένο χώρο.

Το άσπρο νυφικό σεντόνι με το αίμα και η παρθενιά της νύφης

Είναι θέμα λεπτό και δύσκολο, για το οποίο πολύ λίγα πράγματα θα ήθελα να πω. Που την επομένη του γάμου περίμενε η πεθερά να της πάει η νύφη ή ο γιος της ή και οι δυο μαζί τα αποδεικτικά της παρθενιάς: το αίμα στο άσπρο νυφικό σεντόνι. Προκατάληψη φερμένη κατευθείαν από τα βάθη της Ανατολής και την αχλύ των αιώνων.

Υπερηφάνεια ή ντροπή, ικανοποίηση ή διασυρμός.

Πολλές οι διηγήσεις στο Αιτωλικό, το θεωρούσαν θέμα ηθικής τάξεως κι ευθύνης. Οι νεώτεροι, ρωτήστε τη γιαγιά σας. Οι παλαιότεροι, απλώς θυμηθείτε. Το τεριρέμ και οι γαμήλιες βίζιτες: Το καινούργιο ζευγάρι, είτε πήγε νυφικό ταξίδι είτε όχι, έπρεπε τη δεύτερη Κυριακή από το γάμο του, να κάνει επίσημη  «επίσκεψη» στην εκκλησία και μετά, στους συγγενείς και φίλους. Για το σκοπό αυτό έστελναν στην εκκλησία της ενορίας τους μια λειτουργιά μέσα σε κάτασπρη βαμβακερή πετσέτα. Και στους συγγενείς, φίλους και γείτονες δυο γλυκά, κατά προτίμηση κουραμπιέδες. Αυτό ήταν κίνηση συμβολική: Αύριο θα σας επισκεφθούμε!

Θυμάμαι σαν τώρα που Σάββατο μεσημέρι μας χτύπησε την πόρτα  η Βούλα, ανηψιά της Αθηνάς, της νιόπαντρης. Ανέβηκε τη σκάλα κρατώντας ένα μεγάλο δοχείο σκεπασμένο με κεντημένη πετσέτα κι έβαλε στο πιάτο που της έδωσε η μάνα μου δυο κουραμπιέδες.

-Αύριο μετά την εκκλησία, είπε. Θα 'ρθουν ο Κώστας και η Αθηνά.

-Και στα δικά σου, κορίτσι μου, της είπε η μάνα μου, και στα δικά σου  κοριτσάκι μου. Για να αποτυπώσουμε την πραγματικότητα, δεν το είπε ακριβως έτσι. Είπε: «Κι σ’τα δκά σ’ κουρίτσι μ’, κι στα δ’κούλια σ’ κουρτσάκι μ’». Εκ των υστέρων έμαθα ότι η κοπέλα που εκτελούσε αυτού του είδους την αποστολή έπρεπε να είναι ανύπαντρη. Για  γούρι. Για να ανοίξει η τύχη της και να παντρευτεί!

Αλλά, η αποθέωση του πράγματος συνέβαινε εκείνο το συγκεκριμένο πρωί, στην εκκλησία, λίγο πριν την απόλυση. Ο δεξιός κι ο αριστερός ψάλτης ,μαζί και εναλλάξ, έψελναν για τους νεόνυμφους  το «τεριρέμ», το υπέροχο  βυζαντινό μέλος που σε γεμίζει χαρά κι αισιοδοξία. Όλοι στην εκκλησία γύριζαν και τους κοίταζαν. Μερικοί δάκρυζαν. «Να ζήσετε», τους ψιθύριζαν οι πιο κοντινοί. Ο δε Αλέκος  Καλιακούδας, ο ψάλτης της Παναγίας, μου είπε πως, παλιότερα, όταν το ζευγάρι έμπαινε στην εκκλησία, η νεωκόρος, πρώτα η κυρα-Ξανθή και μετά η κυρά-Τσάντα, πρόσφεραν στη νύφη μια μικρή ανθοδέσμη.

«Τεριρέμ», τότε ή τώρα, στην αρχή της κοινής ζωής.Τυλιγμένο στη ζωντανή, ακόμα, βυζαντινή μουσική παράδοση του Αιτωλικού και τραγουδισμένο από τους λαμπρούς λειτουργούς της, τους παλιούς και νεώτερους Αιτωλικιώτες ιεροψάλτες!

«Τεριρέμ» λοιπόν. Και καλορίζικα!   

Μπορείτε να προμηθευτείτε την εφημερίδα στα περίπτερα του νομού

29/02/2020 - 10:27 Εκτύπωση