Χωρίς προειδοποίηση ήταν η πλημμύρα που έπληξε το 1884 το Μεραμπέλλο και ειδικότερα την Κριτσά και τον Κρούστα, παραμονή Χριστουγέννων. Το έγγραφο υπογράφει ο τότε δήμαρχος Κριτσάς Γεώργιος Εμμ. Πάγκαλος, που απέστειλε στην εφημερίδα «Μίνως» επιστολή (30 Δεκεμβρίου 1884), για την «εν Κριτσά ενσκήψασα θύελλα». Καταπληκτική η περιγραφή, αλλά και η γλώσσα. Αξίζει να το διαβάσετε πολύ προσεκτικά:
«Εν ριπή οφθαλμού θύελλα εν όλη τη ειδεχθεί αυτής όψει και τω τρομερώ μεγαλείω ενέσκηψεν μυκωμένη ως αγέλη μυριάδων βοών επί σφαγήν αγομένων. […] Αλλοίμονον εις τας υψικόμους και υπερηφάνους λεύκας, τας υπερηφάνους δρυς, τας ξανθάς ελαίας και τας βαθυκόμους κερατέας, όσαι δεν έκλιναν προ της ωργισμένης αυτού Μεγαλειότητος εδαφιαίως τον αυχένα. Εξεσπώντο πρόρριζα και ως φρύγανα εξεσφενδονίζοντο μακράν εις τας απορρώγας και τας φάραγγας, οπόθεν παρεδίδοντο εις την οργήν των αφριζόντων χειμάρρων, υφ’ ών πάλιν κυλινδούμενοι οι πελώριοι αυτών κορμοί και μετά πατάγου συντριβόμενοι ερρίπτοντο έπειτα εις την πεδιάδα. Ενταύθα επιχωματούμενοι έφρασσον τας διεξόδους των υδάτων και εγένοντο αφορμή όπως ταύτα κατακλύσωσι παν το προστυχόν, αγρούς, αμπελώνας, φυτείας και κήπους, να συμπαρασύρωσι δε και τον εκ της θυέλλης καταπεσόντα ελαιόκαρπον».
Τότε δεν είχε αυτοκίνητα και την πάτησαν οι ελιές: «Η ζημία η προξενηθείσα κατά την αποφράδα εκείνην ημέραν εις τον Δήμον Κριτσάς ανέρχεται κατά τους υπολογισμούς των αυτοπτών άνευ ουδεμιάς υπερβολής εις εν εκατομμύριον περίπου γροσσίων. Ελαίας μόνον εις Κριτσάν και Κρούσταν κατέστρεψεν 1.700 μαγγανιάς, ήτοι 20.840 μουζούρια αξίας 283.000 γροσίων».
Συνεχίζει: «Εκ της θεομηνίας ταύτης απεσπάσθη και εις πελώριος βράχος εκ του υπερκειμένου εις την κωμόπολιν βουνού και εκσφενδονίσθη κατά ταύτης. Αν δε ούτος, κατά θείαν οικονομίαν δεν συνετρίβετο κατά την πτώσιν του εις τεμάχια και δεν εξετρέποντο της αρχήθεν διευθύνσεως του, ήθελεν επενέγκει ανηκέστους συμφοράς, επειδή έμελλεν αναποδράστως να συμπαρασύρη κατά της διάβασίν του τας προστυχούσας οικίας και ν’ αφαιρέσει πολλάς ανθρώπων ζωάς»!
♦ Ευχαριστώ την φιλόλογο Μαρία Σωρού για την κοινοποίηση.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΛΩΝΤΖΑΣ