ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Σάββατο 4 Αυγούστου 2018

Το άγνωστο σε πολλούς μεσαιωνικό κάστρο στη Νέα Επίδαυρο

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 12:01:00 μ.μ. |
Το άγνωστο σε πολλούς μεσαιωνικό κάστρο στη Νέα Επίδαυρο
Το κάστρο της Νέας Επιδαύρου είναι μεσαιωνικός οικισμός που εξελίχθηκε σε σύγχρονο, σε ύψωμα με φυσική οχύρωση, πάνω από ένα βάραθρο και σχετικά κοντά στη θάλασσα. Το παλιό όνομα του χωριού ήταν Πιάδα.

Το Όνομα του Κάστρου
Πολλές είναι οι διαφορετικές ονομασίες που μαρτυρούνται σε δυτικούς πορτολάνους από την αρχή του 14ου αι., όπως Preduia, Pedruia, Predena, Pednera, ενώ στους ελληνικούς πορτολάνους αναγράφεται με το όνομα Πιάδα (Piada). Παράλληλα, στους φράγκικους καταλόγους των κάστρων απαντούν και οι ονομασίες Pigiada, Pegiada, Pyegata, Pleda, Pedroia.
Ιστορία

Το κάστρο κατασκευάστηκε μάλλον κατά τους βυζαντινούς χρόνους και συμπληρώθηκε στα χρόνια της φραγκοκρατίας και αργότερα της ενετοκρατίας.

Μετά την κατάληψή της Πελοποννήσου από τους Φράγκους, ο οικισμός ανήκε στην Καστελανία της Κορίνθου που ήταν στη δικαιοδοσία του Όθωνα Ντελαρός, Δούκα των Αθηνών. Αποτέλεσε στη συνέχεια τμήμα της προίκας της Bartholomée Chauderon και δόθηκε το 1272 ως φέουδο στον Nicolo Ghisi του ενετικού οίκου Ghisi του Αρχιπελάγους.

Το 1342, η Πιάδα πέρασε στα χέρια του Φλωρεντίνου Νικολό Ατσαγιόλι (Nicolo Acciaiuoli), στον οποίο απονεμήθηκε το 1358 και ολόκληρη η Καστελλανία Κορίνθου (8 κάστρα). Παρέμεινε μέχρι το τέλος του 14ου αιώνα στα χέρια της οικογένειας Ατζαγιόλι (που από το 1385 έγιναν Δούκες των Αθηνών).

Μετά το 1400, την ευρύτερη περιοχή της Πιάδας κατείχε η οικογένεια των Καταλανών αρχόντων της Αίγινας Capoena.
Κάποια στιγμή, περί τα μέσα του 15ου αιώνα το κάστρο πέρασε στην κατοχή των Ενετών. Αυτό μάλλον έγινε στα ταραγμένα χρόνια της Οθωμανικής κατάκτησης του Μοριά. Οι Ενετοί ήδη από το 1388 είχαν γίνει κύριοι της Αργολίδας και κατόρθωσαν να παραμένουν εκεί και μετά την επέλαση των Οθωμανών ενώ, φαίνεται, επωφελήθηκαν από το χάος που επικρατούσε και πρόσθεσαν στις κτήσεις τους και άλλα γειτονικά μέρη όπως η Πιάδα. Στους καταλόγους των φράγκικων κάστρων του 1463 και του 1467, η Πιάδα αναφέρεται ως ενετική κτήση, αν και στη δεύτερη λίστα σημειώνεται ότι είναι κατεστραμμένη.

Οι Τούρκοι επικράτησαν στην περιοχή μετά το 1481, όταν οι Ενετοί αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και να παραδώσουν τα περισσότερα κάστρα της Αργολίδας. Επί Τουρκοκρατίας η Πιάδα γνώρισε περίοδο ακμής. Οι Ενετοί επέστρεψαν μετά τον 6ο Ενετοτουρκικό πόλεμο. Κατά την Β’ Ενετοκρατία, (1685-1715) το κάστρο ξαναέγινε ενετικό και ίσως τότε να έγιναν οι τελευταίες εργασίες ανοικοδόμησης. Η Πιάδα περιλαμβάνεται στην απογραφή κάστρων του 1700 του «βασιλέως του Μορέως» Grimani ως Pigiada. Μετά το 1715, οι Τούρκοι επανήλθαν…

Στις 20 Δεκεμβρίου 1821 στην Πιάδα άρχισε η Α' Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων και ολοκληρώθηκε στις 16 Ιανουαρίου 1822. Η Εθνοσυνέλευση ανακήρυξε την ανεξαρτησία της Ελλάδας, αποφάσισε για την ελληνική σημαία και έδωσε στη χώρα το πρώτο της πολίτευμα. Επιπλέον αποφάσισε τη μετονομασία του χωριού από Πιάδα σε Νέα Επίδαυρο.

Πάντως η Εθνοσυνέλευση έγινε έξω από το κάστρο, στο χώρο του παλαιού δημοτικού σχολείου της Νέας Επιδαύρου.

Ο οικισμός συνέχισε να κατοικείται μέχρι σήμερα, αλλά μόνο ελάχιστα υπολείμματα σώζονται από τα τείχη της ενετικής οχύρωσης, στο επάνω μέρος στην ακρόπολη του οικισμού.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Περιμετρικά υπάρχουν υπολείμματα των τειχών που είναι ορατά από το χωριό. Στην κορυφή, μέσα στο κάστρο, υπάρχουν ελάχιστα ερείπια και μια εκκλησία (Άγιος Ιωάννης) που είναι το μοναδικό άρτιο κτίσμα.

Στο κάστρο οδηγεί στενό δρομάκι που αρχίζει από τον κεντρικό δρόμο του χωριού (υπάρχει πινακίδα).

Το δρομάκι έχει πλακοστρωθεί σχετικά πρόσφατα και η ανάβαση είναι εύκολη και σύντομη. Τα τελευταία μέτρα μόνο είναι κατσάβραχα και χρειάζεται λίγη προσοχή.

Έχει ακανόνιστο σχήμα καθώς ακολουθεί το φρύδι του βράχου. Η κάτοψή του είναι μακρόστενη, εκτεινόμενη στον άξονα Α-Δ και έχει μήκος περίπου 120μ. Και πλάτος μεταξύ 15 και 20 μ. Τα τείχη είναι κάθετα με πάχος περίπου 0,70μ. Είναι κατασκευασμένα από αδρά πελεκημένους λίθους μεσαίου μεγέθους με συνδετικό κονίαμα και τμήματα κεραμιδιών.
Οχυρωμένες είναι μόνο η νότια, δυτική και ανατολική πλευρά του, ενώ η βόρεια είναι ατείχιστη λόγω της φυσικής οχύρωσης που παρέχει η απότομη χαράδρα του Βόθυλα. Η πύλη του κάστρου βρισκόταν στα ανατολικά. Στη νότια πλευρά σώζονται τα κατάλοιπα πεταλόσχημου προμαχώνα μάλλον) και δυο κατεστραμμένων (σε μεγάλο βαθμό) τετράπλευρων πύργων.

Ο κεντρικός πύργος, τετράγωνης κάτοψης, βρισκόταν στα βορειοδυτικά, στο ψηλότερο σημείο του υψώματος. Από αυτόν τον πύργο σώζεται μόνο το δάπεδο που ανήκε στη δεξαμενή, η οποία βρισκόταν στο κατώτερο τμήμα του πύργου, και είναι επιχρισμένη εσωτερικά με κονίαμα (κουρασάνι).

Στο εσωτερικό του κάστρου, σώζονται ορισμένα οικοδομικά λείψανα, εκ των οποίων τα ερείπια δυο μονόχωρων ναών. Σε καλή κατάσταση σώζεται στα δυτικά ένας τρίτος μονόχωρος καμαροσκεπής ναός, αφιερωμένος στον Άγ. Ιωάννη τον Θεολόγο. Ο ναός, σύμφωνα με κτητορική επιγραφή τοιχογραφήθηκε το 1710, ενώ σώζει εντοιχισμένη ανάγλυφη πλάκα μεσοβυζαντινών χρόνων, με μεταγενέστερα χαραγμένη τη χρονολογία 1708.

Πηγές

Antoine Bon, 1969, La Morée franque. Recherches historiques, topographiques et archéologiques sur la principauté d'Achaïe (1205-1430), Editions de Boccard, pp.485
Κορδώσης Μ., "Η Φραγκική Καστελλανία της Κορινθου. Τα κάστρα και η περιοχή τους", Πρακτικά Γ΄Παγκορινθακού Συνεδρίου, Κιάτο 2009, 225-226
Καρποδίνη Ε., Κάστρα της Πελοποννήσου, Αθήνα 1993, 240
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ