26 Φεβρουαρίου Σαν σήμερα οι Οθωμανοί πυρπολούν την Χαλανδρίτσα

26 Φεβρουαρίου 1822: Οθωμανοί λεηλατούν και πυρπολούν τη Χαλανδρίτσα Αχαΐας

26 Φεβρουαρίου 1822: 2.000 Οθωμανοί λεηλατούν και πυρπολούν τη Χαλανδρίτσα Αχαΐας – Τελικά οι Έλληνες νικούν με αρχηγό τον Γενναίο Κολοκοτρώνη

Τόν Φεβρουάριο τού 1822, ο τουρκικός στόλος ενίσχυσε τήν φρουρά τού κάστρου τών Παλαιών Πατρών μέ 8.000 Τούρκους πού τούς είχε μπαρκάρει από τήν Μικρά Ασία (Ανατολίτες).

Εν τώ μεταξύ είχε πέσει ο Αλή πασάς καί ο Χουρσίτ σκόπευε νά κατέβει στήν Πελοπόννησο γιά νά συντρίψει τήν επανάσταση. Όταν οι γερουσιαστές είπαν στόν Γέρο τού Μοριά, ότι «έρχονται ογδόντα χιλιάδες κάτω στό Μοριά καί αλοίμονό μας», ο γέρο – κλέφτης τούς απάντησε ατάραχος ‘Έχει ο Θεός».

Η κυβέρνηση είδε τόν άμεσο κίνδυνο καί ο Υπουργός Εσωτερικών Ιωάννης Κωλέττης ανέθεσε μέ έγγραφό του τήν πολιορκία τού στρατηγικού κάστρου τών Πατρών στόν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ο οποίος τάχιστα συγκέντρωσε στρατιωτικά σώματα από όλη τήν Πελοπόννησο πού έσπευσαν νά περικυκλώσουν τήν πόλη από όλες τίς πλευρές.

Στίς πρώτες μάχες πού έγιναν στή Χαλανδρίτσα καί τά Τσουκαλαίϊκα οι Έλληνες μέ αρχηγούς τόν Γενναίο Κολοκοτρώνη, τόν Αποστόλη Κολοκοτρώνη καί τόν Πλαπούτα (Κολιόπουλο) νίκησαν τούς ανατολίτες Τούρκους τούς οποίους ονόμαζαν περιφρονητικά καί «Κακλαμάνους».

Κατά την Ενετοκρατία ήταν αρχικά τμήμα της Βαρωνίας της Πάτρας από όπου και αποσπάστηκε νωρίς ανεξαρτητοποιήθηκε και ιδρύθηκε η Βαρωνία της Χαλανδρίτσας, η οποία διοικήθηκε από την οικογένεια Τρεμουίγ και μετά από την οικογένεια Ζαχαρία.

Στη γαλλική παραλλαγή του Χρονικού του Μορέως αναφέρεται ως Calandrice. Κατά την Τουρκοκρατία είχε την ίδια τύχη με την υπόλοιπη Αχαΐα και μετά τα Ορλοφικά σύμφωνα με τον Γάλλο περιηγητή Γκουφιέ είχε ερημώσει.

Το 1770 αναφέρεται ότι η περιοχή ανήκε σε Οθωμανό τσιφλικά από την Ναύπακτο.

Τότε ο Πουκεβίλ έγραψε σε απόσπασμά του ότι η Χαλανδρίτσα κάποτε ήταν επισκοπή που εξαρτιόταν από την Πάτρα είχε 60 εκκλησίες και πληθυσμό 5.000 κατοίκους.

Στις 26 Φεβρουαρίου του 1822, 2.000 Τούρκοι την λεηλάτησαν και την πυρπόλησαν.

Στην Χαλανδρίτσα, σε άγνωστη ημερομηνία, όταν οι Φράγκοι κατέλαβαν την Αχαία το 1205 κατασκεύασαν ένα μικρό φρούριο (πύργο), ερείπια του οποίου σώζονται ακόμα και σήμερα.

Ο ιστορικός Στέφανος Θωμόπουλος λέει ότι στο κέντρο της Χαλανδρίτσας σώζεται ερειπωμένος πύργος προφανώς του Τρεμουίγ το οποίο ο G. Buchon ονομάζει “Κάστρον” και απέναντι διατηρούνται ερείπια στάβλων τα οποία αποκαλούνται “Ερείπια”.

Το φρούριο αναφέρεται σε όλους του κατάλογους των κάστρων της Αχαΐας που συντασσόταν κατά καιρούς από τους Ενετούς και Τούρκους κατακτητές, τέτοιοι κατάλογοι που αναφέρουν το κάστρο είναι του 1364, 1471 κ.ά.

Το κάστρο χρησιμοποιούνταν αρχικά σαν κατοικία του εκάστοτε Φράγκου βαρώνου αφού η Χαλανδρίτσα ήταν ανεξάρτητη βαρονία.

Το 1315 καταλήφθηκε από τον Φίλιππο τον Αραγωνικό, και το 1429 πολιορκήθηκε από τον Θωμά Παλαιολόγο.

 

26 Φεβρουαρίου 1815: Ο Ναπολέων Α΄ της Γαλλίας δραπετεύει από την Έλβα. Μετά την ήττα του Ναπολέοντα στη μάχη της Λειψίας (γνωστή ως «η μάχη των εθνών»), εκείνος επέστρεψε στη Γαλλία, προσπαθώντας να τη σώσει από τους συμμάχους.

Μετά από μία γρήγορη νίκη στην εξαήμερη εκστρατεία, οι σύμμαχοι του πρόσφεραν ειρήνη, αλλά εκείνος αρνήθηκε.

Τελικά το 1814 οι σύμμαχοι μπήκαν στο Παρίσι θριαμβευτές και ο Ναπολέοντας παραιτήθηκε, πίνοντας ταυτόχρονα ένα μπουκάλι δηλητήριο.

Το δηλητήριο δεν ήταν αρκετό για να τον σκοτώσει και έτσι παραδόθηκε στους συμμάχους, οι οποίοι τον εξόρισαν σε ένα μικρό νησί της Μεσογείου, την Έλβα, και ο Λουδοβίκος ο 18ος αναπλήρωσε τον θρόνο της Γαλλίας.

Μετά από 10 μήνες εξορίας στην Έλβα, ο Ναπολέοντας επέστρεψε στη Γαλλία θριαμβευτής με λιγότερο από 1.000 στρατιώτες της “Παλιάς Φρουράς”, παίρνοντας με το μέρος του κάθε στράτευμα που έστελνε ο Λουδοβίκος.

Μετά από λίγες ημέρες ο Ναπολέοντας μπήκε στο Παρίσι, όπου αποθεώθηκε από τα χιλιάδες πλήθη.

Εκμεταλλευόμενος τη δύναμη της προσωπικότητάς του, ο Γάλλος Αυτοκράτορας αισθανόταν τον κίνδυνο στρατολογώντας 140.000 μάχιμους στρατιώτες και 200.000 ως εθελοντές.

Η Ευρώπη τρέμοντάς τον, είχε φτιάξει μια τρομακτική δύναμη για την εποχή, 750.000 ανδρών.

Ο Ναπολέοντας πίστεψε ότι εάν ρίσκαρε μια σύγκρουση στα νότια των Βρυξελλών καταστρέφοντας κάθε δύναμη χωριστά το Βέλγιο θα συμμαχούσε με τους Γάλλους και ύστερα θα στρέφονταν κατά της Βιέννης.

Το αποκορύφωμα της Εκστρατείας ήταν η μάχη του Βατερλώ, η τελευταία μάχη του Ναπολέοντα. Η ήττα του είχε ως αποτέλεσμα το τέλος της εξουσίας του και την εξορία του στην νήσο της Αγίας Ελένης.

26 Φεβρουαρίου 1914: Καθελκύεται στο Μπέλφαστ ο Βρεταννικός, αδελφό πλοίο του Τιτανικού. Ο Βρεταννικός (Britannic) ήταν ένα από τα μεγαλύτερα υπερωκεάνια της γραμμής του Βορείου Ατλαντικού στις αρχές του 20ου αιώνα.

Αν και δεν πρόλαβε να μπει ποτέ σε ενεργό υπηρεσία λόγω της έναρξης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου είναι αρκετά γνωστό επειδή ήταν αδελφό πλοίο του θρυλικού Τιτανικού (Titanic) και του Ολυμπιακού (Olympic).

Καθελκύστηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 1914. Μετά την έκρηξη του πολέμου, επιτάχθηκε από το Βρετανικό Ναυαρχείο και μετατράπηκε βιαστικά σε πλωτό νοσοκομείο.

Χρησιμοποιήθηκε με την ιδιότητα αυτή από το Βασιλικό Ναυτικό στη Μεσόγειο για την εκκένωση χιλιάδων τραυματιών από τα πολεμικά μέτωπα της Τουρκίας (εκστρατεία Καλλίπολης),των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής.

Στα πλαίσια αυτών των επιχειρήσεων το γιγαντιαίο υπερωκεάνιο ολοκλήρωσε με επιτυχία 5 αποστολές, μεταφέροντας 15.000 τραυματίες στην Αγγλία.

Κατά τη διάρκεια της έκτης αποστολής, στις 08:12 της 21ης Νοεμβρίου 1916, το πλοίο κλυδωνίστηκε απροειδοποίητα από μια ισχυρή έκρηξη ενώ έπλεε στο Στενό της Κέας με προορισμό το νοσοκομειακό σταθμό της Λήμνου.

Παρά το γεγονός ότι ο σχεδιασμός του σκάφους είχε βελτιωθεί σημαντικά μετά το ναυάγιο του Τιτανικού, το πλοίο βυθίστηκε ύστερα από μόλις 55 λεπτά, λόγω των ανοιχτών υδατοστεγών θυρών που σε κάθε άλλη περίπτωση θα απέτρεπαν την βύθιση του πλοίου.

Διευκρινίζεται πως ο Βρετανικός μπορούσε να επιπλεύσει με τα έξι πρώτα στεγανά διαμερίσματα να είναι πλημμυρισμένα, σε αντίθεση με τα τέσσερα πρώτα στον Τιτανικό.

Αιτία της βύθισης, ήταν η έκρηξη τορπίλης την οποία είχε εκτοξεύσει το γερμανικό υποβρύχιο U-73.

Τα θύματα ήταν μόνο 30 (21 μέλη του πληρώματος, 9 άνδρες του Βασιλικού Υγειονομικού Σώματος), μιας και μετά το ναυάγιο του Τιτανικού τα πλοία της εποχής ήταν κατάλληλα εξοπλισμένα με σωστικά μέσα, αλλά και επειδή το ναυάγιο έγινε κοντά στην Κέα.

Έτσι, τα υπόλοιπα 1.035 άτομα που επέβαιναν, μπόρεσαν να διασωθούν. Τα περισσότερα θύματα σκοτώθηκαν λόγω της πρόωρης καθέλκυσης των σωστικών λέμβων τους.

Το ναυάγιο ανακαλύφθηκε σε βάθος 120 μέτρων από τον Ζακ Κουστώ (Jacques Cousteau) το 1975. Ο ίδιος και η ομάδα του ήταν οι πρώτοι που το εξερεύνησαν ένα χρόνο αργότερα.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο Βρετανός ερασιτέχνης ιστορικός Σάιμον Μιλς (Simon Mills) αγόρασε το ναυάγιο.

Η συνεισφορά του Μιλς στην έρευνα της ιστορίας του πλοίου ήταν μεγάλη, καθώς έγραψε δύο βιβλία, συμμετείχε στην παραγωγή αρκετών τηλεοπτικών προγραμμάτων και είχε βασικό ρόλο στην οργάνωση πολλών καταδυτικών αποστολών.

26 Φεβρουαρίου 1919: Ιδρύεται από τον Αμερικανό πρόεδρο Γούντροου Ουίλσον το εθνικό πάρκο Γκραντ Κάνυον.

Ο Γκραντ Κάνυον (Grand Canyon: Μεγάλο Φαράγγι) είναι ένα μακρύ φαράγγι που σμιλεύτηκε από τον ποταμό Κολοράντο και βρίσκεται στην πολιτεία της Αριζόνα των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

Το μεγαλύτερο μέρος του αποτελεί το Εθνικό Πάρκο του Γκραν Κάνυον, ένα από τα πρώτα εθνικά πάρκα των ΗΠΑ και Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Πριν από τον αποικισμό της Αμερικής από τους Ευρωπαίους, στην περιοχή ζούσαν φυλές ιθαγενών Αμερικανών, κυρίως οι “Pueblos” που έφτιαχναν τα καταλύματα τους μέσα στις σπηλιές του φαραγγιού και θεωρούσαν το φαράγγι ιερό. Απόγονοι των αρχαίων αυτών φυλών είναι οι Ινδιάνοι Ναβάχο.

Ο πρώτος Ευρωπαίος που αντίκρισε το Γκραντ Κάνυον ήταν ο Ισπανός Γκαρσία Λόπες ντε Κάρδενας (αμερικάνικα ισπανικά), ή Γκαρθία Λόπεθ ντε Κάρδενας (καστιλιάνικα ισπανικά) το 1540.

26 Φεβρουαρίου 1935: Ο Ρόμπερτ Ουάτσον-Ουάτ πραγματοποιεί μία επίδειξη που οδηγεί άμεσα στην ανάπτυξη των ραντάρ στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Η βρετανική κυβέρνηση ενθάρρυνε τις προσπάθειές του, αρχικά για ένα σύστημα που αποκλήθηκε “Radio Direction Finding” ή “RDF”) και στη συνέχεια μετονομάστηκε σε ραντάρ.

Χωρίς το σύστημα ραντάρ που διέθετε αποκλειστικά εκείνη την εποχή η Μ. Βρετανία, δε θα ήταν δυνατή η επιτυχής έκβαση της “μάχης της Αγγλίας” (Battle of Britain).

Σαν σήμερα από το Historical Quest

Προτάσεις