Πολιτικη & Οικονομια

Θα σου μετρώ της πόλης το σφυγμό μ’ αγκαλιές...

Μπορεί να γίνει η Αθήνα η πόλη όπου συμβαίνει κάτι;

27207-103923.jpg
Λεωνίδας Καστανάς
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
gettyimages-1214813395.jpg

Η Αθήνα δεν έχει βρει ρόλο, 50 χρόνια τώρα τον ψάχνει ακόμα. Είναι μια πόλη που χάθηκε, που βυθίστηκε.

Όταν ψάχνεις ζαρντινιέρες ειδικών προδιαγραφών για να μην καταλήξουν οδοφράγματα, το παιχνίδι έχει τελειώσει πριν καν αρχίσει. Όταν υπάρχει μια διαρκής υπόκωφη απειλή πάνω από την πόλη, ποιος έχει διάθεση για έναν μεγάλο περίπατο; Όταν στην επόμενη σκοτεινή εσοχή μια βελόνα βυθίζεται αργά σε κάποια μαύρη φλέβα, ποιος μιλάει για αναβάθμιση; Όταν τα κουφάρια καταρρέουν ή απλά καίγονται, ποιος θέλει να φτιάξει τη ζωή του ανάμεσά τους; Όταν η ανομία είναι ο νόμος ποιος ελέγχει το παράνομο παρκάρισμα;

Η Αθήνα δεν είναι πόλη να ζεις ή να δουλεύεις. Γιατί είναι μια πόλη χωρίς φροντίδα για τους διαβάτες της. Μια πόλη μεγάλη και παλιά χωρίς κανόνες. Και οι κανόνες σημαίνουν φροντίδα. Σου απαγορεύει να τη βιώσεις, να την αγαπήσεις ή να την αισθανθείς. Είναι πόλη να την περνάς και να χάνεσαι. Όλη η Αθήνα είναι η οδός Πανεπιστημίου. Δρόμος φαρδύς αλλά και γρήγορος σαν κροταλίας, ένα κανάλι διαφυγής. Μια αργή Πανεπιστημίου είναι κάτι σαν βασανιστικό καψώνι. Ένα φρένο στην επιθυμία σου να δραπετεύσεις, να χωθείς στα οικεία προάστια. Μια εκδίκηση.

Δεν είμαι χωροτάκτης, πολεοδόμος, αρχιτέκτονας, είμαι πολίτης μιας εν δυνάμει μεσογειακής μητρόπολης. Πενήντα χρόνια τώρα τριγυρνώ και μετρώ της πόλης το σφυγμό με ήχους και βλέμματα. Όχι με αγκαλιές. Αλλά δεν μένω πια εδώ, δεν εργάζομαι. Πρόλαβα όμως να δω την τελευταία παράσταση στο Εκράν πριν πάρω το τελευταίο πλοίο για την Αμοργό. Σκάλισα κούτες με παλιά βιβλία στην Ηφαίστου, κόλλησα ένσημα στη Δεξαμενή, ψώνισα δίσκους σε μια τρύπα στην Πλατεία. Του Κώστα ήταν τα καλύτερα σουβλάκια ή του Κάββουρα, που τα βούταγε στη σάλτσα; Χώθηκα στου Μπαράκου κάτω από την Ακρόπολη και μετά στου Σαχπασίδη το υπόγειο Half Note. Η τζαζ πλευρά της πόλης. Ναι υπήρχε και τέτοια.

Σε ένα άθλιο νεοκλασικό στη Σόλωνος έμαθα Φυσική και στην Μπενάκη δίδαξα για πρώτη μου φορά σε φροντιστήριο. Κατέβηκα στο καπνισμένο Aν και έλιωσα ακούγοντας τον Παύλο μέχρι την ύστατη στιγμή, αλλά πέρασα και από το Ταξίμι. Χρόνια την έβγαλα Βουλγαροκτόνου και Δαφνομήλη γωνία στα σκαλάκια και έφαγα στη Γάστρα του Κουλούρη. Έχω ακόμα μια κάψα να βρεθώ ένα πρωί στο «pop 11», αλλά ο Τάσος και ο Γρηγόρης δεν μένουν πια εδώ. Στην εποχή της πολιτικοποίησης η Αθήνα ήταν μια ασφαλής ροκ εν ρολ αλλά και βλαχομπαρόκ πόλη. Μείγμα Ανατολής και Δύσης. Το Φίλιον λεγόταν Dolce.

Πέρασαν τα χρόνια, πλάκωσε κόσμος και ντουνιάς, τα πράγματα άλλαξαν. Λες και κάποιος είχε περίσσευμα σε γκρίζο χρώμα και το σκόρπισε παντού. Πολλή βία, πολλή πρέζα, πολύ κακόγουστη διαμαρτυρία στον τοίχο, πολύ βρόμικο και σπασμένο πεζοδρόμιο, πολλή οσμή αμμωνίας στο δρόμο, πολύ σκουπίδι και εγκατάλειψη. Μοχθηρία. Φλώροι από τα ΒΠ ξεφορτώνουν συμπλέγματα στο κέντρο. Δεν είναι τα χρήματα που λείπουν για να την κάνουμε αλλιώς, είναι που λείπει η διάθεση. Η Αθήνα είναι έτσι από πολιτική επιλογή. Μια πόλη σε μετάβαση που δεν ολοκληρώνεται. Δεν είναι τα νομικά προβλήματα και οι ιδιοκτησίες, είναι που δεν θέλουμε να δώσουμε και πάλι πνοή στο «Αττικόν». Μισούμε κατά βάθος το αστικό τοπίο. Αγαπάμε το χωριό μας. Το «ΚΛΙΚ» τελικά δεν μας ξεβλάχεψε. Ούτε καν τον εαυτό του.

Βάλε τώρα εσύ όσες ζαρντινιέρες θέλεις, βάψε με κίτρινο, κόκκινο, πράσινο την άσφαλτο, βάλε παγκάκια στο λιοπύρι και πρόσθεσε ποδηλατόδρομους. Και αρκούδες να κάνουν πατίνι με μαγιό να βάλεις, δεν θα βρεθεί κανείς να τις προσέξει. Η πόλη δεν είναι η πόλη της χαράς αλλά ούτε της δουλειάς, δεν είναι της τέχνης ή της μάθησης. Είναι μια πόλη που χάθηκε, που βυθίστηκε, μια ξένη που κάνει πιάτσα ανάμεσα σε αυτούς που τη βατεύουν. Που κάνουν χρήση.

Γιατί όλα αυτά τα χρόνια δεν αποφάσισε αν ήταν με αυτούς ή με τους άλλους, αν ήθελε κλειστή ή ανοικτή την κοινωνία και έμεινε η οικονομία ημιτελής, το όνειρό της ανεκπλήρωτο. Η Αθήνα δεν έχει βρει ρόλο, 50 χρόνια τώρα τον ψάχνει ακόμα. Μικροί νταλαβεριτζήδες σε πολλά μικρά σούρτα - φέρτα ανάμεσα από δικηγορικά γραφεία, ψιλικατζίδικα, καφέ, τυροπιτάδικα και «χιλιάδες παπάκια με βενζίνα στην άσφαλτο». Πολλά μαγαζιά κλειστά λόγω κρίσης που δεν άνοιξαν ποτέ. Δεν υπάρχει λόγος. Ήρθε και η Ασία με την Αφρική και έδεσε ένα πολυεθνικό γλυκό που κανείς δεν θέλει να το φάει. Ακόμα και από εκεί κρατήσαμε κοντά μας τους λιγότερο φιλόδοξους, τους λιγότερο ικανούς. Ένα σιντριβάνι και πάλι στην Ομόνοια, τι να ζητάει;

Και ξαφνικά κάτι να κάνουμε. Και βέβαια να κάνουμε κάτι με πεζόδρομους και ζαρντινιέρες. Κάτι εύκολο που να φαίνεται αμέσως. Η Πανεπιστημίου σύμφωνα με μια παλιά ιδέα της Στέγης θα ήταν ολόκληρη μια γραμμική πλατεία, ένας απέραντος λειμώνας από παρκαρισμένα μηχανάκια την ημέρα και καρφωμένες βελόνες τη νύχτα. Ο άδειος, ο νεκρός, ο ψυχρά φωτισμένος τη νύκτα, πεζόδρομος ως μια υπόρρητη απειλή, μέσα στην έρημη πόλη. Αφού γλιτώσαμε από αυτό, όλα τα άλλα είναι παιχνίδια. Ποια Σόλωνος που πήζει;

Καθώς ψώνιζα τη Βαλκανική Τριλογία από τον Ιανό, στο βάθος άκουγα μια αργόσυρτη φωνή ντουντούκας να πλησιάζει. «Η Λάρκο ανήκει στους εργάτες και όχι στους κεφαλαιοκράτες». Πόσο παλιό για να ακούγεται το 2020; Πόσο παλιοί είμαστε όλοι; Πόσο παλιά είναι η ανοησία; Μη χάσετε την παραδοσιακή πορεία αυτής της εβδομάδας με ρετρό πανό και αρχαία συνθήματα. Μια ακόμα πορεία στο πουθενά. Πενήντα χρόνια μικρές χούφτες διαμαρτυρομένων πιστών σέρνουν τα βήματά τους με πρόσχημα ένα «αίτημα». Κλείνουν το κέντρο για να ταλαιπωρήσουν όλους εκείνους που δεν έχουν το ίδιο αίτημα. Να προκαλέσουν βλάβη στην οικονομική ζωή της πόλης, μπας και με τέτοια μικρά χτυπήματα πέσει κάποια στιγμή ο καπιταλισμός, αφού ο σοσιαλισμός είναι ακόμα και σήμερα επίκαιρος και θα είναι στον αιώνα τον άπαντα. Η πόλη ως πεδίο μιας κατά φαντασία ταξικής πάλης.

Πώς μπορείς να κάνεις την πόλη αλλιώς αφήνοντας την οικονομία ανέγγιχτη; Χωρίς να έχεις κάποιο σχέδιο για τις εμπορικές και οικιστικές χρήσεις; Μήπως να προσελκύσεις νέους δυναμικούς κατοίκους, να διαμορφώσεις καινούργιες βιώσιμες αγορές, να αναδείξεις αλλιώς τα τουριστικά αξιοθέατα, να αναστηλώσεις ή να γκρεμίσεις, ακόμα και να φέρεις πάλι μέσα κάποιους φοιτητές, γιατί όχι ξένους, στέλνοντας παντού ένα μήνυμα ασφάλειας και χαλαρής διαμονής ή εργασίας; Εμβληματικά κτήρια όπως το Πολυτεχνείο ή το παλιό Χημείο μπορούν να αποκτήσουν ζωή και πάλι; Τα παλιά μεγάλα καταστήματα όπως το Μινιόν; Τα ξενοδοχεία; Στον Λυκαβηττό θα γίνουν και πάλι συναυλίες; Μήπως να κυκλοφορούμε με ηλεκτρικά πατίνια; Ή να στεκόμαστε μετέωροι ωσάν την πόλη;

Μπορεί να γίνει η Αθήνα η πόλη όπου συμβαίνει κάτι; Και αυτό το κάτι να μην είναι ξύλο, πορεία, φωτιά και δακρυγόνο. Μια βαριοπούλα που τρυπάει τη βιτρίνα χωρίς λόγο. Ένας συρμός ακίνητων αυτοκινήτων. Πώς να γίνει να μη νιώθουν οι ντόπιοι ξένοι στη δική τους πόλη; Μπορεί η Αθήνα να γίνει μητρόπολη; Μήτρα; 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ