Θα επιτρέψουν οι Θεσμοί την παραβίαση της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας από την Ελλάδα;

ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΥΘΥΝΩΝ Όλες οι θέσεις σε αυτή τη στήλη αποτελούν απόψεις των συντακτών, όχι της Euractiv.gr

[Flickr]

Δεν αποτελεί μυστικό το γεγονός ότι η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) ασκεί έντονη επιρροή στην ελληνική κυβέρνηση, αλλά τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να προχωρήσουν στην πρόληψη παραβιάσεων της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας, γράφει ο Νίκος Μάντζαρης.

Ο Νίκος Μάντζαρης είναι Υπεύθυνος Τομέα Ενεργειακής και Κλιματικής Πολιτικής στη WWF Ελλάς.

Η επιρροή της ΔΕΗ εξηγεί σε μεγάλο βαθμό, τόσο την έντονη διετή προσπάθεια της ελληνικής πλευράς να λάβει δωρεάν δικαιώματα εκπομπών στο πλαίσιο μεταρρύθμισης του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ), προκειμένου να επιδοτήσει τη λειτουργία των λιγνιτικών της μονάδων, όσο και το αίτημα για παράταση της διάρκειας ζωής του Πτολεμαΐδα ΙΙΙ, του παλαιότερου και ενός από τους πιο «βρώμικους» λιγνιτικούς σταθμούς όσον αφορά τις εκπομπές μικροσωματιδίων.

Η αποτυχία και των δύο προσπαθειών δεν αποθάρρυνε όμως την επόμενη παρόμοια προσπάθεια. Από τα τέλη του 2015, η ελληνική κυβέρνηση πιέζει πολύ σκληρά, για να διπλασιάσει σχεδόν τις ώρες λειτουργίας άλλων δύο λιγνιτικών σταθμών (στην Καρδιά και το Αμύνταιο) από 17.500 σε 32.000.

Το αίτημα της κυβέρνησης προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την εν λόγω επέκταση των ωρών λειτουργίας έχασε την αντίστοιχη προθεσμία που έθετε η Οδηγία για τις βιομηχανικές εκπομπές κατά σχεδόν δύο χρόνια. Ωστόσο, αυτή η «μικρή» καθυστέρηση μπορεί  να θεωρηθεί ως πλημμέλημα αν κανείς συνειδητοποιήσει το θράσος του αιτήματος.

Πρώτον και κύριον, οι εκπομπές των δύο μονάδων βρίσκονται σε επίπεδα-ρεκόρ. Οι δύο παλαιότερες μονάδες της Καρδιάς εκπέμπουν κατά μέσο όρο πιο πολύ από 26 φορές πάνω από το νέο όριο για εκπομπές μικροσωματιδίων της ΕΕ –βάσει του προσφάτως εγκεκριμένου νέου Εγχειριδίου για τις Βέλτιστες Διαθέσμιες Τεχνικές των Μεγάλων Μονάδων Καύσης (LCP BREF).

Το Αμύνταιο από την άλλη μεριά είναι «πρωταθλητής» εκπομπών διοξειδίου του θείου, εκπέμποντας κατά μέσο όρο 6,5 φορές περισσότερο από το επιτρεπόμενο όριο. Οι καταστροφικές συνέπειες τέτοιων υπερβάσεων στη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό παρουσιάζονται εκτενώς στην  έκθεση «Dark Cloud» 5 περιβαλλοντικών οργανώσεων.

Εντούτοις, οι υπερβάσεις στις εκπομπές δεν φαίνεται να αποτελούν προτεραιότητα για την ελληνική κυβέρνηση.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος) ήταν ξεκάθαρη στην απάντησή της στο ελληνικό αίτημα: Οι δύο ατμοηλεκτρικοί σταθμοί (ΑΗΣ) δεν είναι επιλέξιμοι για 32.000 ώρες λειτουργίας, δεδομένου ότι κανένας από αυτούς δεν πληροί τα κριτήρια που περιγράφονται λεπτομερώς στο αντίστοιχο άρθρο της Οδηγίας για τις βιομηχανικές εκπομπές (άρθρο 33 , παράγραφος 4).

Συγκεκριμένα, ο ΑΗΣ Αμυνταίου άρχισε να λειτουργεί το 1987, ενώ η παροχή 32.000 ωρών λειτουργίας ισχύει μόνο για παλαιότερες μονάδες. Επιπλέον, καμία από τους τέσσερις ΑΗΣ της Καρδιάς δεν υπερβαίνει το όριο των 1500 MW για συνολική ονομαστική θερμική ισχύ, που ορίζεται ως το ελάχιστο όριο, προκειμένου να καταστεί επιλέξιμος ένας σταθμός για 32.000 ώρες λειτουργίας μεταξύ 2016 και 2023.

Παρόλα αυτά, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται ότι δεν σταματά την προσπάθειά της να παρατείνει τη διάρκεια ζωής των δύο «μαύρων προβάτων». Παρακάμπτοντας την αρνητική απάντηση της Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προσπαθεί σκληρά να πείσει μια άλλη (ΓΔ Ανταγωνισμού) προκειμένου να ενσωματώσει το “δώρο” των 32.000 ωρών λειτουργίας για τις δύο εγκαταστάσεις λιγνίτη, στη συμφωνία πώλησης του 40% του λιγνιτικού χαρτοφυλακίου της ΔΕΗ.

Το πραγματικό ερώτημα είναι εάν οι Θεσμοί και δη η Ευρωπαική Επιτροπή, που επί του παρόντος διαπραγματεύονται την πώληση τμήματος των λιγνιτών της ΔΕΗ με την ελληνική κυβέρνηση, είναι πραγματικά πρόθυμοι να συζητήσουν τον διπλασιασμό των ωρών λειτουργίας των δύο λιγνιτικών σταθμών, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο παραβιάζει κατάφωρα την ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία.

Η συμμόρφωση της Ελλάδας με την Οδηγία για τις βιομηχανικές εκπομπές δεν πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Οι Θεσμοί θα πρέπει να σταματήσουν το «στραγγαλισμό» που επέβαλαν στο ενεργειακό μέλλον της Ελλάδας μέσω της πώλησης 40% ττου λιγνιτικού χαρτοφυλακίου της ΔΕΗ, που εάν υλοποιηθεί, θα χρηματοδοτεί τη λιγνιτική εξάρτηση της Ελλάδας για δεκαετίες.

Αντίθετα, η Ελλάδα θα πρέπει να ενθαρρυνθεί ώστε να προχωρήσει σε σταδιακή απεξάρτηση από τον λιγνίτη, όπως έχουν ήδη σχεδιάσει και πράττουν οι Ευρωπαίοι ομόλογοί της ο ένας μετά τον άλλο, χρηματοδοτώντας παράλληλα τη δίκαιη μετάβαση των τοπικών οικονομιών στις ως τώρα λιγνιτικές περιοχές της χώρας σε βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες.