Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η μισθωτή εργασία δεν είναι αποπαίδι

Η έως τώρα μείωση των φόρων και των εισφορών έχει έναν κοινό παρονομαστή. Αφήνει απέξω αυτούς που σηκώνουν το κυριότερο βάρος της χρηματοδότησης του προϋπολογισμού και του ασφαλιστικού συστήματος.

Η μισθωτή εργασία δεν είναι αποπαίδι

Μήπως η κυβέρνηση θα πρέπει να το ξανακοιτάξει με τη φορολογική και ασφαλιστική επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας; 

Αναμφισβήτητα, κάθε νέα κυβέρνηση έχει τις προτεραιότητές της στην άσκηση οικονομικής πολιτικής. Η σημερινή ήλθε στην εξουσία τον περασμένο Ιούλιο και υλοποίησε τις υποσχέσεις της για μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 20%, μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, των ελεύθερων επαγγελματιών και των μερισμάτων. Ακόμη, έχει υποσχεθεί περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ και του φορολογικού συντελεστή για τα επιχειρηματικά κέρδη το 2020. Για τους μισθωτούς αναλογούν κάτι ψίχουλα από το ψαλίδισμα δύο συντελεστών της κλίμακας εισοδήματος και την παρακράτηση φόρου.    

Ακόμη, ο αρμόδιος υπουργός κ. Βρούτσης  φέρνει σήμερα στη Βουλή νομοσχέδιο που υπόσχεται αυξήσεις συντάξεων σε εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους, με τον λογαριασμό να ανέρχεται σε 0,5% του ΑΕΠ ή 1 δισ. ευρώ περίπου. Κάποιες από αυτές λόγω ΣτΕ.

Κι όλα αυτά στη χώρα που δαπανά τα μεγαλύτερα ποσά αναλογικά με την οικονομία της στις συντάξεις, κοντά στο 16%-17% του ΑΕΠ, έχει ένα από τα οξύτερα δημογραφικά προβλήματα λόγω γήρανσης στην ΕΕ και έχει βιώσει την έξοδο εκατοντάδων χιλιάδων μορφωμένων νέων (brain drain) στο εξωτερικό από την αρχή της προηγούμενης δεκαετίας.

Επιπλέον, χαρακτηρίζει δημευτικές τις υψηλές εισφορές των αυτοτελώς απασχολούμενων, αλλά θεωρεί αποδεκτές τις ίδιες εισφορές για τους μισθωτούς. Μ’ αυτό τον τρόπο παραβιάζει την εφαρμογή των ίδιων κανόνων στο ασφαλιστικό σύστημα, επαναφέροντας το παλιό σύστημα των εξαιρέσεων.  

Παρηγοριά; Μια μικρή μείωση των εισφορών για μισθωτούς πλήρους απασχόλησης από το 2ο εξάμηνο του 2020.

Κάποιοι θα ισχυρισθούν ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί για μια μικρή μείωση του φόρου αλληλεγγύης το 2020, αν υπάρξει δημοσιονομικός χώρος. Όμως, την ίδια στιγμή, διαβάζουμε ότι τα διαιτητικά δικαστήρια επιδίκασαν κάπου 626 εκατ. ευρώ εις βάρος της κρατικής ΕΤΑΔ και υπέρ ξενοδοχειακού ομίλου. Επίσης, ακούμε για «τρύπα» 200-300 εκατ. ευρώ στα ΕΛΤΑ σε βάθος 2-3 χρόνων, ενώ είναι άγνωστο το ύψος των εγγυήσεων του Δημοσίου που θα καταπέσουν κ.λπ. Με άλλα λόγια, υπάρχει ένα μεγάλο ερώτημα για το μέγεθος του δημοσιονομικού χώρου το 2020.  

Κι αυτό γιατί εξαρτάται τόσο από τους παραπάνω παράγοντες όσο και τι θα εξασφαλίσει η κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για τη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, τον μηχανισμό μεταφοράς υπερπλεονασμάτων, ANFAs κ.λπ. Αναμφισβήτητα, η μείωση του ΕΝΦΙΑ ήταν αναγκαία όπως και η μείωση κάποιων άλλων φόρων. Όμως, ο σχεδιασμός της κυβερνητικής πολιτικής βάζει σε δεύτερη μοίρα τους μισθωτούς που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος της χρηματοδότησης του προϋπολογισμού και του ασφαλιστικού συστήματος.

Αυτό είναι λάθος. Και δεν αρκεί η κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης μέχρι το 2021 για να διορθωθεί. Χρειάζεται επίσης γενναία μείωση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών.

Πώς θα χρηματοδοτηθούν όλες αυτές οι μειώσεις πολύ πριν από το 2023, που μειώνεται ο δημοσιονομικός στόχος έτσι κι αλλιώς;  Μέσω της μείωσης των δαπανών και της τόνωσης των εσόδων λόγω αυξημένης χρήσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών, π.χ. ηλεκτρονικά βιβλία και τιμολόγια, μαζί με τον όποιο έξτρα δημοσιονομικό χώρο προκύψει από τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, είναι η απάντηση. Αν χρειασθεί, ας αναβληθεί η περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ.    

Η κυβέρνηση θα πρέπει να σταματήσει να αντιμετωπίζει τη μισθωτή εργασία ως αποπαίδι.  


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v