«Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάω»

Η Όλγα Νικολαΐδου γράφει για τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο, ο οποίος σαν σήμερα πριν 7 χρόνια φεύγει από τη ζωή

«Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάω»

Σαν σήμερα το 2012, αφήνει την τελευταία του πνοή, ο παγκόσμιας φήμης σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός Θεόδωρος Αγγελόπουλος, ο άνθρωπος που σημάδεψε τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο, απεγκλωβίζοντάς τον από το στενό εγχώριο πλαίσιο.

Και μην βλέπετε που πλέον γι’ αυτόν τον απεγκλωβισμό υπάρχει ως σημείο αναφοράς – και μάλιστα πολύ επιτυχημένο- ο Γιώργος Λάνθιμος. Για πολλά χρόνια, ο Theo, ήταν ένας «μοναχικός καβαλάρης» που άνοιγε νέους δρόμους στην 7η τέχνη.
Αυτό είναι κάτι που δεν μπορούν να το αμφισβητήσουν ούτε οι φανατικοί «εχθροί του», όσοι έχουν βγάλει μέχρι και ανέκδοτα για την όχι και τόση γρήγορη διαδοχή των πλάνων του και για την αναμφίβολα αργή εξέλιξη της όποιας υπόθεσης διαπραγματεύεται.

Πάντως οι ταινίες του που ναι δεν τις λες ταινίες- δράσης, έχουν στη συντριπτική πλειοψηφία τους συμμετάσχει σε διεθνή φεστιβάλ, αποσπώντας πολλά και διάφορα βραβεία, κάθε άλλο παρά τυχαία.

Την κορυφαία βράβευση, τον «Χρυσό Φοίνικα» στο Φεστιβάλ των Καννών, την κέρδισε το 1998, το έργο του «Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα».

Ο Αγγελόπουλος γεννήθηκε στις 27/4/1935, στην Αθήνα. Φοίτησε στη Νομική Σχολή, χωρίς να αποφοιτήσει από αυτήν, μιας και γρήγορα συνειδητοποίησε ότι αλλού τον οδηγούσε η καρδιά του. Το 1961, έφυγε για το Παρίσι , όπου παρακολούθησε μαθήματα φιλμογραφίας, εθνολογίας και κινηματογράφου. Έτσι όταν γύρισε στην Ελλάδα, το 1964, άρχισε να ασχολείται με αυτό που ήθελε να ασχοληθεί από τότε που ήταν μαθητής του Δημοτικού, όπως ο ίδιος έχει αποκαλύψει: «Πρέπει να ήμουν κάπου 11 χρονών και έβλεπα την γκανγκστερική ταινία “ Κολασμένες Ψυχές”. Υπήρχε μία σκηνή όπου ο ήρωας οδηγείται από δύο φύλακες στην ηλεκτρική καρέκλα. Καθώς προχωρούν, οι σκιές τους μεγαλώνουν στον τοίχο. Ξαφνικά, μια κραυγή: Δεν θέλω να πεθάνω. Αυτή η κραυγή για καιρό μετά, στοίχειωνε τις νύχτες μου. Ο κινηματογράφος μπήκε στη ζωή μου με μια σκιά που μεγάλωνε σε έναν τοίχο και με μια κραυγή».
Αυτή η κραυγή, υπάρχει σε όλες του τις ταινίες, ακόμα κι όταν εκφράζεται ως ένας ψίθυρος. Από τον «Θίασο», την κατά πολλούς κορυφαία στιγμή του, τον «Μεγαλέξανδρο», το «Ταξίδι στα Κύθηρα», τον «Μελισσοκόμο», «Το μετέωρο βήμα του πελαργού», και το «Τοπίο στην ομίχλη», μέχρι «Το λιβάδι που δακρύζει» και την «Σκόνη του χρόνου».

Αυτή την κραυγή ίσως να έβγαλε και ο ίδιος όταν το βράδυ της 24ης Ιανουαρίου του 2012, στην Δραπετσώνα, μια μοτοσικλέτα τον παρέσυρε, κατά την διάρκεια των γυρισμάτων της «Άλλης Θάλασσας».

Στην θάλασσα αυτής της ζωής, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος πρόλαβε να ταξιδέψει επιλέγοντας, όπως εξομολογείται σε ένα ποίημα του (γραμμένο το 1982), έναν προορισμό και καμία κτητική αντωνυμία:

«Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία, αλλά δε μπορώ να κάνω το ταξίδι σας.
Είμαι επισκέπτης.
Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά..
Κι έπειτα, δε μου ανήκει.
Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει «δικό μου είναι».
Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου, είχα πει κάποτε με υπεροψία.
Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε.
Ότι δεν έχω, καν, όνομα.
Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο
Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάω…
Ξεχάστε με στη θάλασσα…
Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία»