Aπολογισμός ζωής της Ελένης Ροδά: Τα δύσκολα παιδικά χρόνια, ο Μίκης και οι μεγάλες δόξες
Showbiz

Aπολογισμός ζωής της Ελένης Ροδά: Τα δύσκολα παιδικά χρόνια, ο Μίκης και οι μεγάλες δόξες

Ο Μίκης Θεοδωράκης έδωσε  στην Ελένη Ροδά το βάπτισμα του πυρός κάνοντας την από ηθοποιό τραγουδίστρια, ενώ ο Μάνος Λοΐζος και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος με το τραγούδι «Το πλαστό το πασαπόρτι» την καθιέρωσαν ως μια κλασική λαϊκή φωνή.

Μετά τις τελευταίες της ηχογραφήσεις σε τραγούδια του σπουδαίου μουσικού Γιώργου Στεφανάκη με τίτλο «Αν γυρίσεις», η κυρία Ελένη Ρόδα κάνει έναν απολογισμό ζωής και θυμάται όσα τη σημάδεψαν στην πολυκύμαντη πορεία της. Μάλιστα, μιλά για πρώτη φορά για τη μοναδική σχέση που είχε με την Κατερίνα Γώγου!

Κυρία Ροδά, πού γεννηθήκατε;

«Στην Καρδίτσα. Η μητέρα μου ήταν δαοκάλα και πηγαίναμε από χωριό σε χωριό. Μέχρι τα πέντε χρόνια μου έτσι έζησα. Ο πατέρας μου ήταν αντάρτης. Και λόγω αυτού κάποια στιγμή ανέβηκε στα βουνά και τον χάσαμε. Πρώτα με την Αντίσταση και μετά συνέχισε ως αυτοεξόριστος λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων. Οταν τελείωσε όλη αυτή η αναταραχή, γύρισε τελικά στο σπίτι.

Ησασταν καλή μαθήτρια;

«Δεν διάβαζα ποτέ. Ο,τι... έπιανα από το σχολείο. Εγώ ουσιαστικά μεγάλωσα με τις θείες μου, που έμεναν στο σπίτι. Αυτό που θυμάμαι από τα παιδικά μου χρόνια είναι να τρέχω στις αλάνες, να παίζω ποδόσφαιρο. Περάσαμε πολύ δύσκολα τα χρόνια του Εμφυλίου. Σαν παιδάκι δεν θα ξεχάσω ποτέ όταν σκότωσαν έναν αντάρτη και τον κρέμασαν έξω από την πόρτα του σπιτιού του. Κι εμείς τρέξαμε να τον δούμε. Του είχαν κόψει το κρανίο. Εκτοτε δεν μπόρεσα ποτέ να ξαναδώ μπροστά μου αίμα. Λιποθυμάω!».

Τα εφηβικά σας χρόνια πώς ήταν;

Πολύ καλύτερα. Είχε πάρει η μητέρα μου μετάθεση στη Λάρισα, είχε γυρίσει κι ο πατέρας μου από το βουνό στο σπίτι και περνούσαμε όμορφα. Το μόνο κακό ήταν ότι λόγω του ότι ο πατέρας μου ήταν αντάρτης δεν με άφηναν καθόλου να βγαίνω τα βράδια. Υπήρχε μεγάλος φόβος. Οπότε μόλις έδυε ο ήλιος, εγώ πήγαινα σπίτι. Ούτε πάρτι ούτε βόλτες. Κλεισμένη μέσα!

Ξεκινήσατε ως ηθοποιός και καταλήξατε στο τραγούδι. Πώς έγινε αυτό;

Εγώ ξεκίνησα από τον Ροντήρη. Τελείωσα τη σχολή του και γύρισα όλη την Ευρώπη, Ρωσία, τα Βαλκάνια και την Αμερική με τον θίασο του. Αυτά ήταν και τα ωραιότερα χρόνια της ζωής μου. Στην αρχή ήμουν στον Χορό και μετά έγινα κορυφαία του Χορού. Σκέψου ότι συνεργάστηκα με τον Αιμίλιο Βεάκη, την Κρινιώ Παπά, την Ασπασία Παπαθανασίου. Εμαθα πολλά πράγματα και οφείλω απέραντη ευγνωμοσύνη!».

Πώς φύγατε από το επάγγελμα του ηθοποιού και ακολουθήσατε το τραγούδι;

«Εφυγα από τον Ροντήρη γιατί ερωτεύτηκα τον Γιώργο Λευτεριώτη και κάναμε μαζί μια τουρνέ. Δυστυχώς, έκανα το σφάλμα και πήγα με τον Ροντήρη στη Λατινική Αμερική, λόγω έρωτα. Στον έναν χρόνο χωρίσαμε. Μόλις τελείωσε το θέμα του έρωτα, η Τζόλυ Γαρμπή μου έκανε πρόταση να πάω μαζί στο έργο «Οκτώ γυναίκες κατηγορούνται». Πηγαίνω στον επιχειρηματία και μου λέει «το όνομα σας;» Του απαντάω: «Ελένη Παπαδημοπούλου». Μόλις το ακούει, μου «Αυτό το όνομα Θα σε δυσκολέψει». Και μου έδωσε το όνομα Ελένη Ροδά.

Οταν πήγα στη Θεσσαλονίκη, η φίλη μου η Κατερίνα Γώγου, που παίζαμε στον ίδιο θίασο, μου λέει: «Ελένη, μας περιμένει ο Μίκης σε μια ταβέρνα». Πάμε, καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι και πάνω στο γλέντι, αρχίζω να τραγουδάω. Με ακούει ο Μίκης και μου λέει: «Ελένη, με ενδιαφέρει πολύ η φωνή σου. Οταν κατέβεις στην Αθήνα, πάρε με τηλέφωνο και έλα να με βρεις». Μετά από πέντε έξι μήνες το θυμάμαι και του τηλεφωνώ. Χαρά, ο Μίκης! Με καλεί στο στούντιο της ΕΡΑ. Και με παίρνει μαζί του στις συναυλίες του στη Θεσσαλονίκη. Εγώ δεν είχα ιδέα από τραγούδι. Ούτε από εισαγωγές ούτε τίποτα. Εκείνου όμως του άρεσε η χροιά μου. Και μετά μπήκα στις μπουάτ της Πλάκας».

Στις μεγάλες πίστες πότε μπήκατε;

«Οταν με ανακάλυψε ο δημοσιογράφος Ανδρέας Κουβελογιάννης και μου έκανε την πρόταση. «Ελενάκι; θέλεις να δουλέψεις στα μπουζούκια;» με ρώτησε. Εγώ ούτε που ήξερα πάλι τίποτα. Πάμε μαζί στα Δειλινά, στον Μιχαηλίδη, και μου ζητάει να κάνουμε μια πρόβα. Ανεβαίνω στην πίστα, η ορχήστρα παίζει τη «Φραγκοσυριανή» σε άλλο τόνο κι εγώ τραγουδούσα σε άλλο τόνο. Ανεκδιήγητη.

Ο μαέστρος κάνει νόημα ότι δεν αξίζω, αλλά ο Μιχαηλίδης λέει: «Εμένα μου αρέσει και θα την πάρω στο μαγαζί». Ημασταν Μοσχολιού „ Ξανθόπουλος, Κόκοτας, Κανακάρης, Καμπουρίδης κι εγώ. Μπήκα σε έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό. Μου φαινόταν αλλοπρόσαλλος. Από την κουλτούρα του Ροντήρη και την αρχαία τραγωδία στο σπάσιμο πιάτων. Από το πρώτο βράδυ ήθελα να φύγω».

Γιατί επιλέξατε τα μπουζούκια;

«Λόγω του υψηλού μεροκάματου. Στο θέατρο έπαιρνα τον μήνα 2250 δραχμές και το πρώτο μου μεροκάματο στα μπουζούκια ήταν 300 δραχμές και δουλεύαμε όλη την εβδομάδα. Επειτα από μερικούς μήνες το μεροκάματο αυξήθηκε στις 1.000 δραχμές και μετά έφτασα να παίρνω μεροκάματο 3.000 δραχμές. Ηταν πάρα πολλά τα λεφτά.

Θεωρείτε τον εαυτό σας η ηθοποιό ή τραγουδίστρια;

«Ηθοποιό. Γιατί θεωρώ ότι ήμουν καλή σε αυτό που έκανα. Στο τραγούδι ήμουν διασκεδάστρια.

Από τους τραγουδιστές ποιον θαυμάζατε;

«Τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Ηταν μοναδικός και σαν τραγουδιστής και σαν άνθρωπος. Δουλέψαμε πολλές σεζόν μαζί. Από την άλλη, με τον Γιώργο Ζαμπέτα είχαμε αναπτύξει οικογενειακή φιλία. Είχα παντρέψει και την κόρη του και ήμασταν σαν οικογένεια. Δυστυχώς όμως όλοι οι τραγουδιστές δεν εκτιμήσαμε τον Ζαμπέτα όταν ζούσε, αλλά μετά θάνατον. Σκέψου, με τον Ζαμπέτα είχαμε πάει και μείναμε μια βδομάδα να τραγουδήσουμε για τον σάχη της Περσίας. Και κάποια στιγμή από μικροφώνου λέει ο Ζαμπέτας: «Καλησπερίζω τον σάχη και τη σαχέσα».

Πριν μου μιλήσατε για τη φίλη σας Κατερίνα Γώγου. Εφυγε άδοξα...

«Κάναμε απίστευτη παρέα με την Κατερίνα. Υπέροχος άνθρωπος. Είχε ένα μυαλό ξυράφι και πολύ χιούμορ. Ηταν πολύ ευαίσθητος άνθρωπος. Και πολύ σπουδαία ηθοποιός, αλλά σε ειδικούς ρόλους. Οταν μεγάλωσε, δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα . Τα τελευταία χρόνια δεν κάναμε παρέα. Μάλιστα στην κηδεία της είχα πάει και δεν θα ξεχάσω τη μητέρα της. Με κοίταξε με πολύ πικραμένο βλέμμα και μου είπε: «Αχ, Ελένη. Την παρατήσατε την Κατερίνα» μου». Ομως, δεν την παρατήσατε εμείς την Κατερίνα. Είχε μπει σε έναν άλλο κόσμο».

Από τον Ωνάση τι θυμάστε;

«Ηταν ένας πολύ ήρεμος άνθρωπος, που ερχόταν στο κέντρο, καθόταν σε ένα τραπέζι, έπινε σιωπηλός το ουισκάκι του κι έφευγε. Πολύ λακωνικός στα λόγια του».

Σας «καταδιώκει» πάντως, στην καριέρα σας «Το πλαστό το πασαπόρτι»...

«Το πλαστό το πασαπόρτι» είναι αγαπημένο τραγούδι, γιατί το έγραψε ο Μάνος Λοίζος με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Και το έγραψαν για μένα. Θυμάμαι, πήγαινα για να πω ένα τραγούδι στην ταινία «Τρούμπα ‘67». Κάθε μέρα λοιπόν ο Λοΐζος μου έδειχνε διάφορα τραγούδια κι εγώ έκανα τη δύσκολη. Ερχεται λοιπόν ο Λευτέρης Παπαδόπουλος εκνευρισμένος και μου λέει: «Σου αρέσει δεν σου αρέσει, θα πεις αυτό το τραγούδι». Και γραμμοφώνησα «Το πλαστό το πασαπόρτι». Στην αρχή δεν μου άρεσε. Ομως με τα χρόνια το αγάπησα, γιατί μπήκε σε όλα τα στόματα και τραγουδιέται».

Γνωρίσατε πολλούς «μύθους»;

«Από τον Φρανκ Σινάτρα και τον Τέλη Σαβάλα, τη Μελίνα Μερκούρη και όλους τους εγχώριους «μύθους». Για όλα αυτά είμαι ευτυχισμένη στη ζωή μου».

Εχετε αποκτήσει κι έναν γιο...

«Ο δεύτερος γάμος μου ήταν με έναν υπέροχο και σπουδαίο άνθρωπο, τον Ανδρέα Καραντάνη. Απέκτησα έναν γιο μαζί του, τον Κωνσταντίνο, ο οποίος στην Αγγλία πήρε μαστερ και πολλά άλλα διπλώματα. Ωστόσο, όταν γύρισε εδώ, είδε πως τα διπλώματα δεν μετράνε και τόσο, κι έτσι άνοιξε κατάστημα pizza στου Ψυρρή».

Εχετε κάνει λάθη;

«Εχω κάνει και τίποτα σωστό».

Αν γυρίζατε τον χρόνο πίσω, θα διορθώνατε κάτι από τη ζωή σας;

«Θα γινόμουν δασκάλα, σαν τη μάνα μου», είπε στην Espresso και στον Νίκο Νικόλιζα.

©2010-2024 Gossip-tv.gr - All rights reserved