«Όπου κι αν πάω, όπου κι αν ζω, δεν είμαι παρά ένα Κατερινιωτάκι που το ΄σκασε».
Λευτέρης Κηπόπουλος

Φεύγοντας προχθές χαράματα με τον μικρό σαν τους κλέφτες από την Κατερίνη, οι κορυφές του Ολύμπου λαμποκοπούσαν πάνλευκες και οι βελούδινες βουνοπλαγιές ήσαν καταπράσινες.

Λευτέρης Κηπόπουλος

Η θάλασσα στον Πλαταμώνα στραφτάλιζε από το λαμπρό φως και κάπως έτσι μαγεία της Πιερίας κράτησε σαν ψέμα μέχρι τις σήραγγες στα Τέμπη.

Τριγυρνώντας όλες αυτές τις ημέρες από πάρκο σε πάρκο στην Κατερίνη και από παιδική χαρά σε παιδική χαρά, ο Όλυμπος αποκατέστησε εντός μου τα μεγέθη. Όσα φαντάζουν σπουδαία στην Αθήνα, κάτω από τον Όλυμπο είναι μικρά, και όσα μοιάζουν μικρά στον κλεινόν άστυ, κάτω από το βουνό των θεών φανερώνονται τρανά. Ποιος μας έπεισε να ζούμε χωρίς ουρανό, μακριά από τους πανσέδες και τους κατιφέδες;

Λευτέρης Κηπόπουλος

Όταν είχα πρωτοκατεβεί Αθήνα, δυσκολευόμουν με τον ουρανό καθώς μου φαινόταν χαμηλοτάβανος, μεγαλωμένη με την προοπτική του Ολύμπου. Λένε ότι πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχει αυτή η υψομετρική διαφορά του Μύτικα από το ακροθαλάσσι στο ίδιο κάδρο. Ο Όλυμπος μοιάζει με το σώμα ενός θεού, το κορμί ενός αποκαμωμένου γίγαντα, που έγειρε να ξαποστάσει από το Δωδεκάθεο και τους αιώνες. Οι κάτοικοι γνωρίζουν καλά ότι αναλόγως με τις διαθέσεις και τα κέφια του, θα είναι ο καιρός, τα νερά και οι θάλασσες, η ψαριά, τα σπαρτά και οι καλλιέργειές τους. Το πρώτο πράγμα που μαθαίνει στη ζωή του ένα Κατερινιωτάκι είναι να διακρίνει έτσι γερμένη την κεφαλή του Δία στον ορίζοντα.

Οι χειμώνες στην Κατερίνη είναι βαρείς και μελαγχολικοί σαν τα τραγούδια που έχουν γραφτεί για την πόλη. Όμως την άνοιξη και το καλοκαίρι είναι μόνο ανοιχτοί ουρανοί και εύφορα λιβάδια, αγκρισμένες κερασιές και ατίθασες ανεμώνες. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η Πιερία είναι το Λιτόχωρο, το Δίον, η Αγία Κόρη ή το Κάστρο του Πλαταμώνα, η Πύδνα και ο Μακρύγιαλος, αλλά η Πιερία είναι πρώτα από όλα η Κατερίνη.

Λευτέρης Κηπόπουλος

«Όταν ένας πελάτης εισέρχεται σε ένα κατάστημα, θέλει να αισθάνεται ότι έστω και για λίγο μπαίνει και στη ψυχή του καταστηματάρχη», έλεγε ο Κωστής Παπαγιώργης. Γι’ αυτό δεν υπάρχει καφές σαν του Μιχάλη ή του Τάσου. Δεν υπάρχει τσουρέκι σαν του Παντελή, πραλίνες και βραχάκια σαν του Τάσου, κουραμπιέδες σαν της Χαρούλας και της Καλλιρόης. Καμιά φορά η μητέρα μου δυσανασχετεί με τις μυρωδιές της απέναντι ψησταριάς, της πιο παλιάς και γνωστής στην πόλη, αλλά όπως χαζεύουμε τους περαστικούς από το μπαλκόνι μέσα από τα διάφανα φύλλα της ακακίας, πάντα της λέω: «Αλήθεια, μπορείς να φανταστείς τη ζωή μας χωρίς τα κοτόπουλα του Λεωνίδα και τη Σούλα ή χωρίς τα αυγά του Ηλία και τον Αλέξη;»

«Όσο τα χρόνια περνάνε, ο τόπος που μεγαλώσαμε μας τραβάει από τα μαλλιά», έκανε προς το τέλος της ζωής του πικρό απολογισμό ο Παπαγιώργης. Κάθε φορά που μας ξεπροβοδίζει η μάνα μου, νουθετεί «Στην Αθήνα ανοίγει το μυαλό», και εγώ της απαντώ «Ναι, αλλά η καρδιά είναι στην Κατερίνη».

Η καρδιά και οι μύες της Ελλάδος είναι η περιφέρεια. «Ό,τι καλό έχουμε να περιμένουμε, έρχεται πάντοτε από την επαρχία» έγραφε ο Κωστής. Και αυτό το εθνικό κεφάλαιο της περιφέρειας το θρέφει, το καλλιεργεί ένα ικανό δίκτυο εκπαιδευτικών που υπηρετούν και προσφέρουν στη δημόσια εκπαίδευση ανά την επικράτεια. Ό,τι είμαι το οφείλω σε τρεις γυναίκες, -με τη σειρά που με δίδαξαν-, την Ηρώ, την κα Λάλα και την κα Τζιώκα. Που η αγάπη τους και το αίσθημα καθήκοντος απέναντι στους μαθητές ήταν ανυποχώρητο.

Θυμάμαι πολύ καλά τους λόγους για τους οποίους έφυγα από την Κατερίνη. Όπως έλεγε μία παιδική μου φίλη, «Κάθε Κυριακή απόγευμα, θέλω να πάω στην παλιά εθνική οδό, να με πατήσουν οι νταλίκες, να σωθώ». Αλλά τώρα πια, με τα παιδιά μας από το χέρι, που σημαίνει ότι η ζωή τελικά νίκησε, -η ζωή πάντα νικάει, γιατί έχει όλο το δίκιο με το μέρος της-, ένα πράγμα γνωρίζω. Ότι όπου κι αν πάω, όπου κι αν ζω, δεν είμαι παρά ένα Κατερινιωτάκι που το ΄σκασε.

Δημοφιλή