Ο Παλαμάς ως πολίτης του κόσμου και ως πατριώτης

Ο Παλαμάς ως πολίτης του κόσμου και ως πατριώτης

4' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μονοφωνικός και μονότροπος ποιητής, που να ακολουθεί με θρησκευτική προσήλωση έναν δρόμο χωρίς παρεκκλίσεις, υπαναχωρήσεις ή άλματα, χωρίς στοιχήματα εντέλει, δύσκολα βρίσκεται. Είτε τις αισθητικές του επιλογές έχουμε κατά νουν είτε τις ιδέες που υποστηρίζουν οι στίχοι του. Αυτό ισχύει προπάντων αν ο ποιητής έζησε σε μεταιχμιακές περιόδους, και αν, επιπλέον, το έργο του εκτείνεται σε αρκετές δεκαετίες και καλύπτει χιλιάδες σελίδες. Θα πρέπει λοιπόν να διερευνάται προσεχτικά, με τη μελέτη των ίδιων των αυθεντικών πηγών και όχι μόνο των ερμηνειών τους, αν όσα ελέγχονται ως αντιφάσεις έχουν ορισμένα έστω γνωρίσματα των εναντιοφανειών, όπως αποκαλούν οι θεολόγοι τις διαφορές ανάμεσα σε κάποια χωρία των Γραφών.

Μια τέτοια περίπτωση ενδέχεται να αποτελεί ο Κωστής Παλαμάς, με τις εσωτερικές αντιφάσεις του να μην υπονομεύουν εντέλει το έργο του, αλλά να το αποκαλύπτουν στην πολυφωνικότητά του. Υπηρέτησε τη γραφή, στις ποικίλες εκδοχές της (ποίηση, κριτική, διηγηματογραφία, θέατρο, μαχητική αρθρογραφία), για πάνω από έξι δεκαετίες. Τα «Απαντά» του, στη μέχρι τώρα έκδοσή τους από το Ιδρυμα Παλαμά, απαρτίζονται από δεκαέξι πολυσέλιδους τόμους. Η νέα, φιλολογική έκδοσή τους, αναγκαία από πολύ καιρό, σίγουρα θα τους υπερβεί.

Επί δεκαετίες, το παλαμικό εκκρεμές δεν έπαψε ποτέ να κινείται. Οχι όμως άναρχα. Την εκάστοτε διαδρομή του τη χάραζε ο ποιητής, έτσι όπως αφιερωνόταν σ’ ένα διπλό και διαρκώς ανανεούμενο εγχείρημα· της αυτογνωσίας από τη μια, της άμεσης ανταπόκρισης στη ζήτηση των καιρών από την άλλη. Οντας ποιητής-κρίκος ανάμεσα σε ιστορικές και λογοτεχνικές εποχές ξεχωριστής σημασίας, δεν πορεύτηκε παράλληλα προς τον καλλιτεχνικό, κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό χρόνο. Δεν υπήρξε έξω από αυτόν, παραδομένος στην ηδονή κάποιου χρυσελεφάντινου πύργου αυτάρκειας και αυταρέσκειας. Συναντήθηκε με τον χρόνο, επηρεάστηκε καίρια, και δοκίμασε να τον επηρεάσει· να επηρεάσει λ.χ. την πορεία της γλώσσας, πρωταγωνιστώντας στη μάχη του δημοτικισμού.

Το λογοτεχνικό του έργο παρουσιάζεται εν-χρονισμένο, θα έλεγα κάθε φορά έγκαιρο, κάθε φορά δηλαδή που επιχειρούσε να ανταποκριθεί με αμεσότητα στα συμβαίνοντα. Κάθε φάση της λογοτεχνικής πορείας του προϋποθέτει την προηγούμενη, που δεν την απαρνείται, και οδηγεί ομαλά στην επόμενη. Δεν έχουμε να κάνουμε με έναν βίο-σε-αποσπάσματα.

Ο περίφημος δυαδισμός του Παλαμά, κατά συνέπεια, μπορεί να θεωρηθεί εν μέρει απότοκος της διαρκούς έγνοιας του να υπηρετεί την ποίηση ως αποστολή, τα επικαιρικά γνωρίσματα της οποίας εναλλάσσονται.

Στην «Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας» ο Κ.Θ. Δημαράς μιλάει για «ψυχολογικό διχασμό» του Παλαμά. Στη δική του «Ιστορία» ο Λίνος Πολίτης σημειώνει πως «η κριτική παρατήρησε ότι στην ποιητική σκέψη του Παλαμά κυριαρχεί ένας δυαδισμός, μια ταλάντευση ανάμεσα σε δυο αντίθετους πόλους. […] Το ποιητικό του έργο ταλαντεύεται επίσης ανάμεσα σε δύο ακραία όρια, σ’ έναν ελάσσονα και σ’ έναν μείζονα τόνο· είναι τα ποιήματα τα πιο λυρικά, όπου ψάλλει το σπίτι, την απόμερη, “ασάλευτη” ζωή (αυτό που ο ίδιος ονόμασε “λυρισμό τού εγώ”) και τα άλλα (“ο λυρισμός τού εμείς”), όπου εκτείνεται σε μεγαλύτερες επικές συνθέσεις, σε “μεγάλα οράματα”». Κοντινός στην «ταλάντευση» του Λίνου Πολίτη είναι ο όρος «αμφιταλάντευση» που χρησιμοποιεί ο Δημήτρης Τζιόβας, από κοινού με τον όρο «αμφιθυμία», στο βιβλίο του «Από τον λυρισμό στον μοντερνισμό».

Τεκμήρια των διαφοροποιήσεων ή των αντιθέσεων στη σκέψη του Παλαμά και στην ποιητική, κριτικογραφική ή αρθρογραφική εφαρμογή της, ή τεκμήρια της «δυναμικής πολλαπλότητάς» του, παρέχει αρκετά ο ίδιος. Ειδικότερα όσον αφορά τη στάση του ως προς το δίπολο πατριωτισμός/κοσμοπολιτισμός, εθνικισμός (ή μεγαλοϊδεατισμός)/διεθνισμός, η διερεύνησή της, για να μην αποβεί μονομερής, προϋποθέτει οπωσδήποτε τη μελέτη του «Δωδεκάλογου του Γύφτου» (1907) και των «Σατιρικών Γυμνασμάτων» (1912), σε συνδυασμό πάντα με την ιστορική συγκυρία που πυροδότησε τη γραφή τους. Περιττεύει ίσως να ειπωθεί ότι στο εννοιολόγιο του (αρχαιολάτρη, πρωτίστως δε αρχαιογνώστη) Παλαμά ο όρος κοσμοπολιτισμός δεν είχε ποτέ το ελαφρό νόημα που του αποδίδει η τρέχουσα χρήση, αλλά μοιραζόταν την ουσία που έχει η λέξη «κόσμιος» (πολίτης του κόσμου) στην αντίληψη του Επίκτητου και του Σωκράτη. Από αυτήν την αντίληψη έλκει την καταγωγή της η εξής ποιητική διακήρυξη στη «Φλογέρα του βασιλιά» (1910): «Στην οικουμένη ειρήνη, / αδερφοσύνη στους λαούς, χαρά και καλή γνώμη / στη γη! / Τρισεύγενη η δουλειά, μια Πολιτεία ο κόσμος!» Μνημονευτέα εδώ η εξής παλαιότερη παρατήρηση του Κ.Γ. Κασίνη, γενικού επόπτη της νέας, πρώτης πλήρους έκδοσης των «Απάντων»:

«Μπορεί, βέβαια, ο πολίτης Παλαμάς να είναι δεμένος με τον τόπο του, αλλά υπερβαίνει την στενή ιδέα της πατρίδας και αισθάνεται ως πολίτης του ευρέος βαλκανικού χώρου, συνεχίζοντας υπό άλλες συνθήκες το κήρυγμα της βαλκανικής συμπολιτείας του Ρήγα. Ακόμη πιο προωθημένες θέσεις βρίσκουμε στη “Φλογέρα του βασιλιά”, που θεωρήθηκε ως το πιο στενά πατριδολατρικό ποίημα, όπου διακηρύσσει την ευρωπαϊκή ιδέα και, πιο ριζοσπαστικά ως πολίτης του κόσμου πια, κτυπά την κεφαλαιοκρατία και κηρύσσει την ειρήνη, την αδελφοσύνη των λαών, με αποτέλεσμα ο Αιμίλιος Χουρμούζιος, ένας από τους πιο καταρτισμένους κριτικούς και συνειδητός τροτσκιστής στα νιάτα του, να σημειώνει ότι εδώ διατυπώνεται τόσο πρώιμα και τόσο ρωμαλέα το σοσιαλιστικό ιδανικό».

Αν, μολαταύτα, εξακολουθεί να φαίνεται δύσκολο να αντιμετωπιστεί η «Φλογέρα του βασιλιά» σαν κάτι βαθύτερο από πατριδολατρικό συναξάρι, τουλάχιστον ο «Δωδεκάλογος του Γύφτου» πρέπει να απαλλαγεί από τις «πατριωτικές» παραναγνώσεις, που επιχείρησαν να αμβλύνουν το οξύ ποιητικό άγγελμά του, να μετριάσουν την κρημνιστική επιθετικότητά του και να σχετικοποιήσουν όσα περί πατρίδων (ή μάλλον κατά πατρίδων) λέγονται εκεί από τον Γύφτο. Στην ανάδειξη ακριβώς του καθαυτό ποιητικού μηνύματος αποβλέπει το κεφάλαιο «Πατρίδα – Κόσμος» στο βιβλίο του Παντελή Βουτουρή «Αγαπημένε μου Ζαρατούστρα: Παλαμάς – Νίτσε».

Στο «Γιούχα και πάντα γιούχα των πατρίδων!», που ακούγεται τέσσερις φορές στον Εβδομο Λόγο (την τρίτη φορά παίρνει τη μορφή «Γιούχα και πάλε γιούχα της πατρίδας», στον ενικό), απαντά κατά κάποιον τρόπο ο ίδιος ο Παλαμάς, με το ποίημα «Γνώμες, καρδιές, όσοι Ελληνες» (1925), της συλλογής «Δειλοί και σκληροί στίχοι» (1928). Και μπορεί στο συγκεκριμένο ποίημα να χρησιμοποιεί ως μότο λίγες γραμμές από τον Πρόλογό του στον «Δωδεκάλογο», το συμπέρασμά του όμως βρίσκεται στην αντίθετη όχθη σε σχέση με το θριαμβικό «Γιούχα» του Γύφτου: «Δε ζει χωρίς πατρίδες / η ανθρώπινη ψυχή».

Συνεχίζουμε την επόμενη Κυριακή.

* Ομιλία στην επιστημονική εκδήλωση «Ο ποιητής Κωστής Παλαμάς σήμερα» που οργάνωσαν ο Τομέας Νεοελληνικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής, το Ιδρυμα Κωστή Παλαμά και το περιοδικό «Νέα Ευθύνη» (20.11.2019).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή