Ο τρίτος τόμος τής πολύτιμης σειράς τού Νικόλαου Παπαθεοδώρου, με τις μνήμες τής πόλης μας, εκδόθηκε με τη συνδρομή τού Ελευθέριου Σαΐτη και παρουσιάζεται σε μεγάλη εκδήλωση, σήμερα (Τετάρτη, 9/10), στο Ωδείο…
Από τον Άγγελο Πετρουλάκη
Με τον μικρό εγγονό μου κρατημένο από το χέρι διασχίζαμε την πλατεία, Κυριακή πρωί, λέγοντας διάφορα. Χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο τον ρωτώ: «Ξέρεις πώς λέγεται αυτή η πλατεία;»
Με κοίταξε λοξά. «Και βέβαια παππού. Κεντρική πλατεία…»
«Κεντρική τη λέμε στις συζητήσεις μας, γιατί όντως η κεντρικότερη της πόλης μας. Το όνομά της, όμως, είναι ‘‘Πλατεία Μιχαήλ Σάπκα’’. Ο Μιχάλης Σάπκας ήταν δήμαρχος της πόλης μας παλιότερα, ένας δήμαρχος που πρόσφερε πολλά και, προς τιμήν του, αλλά και για να τον θυμόμαστε, δόθηκε στην πλατεία το όνομά του».
Ο εγγονός μου με κοίταξε ακόμα πιο λοξά, αλλά δεν είπε τίποτα. Άλλωστε είχαμε πλησιάσει στα «Goudy’s» και, εκείνη την ώρα, τα «μπέργκερ» ήταν πιο ενδιαφέροντα απ’ οτιδήποτε άλλο. Το μάθημα πατριδογνωσίας, όμως, έπιασε, φυτεύτηκε στο υποσυνείδητό του. Λίγο καιρό μετά, σε μια παρόμοια βόλτα, θυμήθηκε εκείνη τη συζήτηση και το όνομα της πλατείας.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που αναρωτήθηκα πόσοι κάτοικοι αυτής της πόλης γνωρίσουν την πόλη και την ιστορία της… Ούτε και η τελευταία, βεβαίως…
Σπάνια, πια, βγαίνω στο κέντρο τής πόλης. Το ανέφερα και τη Δευτέρα (7 Οκτωβρίου), που τυχαία βρέθηκα με τον Νίκο Παπαθεοδώρου στο παλαιοβιβλιοπωλείο Δερβένη. «Εγώ βγαίνω κάπου κάπου. Μου αρέσει να συναντώ φίλους…», αντείπε ο ευπατρίδης Λαρισαίος, ο άνθρωπος που έχει ταυτίσει τη ζωή του με την ιστορία τής πόλης μας. Λίγα είπαμε… Όταν τα χρόνια βαραίνουν στην πλάτη σου και τα ελάχιστα είναι αρκετά.
Περπατώντας, λίγο μετά, στους πεζόδρομους για την καθιερωμένη επίσκεψη στα βιβλιοπωλεία, παρατηρούσα τους θαμώνες τών καφετεριών. Είτε γιατί στην τσάντα μου είχα τον τρίτο τόμο τού «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα», είτε γιατί σε κάποιο καφέ εντόπισα μια συντροφιά παλιών Λαρισαίων, αξιοσέβαστων, που θα αφήσουν πίσω τους γόνιμο ίχνος πορείας, αναρωτήθηκα ξανά πόσοι κάτοικοι αυτής της πόλης γνωρίζουν την ιστορία της…
Μπροστά στον «Γλυπτό ποταμό» τής φίλης Νέλλας Γκόλαντα, αναρωτήθηκα πόσοι διαβάζουν την εντοιχισμένη πινακίδα που πληροφορεί πως είναι έργο της, πόσοι γνωρίζουν ποια είναι η Νέλλα Γκόλαντα, τι θέλησε να αφηγηθεί με το συγκεκριμένο έργο και με τις άλλες παρεμβάσεις της στις πλατείες και στους πεζοδρόμους Παπαναστασίου και Βενιζέλου;
Πόσοι γνωρίζουν για το Αρχαίο Θέατρο, που απέναντί του πίνουν καφέ; Πόσοι για το χαμάμ, για το τζαμί, που για δεκαετίες ήταν το Μουσείο μας, πόσοι, από τις διακόσιες και παραπάνω χιλιάδες που κατοικοεδρεύουν στην πόλη, γνωρίζουν πού βρίσκονται το Λαογραφικό και το Διαχρονικό Μουσείο τής πόλης; Πριν καιρό, παριστάνοντας τον ξένο, είχα ρωτήσει κάποιους πώς θα πήγαινα σ’ αυτά και όλοι τους είχαν δηλώσει άγνοια για την ύπαρξή τους.
Τι γνωρίζουμε για την πόλη μας; Όχι οι λίγοι, όχι κάποιες εκατοντάδες Λαρισαίοι, αλλά οι πολλοί, οι χιλιάδες; Απαισιόδοξα απαντώ: Τίποτα, ή σχεδόν τίποτα. Και; Ποια η ζημιά; Δεν ξέρω. Λέω, όμως, πως είναι κρίμα να ανηφορίζεις τον πεζόδρομο της Φιλελλήνων και να μην γνωρίζεις έστω στοιχειώδη για τον λόφο Φρουρίου, όπως συνηθίζουμε να λέμε… Όχι πως η γνώση αυτή θα αλλάξει κάτι στην καθημερινότητά σου, αλλά κάποιες φορές, κάποια πράγματα αποκτούν άλλη οντότητα, αν τα γνωρίζεις…
Ξεκίνησα, όμως, αναφέροντας την «Πλατεία Μιχαήλ Σάπκα», αυτήν την πλατεία που μας τη ‘‘γνωρίζει’’ στη σελίδα 99 ο Νίκος Παπαθεοδώρου στον τρίτο τόμο τού «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα». Το κείμενο είναι παλιό. Πρωτοδημοσιεύθηκε στις 8 Ιουνίου 2016 στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και αν δεν κάνω λάθος αναρτήθηκε και στο διαδίκτυο στη σελίδα τής εφημερίδας, αλλά και στη σελίδα τής «Φωτοθήκης». Κείμενο του γιατρού Παπαθεοδώρου, με πληροφορίες πολύτιμες, όπως άλλωστε κάθε κείμενό του.
Κείμενα που ξεδιπλώνουν στα μάτια μας έναν εκπληκτικό χάρτη πατριδογνωσίας για τον τόπο στον οποίο γεννηθήκαμε και πορευτήκαμε στη ζωή. Σπουδαία κείμενα. Που απαίτησαν έρευνα, δαπάνες, κόπο, αγρύπνιες…
«Οι πιο γόνιμες ώρες μου είναι μεταξύ 9 το βράδυ και 2 μετά τα μεσάνυχτα», μου είπε, το πρωινό τής Δευτέρας, ο φίλος Νίκος. Πόσα βράδια; Αμέτρητα, άπειρα. Τα βράδια της ζωής του. Αυτά που συνόψιζαν τις μέρες τής έρευνας, της αναζήτησης στοιχείων, της αναζήτησης φωτογραφιών, της αναζήτησης μαρτυριών.
Πριν πολλά χρόνια, ως διευθυντής τότε των «Θεσσαλικών Επιλογών», είχα γράψει ένα μικρό κείμενο (εκείνος δεν το ήθελε μεγαλύτερο) με τίτλο «Νίκος Παπαθεοδώρου – Με το πάθος τού συλλέκτη και του ερευνητή», στο οποίο ανέφερα:
«Πασίγνωστος στους συμπολίτης μας ο γυναικολόγος χειρουργός – μαιευτήρας Νίκος Παπαθεοδώρου είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο στην έρευνα της ιστορίας τής πόλης μας, μια ενασχόλησή του που συνδυάζεται με το πάθος τού συλλέκτη. Μια ολόκληρη ζωή δοσμένη στην αναζήτηση και ανακάλυψη άγνωστων πτυχών τής θεσσαλικής ιστορίας και ιδιαίτερα της ιστορίας τής Λάρισας, με τον διακαή πόθο τής τεκμηρίωσης και της ανάδειξης γεγονότων που σε κάποια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή αποτέλεσαν σημαντικά σημεία τής εξελικτικής διαδικασίας τού τόπου.
»Η επαφή του με το βιβλίο ξεκινά από τη βιβλιοθήκη τού ιερέα πατέρα του, όμως η έναρξη της αγάπης του για τη συλλεκτική έρευνα γεννιέται στη Γερμανία, όταν ως ειδικευόμενος γιατρός εντυπωσιάζεται από τις γνώσεις Γερμανού καθηγητή του για το ελληνικό δημοτικό τραγούδι και συγκεκριμένα το κλέφτικο. Με την επιστροφή του, στα 1975, στη Λάρισα ξεκινά τις πρώτες του ανιχνεύσεις. Παλιές εφημερίδες, παλαιοπωλεία, δημοπρασίες. Σταδιακά έρχονται στην κατοχή του σημαντικά ντοκουμέντα, από άρθρα μέχρι χαρακτικά, από συμβόλαια μέχρι βιβλία, από καρτ ποστάλ μέχρι επίσημα έγγραφα.
»Σήμερα νιώθει χαρά για τις συλλογές του, έχοντας την επίγνωση πως κατόρθωσε να συγκεντρώσει ένα ιδιαίτερα πολύτιμο υλικό για την ιστορία τού τόπου μας. Μια τεράστια συλλογή παλαιών βιβλίων, μια σχεδόν ολοκληρωμένη συλλογή βιβλίων περιηγητών τού θεσσαλικού χώρου, μια πολύτιμη συλλογή χαρακτικών μέρος τής οποίας περιλαμβάνεται στο βιβλίο του «Η Λάρισα την εποχή τής Τουρκοκρατίας μέσα από τα χαρακτικά», μια εξίσου πολύτιμη συλλογή καρτών και φωτογραφιών (οι οποίες θ’ αποτελέσουν και το νέο του λεύκωμα που θ’ αφορά την πόλη μας από το 1878 μέχρι το 1910), συλλογές εγγράφων κ.ά. γραπτών τεκμηρίων αποτελούν τη θαυμαστή πορεία και… περιουσία του, η οποία κατά επιθυμία του θα περιέλθει στο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο της πόλης μας…
»Σε μια σύντομη συζήτηση που κάνουμε, του ζητώ να θυμηθεί δυο-τρία σημαντικά αποκτήματά του.
Αναφέρει το υπ’ αριθμόν 2 συμβόλαιο του υποθηκοφυλακείου της Νέας Ελλάδος με ημερομηνία 11-10-1881 μεταξύ τού τότε βασιλέα Γεωργίου Α΄ και του Χουσνί Μπέη τής Λάρισας για την αγορά έναντι 27.000 τουρκικών λιρών τού αρχοντικού τού μπέη, το οποίο ανακατασκεύασε ο Γεώργιος (τα κάποτε Παλαιά Ανάκτορα στη θέση τού Δημοτικού Ωδείου) για να διαμένει σ’ αυτά κάθε Σεπτέμβριο που ερχόταν στη Λάρισα (μετά την απελευθέρωσή της στις 31-8-1881), προκειμένου να παρακολουθεί τα γυμνάσια του στρατού.
»Ένα ακόμα σημαντικό απόκτημα είναι τα άπαντα του Γαληνού, μια έκδοση του 1532 στη Βασιλεία τής Ελβετίας, με την εισαγωγή τους στα λατινικά, βιβλίο που τυπώθηκε μόλις λίγα χρόνια μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιο.
»Τον ρωτώ για τα συναισθήματα που τον ακολουθούσαν κάθε φορά που έσπευδε προς απόκτηση ενός νέου ντοκουμέντου ή κειμηλίου. ‘‘Κυρίαρχο στοιχείο είναι το άγχος για το πού θα φτάσει η τιμή… Και βέβαια η χαρά, μετά την απόκτησή του. Ο συλλέκτης χαρακτηρίζεται από το πάθος που τον δένει με τα στοιχεία της συλλογής του, ένα πάθος που δεν τον αφήνει να σκεφτεί, ακόμα και όταν έχει ανάγκη, πως θα πουλήσει έστω ένα από αυτά. Τα κρατά ως ανεκτίμητο θησαυρό ακόμα κι αν πρόκειται να πεινάσει…’’, απαντά.
Αυτός είναι ο Νίκος Παπαθεοδώρου… Μια σημαντική, ευγενική προσωπικότητα που ως αδάμας λάμπει στη λαρισαϊκή κοινωνία και που της αφήνει ιερή παρακαταθήκη, ως ευεργέτης δωρητής πλέον, ένα μεγάλο κομμάτι τής ιστορίας της…»
Αυτά είχα γράψει τότε, που ακόμα δεν είχαν κυκλοφορήσει σε βιβλίο τα κείμενά του για την παλιά Λάρισα, γιατί απλά δεν είχαν γραφεί. Η… περιπέτειά τους ξεκίνησε λίγο πριν τελειώσει το 2013, από μια πρόταση – πρόκληση του φίλου και παλιού συνάδελφου (‘‘φάγαμε ψωμί στο ίδιο μαγαζί’’) Χρήστου Τσαντήλα να συνεργαστεί ο Νίκος Παπαθεοδώρου με την εφημερίδα, γράφοντας θέματα από την ιστορία τής πόλης. Το πρώτο από τα κείμενα δημοσιεύθηκε την Πρωτοχρονιά τού 2014 και καθώς έπεσε στα μάτια μου, μου προκάλεσε ισχυρή συγκίνηση. Γιατί;
Εκείνο το κείμενο μου θύμισε μια άλλη, συγγενική, ‘‘περιπέτεια’’. Πριν πολλά χρόνια, ένας άλλος ευπατρίδης Λαρισαίος, ο αείμνηστος δικηγόρος Γιώργος Ζιαζιάς, με είχε επισκεφθεί στο γραφείο μου και μου είχε ζητήσει να γράφει στις «Θεσσαλικές Επιλογές», κάθε μήνα και ένα κείμενο για την παλιά Λάρισα. Δέχτηκα με ευχαρίστηση. Για χρόνια ολόκληρα έγραφε τις αναμνήσεις του σε κείμενα, που αργότερα συγκέντρωσε και κυκλοφόρησε σε βιβλία.
Οι Λαρισαίοι που αγάπησαν την πόλη τους, λοιπόν… Άνθρωποι επιστήμονες, που δεν ζήλεψαν αστραφτερά αυτοκίνητα και πούρα, που δεν έλεγαν «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», που όμως κατέθεσαν στην πόλη ιδιαίτερα σημαντικά πράγματα…
Ανάμεσα σ’ αυτούς τους συμπολίτες, ένας ακόμα: Ο Ελευθέριος Σαΐτης! Ναι, ο επιχειρηματίας, ο φιλόπατρις βιομήχανος κύριος Λευτέρης! Ο άνθρωπος που διάβαζε ανελλιπώς τα κείμενα του Νίκου Παπαθεοδώρου, παρά τις τόσες επιχειρηματικές του δραστηριότητες, και που θέλησε να τον γνωρίσει από κοντά, να τον συγχαρεί και να του πει πόσο πολύτιμη είναι η προσφορά του για την πόλη. Ο άνθρωπος που ανέλαβε τα έξοδα για την έκδοση και των άλλων τόμων (Β΄ και Γ΄) τού «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα». Το πώς έγινε αυτή η γνωριμία; Θα μεταφέρω τα όσα έγραψε ο ίδιος ο κ. Σαΐτης, στα προλεγόμενα του Β΄τόμου:
«…Πάντα μ’ ενδιέφερε η ιστορία γενικότερα, αλλά ειδικότερα του τόπου μας. Τυγχάνοντας τακτικός αναγνώστης τού τοπικού ημερήσιου τύπου, παρά τις επαγγελματικές υποχρεώσεις, με πολύ ενδιαφέρον διαβάζω τα άρθρα του ιατρού – ιστορικού ερευνητή Νικολάου Παπαθεοδώρου γύρω από την ιστορία (και τα πρόσωπα) της πόλης της Λάρισας. Εντύπωση μου προξένησε το ενδιαφέρον του και η αγάπη για την πόλη, σε κείμενα που έδειχναν άνθρωπο που κουβαλάει μεγάλο ψυχικό και πνευματικό πλούτο. Δεν τον γνώριζα, αλλά βασισμένος καθαρά στο επιχειρηματικό και συναισθηματικό μου ένστικτο ότι πρόκειται περί πολύ ενδιαφέροντος πολίτη, πήρα την πρωτοβουλία να του τηλεφωνήσω για να γνωριστούμε από κοντά.
»Όταν συνάντησα για πρώτη φορά τον κ. Νικ. Παπαθεοδώρου και αφού συζητήσαμε σχετικά, μου ήρθε στο μυαλό ένας διάλογος, που διάβασα σε κάποιο ιστορικό κείμενο που αναφέρονταν στον αρχαίο φιλόσοφο Βία. Κατά τη διάρκεια των Ελληνο-Περσικών πολέμων οι Έλληνες συμπατριώτες του Βία υποχωρούσαν και όλοι έπαιρναν ό,τι απαραίτητο θεωρούσαν. Μια γυναίκα ρώτησε τον φιλόσοφο Βία, που δεν είχε τίποτα μαζί του: ‘‘Δεν θα πάρεις τίποτα μαζί σου;’’ Αυτός απάντησε αφοπλιστικά: ‘‘Ο καθένας κουβαλάει ό,τι έχει μέσα του…’’.
»Ο κ. Παπαθεοδώρου σε μια συνάντησή μας μου ανέφερε την προοπτική έκδοσης του παρόντος πονήματος και των τυχόν οικονομικών δυσκολιών που θα αντιμετώπιζε. Χωρίς δεύτερη σκέψη τού είπα, ‘‘προχωρήστε και μην ανησυχείτε’’, πιστεύοντας έτσι ότι σαν πολίτης της Λάρισας μπορούσα να συμβάλω με ένα λιθαράκι, ώστε να κρατηθεί η ιστορία της πόλης ζωντανή, για τις επόμενες γενιές…»
Τόσο απλά: ‘‘προχωρήστε και μην ανησυχείτε’’. Ο γενναιόδωρος κ. Λευτέρης. Για να μείνουν ζωντανές μέσα από τις καταγραφές τού γιατρού, οι μνήμες τής Λάρισας. Φιλόπατρις είναι αυτός που θέλει ζωντανή την πόλη του και ο Ελευθέριος Σαΐτης βεβαιώνει ότι δεν μπορεί να μείνει μια πόλη ζωντανή χωρίς να γνωρίζει το παρελθόν της.
Πρόσφερε μέγιστη υπηρεσία στην πόλη, βοηθώντας τους συμπολίτες να μπορούν, αν θέλουν, να έχουν ένα μεγάλο μέρος από τις μνήμες τής πόλης στο σπίτι τους. Για τούτο και τον θεωρώ ευεργέτη.
Ιδιαίτερα σ’ έναν χώρο που ο Έλληνας παρουσιάζει ελλειμματική συμπεριφορά, την Πατριδογνωσία.
Θα μεταφέρω ένα ακόμα απόσπασμα του σημειώματός του, που εκφράζει πώς μπορεί ένας σύγχρονος Έλληνας να σκέφτεται γόνιμα για την πατρίδα του:
«Πάντα μου άρεσε και μου αρέσει να διαβάζω Ιστορία, γιατί αποτελεί τον καλύτερο οδηγό για τη ζωή και τις επιχειρήσεις. Μιλώντας και λίγο επιχειρηματικά, η ιστορία μας και ο πολιτιστικός πλούτος που διαθέτουμε σαν χώρα (η ωραιότερη χώρα του κόσμου κατά τη γνώμη μου), θα μπορούσε να συντελέσει σημαντικά στην επίλυση πολλών οικονομικών προβλημάτων της, εάν γινόταν συστηματική, πρακτική και ρεαλιστική αξιοποίηση αυτού του κεφαλαίου. Τουρισμός και πολιτισμός συνδυάζονται άριστα αν υπάρχει αποφασιστικότητα, θέληση, πρακτικότητα, τόλμη χωρίς αρνητική νοοτροπία. Απλά πράγματα, απλές αλήθειες. Η Ελλάδα θα μπορούσε να είναι ένας επίγειος παράδεισος, το θερμοκήπιο της Ευρώπης, αν είχαμε άλλη νοοτροπία. Αυτή πρέπει να αλλάξουμε κάνοντας αρχή από το Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό, από χθες. Αύριο θα είναι αργά».
Λόγια απλά, που εκφράζουν όσα έχουν πει με τόμους ολόκληρους μεγάλες προσωπικότητες της παγκόσμιας διανόησης, μελετώντας τον Ελληνικό Πολιτισμό.
Ας συνεχίσω για λίγο ακόμα με τον κ. Σαΐτη. Ας μεταφέρω εδώ ένα απόσπασμα από το εισαγωγικό του σημείωμα στον τρίτο τόμο, που σήμερα, Τετάρτη 9 Οκτωβρίου, θα παρουσιαστεί επίσημα στο Ωδείο τής πόλης μας.
Είναι λόγια που είχε πει ο δικός μας φιλόπατρις κ. Λευτέρης, πριν ένα χρόνο, στην επίσημη παρουσίαση του προηγούμενου τόμου:
«Όλοι εμείς κάποια μέρα θα φύγουμε, αλλά είναι πολύ σημαντικό, συναισθηματικό και διδακτικό να παραμείνουν η ιστορία και οι μνήμες της πόλης μας ζωντανές…
[…]
»Μια χώρα, μια κοινωνία, την κατακτάς (με την καλή έννοια του όρου) με ό,τι αυτό συνεπάγεται: πρώτα πολιτισμικά, ύστερα οικονομικά και μετά πολιτικά…
Συνεπής προς τις αρχές του, ο κ. Σαΐτης χρηματοδοτεί, λοιπόν, και τον τρίτο τόμο, σημειώνοντας, επίσης στο εισαγωγικό του σημείωμα, πως:
«Είναι λυπηρό (και εξοργιστικό) που η χώρα μας δεν έχει αξιοποιήσει, από κάθε άποψη, αυτό το κεφάλαιο που λέγεται «Ιστορία – Πολιτισμός – Τέχνες». Βέβαια, ο πολιτισμός, οι τέχνες, είναι υπεράνω όλων και δεν αποτιμώνται με οικονομικούς όρους, αλλά χωρίς να παραβιάσουμε αυτήν την αξία, δεν θα ήταν καλό για τη χώρα μας, να αξιοποιήσει πνευματικά, οικονομικά, αυτό το κεφάλαιο που έχει τεράστιες προοπτικές και αποτελεί τον καλύτερο διαφημιστή; Πιστεύω ακράδαντα ότι όλα είναι θέμα κουλτούρας, νοοτροπίας και πίστης στο μεγαλείο της ανθρώπινης δύναμης και θέλησης. Το ‘‘ΕΓΩ’’, ο ατομισμός και η αρρωστημένη κουλτούρα, είναι η κύρια αιτία της κατάστασης που όλοι βιώνουμε.
»Στον κ. Παπαθεοδώρου θεωρώ ότι ταιριάζει το παρακάτω απόφθεγμα που λέει την πραγματικότητα γι’ αυτούς που πρωταγωνιστούν. ‘‘Αυτοί που ακολουθούν δεν θα μάθουν ποτέ πόσο σκληρά προσπάθησε να ανοίξει δρόμο αυτός που ηγείται… ο πρώτος διδάξας…’’
»Πάντα έτσι ήταν και είναι στη ζωή, στο ζωικό βασίλειο γενικότερα, αλλά και στις επιχειρήσεις. Οι λίγοι να ηγούνται, οι λίγοι να κάνουν τη διαφορά για το καλό όλων, πάντα όμως με τη στήριξη της ομάδας.
»Προχωρήστε τον δρόμο που χαράξατε κ. Παπαθεοδώρου, συνεχίστε την προσπάθειά σας. Πάλι με πολύ χαρά σας αναγγέλλω ότι θα είμαστε δίπλα σας για την επόμενη έκδοση, του Οκτωβρίου 2020, αρκεί να μας το επιτρέψει ο Πανάγαθος Ύψιστος».
Αν υπήρχε «Βίβλος Επιχειρηματιών της Λάρισας» το όνομα του κ. Ελευθέριου Σαΐτη θα έπρεπε να γραφεί με χρυσά γράμματα. Όχι τόσο για την επιτυχημένη πορεία του, όσο για τον αδαμάντινο χαρακτήρα του και τις αρχές που υποστηρίζει. Υπερ-δραστήριος, οραματιστής, χαλκέντερος, σεμνός. Το τελευταίο, το πλέον σημαντικό όλων: Είναι ο επιχειρηματίας που πιστεύει στον Άνθρωπο, και που μέσα απ’ αυτήν την οπτική βλέπει το μέλλον.
«Τα εργοστάσια έχουν ψυχή, δεν είναι κτίρια και μηχανήματα», είχε πει όταν βραβεύθηκε, πριν καιρό, από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, τονίζοντας, πως «σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όπου ο αγώνας είναι σκληρός, αμείλικτος και τα πάντα αλλάζουν άρδην», η επιχειρηματικότητα απαιτεί συνεχή αγώνα, ανησυχία και καινοτομίες, γιατί «από τη στιγμή που ο επιχειρηματίας θα επαναπαυθεί της δάφνες του, η αντίστροφη μέτρηση έχει ήδη αρχίσει. Και αυτό διότι η χαλάρωση φέρνει τη στασιμότητα, η στασιμότητα την οπισθοδρόμηση και η οπισθοδρόμηση τη ληξιαρχική πράξη του τέλους της επιχείρησης. Επιχειρήσεις που μένουν στάσιμες και δεν εξελίσσονται-καινοτομούν εξαφανίζονται, χάνονται. Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα με επιχειρήσεις κολοσσούς που δεν αντιλήφθηκαν τα μηνύματα των καιρών και εξαφανίσθηκαν».
Ιδρυτής και ψυχή τών εταιρειών «ΚΡΟΝΟΣ Α.Ε.», «INTERCOMM FOODS S.A.» και «AGROPHOENIX SA», με μεγάλη εξαγωγική δραστηριότητα, αλλά και υποκαταστήματα στο εξωτερικό, αποτελεί όχι μόνο πρότυπο επιχειρηματία, αλλά και οικογενειάρχη, και ευγενούς, και σεμνότατου Λαρισαίου.
Κλείνω τα μάτια στην ελεεινή καθημερινότητα που την κυκλώνει, με τη βία, με τον τρόμο στα σύνορα της χώρας, με την αηδία από τα καμώματα των πολιτικών μασκαράδων.
Επιστρέφω στο «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα» του Νίκου Παπαθεοδώρου, για τον οποίο προτείνω για μια ακόμα φορά να δοθεί το όνομά του σε κάποιον από τους κεντρικούς δρόμους τής πόλης.
Το ιστορικό του έργο τεράστιο. Η συνεισφορά του στη συλλογή ιστορικών στοιχείων και κειμηλίων τής πόλης ανυπολόγιστη. Χιλιάδες οι καταγραφές του, έργο πολλών ζωών και όχι μιας.
Την επιστημονική του βιβλιοθήκη ήδη τη χάρισε στην Ιατρική Σχολή.
Σεμνός και αθόρυβος. Περπατά στους πεζόδρομους μ’ ένα μόνιμο χαμόγελο χαραγμένο στα χείλη του. Στους ώμους του σηκώνει μια ιστορία χιλιάδων ετών, την ιστορία τής Λάρισας. Η πατριδογνωσία προσωποποιημένη…
Νιώθω ευνοημένος από καλή τύχη, γιατί στα χρόνια που έχω ζήσει γνώρισα αρκετούς ιδιαίτερους Λαρισαίους, οι οποίοι με τον δικό τους τρόπο βοήθησαν αυτήν την πόλη. Ενθυμούμαι τον γιατρό Αρχιμανδρίτη, να μου αφηγείται τις περιπέτειές του στην Κατοχή, τον αείμνηστο γιατρό και μέγα δωρητή Γιώργο Κατσίγρα να μου μιλά τόσο για την πορεία του ως χειρουργού, όσο και για το συλλεκτικό του έργο, τους αείμνηστους Στέλιο Καντώνια και Τάκη Δημητρακόπουλο, με τους παιδικούς σταθμούς τους, το σεμνότατο ζεύγος Γιώργου και Λένας Γουργιώτη, στους οποίους η πόλη οφείλει το θαυμαστό Ιστορικό και Λαογραφικό της Μουσείο, τον γλυκύτατο Σωτήρη Ζιαζιά, στην πλατειούλα του οποίου ξεκουράζομαι κάποια απογεύματα κατά τον ημερήσιο περίπατό μου…
Και άλλους…
Εύχομαι η πόλη να αναδείξει και τις προσωπικότητες που θα συμβάλλουν στην ανάδειξη της μνήμης και τη διατήρησή της, στην καλλιέργεια μιας πολιτιστικής ταυτότητας που θα καθοδηγεί τις επόμενες γενιές. Το ίδιο ισχύει και στον κοινωνικό τομέα με τους ευεργέτες τής πόλης, που χρέος της είναι να τους μνημονεύουμε και να τους τιμούμε.
Κρατώ στα χέρια μου τον τρίτο τόμο με τα κείμενα του γιατρού – ιστορικού ερευνητή κι εύχομαι να έχει υγεία, να συνεχίζει να γράφει της μνήμες της Λάρισας, να της μαθαίνει το χθες των ανθρώπων της, αλλά και να φωτίζει, με τη δίκαιη κρίση του, γεγονότα που επηρέασαν τη ζωή τής πόλης…
(Τελευταία ενημέρωση 09.25)
Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.