Δυτικά Τζουμέρκα: Στο βασίλειο του Αθάμαντα

Δυτικά Τζουμέρκα: Στο βασίλειο του Αθάμαντα

«Οι απότομοι και οδοντωταί κορυφαί εγείρουν στην καρδιά των θεατών το τραχύ και άγριον ορεινό αίσθημα, παρόμοιον με αυτό που εγείρει η θέα μυστηριωδών πύργων του Μεσαίωνα…», έγραφε ο πεζογράφος και ποιητής Κ. Κρυστάλλης περιγράφοντας τα Τζουμέρκα.

Με πέντε κορυφές πάνω από τα 2.000 μέτρα, τις ρεματιές που σκίζουν κάθετα τον επιβλητικό και τραχύ όγκο τους και την αιχμηρή κορυφογραμμή τους να είναι η μόνιμη θέα από όπου και να σταθείς, αντιλαμβάνεσαι πως δεν ήταν απλώς μία έμπνευση του λογοτέχνη.

Άγρια, βραχώδη, με απότομους γκρεμούς και ολόλευκες κορυφές, τους περισσότερους μήνες του χρόνου, τα Τζουμέρκα ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα βουνά της Πίνδου. Αφομοιώνεσαι στην τραχιά, σφιχτή αγκαλιά τους, ενώ τριγυρνώντας στα χωριά τους ταξιδεύεις στον χρόνο, καθώς η ζωή εδώ έχει τον δικό της ρυθμό. Ήρεμο, αργό, γοητευτικό, ξεκούραστο και κάποιες φορές παράξενο για τους ανθρώπους της πόλης.

Τα ορεινά χωριά των Τζουμέρκων είναι δεμένα με τους θρύλους και την ιστορία. Και ενώ είναι απλωμένα στον όμορφο ορεινό όγκο όπου σμίγουν οι νομοί Άρτας, Τρικάλων και Ιωαννίνων, εγκαταλείπονται από τη νέα γενιά. «Ποιος να μείνει εδώ, παιδάκι μου», λέει ο γερο-βοσκός κ. Δημήτρης. Κι όμως, ο παπα-Κώστας Χριστόδουλος, που λειτουργεί στη μονή της Αγ. Αικατερίνης στον Καταρράκτη, είναι περισσότερο αισιόδοξος. «Κι εγώ πριν από 40 χρόνια, όταν νέο με στείλανε από την Αθήνα εδώ, ζορίστηκα.

Ένιωθα σαν να με έστειλαν εξορία. Λαχάνιαζα, δεν μπορούσα να περπατήσω, ταλαιπωριόμουνα. Τώρα όμως πετάω, ανεβοκατεβαίνω τις διαδρομές, βλέπω ξένο κόσμο σιγά σιγά να έρχεται, ανοίξανε ξενοδοχεία, ταβέρνες, είναι καλύτερα. Λίγη υπομονή, αλλά και δουλειά να κάνουνε, να πιστέψουνε στον τόπο τους!».

Ίσως τελικά για να γνωρίσεις τα Τζουμέρκα και να μπεις βαθύτερα μέσα στη τζουμερκιώτικη ψυχή, δεν χρειάζεται η έκτη αίσθηση. Χρειάζεται μόνο να ανοιχθείς και να αφεθείς στα διδάγματα των ανθρώπων που έμαθαν να επιβιώνουν στην πέτρα.

Εκεί όπου αργεί η Ανατολή

Αν ξεκινήσατε για τα Τζουμέρκα και ο χάρτης δείχνει ότι βρίσκεστε στα Αθαμανικά Όρη, σωστά γράφει. Τα Αθαμανικά Όρη ονομάστηκαν έτσι από τον βασιλιά του Ορχομενού, Αθάμα, ο οποίος έζησε τον 4ο αι. π.Χ. Κατά τη μυθολογία η θεά Ήρα για να εκδικηθεί τη γυναίκα του Αθάμαντα, Ινώ, τρελαίνει τον άντρα της. Πάνω σε μια κρίση ο Αθάμας θα σκοτώσει ένα από τα παιδιά του. Η Ινώ παίρνει μαζί το δεύτερο παιδί τους, αλλά στην προσπάθεια τους να ξεφύγουν, πέφτουν στη θάλασσα και πνίγονται.

Όταν ο Αθάμας θα ξαναβρεί τα λογικά του κυνηγημένος από τύψεις, θα αφήσει τον κάμπο και θα αναζητήσει καταφύγιο στα βουνά, μαζί με λίγους πολεμιστές που τον ακολούθησαν. Έκτοτε και μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια, εδώ θα κατοικήσει η φυλή των Αθαμάνων. Το όνομα Τζουμέρκα, που τελικά θα επικρατήσει, προέρχεται από τις «τζούμες», που σημαίνει σκληρή, πέτρινη κορυφή και από το «έρκος» που σημαίνει τείχος, σειρά.

Προσεγγίζοντας την περιοχή από τη Ροδαυγή, αρχικά έχεις πανοραμική θέα των μεγαλόπρεπων Τζουμέρκων με τις μυτερές κορυφές να αιχμαλωτίζουν το βλέμμα. Σύντομα όμως κατηφορίζοντας προς τον Άραχθο, το τοπίο γαληνεύει με τα ήρεμα σε αυτό το σημείο νερά να ελίσσονται μέσα στην πυκνή βλάστηση. Η προσπέλαση του ποταμού γίνεται από τη στρατιωτική γέφυρα Μπέλεϊ που φτιάχτηκε το 1960 στη Πλάκα, στην τοποθεσία Παλιογέφυρο, ενώνοντας την Άρτα και τα Ιωάννινα με τα Τζουμεκοχώρια. Ο δρόμος αργοσκαρφαλώνει σε απότομες πλαγιές και το βουνό δημιουργεί ένα βραχώδες τείχος, το οποίο αποκλείει τη θέα προς την Ανατολή, «καθυστερώντας» έτσι και την ανατολή του Ήλιου.

Οι βελανιδιές, τα πλατάνια, τα μαυρόπευκα, οι οξιές και οι κάθε λογής θάμνοι καλύπτουν όλη τη διαδρομή μέχρι το χωριό Καταρράκτης, στο οποίο φθάνεις αφού περάσεις από τον οικισμό Μηλέα Καταρράκτη, από όπου θα δείτε από τις απόκρημνες πλαγιές μιας ρεματιάς να ξεπηδά ένας εντυπωσιακός καταρράκτης. Συνεχίζοντας στην κατάφυτη διαδρομή θα εμφανιστεί και το χωριό Καταρράκτης, πρώην Σχωρέτσαινα. Το χωριό πήρε το σημερινό του όνομα το 1927 από τους δίδυμους καταρράκτες που αναβλύζουν λίγο έξω από αυτό και των οποίων το βουητό τις γαλήνιες ανοιξιάτικες νύχτες αντιλαλεί στις γύρω πλαγιές. Πάνω από το χωριό και ανάμεσα από τις επιβλητικές κορυφές, ξεδιπλώνει την εντυπωσιακή κορμοστασιά της και η ψηλότερη κορυφή των Τζουμέρκων, το Καταφίδι (2.393 μ.).

Λίγο βορειότερα βρίσκεται το κεφαλοχώρι Άγναντα, που το διασχίζει ο χείμαρρος Αγναντίτης. Το κέντρο του χωριού έχει υψόμετρο περίπου 700, αλλά οι γειτονιές απλώνονται τριγύρω, ψηλά, στις πλαγιές των Τζουμέρκων, με την πυκνή βλάστηση που το περιβάλλει να είναι εντυπωσιακή.

Μετά τα Άγναντα κάποια στιγμή εμφανίζονται τα Πράμαντα, σκαρφαλωμένα στα 850 μ. να απλώνουν τις γειτονιές τους στη σκιά του ορεινού γίγαντα, της Στρογγούλας (2.374 μ.). Οι πρώτοι οικισμοί δημιουργήθηκαν εδώ τον 15ο αι. από κτηνοτρόφους που καταδίωκαν οι Τούρκοι, ενώ σιγά σιγά λόγω της θέσης του αναπτύχθηκε μία από της σημαντικότερες ορεινές κοινωνίες, με το εμπόριο κατά τον 17ο αι. να απογειώνει τη φήμη του χωριού στην Ευρώπη και τη Ρωσία των τσάρων. Υπάρχει ακόμα ένα χωριό, βαθιά μέσα στα βουνά, οι Μελισσουργοί. Φτάνοντας εκεί, σούρουπο πια και νιώθοντας το σφιχταγκάλιασμα της νότιας Πίνδου με τα κορφοβούνια και τις χιονισμένες κορυφές της Κακαρδίτσας (2.429 μ.) να κλείνουν τον ορίζοντα, σκέφθηκα τον Ν. Μάνθο, ο οποίος μου έλεγε το πρωί στην Πλάκα ότι «οι άνθρωποι εδώ είναι ξεροκέφαλοι και σκληροί, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσαν ποτέ να επιβιώσουν κάτω από την κυριαρχία του Τούρκου και τη σκληράδα του τόπου. Για να ζήσεις σ' αυτά τα μέρη, πρέπει να έχεις επιμονή»!

Αξίζει να δείτε

Τους δύο καταρράκτες

Βρίσκονται λίγο έξω από το χωριό Καταρράκτης και τα νερά πέφτουν από ύψος περίπου 35 μέτρων. Τα τελευταία χρόνια ο χώρος κοντά τους έχει διαμορφωθεί και έτσι η πρόσβαση είναι εύκολη.


Την Μονή της Αγίας Αικατερίνης

Κτίστηκε το 1827 πάνω στα ερείπια του παλιού μοναστηριού του 1707 και βρίσκεται έξω από το χωριό Καταρράκτης. Στην αρχή του χωματόδρομου που οδηγεί στο μοναστήρι διασώζεται και τμήμα από τις «Κανάλες», τα περίφημα αρδευτικά έργα των πρώτων μοναχών που έφερναν νερό από το βουνό.


Τη βρύση του «Αράπη»

Στην πλατεία των Πραμάντων βρίσκεται η βρύση που πήρε το όνομά της γιατί σε εκείνο το σημείο στεκόταν ο αράπης που κατά την Τουρκοκρατία συγκέντρωνε τον φόρο υποτελείας.

Το σπήλαιο «Ανεμότρυπα»

Βρίσκεται περίπου 2 χλμ. νότια από τα Πράμαντα και ένα τμήμα του σπηλαίου, μήκους 270 μέτρων, αξιοποιήθηκε τουριστικά. Έχει εντυπωσιακούς σταλαγμιτικούς σχηματισμούς, μικρές λιμνούλες, αλλά και ένα ποτάμι στο τέλος του μονοπατιού, που δημιουργεί καταρράκτη ύψους 2 μέτρων.


Τους Μελισσουργούς

Στο χωριό, την πλατεία της Εθνικής Αντίστασης με τον μεγάλο πλάτανο και τις τέσσερις βρύσες, αλλά και την εκκλησία του Αγίου Νικολάου με το πέτρινο καμπαναριό που χτίστηκε το 1778 και ανακατασκευάστηκε το 1846. Στο εσωτερικό της σώζονται τοιχογραφίες του 19ου αι.



Το γεφύρι της Πλάκας

Ήταν το μεγαλύτερο πέτρινο γεφύρι των Βαλκανίων μέχρι που οι πλημμύρες τον Φεβρουάριο του 2015 το λύγισαν. Για να συμβεί όμως αυτό, χρειάστηκε να δείξουν ολιγωρία στη συντήρησή του οι Αρχές, οι οποίες αδιαφορούσαν για τις προειδοποιήσεις των κατοίκων και τελικά γκρεμίστηκε. Όμως, δεν του άξιζε τέτοια τύχη. Είχε συνολικό μήκος 61 μ., ύψος 21 μ., πλάτος στην κορυφή του 3,2 μ. και το άνοιγμα της καμάρας του ήταν 40 μ.! Το γεφύρι είχε σχεδιαστεί και χτιστεί από τον πρωτομάστορα Κώστα Μπέκα (1866), αφού είχαν ήδη προηγηθεί δυο αποτυχημένες προσπάθειες. Το 1881, όταν ο Άραχθος ορίστηκε σαν σύνορο μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού κράτους, οι Τούρκοι έκλεισαν το γεφύρι και εγκατέστησαν τελωνειακό σταθμό. Επίσης το 1943 οι Γερμανοί προσπάθησαν να ανατινάξουν το γεφύρι, ενώ στα χρόνια του Εμφυλίου στην περιοχή της Πλάκας έγιναν πολλές συγκρούσεις μεταξύ των αντάρτικων τμημάτων ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ. Τελικά, το 1944, στο οίκημα δίπλα στη γέφυρα, υπέγραψαν συμφωνία πιο γνωστή σαν «Συμφωνία της Πλάκας».

Σήμερα όμως βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο αναστήλωσής του χρησιμοποιώντας κάποια από τα αρχικά τμήματα του ιστορικού γεφυριού. Η κατασκευή του γεφυριού έγινε με την παλιά τεχνική των μαστόρων της εποχής, όμως επελέγησαν πιο σύγχρονες λύσεις που διασφαλίζουν ότι θα υπάρξει αντοχή στον χρόνο. Δεκάδες τεχνίτες δούλεψαν μεθοδικά ακολουθώντας τις οδηγίες των αρχιτεκτόνων Χρήστου Ηλιόπουλου και Αλέξανδρου Παπακωστόπουλου. «Τα καλούπια στο γεφύρι θα συνεχίσουν να υπάρχουν μέχρι να δέσουν τα υλικά και η απομάκρυνση τους θα γίνει σταδιακά, ώστε το κονίαμα να φτάσει σε κατάλληλη αντοχή», δήλωσε ο Χρήστος Ηλιόπουλος, τονίζοντας ότι έγιναν θεμελιώσεις με πασσάλους στα βάθρα. Αυτές τις μέρες αφαιρέθηκαν λίγα καλούπια και το γεφύρι στην καμάρα πήρε «αέρα» μερικών χιλιοστών, ενώ σε 5-6 ακόμα μέρες θα αφαιρεθούν ακόμα λίγα, ώστε να «κάτσει» και να ελεχθεί η αντοχή του γεφυριού. Υπολογίζουν ότι μέχρι το καλοκαίρι θα έχουν αφαιρεθεί όλα τα υποστυλώματα.



Πως θα πάτε 

Με δικό σας αυτοκίνητο και μάλιστα ημέρα, γιατί το οδικό δίκτυο είναι απαιτητικό και το τοπίο υπέροχο, αλλά ξεχάστε την έννοια της ευθείας. Από την Άρτα η Πλάκα απέχει 47 χλμ., τα Άγναντα 50 χλμ. και οι Μελισσουργοί 67 χλμ. Η Άρτα απέχει 347 χλμ. από την Αθήνα και 321 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη.

Δραστηριότητες 

Για rafting και kayak θα απευθυνθείτε στη Via Natura (26850-31006, 6972-223574, 6979-419773, www.vianatura.gr) και Trekking Hellas (6972-887860, 26510-71703, www.trekkinghellas.gr).

Info

ΑΤΜ υπάρχει μόνο στα Πράμαντα. Επίσης από ένα βενζινάδικο θα βρείτε στα Πράμαντα και την Πλάκα.

Κείμενο - φωτογραφίες: Κώστας Κατσίγιαννης