Χωρίς τον άλλον υπάρχω αλλά δεν είμαι

Απόψεις
Χωρίς τον άλλον υπάρχω αλλά δεν είμαι

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο «έτερος» είναι κρίσιμος για την ψυχολογική συγκρότηση και επιβίωση του ανθρώπου

«Είσαι ζώον! Πολιτικόν, βεβαίως!..» λέγαμε στο γυμνάσιο για να πειράξουμε τάχα έναν συμμαθητή μας. Αν γινόταν να μας ακούσει ο Αριστοτέλης, σίγουρα θα γελούσε με την αφέλειά μας και θα μας έλεγε: Μα αυτό δεν είναι πείραγμα, βρε παιδιά, είναι έπαινος! Όταν εγώ λέω ότι ο άνθρωπος είναι «πολιτικόν ζώον», εννοώ ότι είναι προορισμένος από τη φύση του να ζήσει σε οργανωμένη πολιτεία, και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό από τη μέλισσα ή οποιοδήποτε ζώο που ζει σε αγέλη, διότι αυτός γεννιέται προικισμένος με την ικανότητα να μαθαίνει να επικοινωνεί με λόγια αλλά και να διακρίνει το καλό και το κακό, το δίκαιο και το άδικο.

*Γράφει ο Βασίλης Ορφανός

‘Ώστε έτσι λοιπόν! Κρίμα που δεν είχαμε καταλάβει τότε ότι το επίθετο «πολιτικός» σχετίζεται με την «πολιτεία» ̶ που δεν είναι βέβαια το αντίθετο του χωριού, αλλά σημαίνει τον οργανωμένο τρόπο ζωής ενός συνόλου. Κι ακόμη πιο κρίμα που δεν είχαμε καταλάβει πόσο σημαντικό είναι να είσαι «ζώον πολιτικόν», σημαντικό και για μας και για τους άλλους. Όπως βλέπετε, το θέμα είναι πολύ μεγάλο και δεν μπορούμε να το συζητήσουμε στο ποδάρι, προτείνω να πάμε να καθίσουμε κάπου να τα πούμε με την ησυχία μας. Τι λέτε γι’ αυτό εκεί το καφενεδάκι;

Πάμε λοιπόν στο καφενεδάκι, μόλις μας βλέπει το παιδί του μαγαζιού, έρχεται προς το μέρος μας, «Περάστε» μας λέει, και με μια φιλόξενη κίνηση απλώνει το χέρι του προς ένα άδειο τραπεζάκι κάτω από μια μουριά, το καλύτερο του μαγαζιού αλήθεια, «Καθίστε» μας λέει, περιμένει λίγο και μετά μας ρωτά «Τι θα πάρετε;»

Στη σκηνή αυτή το γκαρσόνι ενσαρκώνει με πολύ παραστατικό τρόπο την έννοια «πολιτικόν ζώον». Τι εννοώ; Εννοώ ότι εκείνη τη στιγμή μέσα από τη δράση του δίνει (κοινωνική) υπόσταση στους άλλους αλλά και στον εαυτό του.

Φαίνεται ασαφές αλλά δεν είναι. Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά που έγιναν: Αρχικά το γκαρσόνι αναγνωρίζει την ανθρώπινη υπόστασή μας: πιάνει με την άκρη του ματιού του ότι ήρθανε καινούριοι πελάτες στο μαγαζί και πηγαίνει προς το μέρος τους. Δεν θα συμπεριφερόταν με τον ίδιο τρόπο αν, για παράδειγμα, ο αέρας έφερνε ένα χαρτόκουτο προς το καφενείο. Στη συνέχεια, για να έρθει σε επαφή μαζί μας, χρησιμοποιεί το λόγο, που είναι το βασικό μέσο επικοινωνίας των μελών μιας ανθρώπινης κοινωνίας. Έπειτα, δίνει στον καθένα μας δικό του τόπο να καθίσει. Τέλος, αναγνωρίζει ότι έχουμε κάποια επιθυμία. Και επειδή δεν μπορεί να την ξέρει, μας ρωτά τι θα πάρουμε. Και περιμένει να τον πληροφορήσουμε σχετικά.

Έτσι λοιπόν, εμείς στη συνείδηση του γκαρσονιού είμαστε όντα με ανθρώπινη υπόσταση, που χρειαζόμαστε δικό του τόπο ο καθένας για να υπάρχει, που έχουμε δική του επιθυμία ο καθένας και μπορεί να την εκφράσει με λόγο.

Φανταστείτε πώς θα ήταν τα πράγματα αν το γκαρσόνι έπαιρνε το καθένα μας σαν να ήταν πακέτο, τον τοποθετούσε σε μια καρέκλα χωρίς να του μιλήσει και του έβαζε μπροστά του ένα ποτό χωρίς να τον ρωτήσει.

Όμως δεν τα κάνει αυτά, διότι δεν μας βλέπει ως ένα άψυχο αντικείμενο, αλλά ως όντα σαν τον ίδιο αλλά με ξεχωριστή υπόσταση. Για την ιδιότητα αυτή έχουμε τη λέξη: ο άλλος. Μπορούμε επίσης να πούμε: ο συνάνθρωπος. Στη χριστιανική διδασκαλία χρησιμοποιείται ο όρος: ο πλησίον.

Αν είμαστε δύο, ο άλλος είναι ο έτερος. Αλλά εμείς εδώ ας μείνουμε στον όρο «άλλος» που είναι και ο πιο γενικός.

Για τον καθένα μας άλλος είναι οποιοδήποτε εκτός από τον εαυτό μας: και εκείνοι με τους οποίους έχουμε κάποια σχέση (γονείς, ταίρι, παιδιά, συγγενείς, φίλοι, γνωστοί, γείτονες, συνεργάτες, πελάτες κλπ.), αλλά κι εκείνοι με τους οποίους θα συναντηθούμε τυχαία μια και μοναδική φορά στη ζωή μας, π.χ. αυτός από τον οποίο θα ζητήσω μια πληροφορία στο δρόμο, αυτός που περιμένω να μου απαντήσει όταν ρωτάω μπαίνοντας σε έναν χώρο «Είναι εδώ κανείς;», ο άγνωστος που μπαίνει στο καφενείο του χωριού και λέμε στον καφετζή: «Κέρασέ τον».

Στη συνείδησή μας οι άλλοι δεν υπάρχουν απλώς ως ανθρώπινα όντα, αλλά με τον καθένα τους φτιάχνουμε ένα «ζεύγος ρόλων». Στο παράδειγμα με το καφενείο ο άγνωστος είναι «επισκέπτης» και εμείς είμαστε «οικοδεσπότες». Γι’ αυτό ακριβώς ο άλλος είναι τόσο σπουδαίος στη ζωή μας: ο ρόλος του διαμορφώνει και τον δικό μας, και αντιστρόφως. Είμαστε κάτι χάρη στον άλλον, κι αυτός πάλι είναι κάτι χάρη σ’ εμάς. Χωρίς τον άλλον απλώς υπάρχουμε, απλώς ζούμε: αναπνέουμε, κινούμαστε, τρώμε, πίνουμε, κοιμόμαστε κλπ.

Αυτός ο άλλος είναι τόσο σημαντικός για την ψυχολογική συγκρότηση και επιβίωση του ανθρώπου όσο σημαντικές είναι οι βιολογικές προϋποθέσεις (τροφή, κίνηση, ύπνος) για τη σωματική του ανάπτυξη και επιβίωση. Αν σας φαίνεται υπερβολή, σκεφτείτε, παρακαλώ, το παρακάτω.

Θυμηθείτε πώς κάνει ένα παιδί λίγων μηνών όταν βρεθεί μπροστά σε έναν καθρέφτη. Στην αρχή νομίζει ότι εκεί μέσα είναι ένα άλλο παιδάκι, αργότερα μάλιστα ψάχνει πίσω από τον καθρέφτη να το βρει. Εμείς όμως κοιτάζουμε μαζί του τον καθρέφτη, του δείχνουμε το είδωλό του και του λέμε: «Ναι, αγάπη μου, εσύ είσαι!» και τονίζουμε το «εσύ». Και έτσι σιγά-σιγά αντιλαμβάνεται ότι αυτό που βλέπει στον καθρέφτη είναι η εικόνα του, το είδωλό του. Και καθώς κοιτάζει μια το είδωλό του και μια τους γύρω του, συνειδητοποιεί ότι έχει την ίδια υπόσταση με τους άλλους, ότι είναι κι αυτό άνθρωπος.

Αν σας είναι δύσκολο να κατανοήσετε πόσο σημαντικό είναι αυτό για τη συγκρότηση της ταυτότητας ενός παιδιού, φανταστείτε ότι βρίσκεστε σε ένα υπαίθριο κουρείο/κομμωτήριο, χωρίς καθρέφτες, και ο κουρέας/κομμωτής έχει αναλάβει να δώσει νέο λουκ στα μαλλιά σας. Αν δεν σας περιγράψει κάποιος τη νέα σας εμφάνιση (να παίξει δηλαδή το ρόλο του καθρέφτη), πώς θα ξέρετε πώς είστε;

Φανταστείτε ακόμη και κάτι άλλο: ότι είστε ηθοποιός και παίζετε σε ένα πρωτοποριακό έργο, όπου δεν υπάρχουν κοστούμια, σκηνικά κλπ., όπου δεν υπάρχει καν σενάριο, αλλά ο κάθε ηθοποιός διαμορφώνει το ρόλο του ανάλογα με το πώς θα του φερθούν οι άλλοι ηθοποιοί. Αν λοιπόν, μόλις σας δουν οι άλλοι, σας κάνουν υποκλίσεις και ρεβεράντζες, θα αποφασίσετε ότι είστε κάποιο σπουδαίο πρόσωπο με κύρος και εξουσία, αν όμως διαρκώς σας διατάζουν κάνε τούτο κάνε τ’ άλλο, θα υποθέσετε ότι είστε υπηρέτης ή κάτι τέτοιο. Εσείς πάλι, με τη σειρά σας, ανάλογα με το τι θέλετε να σας θεωρούν οι άλλοι, θα τους δίνετε με τη συμπεριφορά σας την ανάλογη εικόνα, και είτε θα αποδεχτείτε το ρόλο που σας αποδίδουν είτε θα επιβάλλετε εσείς κάτι άλλο.

Αλλά για όλα αυτά χρειάζεστε τουλάχιστον έναν άλλον ηθοποιό επί σκηνής. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στη σκηνή της ζωής: Χωρίς τον άλλο, απλώς πατούμε τα σανίδια της, αλλά δεν είμαστε τίποτα. Για να έχουμε ένα ρόλο, για να έχουμε μια ταυτότητα, χρειαζόμαστε τους άλλους. Ας γυρίσουμε για λίγο στο καφενεδάκι: Εμείς είμαστε πελάτες για το γκαρσόνι, κι αυτό είναι γκαρσόνι για μας. Καθένας μας είναι κάτι επειδή υπάρχει ο άλλος.

Στη σκηνή του θεάτρου, αν ένας ηθοποιός προβάλλει διαρκώς τον εαυτό του εις βάρος του ρόλου των συναδέλφων του επί σκηνής, καταστρέφει το έργο, διότι αυτό δεν το είχε προβλέψει ο συγγραφέας. Συνεπώς, ο εν λόγω ηθοποιός, όσο καλός κι αν είναι στην τέχνη του, στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι κακός ηθοποιός. Το ίδιο συμβαίνει και στη ζωή. Όσο ικανός κι αν είναι ένας άνθρωπος, αν ζει εις βάρος των άλλων, σαν να μην υπάρχουν οι άλλοι, είναι ένας κακός άνθρωπος.

Υπάρχουν βέβαια στο θέατρο και τα μονοπρόσωπα έργα. Αλλά πρέπει να είναι κανείς εξαιρετικός ηθοποιός για να παίξει με επιτυχία έναν μοναχικό ρόλο. Και στην πραγματική ζωή υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να ζήσουν μόνοι τους, και να ζήσουν καλά. Αλλά αυτοί είναι σπάνιες εξαιρέσεις, και η μοναχικότητά τους είναι φαινομενική. Στην ουσία πρόκειται για ανθρώπους που έχουν μελετήσει μέσα τους την ανθρώπινη ύπαρξη τόσο πολύ, που μπορούν να επικοινωνούν με τους άλλους μέσα από τη μοναξιά τους. Ο συγγραφέας που απομονώνεται επί μήνες και γράφει είναι ένα ωραίο παράδειγμα.

Εμείς όμως οι πολλοί, που είμαστε άνθρωποι του κοινού μέτρου, χρειαζόμαστε τον άλλον για να έχουμε μια ταυτότητα και έναν ρόλο. Κι ακόμη περισσότερο: Χωρίς τον άλλον στο τέλος σαλεύει ο νους του ανθρώπου. Το ξέρουν αυτό πολύ καλά οι υπεύθυνοι των φυλακών, γι’ αυτό προβλέπεται ο κοινός προαυλισμός των κρατουμένων για λίγη ώρα την ημέρα.

Αλλά και ο άλλος μάς χρειάζεται κι εκείνος. Ας θυμηθούμε τους στίχους του Ρίλκε (σε μετάφραση Άρη Δικταίου):

Θεέ, τί θα κάνεις αν εγώ πεθάνω;

Η στάμνα σου είμαι (αν σπάσω;)

Το πιοτό σου είμαι (αλλ' αν χαλάσω;)

Το ένδυμά σου και το επιτήδευμά σου

είμαι· μαζί με μένα χάνεις το νόημά σου.

Στους παραπάνω στίχους δεν υπάρχει η παραμικρή διάθεση μεγαλομανίας ή ιεροσυλίας. Θα το καταλάβουμε αν φανταστούμε τον τελευταίο στίχο να τον απευθύνει ένα βρέφος στη μάνα του.

Υ.Γ. Γιατί άραγε μερικά «πολιτικά ζώα» παρκάρουν λοξά στο πάρκινγκ τού σουπερμάρκετ Σάββατο απόγευμα και τρώνε δύο θέσεις; Πώς μετράει άραγε στο μυαλό τους ο άλλος; Ή μήπως δεν μετράει καν; Και αν ναι, τι έφταιξε;

*Λίγα λόγια για τον Βασίλη Ορφανό:

Ο Βασίλης Ορφανός είναι εκπαιδευτικός – ψυχολόγος.

Με σπουδές στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου, στο Πανεπιστήμιο Paris V- Rene Descartes (maitrise και D.E.A. Ψυχολογίας) και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (πτυχίο Βυζαντινού και Νεοελληνικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής). Υπηρέτησε στην εκπαίδευση ως δάσκαλος Δημοτικού, ως καθηγητής γαλλικής και ως καθηγητής ψυχολογικών και παιδαγωγικών μαθημάτων σε σχολές επιμόρφωσης δασκάλων και νηπιαγωγών. Έχουν δημοσιευθεί άρθρα του για παιδαγωγικά, ψυχολογικά και φιλολογικά θέματα.

Έχει ασχοληθεί συστηματικά με την Ψυχανάλυση λακανικής κατεύθυνσης. Το 2014 εκδόθηκε από τη Βικελαία Βιβλιοθήκη το βιβλίο του "Λέξεις τουρκικής προέλευσης στο κρητικό ιδίωμα".

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News