Τρίτη, 16 Απρ.
25oC Αθήνα

«Η Τουρκία δεν αντιλαμβάνεται καμιά άλλη γλώσσα πέραν της στρατιωτικής»

«Η Τουρκία δεν αντιλαμβάνεται καμιά άλλη γλώσσα πέραν της στρατιωτικής»

Τι μέλλει γενέσθαι στη Μέση Ανατολή μετά την εισβολή της Τουρκίας σε συριακό έδαφος και πώς Ελλάδα και Ευρώπη μπορούν να αποκρούσουν τις απειλές του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος κινείται ανεξέλεγκτος στη γεωπολιτική σκακιέρα της περιοχής; Στα μείζονα αυτά ερωτήματα απαντάει μιλώντας στο newsit.gr ο Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (ΙΑΑΑ / ISDA Ζαχαρίας Μίχας.

Άριστος γνώστης της πραγματικότητας στην περιοχή, ο κ. Μίχας μιλάει για το ενδεχόμενο αύξησης των προσφυγικών ροών προς τη χώρα μας, δεδομένου ότι ήδη χιλιάδες άνθρωποι στη βορειοανατολική Συρία έχουν εγκαταλείψει τις εστίες τους, για τον κίνδυνο αναβίωσης του Ισλαμικού Κράτους και ταυτόχρονα εξηγεί γιατί ποτέ Ελλάδα και Κύπρος δεν μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς.

Δεδομένου ότι πολλές χιλιάδες άνθρωποι έχουν ήδη εγκαταλείψει τις εστίες τους, πρέπει να αναμένουμε ένα ακόμη μεγαλύτερο κύμα προσφυγικών ροών προς τη χώρα μας;

«Πιθανολογώ ότι ο συγκεκριμένος φόβος αν και δεν είναι παράλογος, είναι μάλλον υπερβολικός. Μια ματιά στον χάρτη καθιστά προφανές ότι το ενδεχόμενο εξόδου κουρδικών πληθυσμών μέσω Τουρκίας θα ήταν εξαιρετικά παρακινδυνευμένο. Κατά συνέπεια, πιο λογική είναι η κίνησή τους προς τη συριακή ενδοχώρα. Θεωρητικά θα μπορούσε να υπάρξει απόπειρα εξεύρεσης οδού διαφυγής προς την Ευρώπη. Σε αυτή την περίπτωση ενδεχόμενο αύξησης των προσφυγικών – μεταναστευτικών πιέσεων θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η Κυπριακή Δημοκρατία».

Είναι ρεαλιστικό να συζητάμε για κίνδυνο αναβίωσης του Ισλαμικού Κράτους και πρέπει η Ελλάδα να είναι σε επιφυλακή για κάτι τέτοιο;

«Υπάρχουν πυρήνες του αυτοαποκαλούμενου ως “Ισλαμικό Κράτος” οι οποίοι τελούν εν υπνώσει που θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν και να προβληματίσουν. Έχουν ήδη καταγραφεί κάποιας μικρής εμβέλειας περιστατικά. Ωστόσο, κάθε είδος αστάθειας εξ ορισμού δίνει μια ευκαιρία αναδιοργάνωσης – ανασύνταξης των δυνάμεων που θα μπορούσαν να κινηθούν οργανωμένα εναντίον κάποιας περιοχής στη Συρία, σε μια προσπάθεια να εκμεταλλευθούν το ότι οι κουρδικές δυνάμεις έχουν στραμμένη την προσοχή τους στις τουρκικές δυνάμεις. Υπό αυτή την έννοια, η Τουρκία λειτουργεί εμμέσως ως σύμμαχος των τζιχαντιστών Ισλαμιστών του ISIS, κάτι το οποίο πρέπει να αξιολογηθεί και να αντιμετωπιστεί άμεσα στην Ουάσιγκτον, στη Μόσχα και στις Βρυξέλλες, προτού ένα ήσσονος σημασίας πρόβλημα εξελιχθεί σε κάτι σοβαρότερο.

Όποιος όμως κάνει το λάθος να εφησυχάσει, θέτει σοβαρότατη υποψηφιότητα για να αιφνιδιαστεί και στο τέλος να καταβάλει σκληρό κόστος για την ολιγωρία του

Επί του παρόντος ωστόσο, πιστεύω ότι η απειλή του ISIS θα επιχειρηθεί να αντιμετωπιστεί με εστιασμένα αεροπορικά πλήγματα δυνάμεων που θα απογειώνονται από αεροπορικές βάσεις στον Κόλπο. Να τονιστεί επίσης, ότι το συγκεκριμένο πρόβλημα αποτελεί πεδίο δυνητικής συνεργασίας και συνεννόησης ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία. Δεν θα πρέπει κανείς να λησμονεί, ότι η όλη προβληματική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην περιοχή, στη “μεγάλη – παγκόσμια εικόνα”, δεν μπορεί παρά να αντιμετωπιστεί ως απότοκο της πλανητικής αντιπαράθεσης των ΗΠΑ με τη Ρωσία».

Μέχρι που εκτιμάτε ότι μπορεί να φτάσει η Άγκυρα; Θα μείνει σε όσα διακηρύσσει περί δημιουργίας απλώς μιας “ζώνης ασφαλείας” ή θα προχωρήσει περισσότερο στο συριακό έδαφος;

«Η Τουρκία έχει αποδείξει πολλές φορές ότι δεν κάμπτεται από τις προσπάθειες αποτροπής της μέσω απειλητικών -εμμέσως- μηνυμάτων, καθώς δίνει τεράστια σημασία στην εικόνα ενός πανίσχυρου κράτους την οποία για εσωτερικούς και εξωτερικούς λόγους επιθυμεί να εκπέμπει η τουρκική ηγεσία, το καθεστώς Ερντογάν. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δεν αντιλαμβάνεται ότι κινείται μονίμως “στο όριο”, αλλά και ότι η απουσία επίσημης αποδοχής και υποστήριξης της εισβολής στη Βόρεια Συρία από οποιαδήποτε χώρα, δημιουργεί ένα πρόβλημα “εξωτερικής νομιμοποίησης” – όπως αποκαλείται στη στρατηγική – της πολιτικής της.

Επιπρόσθετα, το ενδεχόμενο να επιχειρηθεί ο έλεγχος περιοχής μεγαλύτερης από τη “ζώνη ασφαλείας” που έχει περιγράψει, θα προκαλούσε πολλά προβλήματα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα θα ήταν ο κίνδυνος υπερεξάπλωσης (overextension) που θα δυσχεράνει τον έλεγχο της ζώνης ασφαλείας, ενώ θα ασκήσει πολύ μεγάλες πιέσεις σε όλες τις ισχυρές χώρες που έχουν λόγους να μην αδιαφορούν για τα τεκταινόμενα στη Μέση Ανατολή, να κινηθούν πιο ενεργά κατά της Τουρκίας. Κατά συνέπεια, εκτιμώ ότι δεν θα υπάρξουν μεγάλες αποκλίσεις από όσα έχουν ήδη διακηρυχθεί, με ενδεχόμενες μικρές “παρασπονδίες” σημειακά, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα πληγεί ανεπανόρθωτα η σχέση Άγκυρας – Μόσχας.

Όλα δείχνουν ότι οι Τούρκοι δεν θα ξεφύγουν πολύ και θα αποφύγουν ακρότητες, για να αποφύγει αρνητικές συνέπειες υπό την έννοια της διατάραξης σε σημείο ρήξης, σχέσεων οι οποίες είτε βρίσκονται υπό κάποιον έλεγχο (βλ. ΗΠΑ που διστάζουν εμφανώς να κινηθούν εναντίον της Άγκυρας), είτε υπό ανάπτυξη (βλ. Ρωσία, τα συμφέροντα της οποίας δεν μπορεί να μην τα λάβει υπόψη για λόγους διπλωματικούς και επιχειρησιακούς)».

Μπορεί κάποιος αυτή τη στιγμή να ανακόψει την Τουρκία κι αν ναι ποιος είναι αυτός; Ίσως η Ρωσία;

«Η Τουρκία στηρίζεται στο παρόν διάστημα στη συνεργασία με τη Ρωσία στην προσπάθεια να εκβιάσει τις ΗΠΑ με την απειλή αποσκίρτησης από το “δυτικό στρατόπεδο” και να αποσπάσει όσα επιδιώκει. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία προκαλεί μεγάλη αστάθεια στο εσωτερικό της βασικής απειλής εθνικής ασφαλείας (ΝΑΤΟ/ΗΠΑ) μέσω του προσεταιρισμού της Άγκυρας. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία θα αφεθεί ανεξέλεγκτη, καθώς τέτοια εξέλιξη θα έπληττε τη σχέση των Ρώσων με το καθεστώς Άσαντ στη Συρία.

«Ελλάδα και Κύπρος δεν μπορούν ποτέ να θεωρούν εαυτόν ασφαλή»

Την ίδια στιγμή, η Μόσχα εξυπηρετείται από την αστάθεια στη Μέση Ανατολή και στη Μεσόγειο, καθώς αυτό “βραχυκυκλώνει” τα σχέδια εξόρυξης υδρογονανθράκων που θα αναδειχθούν σε εναλλακτική πηγή τροφοδοσίας της Ευρώπης, άρα θα συμβάλει στην απεξάρτηση της Γηραιάς Ηπείρου από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες. Αυτό, φοβάται εύλογα η Ρωσία, θα μειώσει την επιρροή της Μόσχας στις αποφάσεις των Βρυξελλών. Πρόκειται για ένα θέμα το οποίο έχει αναδειχθεί σε ύψιστης σημασίας για τον γεωστρατηγικό σχεδιασμό των ΗΠΑ. Βλέπουμε εξάλλου τη λυσσώδη αμερικανική αντίδραση απέναντι στον αγωγό Nord Stream 2…

Κατά συνέπεια, εφόσον ισχύει ότι η Ρωσία εξυπηρετείται από την αστάθεια, η Τουρκία που συμβάλει τα μέγιστα σε αυτό αποτελεί πολύτιμο τακτικό σύμμαχο για τη Μόσχα. Όσο η Δύση δεν αποφασίζει να αντιμετωπίσει αυτό το παιχνίδι της Τουρκίας, τόσο θα καθίσταται έρμαιο των επιλογών της Ρωσίας, η οποία είναι προς το παρόν ο μόνος κερδισμένος στην περιοχή. Η Δύση επιχειρεί αν διαχειριστεί την “αποκλίνουσα συμπεριφορά” της Τουρκίας με τη μέθοδο των καθυστερήσεων και του ετεροχρονισμού στρατηγικών αποφάσεων, ευελπιστώντας ότι κάποια στιγμή θα εκλείψει με τον οποιονδήποτε τρόπο ο Ερντογάν από το “κάδρο” και το περιβάλλον θα γίνει πιο φιλικό.

Πιθανότατα αποτελεί ευσεβή πόθο -κυρίως- της Ουάσιγκτον, όμως προς το παρόν επικρατεί η ψυχολογική προσδοκία του ευκταίου έναντι της ενεργού επιδίωξης του εφικτού. Εξ ου και η υιοθέτηση ακραιφνώς κατευναστικής συμπεριφοράς, η οποία τροφοδοτεί τη μη φιλική στάση της Τουρκίας, η οποία παγίως τέτοια στάση την ερμηνεύει ως αδυναμία. Το βλέπουμε εξάλλου ως μικρογραφία και στα ελληνοτουρκικά….»

Η Ευρώπη δείχνει αμήχανη μπροστά στην κλιμάκωση της επιθετικότητας από την Άγκυρα. Πώς θα μπορούσε να αντιδράσει και να αποκρούσει τους εκβιασμούς του Ερντογάν;

«Η Ευρώπη δεν έχει άλλο σοβαρό μοχλό πίεσης πέραν της σημασίας της ευρωπαϊκής αγοράς για τα τουρκικά προϊόντα. Πρόκειται ασφαλώς για μια ακραία απειλή και -δυνητικά- ενέργεια για την ΕΕ, όμως όποιος θέλει ας επιχειρηματολογήσει ότι η συμπεριφορά της Τουρκίας κινείται στο πλαίσιο της μετριοπάθειας. Η εικόνα του Γερμανού υπουργού Εσωτερικών και του Έλληνα Ευρωπαίου Επιτρόπου στην Άγκυρα να υπόσχονται περισσότερα χρήματα και να συμπεριφέρονται δουλικά απέναντι στην Τουρκία, δεν τιμά της Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ σαφώς καταρρακώνει περαιτέρω την εικόνα της Ένωσης ως ενός από τους πυλώνες ισχύος του διεθνούς συστήματος.

Ζούμε σε μια εποχή η οποία έχει αποδείξει την αφέλεια των πεποιθήσεων ότι η οικονομική ισχύς μόνη της επαρκεί για να πειστεί ο οποιοσδήποτε να σεβαστεί τα συμφέροντα του οικονομικά ισχυρού. Δυστυχώς, η ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στην Τουρκία πρέπει να επιβάλει σοβαρό κόστος, ενώ ξεδιάντροπες και πέραν κάθε μέτρου τουρκικές απειλές περί “αποδέσμευσης” 3,5 εκατ. προσφύγων, δεν μπορούν παρά να επισύρουν σοβαρότατες αποτρεπτικές απειλές, για τη διάσωση κυρίως της αξιοπρέπειας της Ένωσης. Από τον αυτόματο τερματισμό κάθε εμπορικής σχέσης με την Άγκυρα, μέχρι το να γεμίσει το Αιγαίο με ευρωπαϊκά πλοία που θα υιοθετήσουν αυστηρότατη στάση απέναντι στην απόπειρα να σταλούν σε ευρωπαϊκό έδαφος οι πρόσφυγες».

Νομίζετε πώς ταυτόχρονα με το μέτωπο στα ανατολικά της η Άγκυρα θα μπορούσε να διατηρήσει και το μέτωπο που έχει ανοίξει στην ανατολική Μεσόγειο, δηλαδή στην Κυπριακή Δημοκρατία;

«Η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει στρατιωτική ισχύ ώστε να μπορέσει να απειλήσει την Τουρκία. Δηλώσεις δε όπως αυτές του ανώτατου αξιωματούχου της ιταλικής ενεργειακής εταιρίας ENI που δραστηριοποιείται μαζί με την γαλλική Total στο “τεμάχιο 7” της κυπριακής ΑΟΖ, στην ουσία λειτουργούν ως πρόσκληση στο τουρκικό Ναυτικό! Οι χώρες της περιοχής τηρούν στάση αναμονής, ενώ η Τουρκία ακολουθώντας την πάγια πρακτική της πιέζουν συνεχώς επιχειρώντας διά του στρατιωτικού καταναγκασμού να πετύχει τον στόχο της.

Φοβάμαι όμως, ή και ελπίζω σε έναν βαθμό, χωρίς όμως να υπάρχει οποιαδήποτε βεβαιότητα ότι θα συμβεί, ότι κάποια στιγμή η παρακινδυνευμένη πολιτική που ακολουθεί και σε αυτό το μέτωπο η Άγκυρα (brinkmanship), θα οδηγήσει σε αιφνίδια κλιμάκωση, με τον τουρκικό στόλο να βρίσκεται σε μια ναυτική κατάσταση που θα συμπεριλαμβάνει γαλλικές, αιγυπτιακές, ελλαδικές και αμερικανικές μονάδες επιφανείας που θα δηλώσουν έμπρακτα το “μέχρι εδώ”. Το μήνυμα αυτό θα είναι πολύ πιο σαφές εάν επικεφαλής του στόλου αυτού είναι το γαλλικό αεροπλανοφόρο Ντε Γκολ. Προφανώς απεύχομαι εκτροπή, όμως η εμπειρία δεκαετιών στα ελληνοτουρκικά, αποδεικνύει ότι η Τουρκία δεν αντιλαμβάνεται καμία άλλη “γλώσσα” πέραν της στρατιωτικής ισχύος».

Δεδομένου ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ είναι πιο απρόβλεπτη παρά ποτέ, πόσο μπορούμε Ελλάδα και Κύπρος να μένουμε ήσυχοι από τη μέχρι τώρα στήριξη της Ουάσινγκτον;

«Ελλάδα και Κύπρος δεν μπορούν ποτέ να θεωρούν εαυτόν ασφαλή. Η δε νοοτροπία – υποκρυπτόμενη πεποίθηση ότι κάποιοι άλλοι θα λύσουν τα δικά μας προβλήματα, είναι η χειρότερη υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει κανείς στην Ελλάδα. Μπορεί η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ να μην χαρακτηρίζεται από τη συνέπεια κάποιων άλλων εποχών, όμως αυτό δεν αλλάζει ότι είναι πολύ πιο ευνοϊκή για την Ελλάδα. Αυτό δε σημαίνει πλήρη παράδοση της χώρας, αλλά έντιμη αλλά σκληρή διαπραγμάτευση για την απόσπαση χειροπιαστών ανταλλαγμάτων που θα επιτρέψουν την αποκατάσταση της αποτρεπτικής αξιοπιστίας των Ενόπλων Δυνάμεων.

Πρέπει να πιεστούν με κάθε τρόπο οι ΗΠΑ όχι για την ένταξη της Ελλάδας σε φιλόδοξα εξοπλιστικά προγράμματα, αλλά για να επιχειρούν χωρίς πρόβλημα το ταχύτερο

Η αποτρεπτική μας αξιοπιστία προφανώς έχει πληγεί -χωρίς βέβαια να εξαφανιστεί- μετά από 10 και πλέον χρόνια κρίσης και απραξίας. Τονίζω και υπογραμμίζω ότι πρέπει να πιεστούν με κάθε τρόπο οι ΗΠΑ όχι για την ένταξη της Ελλάδας σε φιλόδοξα εξοπλιστικά προγράμματα, αλλά για να επιχειρούν χωρίς πρόβλημα το ταχύτερο, αμερικανικά οπλικά συστήματα που υπηρετούν σε ελληνικό οπλοστάσιο. Για τα υπόλοιπα βλέπουμε. Παράλληλα, η χώρα οφείλει να διατηρεί ανοιχτά κανάλια έντιμης και ειλικρινούς επικοινωνίας με τη Ρωσία και την Κίνα. Μπορεί αν διεκδικούν πολλά, αντιλαμβάνονται όμως πολύ καλά το περιοριστικό πλαίσιο στο οποίο καλείται να λειτουργήσει η Ελλάδα την τρέχουσα ιστορική περίοδο.

Η πιο σοβαρή αρνητική για την Τουρκία επίπτωση της μη φυσιολογικής (erratic) της συμπεριφοράς, είναι η συνειδητοποίηση από τις ΗΠΑ της ανάγκης να επενδύσει σοβαρά στην Ελλάδα, στη “δεύτερη ζώνη άμυνας” του ΝΑΤΟ, με όρους Ψυχρού Πολέμου. Αυτό θα γίνει όχι μόνο λόγω της στάσης του Ερντογάν, αλλά και για να αποτρέψουν νέους εκβιασμούς από την Τουρκία, όταν οι σύμμαχοί της ζητούσαν οποιαδήποτε διευκόλυνση. Το δεδομένο αυτό αλλάζει ασφαλώς το τοπίο και ενισχύει την ελληνική αποτροπή απέναντι στην Τουρκία.

Όποιος όμως κάνει το λάθος να εφησυχάσει, θέτει σοβαρότατη υποψηφιότητα για να αιφνιδιαστεί και στο τέλος να καταβάλει σκληρό κόστος για την ολιγωρία του. Κι ας μην ξεχνάμε, η αποτροπή μιας μαζικής στρατιωτικής ενέργειας εναντίον της Ελλάδας είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από ένα επεισόδιο τύπου Ιμίων, με τελικό στόχο, για μια ακόμη φορά, η Ελλάδα να συρθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από θέση αδυναμίας. Τη συνέχεια την ξέρουμε…»

Ρεπορτάζ: Μάριος Αραβαντινός

Κόσμος Τελευταίες ειδήσεις