Για τους στόχους και τις προτεραιότητές του ως νέος υπουργός Επικρατείας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, μίλησε ο 36χρονος Κυριάκος Πιερρακάκης, στην τελετή παράδοσης – παραλαβής του υπουργείου από τον Νίκο Παππά, ενώ εντύπωση προκάλεσε μια συγκινητική - προσωπική ιστορία που διηγήθηκε στο κλείσιμο της τοποθέτησής του.

Στην αρχή της ομιλίας του, ο νέος υπουργός ευχαρίστησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη για την εμπιστοσύνη που του έδειξε, όσον αφορά την ανάθεση των καθηκόντων του υπουργού Επικρατείας, αρμόδιου για την Ψηφιακή Διακυβέρνηση, προσθέτοντας ότι γνωρίζει καλά ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους αποτελεί στοίχημα τόσο της νέας κυβέρνησης όσο και του νέου Πρωθυπουργού προσωπικά.

«Η χώρα μπορεί και πρέπει να γίνει πολύ πιο λειτουργική. Κηρύσσουμε σήμερα έναν ψηφιακό ανένδοτο. Δέσμευσή μας να πάει η Ελλάδα μπροστά χωρίς να αφήσουμε κανέναν πίσω», τόνισε ο κ. Πιερρακάκης, προσθέτοντας ότι το μεγάλο ζητούμενο είναι «να κάνουμε τη ζωή των πολιτών πιο εύκολη. Και αυτό θα γίνει».

Στο κλείσιμο της ομιλίας του, ο κ. Πιερρακάκης διηγήθηκε μια προσωπική ιστορία, την οποία είχε την ευκαιρία να μοιραστεί στο συνέδριο της ΝΔ.

Όπως είπε, όταν έφυγε για πρώτη φορά από την Ελλάδα, για να σπουδάσει στην Αμερική, πρίν από την αναχώρησή του ένα συγγενικό μου πρόσωπο του έδωσε έναν φάκελο και του ζήτησε να τον ανοίξει στο αεροπλάνο.

Όταν άνοιξε αυτό το φάκελο πάνω από τον Ατλαντικό, διαπίστωσε πως μέσα του είχε μόνο μια φωτογραφία. Στη φωτογραφία αυτή φαινόταν ο συνονόματος παππούς του, Κυριάκος Πιερρακάκης, τα τρια του αδέρφια και η μητέρα τους. Και πίσω έγραφε «Αρεόπολη 1934».

Και, κοιτάζοντας τη φωτογραφία, μπορούσες, όπως σημείωσε στη συνέχεια, να δεις την απόλυτη φτώχια. Τα μπαλωμένα ρούχα, τα παπούτσια – αλλά και εκείνο το βλέμμα που έλαμπε. Και σκέφτηκε, τότε, την τεράστια απόσταση. Την απόσταση που είχε διανυθεί από εκείνον τον άνθρωπο στον συνονόματο εγγονό του. Μια απόσταση που διάνυσε σχεδόν ολόκληρη εκείνη η γενιά.

«Μέσα σε κατοχή, εμφύλιο, αστάθεια, δικτατορία, η γενιά των παππούδων και των γιαγιάδων μας έχτισαν την Ελλάδα. Την έχτισαν με μόχθο, κόπο, αξιοπρέπεια – αλλά και πολλά λάθη, με παραλείψεις, με αστοχίες. Αλλά, εν τέλει, μάτωσαν τα χέρια τους και την έχτισαν», επισήμανε ο κ. Πιερρακάκης για να προσθέσει στη συνέχεια:

«Τώρα ο πυρσός περνάει σε εμάς. Στα εγγόνια των εκείνων ξυπόλυτων παππούδων. Για να ξανακάνουμε το ίδιο. Για να αποδείξουμε ότι μας έδωσαν πολλά περισσότερα από τα ονόματα και τα επώνυμα μας. Για να δείξουμε ότι είμαστε φτιαγμένοι από το ίδιο «μέταλλο» με εκείνους. Αντιπροσωπεύουμε τον ιδρώτα τους, τις επιλογές τους, τα λάθη τους. Αλλά πάνω από όλα αντιπροσωπεύουμε τις ελπίδες τους. Και γι’αυτό, θα τα καταφέρουμε».

Ολόκληρη η ομιλία του νέου υπουργού Επικρατείας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης

Ευχαριστώ τον απερχόμενο υπουργό Νίκο Παππά για την υποδοχή και όλους εσάς που βρίσκεστε σήμερα εδώ, στην τελετή παράδοσης παραλαβής.

Θα ήθελα να ξεκινήσω ευχαριστώντας τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη με την εμπιστοσύνη που μου δείχνει με την ανάθεση των καθηκόντων του Υπουργού Επικρατείας, αρμόδιου για την Ψηφιακή Διακυβέρνηση. Γνωρίζω καλά ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους αποτελεί στοίχημα τόσο της νέας κυβέρνησης όσο και του νέου Πρωθυπουργου προσωπικά. Στοίχημα το οποίο αντανακλάται στην ίδρυση αυτού του νέου Υπουργείου – καθώς το υπουργείο το οποίο θα κληθούμε να διοικήσουμε δεν είναι ίδιο με το Υπουργείο το οποίο σήμερα παραλαμβάνουμε.

Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τον Πρωθυπουργό για τον ορισμό του Γιώργου Γεωργαντά και του Γιάννη Ζαριφόπουλου ως Υφυπουργών Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Θεωρώ πως έχουμε τις προϋποθέσεις να δημιουργήσουμε μια καλή «χημεία ομάδας» και να κινηθούμε με ταχύτητα και αποφασιστικότητα μπροστά.

Το μεγάλο ζητούμενο είναι να κάνουμε τη ζωή των πολιτών πιο εύκολη –και αυτό θα το πετύχουμε. Πιστεύουμε ακράδαντα, και αυτό είναι βασική πολιτική της νέας κυβέρνησης, ότι η χώρα μπορεί και πρέπει να γίνει πολύ πιο λειτουργική και η ζωή όλων μας πιο εύκολη. Η ψηφιακή πολιτική οφείλει να μετατραπεί σε μια πολιτική απλοποίησης των διαδικασιών σε κάθε αλληλεπίδραση του πολίτη με το κράτος.

Για το λόγο αυτό, κηρύσσουμε από σήμερα έναν «ψηφιακό ανένδοτο». Έτσι επιλέγουμε να ονομάσουμε τον πόλεμο στη γραφειοκρατία που όχι μόνο ταλαιπωρεί καθημερινά τους πολίτες και τα στελέχη του δημοσίου, αλλά κρατάει δέσμια τη χώρα σε όλους τους τομείς. Είναι υπόθεση εθνικής ενότητας απέναντι στα προβλήματά μας. Διοίκηση και διοικούμενοι. Νέοι και μεγαλύτεροι ηλικιακά συμπολίτες μας. Το σύνολο των τομέων παραγωγής. Είμαστε όλοι μαζί απέναντι στον κοινό αντίπαλο και δέσμευσή μας είναι να πάει η Ελλάδα μπροστά χωρίς να αφήσουμε κανέναν Έλληνα πίσω.

Θέλω σε αυτό το σημείο να μνημονεύσω τον πρωτοπόρο Έλληνα στον τομέα της πληροφορικής, καθηγητή του ΜΙΤ και έναν από τους δημιουργούς του ίντερνετ όπως το ξέρουμε, το Μιχάλη Δερτούζο. Τον άνθρωπο ο οποίος πάλεψε για την τεχνολογία στην υπηρεσία του πολίτη. Που ονειρεύτηκε μια Ελλάδα πρωτοπόρο στην τεχνολογία. Το όραμά του πήγαζε από την πεποίθησή του ότι οι Έλληνες έχουμε κλίση στην πληροφορική κι έναν «άτακτο» τρόπο σκέψης, που επιτρέπει την παραγωγή καλού λογισμικού.

Είχε δίκιο ο αείμνηστος Δερτούζος. Πράγματι, η Ελλάδα έχει ταλέντο στην πληροφορική. Εξαιρετικούς επιστήμονες, ικανούς επιχειρηματίες, εταιρίες ηγέτες παγκοσμίως στον χώρο της υψηλής τεχνολογίας.

Όμως:

Πριν από λίγες εβδομάδες ανακοινώθηκε ο δείκτης DESI (Digital Economy and Society) της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2019. Ο δείκτης αυτός κατατάσσει τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης ανάλογα με τις ψηφιακές τους επιδόσεις σε μία σειρά από επιμέρους δείκτες, όπως τη συνδεσιμότητα, την ποιότητα του σχετικού ανθρωπίνου κεφαλαίου και το εύρος των ψηφιακών δημοσίων υπηρεσιών. Για ακόμα μία χρονιά, η χώρα μας κατετάγη ανάμεσα στους ουραγούς: 26η ανάμεσα στα 28 κράτη-μέλη, οριακά πάνω από τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία. Και ειδικά στο σκέλος των ψηφιακών δημοσίων υπηρεσιών, η Ελλάδα πέφτει κατά ακόμα μία θέση.

Άρα, κάτι πηγαίνει πολύ στραβά. Πώς είναι δυνατόν να είμαστε σε τόσο χαμηλή κατάταξη, παρά το γεγονός ότι έχουμε πλέον υλοποιήσει πολλά έργα πληροφορικής, με σημαντικό κόστος, σε όλο το εύρος του Δημοσίου; Φυσικά, έχουμε κάνει σοβαρά βήματα, δεν είναι όλα μαύρα: Τελείως ενδεικτικά, να αναφέρω το Taxis, τη Διαύγεια και την ηλεκτρονική συνταγογράφηση – και επιτρέψτε μου να αναφέρω και τα ΚΕΠ, τα οποία δεν ήταν αμιγές έργ πληροφορικής, αλλά έκαναν τη ζωή των Ελλήνων καλύτερη. Επίσης, αναπτύχθηκε μια εθνική ψηφιακή στρατηγική. Πώς, λοιπόν, η εικόνα αυτής της χαμηλής κατάταξης είναι χαρακτηριστική για τη χώρα μας εδώ και πολλά χρόνια;

Τα προβλήματα είναι αρκετά και γνωστά:

• Κενό ανάμεσα στην ψηφιακή στρατηγική, στο σχέδιο δράσης και στην υλοποίηση.

• Αίσθηση αποκλειστικής ιδιοκτησίας των δεδομένων σε πολλές υπηρεσίες.

• Μη εφαρμογή κοινών αρχών σχεδιασμού των συστημάτων.

• Και κυρίως, απουσία απλοποίησης διαδικασιών κατά τον σχεδιασμό των έργων πληροφορικής.
Ειδικά αυτό το τελευταίο, αποτελεί ίσως την καρδιά του προβλήματος. Δεν μπορείς να ψηφιοποιήσεις απλά και μόνο το κράτος και τις διαδικασίες του όπως αυτές ήδη λειτουργούν, διότι τότε καταλήγεις να ψηφιοποιείς το πρόβλημα το οποίο προσπαθείς να λύσεις. Ψηφιοποιείς την γραφειοκρατία!

Η προσέγγιση που χρειαζόμαστε αρχικά θα πρέπει να περιλαμβάνει σημαντικές οργανωσιακές αλλαγές στο επίπεδο του Δημοσίου.
Αλλαγές στο επίπεδο των αρμοδιοτήτων, ειδικά σε ό,τι αφορά τον ανασχεδιασμό των διαδικασιών και τη διαχείριση των δεδομένων. Επιτρέψτε μου να δώσω ένα πρακτικό παράδειγμα για το πως αντιλαμβανόμαστε τη δουλειά που καλούμαστε να κάνουμε. Κάθε γεγονός από τη γέννηση και για όλη τη ζωή ενός πολίτη, περιλαμβάνει μία σειρά από διαδικασίες, κατά τις οποίες χρειάζεται να διακινούμε έγγραφα ανάμεσα στις διάφορες κρατικές υπηρεσίες. Η προστιθέμενη αξία για όλους μας θα προκύψει αν οι διαδικασίες αυτές επανασχεδιαστούν έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθούν στην πράξη οι αλληλεπιδράσεις του πολίτη με το κράτος και οι σχετικές ενέργειες που θα πρέπει να γίνουν. Για να το πούμε πιο απλά: ο πολίτης δεν πρέπει να διακινεί ο ίδιος τα ίδια και τα ίδια πιστοποιητικά ανάμεσα σε υπηρεσίες του δημοσίου.

Θα αναφέρω λοιπόν σύντομα μερικές από τις πιο βασικές οργανωσιακές αλλαγές που γίνονται στο Υπουργείο.

Το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης εφεξής μετονομάζεται σε Ψηφιακής Διακυβέρνησης και θα έχει τρεις Γενικές Γραμματείες:

• Την Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Στρατηγικής, με αποστολή πέρα από την εθνική ψηφιακή στρατηγική την απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, μέσα από τον εμπλουτισμό δομών και ανθρωπίνου δυναμικού από το μέχρι σήμερα Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης.

• Την Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, που «μετακομίζει» από το Υπουργείο Οικονομικών – και η οποία δεν είναι δυνατόν να μην είναι το απόλυτο επίκεντρο αυτής της προσπάθειας, μετατρεπόμενη από μια Γ.Γ. Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών σε μια Γ.Γ. Πκηροφοριακών Συστημάτων του Δημοσίου συνολικότερα.
• Την Γενική Γραμματεία Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων – η οποία θα κληθεί να διαχειριστεί ανάμεσα σε άλλα τη μεγάλη μετάβαση στην εποχή του δικτύου 5G.
Και, φυσικά, μεταφέρονται και πολλές δομές και υπηρεσίες που μέχρι χθες ήταν διασκορπισμένες στο ελληνικό δημόσιο, πλέον κεντρικά, στο νέο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης.

Θα μιλήσουμε αναλυτικά τις επόμενες εβδομάδες για το σύνολο των κινήσεων που έχουμε προγραμματίσει – για τα έργα που σχεδιάζουμε, για τις αναλυτικές νομοθετικές παρεμβάσεις για τη διαχείριση των δεδομένων, τη διαλειτουργικότητα, την απολοποίηση των διαδικασιών.
Σήμερα, ας σταθούμε στη μεγάλη εικόνα.

Ο στόχος είναι να προσεγγίσουμε μέσα σε τέσσερα χρόνια το μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και αν μου επιτρέπετε να το πω με μνια φράση, με ένα «τουήτ» όπως θα λέγαμε, μέσα σε τέσσερα χρόνια η αλληλεπίδραση του πολίτη με το κράτος θα πρέπει να έχει περάσει εδώ (δείχνει το κινητό του).

Μέσα στην επόμενη δεκαετία, όμως οφείλουμε να επιδιώξουμε και ένα ποιοτικό άλμα: να περάσουμε από τη μια εποχή στην άλλη, ως χώρα και ως οικονομία.

Ο πλανήτης έχει ήδη περάσει στην Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση. Δηλαδή στη σύγκλιση της ψηφιακής με τη φυσική και τη βιολογική σφαίρα. Οι τεχνολογίες που περιλαμβάνει –από τις εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης μέχρι την προσαυξημένη πραγματικότητα, το 3D printing και τις υποδομές του δικτύου 5G– βρίσκονται ήδη εδώ και οι επιπτώσεις τους θα είναι καταλυτικές, οικονομικά όσο και πολιτικά. Όμως, ως χώρα, δεν μπορεί να κάνουμε λόγο για Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση όταν δεν έχουμε λύσει τις εκκρεμότητές μας με την Τρίτη.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, ένα «άλμα μεγαλύτερο από τη φθορά».

Και το χρειαζόμαστε τώρα.

Θα ήθελα να μου επιτρέψετε να ολοκληρώσω αυτές τις σύντομες σκέψεις με μια προσωπική ιστορία, την οποία είχα την ευκαιρία να μοιραστώ στο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας τον περασμένο Δεκέμβριο – και που ακόμα περισσότερο αισθάνομαι την ανάγκη να μοιραστώ σήμερα.
Όταν έφυγα για πρώτη φορά από την Ελλάδα, για να σπουδάσω στην Αμερική, πρίν από την αναχώρησή μου ένα συγγενικό μου πρόσωπο μου έδωσε έναν φάκελο και μου ζήτησε να τον ανοίξω στο αεροπλάνο.

Όταν άνοιξα αυτό το φάκελο πάνω από τον Ατλαντικό, διαπίστωσα πως μέσα του είχε μόνο μια φωτογραφία. Στη φωτογραφία αυτή φαινόταν ο συνονόματος παππούς μου, Κυριάκος Πιερρακάκης, τα τρια του αδέρφια και η μητέρα τους. Και πίσω έγραφε «Αρεόπολη 1934».
Και, κοιτάζοντας τη φωτογραφία, μπορούσες να δείς την απόλυτη φτώχια. Τα μπαλωμένα ρούχα, τα παπούτσια – αλλά και εκείνο το βλέμμα που έλαμπε. Και σκέφτηκα, τότε, την τεράστια απόσταση. Την απόσταση που είχε διανυθεί από εκείνον τον άνθρωπο στον συνονόματο εγγονό του. Μια απόσταση που διάνυσε σχεδόν ολόκληρη εκείνη η γενιά. Μέσα σε κατοχή, εμφύλιο, αστάθεια, δικτατορία, η γενιά των παππούδων και των γιαγιάδων μας έχτισαν την Ελλάδα. Την έχτισαν με μόχθο, κόπο, αξιοπρέπεια – αλλά και πολλά λάθη, με παραλείψεις, με αστοχίες. Αλλά, εν τέλει, μάτωσαν τα χέρια τους και την έχτισαν.

Τώρα ο πυρσός περνάει σε εμάς. Στα εγγόνια των εκείνων ξυπόλυτων παππούδων. Για να ξανακάνουμε το ίδιο. Για να αποδείξουμε ότι μας έδωσαν πολλά περισσότερα από τα ονόματα και τα επώνυμα μας. Για να δείξουμε ότι είμαστε φτιαγμένοι από το ίδιο «μέταλλο» με εκείνους. Αντιπροσωπεύουμε τον ιδρώτα τους, τις επιλογές τους, τα λάθη τους. Αλλά πάνω από όλα αντιπροσωπεύουμε τις ελπίδες τους. Και γι’αυτό, θα τα καταφέρουμε.