Αλέκα Παΐζη (30/7/1919-4/2/2009): Αδιαίρετο ήθος ζωής, αγώνων και τέχνης

Η αξέχαστη ηθοποιός Αλέκα Παϊζη

Η Αλέκα Παΐζη είναι η κομμουνίστρια, η μεγάλη κυρία του ελληνικού θεάτρου και του κινηματογράφου, η οποία με τους αγώνες, τη ζωή και την τέχνη της εποίησε Ήθος, τίμησε την έννοια άνθρωπος, κομμουνιστής, καλλιτέχνης θέτοντας ως κυρίαρχο στοιχείο της ζωής της τον αγώνα, την αξιοπρέπεια, την πίστη στα πανανθρώπινα ιδανικά του μαρξισμού – λενινισμού.

Μια μορφή ξεχωριστή, ανάμεσα στις πολλές, στη χορεία των σπουδαίων, «δεμένων» με τους απελευθερωτικούς αγώνες του λαού μας στην κατοχή, στον εμφύλιο και στην επτάχρονη δικτατορία, ανυποχώρητων, παρά τις μακρόχρονες και πολύμορφες δοκιμασίες που υπέστησαν και αταλάντευτων, μέχρι τελευταίας πνοής, κομμουνιστών καλλιτεχνών, που σύνδεσαν τη ζωή και το έργο τους με την 100χρονη πορεία του ΚΚΕ. Καλλιτεχνών μεγάλου μεγέθους όπως οι Μάνος Κατράκης, ο Τζαβαλάς Καρούσος και ο Γιάννης Ρίτσος.

Στο παρόν άρθρο δεν είναι δυνατόν να καταγραφεί η σπουδαία καλλιτεχνική της πορεία. Γίνεται μόνο σύντομη αναφορά σε σταθμούς της ζωής και της δράσης της.

Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης. Αγαπούσε την Κρήτη και τη ντοπιολαλιά της. Από παιδάκι, βλέποντας τους περιοδεύοντες στην Κρήτη θιάσους, κόλλησε το θεατρικό «μικρόβιο».

Μετά το Γυμνάσιο, η Αλέκα Παΐζη πήγε στην Αθήνα. Εισάγεται στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Η κατοχή την βρήκε ανάμεσα στους ηθοποιούς του Εθνικού Θεάτρου, που αμέσως εντάσσονται στο ΕΑΜ όπως και στο ΚΚΕ. Όπως, άλλωστε, η ίδια έλεγε, άρχισε να την  «τρώει» η ανισότητα του κόσμου από την παιδική της ηλικία.

Ανέλαβε την εκπλήρωση ενός μεγάλου και ριψοκίνδυνου καθήκοντος, την εκτύπωση του παράνομου «Ριζοσπάστη» στο σπίτι της στις Τζιτζιφιές. Εκεί εκδόθηκε το πρώτο παράνομο κατοχικό φύλλο του «Ριζοσπάστη».

Αριστούχος της σχολής, προσλαμβάνεται από το Εθνικό Θέατρο ως πρωταγωνίστρια στο έργο «Μίνα φον Μπάρχλεμ». Φθινόπωρο του 1942, λόγω της ΕΑΜικής δράσης της, συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς και κρατείται στη Μέρλιν.

Παρότι πρωταγωνίστρια, η Παΐζη παρατά το Εθνικό και εντάσσεται στο ΕΑΜικό «Θέατρο του Λαού». Το 1945 – 1946 συμμετέχει στο κλιμάκιο των «νέων» ηθοποιών του θιάσου των «Ενωμένων καλλιτεχνών», που συνεχίζει τη μεταπολεμική πορεία του «Λαϊκού Θεάτρου».

Τον Αύγουστο του 1949 η Ασφάλεια τη συλλαμβάνει και κρατείται 45 μέρες. Μάταια προσπαθούν να την πείσουν για δήλωση. Της πρότειναν, τουλάχιστον, να αρθρογραφήσει σε εφημερίδα. «Δεν δημοσιογραφώ. Δεν έχω αυτή την κλίση», απάντησε τελεσίδικα.

Μαζί μ’ άλλες αγωνίστριες, εξορίζεται στο Τρίκερι, τόπο μαρτυρίου για χιλιάδες  αγωνίστριες. Ταυτόχρονα με τη σκληρή δοκιμασία και σε αυτό τον τόπο εξορίας, οι εξόριστες γυναίκες ανέπτυξαν αξιόλογη θεατρική και πνευματική δραστηριότητα, οργάνωσαν χορωδίες και θεατρικά δρώμενα, έγραψαν και έπαιξαν σκετς (ανάγνωση της Αντιγόνης του Σοφοκλή από την Αλέκα Παḯζη και  προετοιμασία του Προμηθέα Δεσμώτη σε σκηνοθεσία της Ρόζας Ιμβριώτη).

Η Παΐζη στο Τρίκερι περιλαμβανόταν μεταξύ των «100 πιο επικίνδυνων γυναικών», οι οποίες όταν μεταφέρθηκαν στο Μακρονήσι μπήκαν στο «σύρμα». Μετά από σκληρά βασανιστήρια, της ζητούσαν μια άλλη μορφή «μετανοίας». Ή να παίξει, ή να σκηνοθετήσει, ή να υπογράψει τάχα ως σκηνοθέτρια μια παράσταση, με την οποία το καθεστώς ήθελε να εμφανίσει το κολαστήριο ως «τόπο πολιτισμού και ψυχαγωγίας». Αρνήθηκε, μολονότι το επίμονο «Όχι» της  συνεπαγόταν κι άλλα βασανιστήρια.

Λίγο αργότερα μεταφέρθηκε ξανά στο Τρίκερι, απ΄ όπου, τον Δεκέμβρη του 1951, βγαίνει για δεκαπέντε μέρες ως «αδειούχος εξόριστος», υποχρεωμένη να δίνει την παρουσία της στην Ασφάλεια, στερημένη τα πολιτικά της δικαιώματα, χωρίς διαβατήριο, μέχρι και το 1966.

Στη δεκαετία του 1950 – με εξαίρεση τον συνεξόριστό της Μάνο Κατράκη – ελάχιστοι θίασοι της πρόσφεραν δουλειά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο Μίκης Θεοδωράκης συνεργάζεται μαζί της για την παρουσίαση του «Επιταφίου» του Ρίτσου. Η μουσική αυτή παράσταση έγινε στόχος βίαιων επιθέσεων από την Αστυνομία, τη Χωροφυλακή και παρακρατικούς, ιδίως στην επαρχία. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960,  ο Γιώργος Θεοτόκης και ο Σωκράτης Καραντηνός, παρανόμως, την προσέλαβαν στο νεοσύστατο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος χωρίς την απαραίτητη, τότε, βεβαίωση «κοινωνικών φρονημάτων».

Το 1963 την επαναπροσλαμβάνουν, παραβαίνοντας πάλι τον σχετικό νόμο. Εκεί πρωταγωνιστώντας ξαναέλαμψε το μεγάλο ταλέντο της. Νύχτα της 21ης Απριλίου, λόγω και απειλών κατά του διευθυντή αν επέτρεπε την παραμονή της στο ΚΘΒΕ, η Αλέκα Παΐζη φυγαδεύεται στο εξωτερικό, όπου ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση υπομένοντας και τα τεράστια προβλήματα επιβίωσής της.

Με τη μεταπολίτευση επέστρεψε στην Ελλάδα και στο θέατρο, κι όπως πάντα με το «σπαθί» της, χωρίς ίχνος καλλιτεχνικού συμβιβασμού, προπάντων ανυποχώρητη ως το τέλος στην πίστη της, στις ιδέες της και το ΚΚΕ, μπόρεσε να επιδοθεί στην τέχνη της και να αναγνωριστεί ως μεγάλη, σπουδαία ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου.

Η πορεία της συντρόφισσας Αλέκας Παΐζη στη ζωή και την τέχνη συνθέτουν ένα σπάνιο μέγεθος ανθρώπου, αγωνιστή, καλλιτέχνη. Το αδιαίρετο ήθος ζωής, αγώνων και τέχνης αναδεικνύει τη σπουδαία θέση που κατέχει η τέχνη σε όλη τη δράση του Κόμματος.

Ακόμη και στις πιο σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες της παρανομίας, των φυλακών και της εξορίας, η θέση αυτή αποτελεί επιβεβαίωση του σκοπού του ΚΚΕ να ανυψώνει τον άνθρωπο σε όλο και πιο πολύπλευρη προσωπικότητα μέσα από την πάλη για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για τη σοσιαλιστική-κομμουνιστική κοινωνία.

* Η Γενοβέφα Χουστουλάκη είναι φιλόλογος και μέλος  της ΤΕ Ηρακλείου του ΚΚΕ

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει