Τι θα ‘θελες να ‘χεις;

– Τι χάρη θα ‘θελες. Τώρα Διογένη από το Θεό να σού κάμει, για να ‘σαι ευτυχισμένος από τη ζωή σου;

– Ε, ντα ήθελα γω κι άλλη μια φόρα ένα μπράμα, μα δε μου τόκαμε…

– Μήπως είχες κάμει καμια… διαολιά ή μήπως δεν… ελάδωσες;

– Δεν το λένε μπρέ λάδωμα, τάμα το λένε… Αλλά να σου πω. Αυτό που ήθελα να μου κάμει καλη την αελιά, απού πάει εδά πολλές μέρες τσιλάρια και φοβούμαι να μη ψοφίσει το μουσκαράκι απού δε βγάνει γάλα και το ριφάκι το κακορίζικο απού σπασε τον πόδα του και του τον έχω δεμένο με τα καλάμια! Ε, και ήντα άλλο, να μου βλέπει τα ωζά μου, εμένα και τ’ αυγιωνιό μου, να μην κάμομε κακά γεράματα! Να μισέψουμε να πάμε προπατάρηδες στα πευκάκια! Δε θέλω γω να μου λένε και στα εκατό. Λίγα και καλά.

– Ντά στα γενέθλια Διογένη, σου λένε και στα εκατό;

-Ηντάνε κιανά; Α, απού κάνουνε δα των κοπελιώ;

– Εσένα δεν σου κάναμε Διογένη;

– Εγώ μπρέ στο στρατό ήμαθα πότε γεννήθηκα και οι γονέοι μου εξεχάσανε και δενέ γατέχανε πότε, απού τα πολλά γενέθλια!..

– Δεν άκουσα Διογένη να ζητάς πλούτη από το Θεό!

– Να τα κάμω μπρέ τα πλούτη ήντα; Αφού περνώ καλά ετσά απούμι; Να μην έχω ήντα τα κάμω, να μου φέρουνε σκουτούρες στο μυαλό, να μην κοιμούμαι!; Να πάρω το Αυγιωνιό να πάμε τουρισμό σε καμιά ξένη χώρα, να μας σε χάσουνε να μας  γυρεύγουνε να μη μας σε βρίσκουνε!; Μ’ αυτά, που έχουμε είμαστε μια χαρά. Έχομε το περβόλι μας, έχομε  τα ωζά μας που μας αγαπούνε και τ’ αγαπούμε πιο καλά κι από τσι ανθρώπους, γιατί είναι αγαθά, απονήρευτα, αθώα, είναι τίμια, δε… βλαστημούνε, δεν κλέφτουνε, δεν έχουνε μίσος και κακία!…

– Κάποιος σοφός έλεγε Διογένη, όσο γνωρίζω τους ανθρώπους, τόσο πιο πολύ αγαπώ τα ζώα…

– Ναι, και έχουμε αγάπη και συνεννόηση πολύ με το Αυγιωνιό μου. Μα μου τό ‘πε μένα ο κύρης μου πάρε τηνε παιδί μου απούναι από σόι και δα δεις πολύ καλο μαζί τζης. Ε, το συχωρεμένο…

Εδά συνορίζομαστενε ποιος δα πρωτοποθαίνει!.. Θές να πρωτοποθάνω Διογένη; μου λέει αυτή. Ο Θεός να μην  το κάμει Αυγιωνιό μου!

Ανέ μ’ αγαπάς τόσονα πολύ, άσε με να πρωτοποθάνω εγώ! Μεγάλη χάρη σου το ζητώ!.. Ανέ θες να πομείνω επαέ αμοναχός να δυστυχήσω, κάμε το! Μη στεναχωράσαι Διογένη, εγώ θα κάνω τον σταυρό μου, να εύχομαι να ποθάνεις…

– Το μόνο που φοβούμαι Κωνσταντή είναι τούτο να!

– Ναι Διογένη,αυτό είναι το λογικό και το φυσιολογικό, ο άνδρας να φεύγει πρώτος, διότι μένει έρημος στον κόσμου! Πρέπει ν’ αλλάξει λόλες τις συνήθειες του με τις οποίες δεν ήτανε γεννημένος και συνηθισμένος μ’ αυτές. Νοικοκυριό και πολλές άλλες γυναικοδουλειές. Ενώ η γυναίκα δεν αλλάζει τίποτα. Αφοσιώνεται στο σπίτι στο νοικοκυριό της όπως και πριν.

– Ναι, ναι. Θέε μου και πάρε με πρώτο…

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει