Ένας ξαφνικός αποχαιρετισμός

 Ένας ξαφνικός αποχαιρετισμός

 

 

Το μηνιαίο ηλεκτρονικό περιοδικό, Λόγου & Τέχνης «Χάρτης», τεύχος Ιουλίου 2020,  αποχαιρετά τον ποιητή και σκηνοθέτη Λευτέρη Ξανθόπουλο δημοσιεύοντας ένα αδημοσίευτο ποίημά του. Μας το γνωστοποίησε και μας το έστειλε ο συμπολίτης μας συγγραφέας Διαμαντής Αξιώτης. Είναι χαρακτηριστικές και σ’ αυτή την περίπτωση, οι αναφορές του Λευτέρη Ξανθόπουλου στην Καβάλα, γεγονός που αποδεικνύει πόσο την αγαπούσε και πόσο ήταν δεμένος μαζί της συναισθηματικά.

 

Γέρων στρατηλάτης προ του τέλους

Ι

Και πώς κουρ­σεύ­ε­ται μια πό­λη; Με ποιόν και­ρό και από ποια με­ριά; Από ανα­το­λή; Από τη δύ­ση; Από τα υψώ­μα­τα στον Άγιο Σί­λα η από τα πε­δι­νά στο Κα­ρά­ορ­μαν; Μέ­ρα ή νύ­χτα; Χει­μώ­να ή κα­λο­καί­ρι;

Μπαί­νεις με τη σιω­πή ή βά­ζεις τα άλο­γα να φρου­μά­ζουν και να χτυ­πούν τις οπλές τους στο χώ­μα ση­κώ­νο­ντας σύν­νε­φο σκό­νη έξω από τα τεί­χη;

Τι πε­ρι­μέ­νεις από την πό­λη και ποιο το κούρ­σο;
Πλού­τη; Χω­ρά­φια; Γεν­νή­μα­τα; Ασή­μι και χρυ­σό;
Κα­μα­τε­ρά; Ψυ­χές;

Θυ­σιά­ζεις αιχ­μα­λώ­τους πριν την κουρ­σέ­ψεις; Κρε­μάς τους άντρες στη φούρ­κα και τα­πει­νώ­νεις γυ­ναί­κες και παι­διά; Σέρ­νεις δε­μέ­νους στον τρο­χό και στο πα­ζά­ρι;

 

ΙΙ

Με­τά θα φύ­γεις πά­λι. Θ᾽α­φή­σεις μέ­σα στις σπη­λιές τούς λί­γους που δεν πρό­λα­βες να κό­ψεις; Θα τους αφή­σεις να γεν­νο­βο­λούν και ν ᾽α­βγα­τί­ζουν ως τον επό­με­νο κα­τα­κτη­τή ή θα τους ξε­τρυ­πώ­σεις να τους πε­ρά­σεις και αυ­τούς μα­χαί­ρι ίσα­με τον τε­λευ­ταίο;

Τα­ξι­δεύ­ο­ντας με­ρό­νυ­χτα μέ­σα στο βα­ρύ χει­μώ­να βδο­μά­δες και μή­νες με τις άγριες φυ­λές των βαρ­βά­ρων από το βορ­ρά να απο­δε­κα­τί­ζουν το στρα­τό σου

η άλ­λη πο­λι­τεία που σε πε­ρι­μέ­νει θα έχει άρα­γες πλού­τη γκα­μή­λες χρυ­σά­φι ζω­ντα­νά με­τα­ξω­τά μπα­χά­ρια και μυ­ρω­δι­κά; Ή μή­πως θα ‘βρεις σκόρ­πια χα­μό­σπι­τα με πλί­θρες και τα­πει­νές κα­λύ­βες με άχυ­ρο και φύ­κια ση­κω­μέ­νες σε ξύ­λι­νους πασ­σά­λους μέ­σα στο νε­ρό;

Έλα λοι­πόν για πες μου τώ­ρα τι θα κά­νεις με μια χού­φτα κου­ρε­λή­δες για στρα­τιώ­τες σου που ξε­πα­γιά­ζου­νε στο κρύο και σε ακο­λου­θά­νε βου­λιά­ζο­ντας έως το γό­να­το μέ­σα στη λά­σπη με κλει­σμέ­νο τον και­ρό από πα­ντού στα κα­πνο­τό­πια στο Ντρα­νί­τσι και πιο πέ­ρα ακό­μη στα σκο­τει­νά τε­νά­γη των Φι­λίπ­πων;

[ Γράφτηκε στις 15.9.2014 και κυκλοφόρησε σε δίφυλο εκτός εμπορίου τον Δεκέμβριο του 2019 σε 123 αντίτυπα (15 X 21 εκ.) αριθμημένα με το χέρι και υπογεγραμμένα από τον ποιητή σε χαρτί Fabriano Ιταλίας 160 γραμμ. με τη φίρμα Tartaruga ]

Διαβάστε επίσης