MENU

Έχουμε φέτος έναν πανάξιο πρωταθλητή; Εννοείται πως έχουμε! Όποιος αμφισβητεί τη δίκαιη κυριαρχία μιας ομάδας που κατέκτησε αήττητη το φετινό πρωτάθλημα, απλά δεν θέλει να παραδεχτεί την ανωτερότητα του ΠΑΟΚ, άρα δεν έχει κανένα νόημα περαιτέρω συζήτηση από τη στιγμή που οι παρωπίδες που φορά τον εμποδίζουν να δει μια ξεκάθαρη πραγματικότητα.

Μπήκε τέλος στην εικοσαετή κυριαρχία του Ολυμπιακού; Ναι, μπήκε. Για δεύτερη σεζόν οι «ερυθρόλευκοι» όχι μόνο δεν κόβουν πρώτοι το νήμα της Superleague, αλλά μένουν χωρίς να προσθέσουν ούτε έναν τίτλο στην τροπαιοθήκη τους. Μετά από δύο δεκαετίες είδαμε το πρωτάθλημα να αλλάζει μέσα σε τρεις διαδοχικές χρονιές κάτοχο (2016-17 Ολυμπιακός, 2017-18 ΑΕΚ, 2018-19 ΠΑΟΚ) και από μόνο του το συγκεκριμένο γεγονός παραπέμπει σε ένα σαφώς πιο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα.

Και ερχόμαστε στο κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να απασχολεί κάθε υγιή φίλαθλο ανεξαρτήτου χρώματος κασκόλ που φορά. Ο πρωταθλητής άλλαξε, το ελληνικό ποδόσφαιρο άλλαξε;

Η απάντηση είναι, δυστυχώς, ένα πελώριο και ξεκάθαρο «όχι». Και θα εξηγήσω γιατί…

Το κεφάλαιο διαιτησία, ο καθένας το κρίνει όπως θέλει, ανάλογα με τα οπαδικά γυαλιά που φορά. Άλλος θα πει άλλαξε, άλλος θα πει όχι. Το έχω γράψει επανειλημμένα: Από τη στιγμή που έχουμε φτάσει στο σημείο ακόμη και ξεκάθαρες φάσεις να τις βλέπουμε με διαφορετική οπτική ανάλογα με το πώς βολεύει την ομάδα που υποστηρίζουμε, σοβαρή συζήτηση για τη διαιτησία είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει. Μακάρι το VAR να βοηθήσει λίγο τουλάχιστον σε ότι αφορά τη σοβαρότητα όσων σχολιάζουν διαιτητικές αποφάσεις, αλλά φοβάμαι ότι απλά θα γελοιοποιήσει ακόμη περισσότερο την αστεία νοοτροπία με την οποία αντιμετωπίζουμε ως «αθλητική κοινωνία» το ποδόσφαιρο.

Μια διοργάνωση, όμως, δεν αξιολογείται μόνο από τη διαιτησία της. Το επίπεδο της διαιτησίας, για παράδειγμα, στην Premier League είναι για κλάματα! Οι παρεμβάσεις της διαιτησίας σε διοργανώσεις όπως το Champions League ή το Μουντιάλ έχουν υπάρξει στο παρελθόν ξεδιάντροπες. Παρ' όλα αυτά, όμως, η λάμψη των συγκεκριμένων διοργανώσεων όχι μόνο δεν φθείρεται, αλλά χρόνο με το χρόνο γίνεται και πιο αστραφτερή. Υπάρχουν και άλλες πολλές παράμετροι, που δυστυχώς, δεν επιδέχονται αμφισβήτησης και διατηρούν το ελληνικό ποδόσφαιρο βυθισμένο στο Μεσαίωνά του.

  1. Παιδεία και νοοτροπία: Βλέπετε εσείς καμιά βελτίωση στη νοοτροπία με την οποία αντιμετωπίζει ο μέλος Έλληνας οπαδός το ποδόσφαιρο; Η απάντηση δίνεται κάθε Κυριακή στα ελληνικά γήπεδα. Βρισκόμαστε στο 2019 και ακόμη δεν μπορούμε να απολαύσουμε ένα ντέρμπι με οπαδούς και των δύο ομάδων στο γήπεδο. Είμαστε η μοναδική χώρα στον πλανήτη που αδυνατούμε να διοργανώσουμε μια ποδοσφαιρική γιορτή όπως ο τελικός κυπέλλου και τη μετατρέπουμε κάθε χρόνο σε καθρέφτη της ποδοσφαιρικής μας γελοιότητας!
  2. Υποδομές: Αν εξαιρέσεις την προσπάθεια των μεγάλων ομάδων να αποκτήσουν σύγχρονα γήπεδα, βλέπετε καμιά βελτίωση στις παροχές που προσφέρονται στον πελάτη – φίλαθλο από τις Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες; Οι συνθήκες στα περισσότερα ελληνικά γήπεδα παραμένουν τριτοκοσμικές.
  3. Η «ανεξαρτησία» των μικρομεσαίων: Η ανταγωνιστικότητα και η ποιότητα ενός πρωταθλήματος δεν εξαρτάται από το επίπεδο που βρίσκονται οι ισχυρές ομάδες του, αλλά από τη δυναμική των λεγόμενων «μικρομεσαίων» ομάδων που συμμετέχουν σε αυτό. Δυστυχώς, καλώς ή κακώς, στα μάτια του μέσου Έλληνα φίλαθλοι κάθε μικρομεσαία ομάδα είναι δεμένη στο άρμα ενός ισχυρού (όποιος κι αν είναι αυτός). Με άλλες ομάδες όντως ισχύει το συγκεκριμένο δεδομένο και άλλες… τις παίρνει άδικα η μπάλα, λόγω της γενικότερης καχυποψίας που επικρατεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Το σίγουρο είναι ότι οι ίδιες οι μεγάλες δυνάμεις είναι αυτές που ενισχύουν καθημερινά με τη ρητορική τους τη συγκεκριμένη καχυποψία. Κάθε φορά που έχουμε εκλογές – είτε στη Superleague, είτε στην ΕΠΟ – οι ίδιοι οι μεγάλοι του ποδοσφαίρου μας κατατάσσουν τις υπόλοιπες ομάδες σε συγκεκριμένα άρματα, ανάλογα με το πώς εξυπηρετείται η ρητορική τους.
  4. Το αίσθημα δικαιοσύνης: Υπάρχει έστω και ένας φίλαθλος που πιστεύει ότι στο ελληνικό ποδόσφαιρο τηρούνται ευλαβικά οι νόμοι; Εννοείται πως όχι! Θα μου πείτε εδώ δεν τηρούνται οι νόμοι στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, θα μπορούσε να ισχύει κάτι διαφορετικό στον ελληνικό αθλητισμό;
  5. Η οικονομική αυτάρκεια των ΠΑΕ: Μια φορά κι έναν καιρό το σύνολο των ελληνικών Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιριών είχαν τη δυνατότητα να προσελκύσουν χορηγούς. Σήμερα; Η συντριπτική πλειοψηφία των ομάδων εξαρτάται από χορηγίες του ΟΠΑΠ, της ΕΡΤ. Πόσες ομάδες διαθέτουν τη δυναμική να εμπνεύσουν μια μεγάλη ιδιωτική εταιρία που δραστηριοποιείται σε κλάδο εκτός του αθλητισμού να διαφημιστεί στη φανέλα της; Αυτό που αδυνατούν να κατανοήσουν οι ΠΑΕ είναι ότι το συνολικό προϊόν που προσφέρουν είναι ό,τι πιο αρρωστημένο και αποκρουστικό στα μάτια οποιουδήποτε υγιούς επενδυτή. Είτε αδυνατούν να το κατανοήσουν, είτε δεν ενδιαφέρονται να το κατανοήσουν!
  6. Η αθλητική δημοσιογραφία: Εδώ κι αν ισχύει το «κάθε χρόνο και χειρότερα». Αντί ο δικός μας κλάδος να συμβάλλει στη βελτίωση του προϊόντος που λέγεται ελληνικό ποδόσφαιρο, είμαστε οι πρώτοι που ενισχύουμε την πλήρη απαξίωσή του. Πλέον, αναρωτιέμαι αν ο όρος «δημοσιογραφία» ταιριάζει για να καταγράψει όσα βλέπουμε γύρω μας στο χώρο των ΜΜΕ. Και ομολογώ ότι η ευκολία με την οποία «δημοσιογράφοι» – χούλιγκανς δεν διστάζουν να κάνουν το άσπρο μαύρο έχει πάψει πλέον να με σοκάρει. Κι αυτό ίσως είναι το πιο… σοκαριστικό! Ότι πλέον δεν με σοκάρει…

Όχι, λοιπόν. Μπορεί να άλλαξε ο πρωταθλητής στη Superleague, αλλά το ίδιο το ελληνικό ποδόσφαιρο παραμένει καθηλωμένο στο βούρκο της απαξίωσης. Και θα συμφωνήσω απόλυτα με τον Ντέμη Νικολαϊδη: Όλα μπορούν να αλλάξουν σε μια μέρα αν οι τέσσερις μεγάλοι αποφασίσουν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να θέσουν συγκεκριμένους κανόνες στοιχειώδους υγιούς ανταγωνισμού. Είναι καθαρά θέμα βούλησης των ισχυρών του ποδοσφαίρου μας. Δυστυχώς, όμως, η ύπαρξη της συγκεκριμένης βούλησης αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός. Και όσο κάποιοι ρομαντικοί θα τη βλέπουμε μόνο στα όνειρά μας, δυστυχώς το ελληνικό ποδόσφαιρο θα αποτελεί απλά άλλη μια πηγή υποτίμησης της νοημοσύνης μας και της αξιοπρέπειάς μας σε μια χώρα που ακόμη και η ψυχαγωγία αποτελεί… δυσεύρετο προϊόν!

Ο πρωταθλητής άλλαξε, το ελληνικό ποδόσφαιρο όχι…