Μια 14μελής ερευνητική ομάδα, υπό τον καθηγητή Ευθύμιο Λέκκα, λίγες ημέρες μετά την καταστροφή στο νότιο τμήμα της Λέσβου είναι σε θέση να δώσει τη δική της εξήγηση για το τι έφταιξε και η δόνηση των 6,3 ρίχτερ στις 12 Ιουνίου άφησε πίσω της, ακόμη και 60 χιλιόμετρα μακριά από το επίκεντρο, τόσα ερείπια, ιδιαίτερα στο χωριό Βρίσα.Το BHMAScience εξασφάλισε και παρουσιάζει τα συμπεράσματα αυτής της έρευνας στις επόμενες σελίδες μαζί με φωτογραφίες και πρωτότυπους χάρτες που βοηθούν στην κατανόηση της θεωρίας γύρω από αυτό το φαινόμενο. Και αν όλα έγιναν έτσι ο αναγνώστης θα βρεθεί αντιμέτωπος με το ερώτημα: Πώς μπορεί να αποφύγει κανείς μια παρόμοια μελλοντική καταστροφή; Οι απαντήσεις δεν είναι αυθαίρετες, αλλά δυστυχώς πολλά κτίσματα στην Ελλάδα είναι..

«Το χάσμα που άνοιξε ο σεισμός…» ο Διονύσιος Σολωμός το φαντάστηκε να γεμίζει με άνθη αλλά οι σεισμολόγοι δεν μπορούν να βλέπουν τα πράγματα τόσο ρομαντικά. Από τη στιγμή που η γη αρχίζει να τρέμει, εκεί στον Οργανισμό Αντισεισμικής Προστασίας χτυπάει ο συναγερμός. Ετσι και με τον πρώτο σεισμό του Ιουνίου, στις 14.28 στη Νότια Λέσβο. 6,3 της κλίμακας Ρίχτερ, με εστιακό βάθος 13 χιλιόμετρα και επίκεντρο στον θαλάσσιο χώρο λίγο πιο κάτω από τη νοτιοανατολική ακτή της Λέσβου. Μέσα σε 40 λεπτά σηκώθηκε ελικόπτερο με κάποιους από αυτούς που ήταν απαραίτητο να βρεθούν επιτόπου –ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ, ειδικοί για τους σεισμούς καθηγητές, διαχειριστές μιας κρίσης που προμηνυόταν σημαντική. Σε δύο ώρες άρχισαν να δίδονται διαταγές. Και έτσι έπρεπε να γίνει, διότι η τύχη και η ατυχία, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ειδικά στον οικισμό Βρίσα έπαιξαν ένα πρωτόγνωρο και για τους ειδικούς παιχνίδι.


Το μυστήριο της Βρίσας
Οταν έφθασαν οι άνθρωποι από την Αθήνα στον οικισμό που είχε πληγεί περισσότερο δεν ήταν μόνο το ότι στα περισσότερα κατεστραμμένα οι στέγες των σπιτιών (μόλις και) στέκονταν επάνω στους εσωτερικούς τοίχους, ετοιμόρροποι και αυτοί, ενώ οι εξωτερικοί είχαν καταρρεύσει αλλά οι κάτοικοι περιφέρονταν αμήχανοι και τρομαγμένοι μέσα σε αυτό το τρομακτικά επικίνδυνο σκηνικό. Και για αυτό πρέπει να είναι σε κάθε τέτοια περίπτωση άμεση η επέμβαση αυτών που γνωρίζουν. Ωστε ακόμη και με τη βοήθεια της Αστυνομίας να απομακρυνθούν οι περιφερόμενοι στους δρόμους, διότι κινδυνεύουν άμεσα.
Οι κάτοικοι ήταν στα αλήθεια τυχεροί πάντως, διότι την ώρα που έγινε ο πρώτος και μεγαλύτερος, όπως αποδείχθηκε, σεισμός βρίσκονταν έξω από τα σπίτια τους σε διάφορες δουλειές και το σχολείο ήταν κλειστό. Ετσι, αντίθετα από ό,τι συνέβη στην Ιταλία σε αντίστοιχη περίπτωση, είχαμε μόνο έναν νεκρό και δεκαπέντε τραυματίες. Και με την απομάκρυνση όλων από τα ερείπια το κακό σταμάτησε εκεί. Αν ο σεισμός είχε συμβεί νύχτα, όπως είπε στο ΒΗΜΑScience ένας από τους ειδικούς που ασχολήθηκαν με το θέμα, θα είχαμε ίσως και εκατοντάδες θυμάτων.
Ενα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι απομακρύνθηκε η Λέσβος από τη Χίο μετά τον σεισμό 6,3της κλίμακας Ρίχτερ που χτύπησε το νησί και σύμφωνα με τα στοιχεία που κατέγραψαν οι επιστήμονες κατά 4,4 εκατοστά.
Την αποκάλυψη της μετακίνησης του νησιού έκανε μιλώντας στην εφημερίδα «Τα Νέα» ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών εξηγώντας ότι η καταγραφή έγινε από δύο γεωδαιτικούς σταθμούς που βρίσκονται στα δύο νησιά και οι οποίοι χρησιμοποιούνται ώστε να καταγράφουν τις ακριβείς μετρήσεις των συντεταγμένων εδάφους πριν και μετά από έναν σεισμό.
Ομως, έστω και έτσι, ιδιαίτερα οι κάτοικοι της Βρίσας αποδείχθηκε ότι κάθονταν εκεί όπου μια ομοβροντία συγκυριών θα συνεργάζονταν για την καταστροφή του οικισμού τους. Διότι ζημιές είχαμε σε όλη τη Νότια Λέσβο. Από το Πλωμάρι στα ανατολικά, που ήταν δίπλα σχεδόν στο επίκεντρο, μέχρι τον Πολιχνίτο στον κόλπο της Καλλονής, στα δυτικά. Αλλά η μεγάλη καταστροφή έγινε σε ένα σημείο που απείχε περισσότερο από 50 χιλιόμετρα σε σχέση με το επίκεντρο. Και πολλοί έμειναν με την απορία γιατί να έγιναν έτσι τα πράγματα.


Καταστροφή με τρία συστατικά
Οπως αναφέρεται από την ομάδα που με τις οδηγίες του καθηγητή Ευθύμιου Λέκκα εργάστηκε για να λύσει το μυστήριο: «Από την άμεση καταγραφή των βλαβών με καινοτόμες και σύγχρονες μεθόδους, κατά τις πρώτες ώρες μετά τον κύριο σεισμό, στην πληγείσα περιοχή διαπιστώθηκαν εκτεταμένες σοβαρές βλάβες στο δυτικό τμήμα του οικισμού Βρίσα, όπου το σύνολο των κατοικιών, με την κατασκευή τους να τοποθετείται ως επί το πλείστον στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, έχει υποστεί μερική ή ολική κατάρρευση». Δηλαδή από την παραπάνω αναφορά θα πρέπει να μας παραξενέψει το ότι και από έναν μικρό οικισμό, σε απόσταση χιλιομέτρων από το επίκεντρο, ένα μέρος του μόνο καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά!
Επρεπε λοιπόν να ξεκινήσει μια μεθοδική αναζήτηση των αιτίων. Και αυτό έγινε με τον εξής τρόπο:
n Τα συνεργεία των μηχανικών εξέτασαν ΚΑΘΕ κτίριο του οικισμού και κατέγραψαν με συγκεκριμένο κωδικό τρόπο την κατάστασή του και τις ζημιές.
n Με τη βοήθεια ιπτάμενων μέσων (drones) έγινε σάρωση από αέρα με συστηματικό τρόπο ακολουθώντας τροχιές τεμνόμενες κάθετα μεταξύ τους ώστε να σχηματισθεί ένα δίχτυ καταγραφών από τον αέρα.
n Εγινε συγχώνευση των ευρημάτων από τον αέρα και κάτω στο έδαφος ώστε να αναδειχθεί η πυκνότητα των ζημιών στις διάφορες περιοχές και αυτό να φαίνεται με την πρώτη ματιά.
Ετσι, κατά κάποιον τρόπο η καταστροφή φωτίστηκε με διεισδυτικό τρόπο και μπόρεσε να συσχετισθεί με το επίκεντρο και το ρήγμα που είχε μήκος 25-30 χιλιομέτρων και προσανατολισμό από ΒΔ προς ΝΑ, ή αλλιώς από εμάς λοξά και κάτω, προς την Τουρκία. Με κλίση του ρήγματος προς νοτιοδυτικά, πράγμα που φέρνει και τις τουρκικές ακτές κατά 4-6 εκατοστά πιο κοντά μας κάθε χρόνο.
Η εξέταση όλων των στοιχείων έδωσε τελικά την παρακάτω εξήγηση για την ιδιότυπη καταστροφή που παρατηρήθηκε. Το έδαφος στο δυτικό τμήμα του οικισμού που καταστράφηκε είναι πιο χαμηλά από το ανατολικό και άρα με περισσότερες προσχώσεις από παλιά, πιο χαλαρό δηλαδή και ίσως για αυτό οι παλαιοί κάτοικοι, διαθέτοντας λιγότερο εξοπλισμό, να ξεκίνησαν να χτίζουν εκεί. Ο υδροφόρος ορίζοντας είναι σχετικά κοντά στην επιφάνεια σε εκείνη την περιοχή. Τα σεισμικά κύματα που παρήγαγε η ολίσθηση των πετρωμάτων στο ρήγμα είχαν προσθετική συμβολή που σημαίνει ότι η ταλάντωση εκεί είχε μεγαλύτερο πλάτος (όταν δύο ή περισσότερα κύματα συναντιούνται σε ένα σημείο μπορεί να δώσουν ένα συνολικό κύμα ενισχυμένο σε σχέση με τα πλάτη του καθενός από αυτά ή αντίθετα ένα πιο εξασθενημένο από καθένα από αυτά). Ετσι η τριπλή ατυχία των κατοίκων της περιοχής, κατά την άποψη της ερευνητικής ομάδας, ήταν υπεύθυνη για τον εντοπισμό τής πιο εκτεταμένης καταστροφής σε εκείνο το σημείο.
Διότι το μείγμα που δημιουργήθηκε ήταν «εκρηκτικό». Οταν έχεις έδαφος χαλαρό και χαμηλά σε σχέση με τα γύρω και με ψηλά τον υδροφόρο ορίζοντα είναι σαν να έχεις άμμο και νερό μέσα σε ένα τηγάνι. Και εκεί είναι πολύ εύκολο να δημιουργήσεις ταλαντώσεις με μεγάλα πλάτη. Αυτά όλα συμμάχησαν εναντίον των κατοίκων στο δυτικό κομμάτι της Βρίσας.
Και τώρα τι κάνουμε;
Σε περιπτώσεις όπως αυτή με τις πολλές ζημιές στα κτίρια μιας περιοχής προκύπτει ένα ερώτημα: Ξαναχτίζουμε εκεί όπου βρίσκονται τα ερείπια ή πηγαίνουμε σε άλλον τόπο; Οπως λέει ο καθηγητής Λέκκας, πρόεδρος και του Οργανισμού Αντισεισμικής Προστασίας, σύμφωνα με τις δικές του παρατηρήσεις το 30% των κτιρίων του οικισμού έμειναν ανέπαφα. Επίσης από τις πολυάριθμες φωτογραφίες φαίνεται ότι υπάρχουν σε πολλά σπίτια διάφορα δομικά στοιχεία, αντικείμενα και σχέδια που αξίζει να διασωθούν, αφού ο οικισμός άρχισε να υπάρχει ήδη από τον 19ο αιώνα. Ενώ είναι πάντα δεδομένη η τάση των ανθρώπων, ιδιαίτερα σε πιο προχωρημένη ηλικία, να μη θέλουν να μετακινηθούν από ένα σπίτι που τους συνδέει με πολλές αναμνήσεις.
Εδώ αξίζει να προσθέσουμε ότι στα πλαίσια της όλης έρευνας διευκολύνθηκε η επικοινωνία ψυχολόγων με τους κατοίκους στις άλλες πληγείσες περιοχές (Βατερά, Πολιχνίτος, Ακράσι, Πλωμάρι) πέντε ημέρες μετά το συμβάν. Από την επικοινωνία αυτή προέκυψε ότι «το 54,1% του δείγματος παρουσίασε μέτρια και άνω επίπεδα παρουσίας ενδεικτικών συμπτωμάτων Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες (PTSD) και το 62,8% δήλωσε πως ενεργούσε ή αισθανόταν ωσάν η εμπειρία να συνέβαινε και πάλι. Διερευνήθηκαν οι τρεις κατηγορίες συμπτωμάτων: 1. Επαναβίωση του τραύματος, 2. Συναισθηματικό μούδιασμα, 3. Αγχώδη καταθλιπτικά συμπτώματα. Αυτά σε κάποιες περιπτώσεις θα διατηρηθούν πέρα από έναν μήνα και ενδεχομένως να αποτελέσουν πηγή χρόνιας οδύνης».

Γερνάμε χωρίς να διδασκόμαστε;
Αφού λοιπόν η ομάδα με τον καθηγητή Λέκκα έχει πλέον ολοκληρώσει την αναφορά της σχετικά με το συμβάν προτού καν τελειώσει ο Ιούνιος μένει κάτι πολύ σημαντικό. Τι θα πρέπει να αφήσει αυτή η εμπειρία στους υπόλοιπους που ζουν και που διοικούν αυτήν τη χώρα.
Ενα θέμα βεβαίως είναι ότι όσο πιο καλά παρακολουθείς μια περιοχή με τα κατάλληλα όργανα όχι μόνον πριν από την εκδήλωση ενός σεισμού αλλά και αμέσως μετά τόσο πιο πολλά κερδίζεις. Και αν δεν μπορείς ακόμη να προβλέψεις και να στήσεις τα όργανα πριν, έχει μεγάλη σημασία να έχεις την ευχέρεια σε μηδέν χρόνο να στήσεις εκεί γύρω επιταχυνσιογράφους και άλλα όργανα για να ξέρεις τι «πιέσεις» δέχθηκε το έδαφος. Και αυτό όσο πιο κοντά γίνεται στον χρόνο εκδήλωσης του σεισμού τόσο πιο ρεαλιστικά είναι τα στοιχεία που μετά θα χρησιμοποιηθούν για να βγουν οι κανονισμοί αντισεισμικής προστασίας για την ανοικοδόμηση. Και πόσοι άραγε είναι οι οικισμοί που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση με τη Βρίσα και ποιος θα ασχοληθεί να τους εντοπίσει;
Ακόμη πιο γενικού ενδιαφέροντος όμως και πιο ζοφερός είναι ο συλλογισμός που έχει σχέση με τα αυθαίρετα και τις… αυθαίρετες νομιμοποιήσεις τους. Δηλαδή το ότι πληρώνεις και το νομιμοποιείς δεν σε εξασφαλίζει από τον σεισμό, όταν μάλιστα κατά πάσα πιθανότητα έχεις φτιάξει κάτι που δεν είναι και το πιο ποιοτικό. Και εδώ το κράτος, αν και διαδίδει ότι σκέπτεται το καλό των ορισμένων (συν)πολιτών, έχει πλέον εγκληματικά συνεργήσει σε μελλοντικές καταστροφές με ανθρώπινα θύματα.
Και αφήνοντας τον τελευταίο λόγο στον κ. Λέκκα, εκείνος θα μιλήσει και για τη λεγόμενη «Μη δομική τρωτότητα». Δηλαδή για οτιδήποτε αντικείμενο ή κτίσμα που σε περίπτωση σεισμού θα συντελέσει στον τραυματισμό των ενοίκων και την αύξηση του αριθμού των θυμάτων. Από τοίχους που φτιάχτηκαν σε βεράντες έτσι πρόχειρα, χωρίς άδεια, μέχρι βιβλιοθήκες κατάφορτες και χωρίς στηρίγματα και βαρείς φωριαμούς που βρίσκονται αφημένοι σε διαδρόμους δημοσίων κτιρίων και στον σεισμό θα πέσουν κλείνοντας τους διαδρόμους και εμποδίζοντας τη διαφυγή όσων είναι μέσα στα γραφεία. Η γη όταν τρέμει όχι μόνο φοβίζει αλλά και εκδικείται.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ