Προφυλακιστέα κρίθηκε μετά την απολογία της, η 44χρονη γιατρός του Λαϊκού Νοσοκομείου που συνελήφθη πριν λίγες ημέρες και φέρεται να έχει ενεργό ρόλο στο κύκλωμα παράνομης διακίνησης αντικαρκινικών φαρμάκων.

Η γιατρός επίκουρος, βοηθός δύο ογκολόγων στο Λαϊκό Νοσοκομείο απολογήθηκε το Σάββατο ενώπιον της Ανακρίτριας Διαφθοράς για τα αδικήματα της ένταξης σε εγκληματική οργάνωση και της απάτης. Σύμφωνα με την δικογραφία η ανάμειξή της στην υπόθεση προκύπτει από εικονικές συνταγογραφήσεις που εντοπίστηκαν κατά τον εσωτερικό έλεγχο που διενεργήθηκε στο Νοσοκομείο μετά τις πρώτες συλλήψεις για την εξάρθρωση του κυκλώματος.

Σύμφωνα με πληροφορίες η κατηγορουμένη, αρνήθηκε ότι έχει σχέση με κύκλωμα και ισχυρίστηκε πως δεν γνωρίζει κανέναν από τους συγκατηγορουμένους της. Φέρεται ωστόσο να παραδέχθηκε στην δικαστική λειτουργό ότι έχει προχωρήσει σε 86 συνταγογραφήσεις, που δεν αφορούσαν ασθενείς του νοσοκομείου, αποδίδοντας τις επίμαχες συνταγές που εξέδωσε σε φόβο εξαιτίας απειλών που δεχόταν για την ζωή της και την ζωή του συζύγου της. Η γιατρός, σύμφωνα με την υπεράσπιση της, υποστηρίζει ότι οι επίμαχες συνταγές δεν είχαν κανένα οικονομικό αντάλλαγμα αλλά είναι αποκλειστικά και μόνο αποτέλεσμα του εκβιασμού της από άγνωστο πρόσωπο, το οποίο δεν είναι κάποιος από τους ήδη συγκατηγορούμενους της, που ξεκίνησε να την απειλεί, ακόμη και με όπλο, όταν αρνήθηκε να πάρει χρήματα για να προχωρήσει στις παράνομες συνταγογραφήσεις.

Ο εκβιασμός της από το πρόσωπο αυτό , σύμφωνα με την γιατρό, ήταν και ο λόγος που δεν προσήλθε στις αρχές όταν δημοσιοποιήθηκε η υπόθεση καθώς στόχος της ήταν όχι να εξαφανιστεί από τις αρχές αλλά να χάσει τα ίχνη της ο εκβιαστής της. Οι συνήγοροι υπεράσπισης της μάλιστα θεωρούν πως η συγκεκριμένη υπόθεση εκβιασμού πρέπει να ερευνηθεί από την ανακρίτρια ως σκέλος της υπόθεσης και εκτιμούν ότι πρέπει ο ή οι εκβιαστές να αναζητηθούν μέσω των προσώπων που εμπλέκονται στην αλυσίδα διακίνησης των συγκεκριμένων φαρμάκων που συνταγογράφησε η εντολέας τους.
Δείτε αναλυτικά το υπόμνημα που κατέθεσε η γιατρός του Λαϊκού στη Δικαιοσύνη:

«Αξιότιμοι κα Ανακρίτρια και κε Εισαγγελέα,
Με το παρόν υπόμνημά μου, απολογούμαι για την διάπραξη των ποινικών αδικημάτων των άρθρων 187, 386 και 221 ΠΚ, σε συνδυασμό με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του άρθρου 1 παρ. 1 του νόμου 1608/1950, όπως τα αδικήματα αυτά μου αποδίδονται με το προς εμένα απευθυνόμενο κατηγορητήριο.
Αισθανόμενη δε την εξαιρετικά δεινή θέση στην οποία έχω περιέλθει μετά από την έγερση σε βάρος μου τόσο σοβαρών κατηγοριών, δηλώνω ενώπιόν Σας απολύτως συντετριμμένη και μεταμελημένη για όλες μου τις πράξεις, που είχαν ως συνέπεια την όποια βλάβη (οικονομική ή ηθική) προκλήθηκε τόσο σε τρίτους, όσο και στο Ελληνικό Δημόσιο και την εκ του λόγου τούτου άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος μου.
Σε κάθε περίπτωση, είμαι υποχρεωμένη να ζητήσω, ιδιαίτερα συγγνώμη από τους συναδέλφους ιατρούς καθηγητές του τομέα και ιδιαίτερα την κα ……… και τον κον ……….. που δεν γνώριζαν τίποτα και τους εξέθεσα.
Πλην όμως η διάπραξη από μέρους μου των ανωτέρω αδικημάτων, είχαν ως αίτιο όχι την επιδίωξη από μέρους μου παράνομου περιουσιακού οφέλους, το οποίο ποτέ δεν επεδίωξα, ούτε αποκόμισα, αλλά υπήρξε προϊόν ισχυρού πολύμηνου εκβιασμού, δεδομένου ότι, εδώ και περίπου ένα έτος, δεχόμουν πολύ σοβαρές απειλές κατά της ζωής μου και κατά του συζύγου μου ……, σύμφωνα και με όσα εκθέτω λεπτομερειακώς κατωτέρω. Ειδικότερα:
Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ.
1. Οι γονείς μου υπήρξαν βιοπαλαιστές. Ο πατέρας μου Βασίλειος διατηρούσε για πολλά χρόνια ένα παντοπωλείο στην κεντρική αγορά των Αθηνών, όπου εργάζονταν τις περισσότερες ώρες της ημέρας, ενώ η μητέρα μου στο πατρικό μας σπίτι, μια μικρή μονοκατοικία επί της οδού Πέραν αρ.3, στην Κυψέλη, μεγάλωνε τρία παιδιά, δηλ. εμένα και τα δύο μικρότερα αδέλφια μου, τον Νίκο και την Παναγιώτα που, δυστυχώς γεννήθηκε με μεγάλη βαρηκοΐα και έχει χαρακτηριστεί ως Α.ΜΕ.Α.

Στο σχολείο υπήρξα άριστη μαθήτρια και ωθούμενη από την θέληση μου να προοδεύσω στην ζωή αλλά και να ασχοληθώ με κάποια επιστήμη με ανθρωπιστικό χαρακτήρα, εισήχθην με πανελλήνιες εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, από την οποία αποφοίτησα το έτος 2003 με πτυχίο «Λίαν Καλώς». Στην συνέχεια και αφού έλαβα την ειδικότητα της Ειδικής Παθολόγου άρχισα να εργάζομαι στο Λαϊκό Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών, από το έτος 2013 ως επιστημονική συνεργάτης, με σύμβασης ορισμένου χρόνου εξαμηνιαίας διάρκειας που ανανεώνονταν. Και δη στο Ογκολογικό Ιατρείο της Κλινικής Παθολογικής Φυσιολογίας του εν λόγω Νοσοκομείου, το οποίο λειτουργούσε ως παράρτημα αυτού, επί της οδού Σεβαστουπόλεως αρ. 16, με υπεύθυνο καθηγητή τον ογκολόγο Αναπληρωτή – Καθηγητή, κον Μιχαήλ Καραμούζη. Επίσης, διατηρούσα ιδιωτικό ιατρείο μαζί με τον Ογκολόγο κον Νικόλαο Τσαβαρή, (πρώην υπεύθυνο καθηγητή του ως άνω Ογκολογικού Ιατρείου) επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας αρ. 194. Παραλλήλως είχα αναλάβει την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής στον τομέα της Ογκολογίας με θέμα «Προγνωστικοί Παράγοντες στον μεταστατικό καρκίνο του παχέος εντέρου». Τέλος ήμουν και Ακαδημαϊκή Υπότροφος του κου Αθανασίου Τζιούφα, που ήταν και ο Διευθυντής του Ιατρείου, επιτηρώντας τις θεραπείες ασθενών ρευματολογικών παθήσεων. Τέλος, ως εξειδικευμένη ιατρός συμμετείχα σε πολλά ιατρικά συνέδρια και άλλα επιστημονικά σεμινάρια, στα οποία τις περισσότερες φορές δίδασκα συναδέλφους άλλων ειδικοτήτων ή μεταπτυχιακούς φοιτητές.
Όσον αφορά στην προσωπική μου ζωή, από το 2015 είμαι νυμφευμένη με τον σύζυγό μου ……………. του Ζήση, δημοσιογράφο του αθλητικού ρεπορτάζ και γόνο παλαιάς δημοσιογραφικής οικογένειας, ο οποίος σήμερα εργάζεται στην Εθνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης, χωρίς όμως δυστυχώς να σταθεί δυνατόν να αποκτήσουμε τέκνα. Αυτό το τελευταίο, είχε ως άμεση συνέπεια, ως άνθρωπος να αφοσιωθώ ολοκληρωτικά στον ανωτέρω σύζυγό μου, κάτι που έπαιξε σημαντικό ρόλο στις σχετιζόμενες με την παρούσα υπόθεση αποφάσεις μου και ενέργειές μου.
Αν και, εγώ και ο σύζυγός μου, ποτέ δεν υπήρξαμε εύποροι, ζούσαμε αξιοπρεπώς με τους μισθούς μας, εργαζόμενοι και οι δύο πάρα πολλές ώρες, χωρίς να παραπονιόμαστε για αυτό. Τα χρήματα δε, ουδέποτε έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ζωή μας, διότι ούτε ενοίκιο ήμασταν υποχρεωμένοι να πληρώνουμε, ούτε τα έξοδα οικογένειας με παιδιά είχαμε, ώστε να πιεζόμαστε οικονομικά.
Η ζωή μας ήταν, και παρέμεινε λιτή από την αρχή που γνωριστήκαμε μέχρι και σήμερα. Ο σύζυγός μου ελάμβανε ένα μισθό που με όλα τα ειδικά επιδόματα δεν ξεπερνούσε τα 600 Ευρώ, ενώ οι δικές μου αποδοχές από τον μισθό μου και τα έσοδα του ιδιωτικού μου ιατρείου δεν ξεπερνούσαν τα 1.700 Ευρώ το μήνα. Ο σύζυγός μου έχει στην ιδιοκτησία του μια κατοικία στην Βαρυμπόμπη, που τώρα πλέον χρησιμοποιείται ως εξοχική μόνον κατοικία, επιφανείας 120 τ.μ. και ένα δίκυκλο 150c.c., ενώ εγώ ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου στην πατρική μου κατοικία στην Κυψέλη, το οποίο κληρονόμησα μετά τα θάνατο του πατέρα μου και ένα επιβατηγό αυτοκίνητο VOLVO S/40 μοντέλο 2009.
Οι μοναδικοί τραπεζικοί λογαριασμοί που διατηρούμε μέχρι και σήμερα είναι, όσον αφορά στον σύζυγό μου ο υπ’ αριθμ. 5167320005911766 τράπεζας Eurobank και όσον αφορά εμένα υπ’ αριθμ. 457-002101-031956 τράπεζας ALPHA και 5351420043604663 τράπεζας Εθνικής, στους οποίους ελάχιστες καταθέσεις είχαμε πάντοτε, που δικαιολογούνται απολύτως από τους μισθούς μας, και οι οποίοι, αξιότιμη κα Ανακρίτρια, ζητώ να ανοιχθούν και να διερευνηθούν σε βάθος χρόνου.
Για να βρισκόμαστε δε κοντά στους τόπους εργασίας μας και στους γονείς μας, κατοικούμε από το έτος 2016 σε διαμέρισμα δ’ ορόφου επί της οδού………………….., στο Παγκράτι, ιδιοκτησίας της μητέρας του συζύγου μου…………………, το οποίο μας είχε παραχωρήσει δωρεάν για να μας έχει δίπλα μας, (επειδή είναι υπερήλικη και αισθάνεται ανασφαλής), δεδομένου ότι και η ίδια κατοικεί σε διαμέρισμα της διπλανής πολυκατοικίας.
2. Μεταξύ των καθηκόντων της εργασιακής μου θέσης στο ως άνω Ιατρείο του Λαϊκού Νοσοκομείου, ήταν να εκδίδω, να σφραγίζω και να μονογράφω τις συνταγές των ασθενών που παρακολουθούνταν από την μονάδα, στις οποίες συνταγές αναγράφονταν τα σχετικά φάρμακα που συστήνονταν για την θεραπεία του εκάστοτε ασθενούς.
Η σύνταξη της εκάστοτε συνταγής ενεργούνταν, σε πρώτο χρόνο, σε ηλεκτρονικό υπολογιστή του Ιατρείου, χρησιμοποιώντας τον ΑΜΚΑ του εκάστοτε ασθενούς και τον ειδικό κωδικό του ιατρού που τον παρακολουθούσε, οι οποίοι κωδικοί είχαν αποθηκευτεί στο πρόγραμμα του εν λόγω υπολογιστή. Μετά την σύνταξη της κάθε συνταγής, αυτή τυπώνονταν, σφραγίζονταν και μονογράφονταν είτε από εμένα είτε από οποιοδήποτε άλλο ειδικό συνεργάτη υπηρετούσε εκείνη την και παραδίδονταν δε τελικά στον ασθενή, ώστε αυτός να προμηθευτεί τα αναγραφόμενα φάρμακα από τα κατά τόπους φαρμακεία του ΕΟΠΥ.
Για να εκτελεστεί όμως η εκάστοτε συνταγή από τα κατά τόπους Φαρμακεία του ΕΟΠΥ ήταν αναγκαίο να προσκομιστούν: α) βιβλιάριο του ασθενούς γραμμένο και σφραγισμένο από τον ογκολόγο ιατρό β) η ηλεκτρονική συνταγή γ) γνωμάτευση του ιατρού θεωρημένη από το γραφείο κίνησης του Νοσοκομείου και γ) η βιοψία του. Χωρίς την προσκόμιση όλων των ανωτέρω ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΙ Η ΣΥΝΤΑΓΗ. Επιπροσθέτως, οι συνταγές αυτές για να εκτελεστούν έπρεπε να τις προσκομίσει στο Φαρμακείο του ΕΟΠΥ, είτε ο
ίδιος ο ασθενής ή άλλο πρόσωπο με εξουσιοδότηση του θεωρημένη για το γνήσιο της υπογραφής του. Όλα τα ανωτέρω σύμφωνα με το κανονισμό λειτουργίας του ΕΟΠΥ
Εγώ συνέτασσα τις συνταγές μέσα από τον προσωπικό μου υπολογιστή, στον οποίο όμως ο κάθε ένας μπορούσε να έχει πρόσβαση, δεδομένου ότι σε κανένα υπολογιστή δεν είχε τεθεί προσωπικός κωδικός ασφαλείας.
Επίσης, πρέπει να υπογραμμίσω ότι δεν είχα την παραμικρή σχέση με την διάλυση των φαρμάκων του Ιατρείου, ούτε ποτέ έμπαινα στο διαλυτήριο αυτού, παρά μόνον αν χρειάζονταν να δώσω κάποιες οδηγίες.
Πριν περίπου από ένα (1) περίπου έτος, (δηλ. τέλη Μαΐου – αρχές Ιουνίου 2017) κάποια ημέρα, εισερχόμενη στους χώρους του ανωτέρω Ιατρείου, βρήκα να κάθεται στην θέση χειρισμού του προσωπικού μου ηλεκτρονικού υπολογιστή, ένα πρόσωπο άγνωστο σε εμένα, που προφανώς δεν άνηκε στους απασχολούμενους στο Ιατρείο. Κρατούσε στα χέρια του βιβλιάρια Υγείας Ασθενών και όταν τον ρώτησα τι επιθυμούσε μου ανέφερε ότι αναζητούσε το Ηπατολογικό Ιατρείο. Τον κατεύθυνα στον προορισμό του και μετά απασχολήθηκα με τα καθήκοντά μου. Υστέρα από κάποιες ημέρες, ένα βράδυ, το ίδιο πρόσωπο, με συνάντησε έξω από το ιδιωτικό μου ιατρείο, επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας 194 και ζήτησε να μου μιλήσει. Όταν ρώτησα περί τίνος πρόκειται, άρχισε να μου εξηγεί ότι γνώριζε την θέση μου στο Ιατρείο και ότι επιθυμούσε να του γράφω συνταγές διαφόρων φαρμάκων με αντίτιμο χρήματα. Φυσικά και αρνήθηκα.
Τις επόμενες ημέρες όμως, ο άνθρωπος αυτός, παρουσιάζονταν έξαφνα μπροστά μου, συνήθως σε δημόσιους χώρους, είτε έξω από το ιατρείο μου ή το Ιατρείο του Λαϊκού Νοσοκομείου και προσπαθούσε να με δωροδοκήσει να συνεργαστώ στο σχέδιό του. Την 3η ή 4η φορά, αρνούμενη να συνεργαστώ, του ανέφερα ότι, αν συνέχιζε θα προέβαινα, σε καταγγελία στην αστυνομία.
Τότε μου έπιασε το χέρι μου και με ανάγκασε να αγγίξω την ζώνη του, όπου ένιωσα ένα όπλο, λέγοντας μου τα εξής: «Θα συνεργαστείς θες δε θες. Γιατί αλλιώς θα βλάψουμε και εσένα και τον άντρα σου. Σας παρακολουθούμε και τους δύο από καιρό. Αν πεις τίποτα στην αστυνομία έχετε πεθάνει και οι δύο. Από αύριο περιμένω συνταγές, σε φάκελο κάτω από το ιατρείο σου , αλλιώς τέλειωσες. Και μην κάνεις καμία βλακεία. Έχουμε μάτια παντού». Ήταν ένα ψηλός, αδύνατος μελαμψός άνδρας με μουστάκι, 40-45 ετών, ο οποίος φαίνονταν ότι δεν ήταν Έλληνας, πλην όμως μιλούσε άπταιστα ελληνικά. Τρομοκρατήθηκα.
Κυρίως φοβήθηκα να μην συμβεί κάτι στο σύζυγό μου. Έτσι, υπό την απειλή αυτή, έκανα την ανοησία να συντάξω κάποιες συνταγές στο ΑΜΚΑ ασθενών και να τις αφήσω σε κλειστό φάκελο στην είσοδο του ιδιωτικού μου ιατρείου, όπως μου είχε ζητήσει να κάνω. Αυτή ήταν και η απαρχή ενός εφιάλτη για εμένα, τον οποίο έζησα για ένα περίπου χρόνο και μέχρι την σύλληψή μου από την Οικονομική Αστυνομία.
Διότι από τις επόμενες ημέρες και μετά και έως τις αρχές Μαΐου 2018, το πρόσωπο αυτό, ασκώντας πάνω μου τρομερή ψυχολογική βία, με εξανάγκαζε να του παραδίδω συνταγές διαφόρων φαρμάκων, κυρίως αντικαρκινικών δηλ. «NEXAVAR», «SUTENT», «AFINITOR» κλπ. εκβιάζοντάς με, με τα εξής λόγια: «Τώρα έμπλεξες. Δεν μπορείς να σταματήσεις. Αν πας στην αστυνομία η σε κανένα δικηγόρο, πέθανες και εσύ και άντρας σου.» Φρόντιζε δε να εμφανίζεται αναπάντεχα σε μέρη και σε στιγμές που δε το περίμενα, ώστε να μου δημιουργείται η εντύπωση ότι δεν μπορούσα να διαφύγω της επιτήρησής του, κατατρομοκρατώντας με.
3. Μάλιστα κάποια στιγμή στις αρχές του καλοκαιριού του έτους 2017, ότε και με τον σύζυγό μου βρισκόμαστε σε κάποιο ιατρικό συνέδριο στην Ρόδο (βλ. αεροπορικά εισιτήρια και το σχετικό πιστοποιητικό παρακολούθησης του σεμιναρίου σχετ.αρ.1), και ενώ κινούμασταν εποχούμενοι στην μοτοσυκλέτα του επί της παραλιακής λεωφόρου, ένα άγνωστο σε εμάς αυτοκίνητο μας έκλεισε το δρόμο, με αποτέλεσμα ο σύζυγός μου να χάσει τον έλεγχο της μοτοσικλέτας, να πέσουμε στο έδαφος και να τραυματιστούμε ελαφρά. Στην συνέχεια το αυτοκίνητο ανέπτυξε ταχύτητα και εξαφανίστηκε. Μετά από λίγες ημέρες και αφού, είχαμε γυρίσει στην Αθήνα, ο ανωτέρω με συνάντησε κάτω από το ιατρείο μου, και δείχνοντάς μου τον σύζυγό μου σε φωτογραφία που είχε λάβει στο κινητό του τηλέφωνο, μου είπε: «Είδες τι παθαίνει όποιος δεν συνεργάζεται; Φρόντισε την επόμενη φορά να μην έχετε χειρότερη κατάληξη».
Με τον τρόπο αυτό κα Ανακρίτρια, το ανωτέρω πρόσωπο, δηλ. απειλώντας με και εκβιάζοντάς με, έτσι που να έχω καταντήσει άβουλο πλάσμα, στην πραγματικότητα σε όσα μου ζητούσε, μου απέσπασε ένα σύνολο συνταγών αντικαρκινικών φαρμάκων, των οποίων τον ακριβή αριθμό δεν θυμάμαι. Τις συνταγές αυτές, αφού τις εξέδιδα, τις άφηνα σε κλειστούς φακέλους στην είσοδο της πολυκατοικίας του γραφείου μου και δεν γνωρίζω ποιος τις παραλάμβανε μετά, παρ’ όλο που κάποιες στιγμές, προσπάθησα να διαπιστώσω ποιος το έκανε, χωρίς να τα καταφέρω.
Αυτό το άτομο, αξιότιμοι κα Ανακρίτρια και κε Εισαγγελέα, είχε κατορθώσει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να κάνει την ζωή μου κόλαση. Με είχε αναγκάσει με έντονες και δραστικές απειλές άμεσου και σπουδαίου κινδύνου ζωής εμού και του συζύγου μου, να πράττω με τον τρόπο που σας προανέφερα χωρίς κανένα περιθώριο επιλογής, καθιστώντας με επι της ουσίας, ουσιαστικά άβουλο και συνακόλουθα, ανεύθυνο εκτελεστικό του όργανο, έρμαιο στις εγκληματικές του διαθέσεις
Όμως επειδή από την αρχή της όλης αυτής δραστηριότητας, προσπαθούσα να βρω τρόπο να ξεφύγω από αυτήν, εσκεμμένα στις συνταγές που συνέτασσα ανέγραφα κωδικούς ασθενειών αν-αντίστοιχους προς τις θεραπείες που συνταγογραφούνταν στους ασθενείς (οράτε σελ. 6, 5ος στοίχος από το τέλος κατάθεση καθηγητού……….) με την ελπίδα οι συνταγές αυτές να γίνουν αντιληπτές από τον ελεγκτικό μηχανισμό του αρμόδιου φορέα, με σκοπό τον μεν να μην εκτελεστούν το δε να προκαλέσω εκτεταμένη έρευνα σε όλα τα Νοσοκομειακά ιδρύματα της χώρας. Όπως μάλιστα αναφέρει στην από 24-5-2018 ενώπιον Σας έκθεση ένορκης εξέτασής του (οράτε σελ. 4, 6ος στοίχος από την αρχή) «είναι αξιοσημείωτο ότι εκτελέστηκαν από τον ΕΟΠΥΥ» πράγμα που είμαι σίγουρη και άμα αιτούμαι να ελέγξει προσηκόντως η ανακριτική διαδικασία
Σημειώνω, αξιότιμοι κα Ανακρίτρια και κε Εισαγγελέα, ότι το πρόσωπο, που με εκβίαζε, δεν είναι μεταξύ των προσώπων που φέρονται κατηγορούμενοι στην μεγαλύτερη υπόθεση που χειρίζεστε αναφορικά με την παράνομη διακίνηση αντικαρκινικών φαρμάκων, των οποίων τα πρόσωπα είδα από την δημοσίευσή τους στην επίσημη ιστοσελίδα της ελληνικής αστυνομίας, τους οποίους εγώ δεν γνωρίζω και με τους οποίους δεν είχα ποτέ την παραμικρή σχέση.
Εκτός, βέβαια από την κατηγορούμενη νοσηλεύτρια………….., την οποία γνώριζα ελάχιστα, λόγω της κοινής μας απασχόλησής στο Λαϊκό Νοσοκομείο, χωρίς όμως να έχω το τηλέφωνό της, ούτε αυτή το δικό μου.
4. Πολλές φορές μου πέρασε η σκέψη να ζητήσω την βοήθεια της αστυνομίας. Μάλιστα και τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του έτους 2017, μετέβην στο Τ.Α. Αμπελοκήπων, για να υποβάλω καταγγελία για εκβιασμό. Τον Νοέμβριο όταν μπήκα στο τμήμα ο υπεύθυνος αξιωματικός έφευγε εκείνη την ώρα για κάτι επείγον και μου είπε να έλθω άλλη ημέρα. Τον Δεκέμβριο που ξαναπήγα, τα εκεί αστυνομικά όργανα, ακούγοντας με άρχισαν να με αντιμετωπίζουν με μεγάλο σκεπτικισμό, διότι δεν είχα στα χέρια μου καμία απόδειξη, περί των όσων ανέφερα. Έτσι φοβούμενη ότι δεν θα γίνω πιστευτή, και ότι τελικά δεν θα καταφέρω τίποτα έφυγα, χωρίς να υποβάλω την σχετική καταγγελία. Μάλιστα, τον ίδιο μήνα ο σύζυγός μου, οδηγώντας την μοτοσυκλέτα του είχε ένα ακόμη μικρό τροχαίο ατύχημα με ένα Ι.Χ. που συγκρούστηκε μαζί του. Συμβάν στο οποίο, ο ίδιος δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία, αλλά που εγώ αμέσως συσχέτισα με την προσπάθειά μου να προβώ σε καταγγελία στην αστυνομία. Μέχρι σήμερα δε, δεν γνωρίζω, αν επρόκειτο για τυχαίο περιστατικό ή αληθινή απειλή κατά της ζωής του συζύγου μου.
Τους επόμενους μήνες (Νοέμβριο 2017), το ανωτέρω πρόσωπο μου ζητούσε μερικά TARSEVA, κάποια VOTRIENΤ και AFINΙTI λέγοντας μου ότι έχει VIP πελάτες που τα έχουν ανάγκη και να σταματήσω το NEXAVAR. Και εγώ, δυστυχώς, θεωρώντας ότι δεν μπορώ να κάνω αλλιώς συνεργαζόμουν μαζί του. Έτσι του παρέδωσα έναν σημαντικό αριθμό συνταγών, χωρίς όμως ποτέ να υπογράψω ή θεωρήσω κανένα βιβλιάριο ασθενούς.
Επαναλαμβάνω όμως, ότι από την αρχή μέχρι το τέλος της δραστηριότητας μου, αξιότιμη κα Ανακρίτρια, δεν εισέπραξα το παραμικρό χρηματικό ποσό, ούτε οι ενέργειές μου αποσκοπούσαν σε χρήματα. Όλες δε οι παράνομες ενέργειές μου, ήταν προϊόν καθαρού εκβιασμού μου με απειλές κατά της ζωής μου και του συζύγου μου αλλά και συγχρόνως του φόβου μου ότι στην περίπτωση που αποκαλύψω κάτι, θα θεωρηθώ και εγώ συνυπεύθυνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι όλο αυτό το χρονικό διάστημα, η ζωή μου είχε γίνει κόλαση διότι θεωρούσα σίγουρο ότι θα ανακαλυφθώ από στιγμή σε στιγμή και δεν θα έχω τι να πω.
Σήμερα, συντετριμμένη και μεταμελημένη, ΟΜΟΛΟΓΩ ΟΤΙ ΣΥΝΕΤΑΞΑ ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ (ΟΧΙ ΟΛΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΝΤΑΓΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟ) εκβιαζόμενη. Αναγνωρίζω δε ότι όφειλα να είχα πράξει αλλιώς. Αλλά τότε δεν ήμουν στην θέση να σκεφτώ καθαρά. Δεν γνωρίζω με ποιο σκεπτικό, τα πρόσωπα που κρύβονται πίσω από όλο αυτό, με διάλεξαν και άρχισαν να με εκβιάζουν. Πιθανολογώ ότι αυτό οφείλεται στο ότι είχα πρόσβαση στους ασθενείς όλων των καθηγητών, λόγω της εμπιστοσύνης που είχαν στο πρόσωπό μου αλλά και ίσως γιατί ήμουν η μοναδική γυναίκα στο Ιατρείο και με θεώρησαν, ως πιο ευάλωτη.
Δεν γνωρίζω επίσης, αν ο ανωτέρω είχε κάποια σχέση με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους στην υπόθεση, ή ενεργούσε μόνος του ή συνεργαζόμενος με άλλα πρόσωπα.

5. Μετά την σύλληψη των ανωτέρω, πίστευα ότι μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και το πρόσωπο που με εκβίαζε. Διότι συσχέτισα τα γεγονότα μεταξύ τους και θεώρησα ότι οι συλληφθέντες ήταν τα πρόσωπα πίσω από το άτομο αυτό και συνεπώς ο εκβιασμός και η εξ αυτού δραστηριότητά μου θα λάμβανε ένα τέλος.
Το βράδυ τις 7/5/2018 μου τηλεφώνησε η σύζυγος και γραμματέας του κου…………….., κα ……………………και μου ανέφερε ότι είχε τηλεφωνήσει κάποια δικηγόρος, που εκπροσωπούσε την οικογένεια ενός ασθενούς ονόματι ……………………….και είχε ρωτήσει τον κον ………… τους λόγους που είχαν γραφεί αντικαρκινικά φάρμακα στον όνομά του, ενώ δεν ελάμβανε. Εξήγησα και στην ίδια και στον κον ………. με τον οποίο μίλησα ότι δεν είχε λόγους να φοβάται γιατί ο ασθενής ήταν δικός μου. Στην συνέχεια και περί ώρα 10.30 το βράδυ γύρισα στο σπίτι μας και τότε, μην μπορώντας να αντέξω άλλο την πίεση, εξιστόρησα τα πάντα στον σύζυγό μου. Αυτός, όταν άκουσε τι είχε συμβεί έμεινε άναυδος και στην αρχή δεν με πίστευε. Με ρώτησε γιατί δεν του είχα αναφέρει τίποτα όλο αυτό τον καιρό και γιατί δεν είχα ζητήσει την προστασία της αστυνομίας. Τον ρώτησα: «Τι να σου έλεγα ; Αφού ακόμη και εσύ ο ίδιος δεν με πιστεύεις και με λες υπερβολική». Πήραμε την συν-απόφαση την επόμενη ημέρα να βρούμε ένα δικηγόρο για να με εκπροσωπήσει και για πρώτη φορά ένιωθα κάπως καλά, διότι πίστευα ότι η αλήθεια θα με λύτρωνε- απελευθέρωνε.
Την επόμενη ημέρα στις 8/5/2018 πήγα στην εργασία μου, όπου έγινε και η συνάντηση με την κα …………, στην οποία αναφέρεται στην κατάθεσή της. Το βράδυ όμως της 8/5/2018 και ενώ είχα βγει για λίγο από την κατοικία μας στην οδό …………, ενώ διέσχιζα το αλσύλλιο πίσω από τον χώρο της Πινακοθήκης Αθηνών, γυρίζοντας στο σπίτι από όπου είχα βγει για να αγοράσω τσιγάρα, αισθάνθηκα κάτι να με αγγίζει στην πλάτη. Γύρισα και είδα το πρόσωπο που με εκβίαζε μέχρι τότε, να με απειλεί με ένα πιστόλι το οποίο κρατούσε και το οποίο είχε εμφανώς στραμμένο προς το πρόσωπό μου. Μου είπε δε τα εξής: « Αν τολμήσεις να πεις το παραμικρό στον οποιοδήποτε, σε 24 ώρες θα έχετε πεθάνει και οι δύο. Μην νομίζεις ότι τελείωσες μαζί μας».
Γύρισα στο σπίτι σε πολύ κακή κατάσταση, ανήμπορη να σκεφτώ και θέλοντας να αυτοκτονήσω πηδώντας από το μπαλκόνι. Όμως απώθησα την σκέψη και κάλεσα στο τηλέφωνο τον σύζυγό μου, ζητώντας να γυρίσει άμεσα από όπου και αν ήταν.
Όταν εμφανίστηκε στο σπίτι του εξέθεσα την όλη την κατάσταση και πανικόβλητοι και οι δύο αφού πήραμε 4-5 χρειώδη φύγαμε από το σπίτι γιατί πιστεύαμε ότι κινδυνεύαμε άμεσα. Πήραμε το αυτοκίνητό μας και αναχωρήσαμε, χωρίς συγκεκριμένο προορισμό με σκοπό να δούμε τι θα κάνουμε. Φτάσαμε στην Βουλιαγμένη, όπου καθίσαμε να φάμε κάτι για να καθαρίσουν λίγο οι σκέψεις μας και στην συνέχεια, πήγαμε στο λαιμό της Βουλιαγμένης προσπαθώντας να βρούμε λύση. Εκεί για πρώτη φορά, συζητώντας μέσα στο αυτοκίνητο, του είπα ότι είχα πάρει απόφαση να αυτοκτονήσω γιατί θεωρούσα ότι είχα καταστραφεί και τον είχα καταστρέψει επίσης. Του ζήτησα δε να μου εξασφαλίσει φαρμακευτικές ουσίες (νιτρικό κάλλιο), από κάποιο φαρμακείο που θα με βοηθούσαν να αυτοκτονήσω.

Ο σύζυγός μου προσπάθησε να με κάνει να σκεφτώ λογικά και άρχισε να οδηγεί και να μου μιλά. Φτάσαμε στο Σούνιο. Αφού παραμείναμε λίγο εκεί, ξαναφύγαμε και ενώ ξημέρωνε, πήραμε την Εθνική Οδό προς Λαμία. Μετά από ώρα φτάσαμε, στην ερημική -ακόμη- παραλία Διστόμου «Άσπρα Σπίτια». Εκεί σταματήσαμε να ξεκουραστεί λίγο ο σύζυγός μου, ο οποίος οδηγούσε σχεδόν όλο το βράδυ και εγώ να σκεφτώ. Κάποια στιγμή τον πήρε ο ύπνος και εγώ βρήκα την ευκαιρία και βγήκα από το αυτοκίνητο. Έφθασα στην παραλία που ήταν έρημη και με ένα ιατρικό νυστέρι που είχα πάρει μαζί μου, έκανα απόπειρα να κόψω τις φλέβες μου. Την τελευταία στιγμή, με πρόλαβε ο σύζυγός μου που είχε ξυπνήσει εν τω μεταξύ και με αναζητούσε. Όταν ήρθε ήμουν ήδη τραυματισμένη στους καρπούς των χεριών.
Μετά από πολύ ώρα συζήτησης με έπεισε να μεταβούμε στην Κρήτη, όπου είχε πάει πολλές φορές και είχε κάποιους φίλους, που θα μπορούσαν να μας φιλοξενήσουν κάποιες ημέρες, ώστε να ηρεμήσουμε. Ήταν τόπος μακριά από την Αθήνα και τον θεωρήσαμε ασφαλή.
Όπως ήμασταν, χωρίς να ενημερώσουμε κανένα, ούτε καν τους συγγενείς μας και ιδίως την μητέρα μου, γιατί θεωρούσαμε ότι τα τηλέφωνα μας παρακολουθούνταν από το κύκλωμα των προσώπων που με εκβίαζε, με τα ρούχα που φορούσαμε και τα ελάχιστα χρήματα που μπορέσαμε να πάρουμε από κάποιο ΑΤΜ, αφήσαμε το αυτοκίνητο μας στην παραλία Ελευσίνας και έπειτα μεταβήκαμε στο λιμάνι του Πειραιά. Εκεί εκδώσαμε δύο εισιτήρια με προορισμό το Ηράκλειο της Κρήτης. Το ίδιο βράδυ επιβιβαστήκαμε στο πλοίο και την επόμενη ημέρα φτάσαμε στο Ηράκλειο. Εν τω μεταξύ επειδή, πάνω στον πανικό μου δεν φρόντισα να ειδοποιήσω την μητέρα μου, η τελευταία στις 10/5/2018 προέβη σε δήλωση εξαφάνισής μου στο Α.Τ. Παγκρατίου.
6. Όταν φτάσαμε στην Κρήτη, ο σύζυγός μου αναζήτησε κάποιο φίλο του, από τον οποίο ζήτησε να μας φιλοξενήσει λίγες ημέρες μέχρι να δούμε τι θα κάνουμε, εκθέτοντας του την κατάσταση στην οποία είχαμε περιέλθει. Το ανωτέρω πρόσωπο, μας φιλοξένησε και μας σύστησε να έρθουμε σε επαφή με τον δικηγόρο του Ηρακλείου κον…………………, στον οποίο είχε μεγάλη εμπιστοσύνη, κανονίζοντάς μας σχετικό ραντεβού μαζί του. Ο ανωτέρω δικηγόρος, στο ραντεβού αυτό, αφού μας άκουσε, μας σύστησε να εμφανιστούμε άμεσα, ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών και ανακριτικών αρχών, ώστε να μην θεωρηθώ ύποπτη φυγής και να εκθέσω όλα όσα είχαν συμβεί.
Μάλιστα με το σκοπό αυτό, συνεννοήθηκε με τον έτερο των συνηγόρων μου, ………………………. ώστε αυτός να εμφανιστεί ενώπιόν Σας, αξιότιμη κα Ανακρίτρια, για να σας αναγγείλει ότι βρίσκομαι στην διάθεση Σας. Για το λόγο, με την σύσταση του……………, εφοδίασα τον ανωτέρω δικηγόρο, με την από 16-5-2018 εξουσιοδότηση μου (σχετ.αρ.2). Ο τελευταίος αυτός συνήγορός μου, εμφανίστηκε ενώπιόν Σας την επόμενη ημέρα, δηλ. στις 17-5-2018, πλην όμως δεν εγχίρησε την εξουσιοδότηση επίσημα, διότι περίμενε συνεννόηση μαζί μας για το πότε θα γυρίζαμε από την Κρήτη για να εμφανιστούμε ενώπιόν Σας, σύμφωνα και με όσα του αναφέρατε.
Τελικά γυρίσαμε στην Αθήνα από το Ηράκλειο, το Σάββατο το πρωί 19/5, με σκοπό να εμφανιστούμε ενώπιόν Σας τις πρώτες ημέρες της επόμενης εβδομάδας.
Μάλιστα για το λόγο αυτό, ήδη από την Κρήτη τηλεφώνησα στην μητέρα μου Γεωργία και της ζήτησα να προβεί σε δήλωση ανάκληση της δήλωσης εξαφάνισης την οποία είχε κάνει στις 10/5/2018. Την δήλωση ανάκλησης έκανε, πράγματι η μητέρα μου, την Παρασκευή 18-5-2018 στο ΑΤ Παγκρατίου. Ενώ λοιπόν ετοιμαζόμασταν, αξιότιμη κα Ανακρίτρια να εμφανιστούμε ενώπιόν Σας, σε συνεννόηση με τον δικηγόρο μας, την Τετάρτη το πρωί στις 23/5/2018, εμφανίστηκε η Οικονομική Αστυνομία στην κατοικία μας, και δυνάμει σχετικού εντάλματος προέβη σε έρευνα κατοικίας και κατάσχεσης κινητών πραγμάτων, ενώ συγχρόνως με συνέλαβε σε εκτέλεση του υπ’ αριθμ. 2/11-5-2018 εντάλματος σύλληψης που είχε εν τω μεταξύ εκδοθεί σε βάρος μου εκ μέρους Σας.
Β. ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ.
Ασχέτως του αν θα γίνει αποδεκτό από μέρους Σας, το ανωτέρω από μέρους μου επικαλούμενο ιστορικό, (το οποίο αν γίνει βέβαια αποδεκτό θα συνιστά λόγο άρσης του αδίκου αλλά και του καταλογισμού της πράξης
σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 32 ΠΚ), όσον αφορά στα αδικήματα που μου προσάπτονται αναφέρω τα εξής:
1) Αρνούμαι την από μέρους μου διάπραξη του αδικήματος του άρθρου 187 ΠΚ.
Όπως γίνεται δεκτό από την θεωρία και νομολογία (ΑΠ 473/2011), σύμφωνα με το άρθρο 187 παρ.1 ΠΚ, όπως αντικ. με το άρθρο 1 του ν. 2928/2001, «Με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών τιμωρείται όποιος συγκροτεί ή εντάσσεται ως μέλος σε δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα από τρία ή περισσότερα πρόσωπα (οργάνωση) και επιδιώκει τη διάπραξη περισσότερων κακουργημάτων που προβλέπονται μεταξύ άλλων και στο άρθρο 216 (πλαστογραφία) κλπ «. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι για τη στοιχειοθέτηση του παραπάνω εγκλήματος, που είναι υπαλλακτικώς μικτό, απαιτούνται : α) Η εξ αρχής δημιουργία [για την εγκληματική μορφή της «συγκρότησης»] ή η προηγούμενη ύπαρξη [για την εγκληματική μορφή της «ένταξης»] ομάδας με δράση διαρκή, ήτοι ενός συνόλου προσώπων που έχει ως σκοπό την ανάπτυξη δραστηριότητας σε βάθος χρόνου και όχι με τρόπο ευκαιριακό ή παροδικό. β) Η συμμετοχή κάποιου στην ίδρυση της ομάδας ή η εκ των υστέρων ένταξή του σ’ αυτή, ως μέλους. γ) Τα μέλη της ομάδας να είναι τουλάχιστον τρία. δ) Η ομάδα να έχει εσωτερική διάρθρωση και ιεραρχική δομή, με την έννοια ότι τα νεότερα ή κατώτερα μέλη υποτάσσουν τη βούλησή τους στα παλιότερα ή ανώτερα και όλοι μαζί, αδιαφόρως αν αυτό επιτυγχάνεται ελεύθερα ή με την καλλιέργεια σχέσεων επιβολής – υποταγής, διαμορφώνουν μια νέα, ενιαία βούληση, αυτήν της οργάνωσης, που κατευθύνεται στην επίτευξη ενός κοινού σκοπού. ε) Ο κοινός σκοπός, που μπορεί να έχει οποιοδήποτε κίνητρο οικονομικό, αλλά και ιδεολογικό ή άλλο, να αναφέρεται στην τέλεση κάποιου ή κάποιων από τα κακουργήματα που απαριθμούνται περιοριστικά σ’ αυτήν και στ) Τα κακουργήματα αυτά, που δεν χρειάζεται να είναι εκ των προτέρων καθορισμένα ως προς το είδος ή τις λεπτομέρειες και, κυρίως, ως προς το αντικείμενο εκάστης πράξεως, να προβλέπονται με τρόπο που η αφηρημένη επιδίωξή τους αφ’ ενός χαρακτηρίζει τη συγκρότηση ή τη λειτουργία της ομάδας και αφ’ ετέρου εμπίπτει στη γνώση και στη θέληση ενός εκάστου από αυτούς που τη συγκροτούν ή εντάσσονται σ’ αυτήν. Ακόμη, από την ίδια διάταξη συνάγεται ότι για να γίνει ή να παραμείνει κάποιος μέλος της ομάδας απαιτείται και αρκεί η εκ μέρους αυτού αποδοχή του σκοπού της, χωρίς να είναι αναγκαία και η προσωπική συμμετοχή του σε επί μέρους πράξεις, οι οποίες άγουν στην επίτευξη του σκοπού. Και ότι για την αποχώρησή του από την ομάδα απαιτείται η εξωτερίκευση βούλησης αντίθετης, από εκείνη που είχε εκδηλωθεί κατά τη συγκρότησή της ή την ένταξη σ’ αυτήν. Διότι, με δεδομένο το ότι πρόκειται για έγκλημα διαρκές, η αξιόποινη συμπεριφορά παρατείνεται από την αρχική εκδήλωσή της, κατά τη συγκρότηση της ομάδας ή την ένταξη σ’ αυτήν, μέχρι την εξάρθρωση της ομάδας ή τη με κάποιον εμφανή τρόπο προηγούμενη διάλυσή της ή αποχώρηση μέλους από αυτήν.
Όλα, όμως τα ανωτέρω δεν συντρέχουν στην υπό κρίση περίπτωση, διότι από το σύνολο του αποδεικτικού στοιχείου της δικογραφίας, δεν υπάρχει η παραμικρή ΕΝΔΕΙΞΗ ότι εγώ την όποια επαφή,επικοινωνία ή σχέση, με τους υπόλοιπους συγκατηγορούμενους μου ή με οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα τα οποία όπως πολλές φορές ανέφερα ανωτέρω δεν γνωρίζω στο σύνολο τους πλην της …………………..
Συνεπώς, κακώς μου αποδίδεται η κατηγορία για την διάπραξη του εν λόγω αδικήματος, αφού δεν υφίσταται η παραμικρή σύνδεσή μου με τους υπόλοιπους συγκατηγορούμενούς μου.
2) Κατόπιν όλων των ανωτέρω:
Αποδέχομαι και ομολογώ ότι, υπό τις περιστάσεις που ήδη σας ανέφερα, δηλ. την συνεχή απειλή της ζωής εμού και του συζύγου μου αναγκάστηκα να γίνω πειθήνιο – άβουλο εκτελεστικό όργανο στην βούληση του αγνώστου προσώπου που με εκβίαζε, μην έχοντας το παραμικρό περιθώριο επιλογής, συνέταξα έναν αριθμό από τις συνταγές που αναφέρονται στο κατηγορητήριο, εκτός από τις εξής περιπτώσεις:
Α) Από τους ασθενείς που αφορούν στην χρήση των κωδικών της……..: ……………………και
Β) Από τους ασθενείς που αφορούν στην χρήση των κωδικών του ……………………………………….
Τις συνταγές των προσώπων αυτών δεν τις έχω συντάξει εγώ αλλά και δε γνωρίζω ποιος τις συνέταξε δεδομένου ότι θα μπορούσε ο οιοσδήποτε να χρησιμοποιήσει τον προσωπικό μου υπολογιστή αφού δεν ήταν εφοδιασμένος με κωδικό ασφαλείας.
Επίσης οι ασθενείς …………………….. έχουν συνταγολογηθεί με τους κωδικούς και των δύο καθηγητών, κάτι που φυσικά ήταν αδύνατον να γίνει από εμένα.
Τέλος, κακώς που αποδίδονται κατηγορίες για το χρονικό διάστημα από 1-7-2016 έως 3-5-2018, διότι όπως αναφέρω η συμμετοχή μου στις ανωτέρω πράξεις ήταν μόλις από το καλοκαίρι του έτους 2017, ισχυρισμός που αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι καμία από τις συνταγές που αναφέρονται στο κατηγορητήριο δεν έχουν συνταχθεί πριν τον μήνα Μάιο του έτους 2017, ενώ οι συνταγές της ……….που αφορούν στο έτος 2016 και που προσκομίζονται στην δικογραφία από την κα ………., δεν είναι ψευδείς αλλά πραγματικές, δεδομένου ότι δεν αφορούν αντικαρκινικά φάρμακα και ιδιαίτερα το αντικαρκινικό φάρμακο Everolimus αλλά το φάρμακο Fulvestrant, το οποίο η ανωτέρω ασθενής χρησιμοποιούσε για την θεραπεία του νοσήματος που πραγματικά αντιμετώπιζε.
Επίσης αναφορικά με την κατηγορία της απάτης αναφέρω τα εξής:
Γνώριζα ότι για την εκτέλεση των συνταγών αυτών από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥ, ήταν αναγκαία η προσκόμιση βιβλιαρίων των ασθενών καθώς επίσης και των ιατρικών βεβαιώσεων θεωρημένων και συμπληρωμένων από τους αρμόδιους ιατρούς, και έτσι δικαιολογημένα πίστευα ότι οι συνταγές αυτές ποτέ δεν θα εκτελούνταν, διότι θα το εμπόδιζε ο ελεγκτικός μηχανισμός του ΕΟΠΥ.
Ουδέποτε γνώριζα, βέβαια από ποιο φαρμακείο εκτελούνταν αλλά εύλογα, πίστευα ότι δεν θα εκτελούνταν, διότι από μόνες τους δεν ήταν πρόσφορες, αναγκαίες και επαρκείς για να χορηγηθούν τα εκ-ζητούμενα φάρμακα.
Όπως, δέχεται η νομολογία και η θεωρία, υπάρχουν περιπτώσεις, κυρίως στο χώρο των προηγμένων οικονομικών συναλλαγών, όπου το είδος της συναλλαγής σε συνδυασμό με τις ιδιότητες του θύματος εμφανίζουν την φερόμενη πράξη εξαπάτησης απρόσφορη να οδηγήσει στην πλάνη του συγκεκριμένου θύματος, έστω και εάν φαίνεται να οδηγεί σε τέτοια πλάνη (βλ.
……….., σε μνήμη ………. σελ. 147, ΑΠ 1507/1983 ΠοινΧρ.ΑΑ, 493, ΑΠ 394/1982 ΠοινΧρ Μ’973) η πράξη εξαπάτησης υπάρχει μόνον όταν εμφανίζει τα χαρακτηριστικά της παράστασης ψευδών γεγονότων ως αληθινών αλλά συγχρόνως ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΟΡΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΠΛΑΝΗΣ ΣΤΟ ΘΥΜΑ (βλ. και την Μελέτη του Βαθιώτη στην Ποινική Δικαιοσύνη τεύχος 11-12/2010 και ΣυμβΕφετών Αιγαίου 49/2008 ΠοινΔικ 2008, 833)
Για να διακριβωθούν όλα τα ανωτέρω αιτούμαι:
-Να διαπιστωθεί από εσάς κα Ανακρίτρια, το εάν εκτελέστηκαν από το Φαρμακείο του ΕΟΠΥΥ όλες οι συνταγές του κατηγορητηρίου και καταφατική περίπτωση, να διακριβωθεί με ποια διαδικασία και με ποια δικαιολογητικά εκτελέστηκαν, σύμφωνα με το πρωτόκολλο του ΕΟΠΥΥ και του ΗΔΙΚΑ, ως επίσης από ποιο Φαρμακείο του ΕΟΠΥΥ, από ποιο υπεύθυνο πρόσωπο.
-Να γίνει συγκριτική παραβολή μεταξύ του δικού μου γραφικού χαρακτήρα και των επισημάνσεων επί των συνταγών που μου αποδίδονται, ώστε να διαπιστωθεί αν και εφόσον όλες έχουν συνταχθεί από εμένα,
-Να διαταχθεί άρση του τηλεφωνικού απορρήτου των αριθμών 6973746658 και 210-7246971 και 210-8169133.
-Να γίνει άρση του τραπεζικού απορρήτου των ανωτέρω αναφερομένων λογαριασμών εμού και του συζύγου μου.
3) Αρνούμαι διαρρήδην τον χαρακτηρισμό ότι είμαι πρόσωπο ύποπτο φυγής.
Και τούτο διότι, αφενός μετέβην στην Κρήτη, διότι δικαιολογημένα πίστευα ότι στην Αθήνα κινδύνευε η ζωή μου.
Αλλά και όταν μετέβην, δεν είχε ακόμη εκδοθεί ένταλμα σύλληψης σε βάρος μου από την κα Ανακρίτρια, ούτε είχα κληθεί από αυτήν να εμφανιστώ ενώπιόν της. Είτε ως κατηγορούμενη, είτε και ως μάρτυρας. Συνεπώς δεν είχα κανένα λόγο να μην ταξιδέψω στην Κρήτη.
Επιπροσθέτως, μετά από μία εβδομάδα, γύρισα στην κατοικία μου και ανήγγειλα και στις αστυνομικές αρχές αλλά και στην κα Ανακρίτρια, δια του
συνηγόρου μου…………., ότι ήμουν στην διάθεσή της. Πριν όμως προλάβω να εμφανιστώ ενώπιον της (και αν είχα κληθεί επισήμως) θα εμφανιζόμουν, συνελήφθην από την Οικονομική Αστυνομία αλλά και πάλι εντός της κατοικίας μου, όπου και ανέμενα. Αν είχα πρόθεση φυγής, φυσικά δεν θα γύριζα οικιοθελώς στην Αθήνα, ούτε βέβαια θα ενημέρωνα τις Αρχές περί τούτου.
Έχω μόνιμη και σταθερή κατοικία στην οδό ……….και περί τούτου προσκομίζω τις φορολογικές μου δηλώσεις (ομάδα σχετ.αρ.3) σε συνδυασμό με την από 25-5-2018 υπεύθυνη δήλωση της πεθεράς μου………., περί του ότι μας φιλοξενεί στην κατοικία της οδου …….., ιδιοκτησίας της (σχετ.αρ.4).
Για να αποδείξω τον γάμο μου με τον …….. προσκομίζω το από 24-5-2018 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης (σχετ.αρ.5)
Ζητώ επίσης για την αξιολόγηση των στοιχείων της προσωπικότητάς μου να ληφθεί υπόψιν το γεγονός ότι είμαι εξειδικευμένη επιστήμων Ιατρός, εργαζομένη από τα πρώτα χρόνια των σπουδών μου, με διδακτορική διατριβή και συμμετοχές σε πάρα πολλά ιατρικά συνέδρια και φυσικά με λευκό ποινικό μητρώο. Προς απόδειξη όλων των ανωτέρω προσκομίζω και επικαλούμαι:
– Το πτυχίο μου της Ιατρικής Σχολής με βαθμό «Λίαν Καλώς» (σχετ.αρ.6)
– Έγγραφα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι είχα αναλάβει την ανωτέρω αναφερόμενη διδακτορική διατριβή στον τομέα της Κλινικής Παθολογικής Φυσιολογίας (σχετ.αρ.7).
– Την πρόσληψή μου ως πανεπιστημιακή μου υπότροφο στο εργαστήριο Παθολογικής Φυσιολογίας (σχετ.αρ.8)
– Μια σειρά από βεβαιώσεις παρακολούθησης ιατρικών συνεδρίων στην Ελλάδα και το εξωτερικό (σχετ.αρ.9)
– Καρτέλα ενσήμων μου από τον Οκτώβριο του έτους 1996 που δείχνει ότι εργαζόμουν και σπούδαζα στην Ιατρική σχολή (σχετ.αρ.10)
– -Την γνωστοποίηση του αποτελέσματος ιατρικής αξιολόγησης της Α΄ βάθμιας Επιτροπής ΚΕΠΑ που χαρακτηρίζει την αδελφή μου Παναγιώτα ανάπηρη κατά ποσοστό 85% λόγω κωφαλαλίας και οργανικού ψυχο-συνδρόμου (σχετ.αρ.11) και της οποίας την αποδεδειγμένη φροντίδα έχω αναλάβει, όπως επίσης και της χήρας μητέρας μου καθώς και της γηραιάς και φιλάσθενη πεθεράς μου Κυριακούλας Θέου.
– ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
– Και για όσα θα προσθέσω ενώπιόν Σας
– ΖΗΤΩ
– -Την δικαία και επιεική κρίση Σας.
– -Την μην επιβολή προσωρινής κράτησης σε βάρος μου αλλά άλλων περιοριστικών όρων.
– -Την ικανοποίηση των ανωτέρω υποβληθέντων αιτημάτων μου.-
– Αθήνα, 24-5-2018»