Καθισμένοι στους καναπέδες μας και με τα μάτια καρφωμένα στις οθόνες, θαυμάζουμε τους κορυφαίους αθλητές ενώ προσπαθούν για άλλη μια φορά να ξεπεράσουν τα ψυχολογικά, φυσιολογικά, βιοχημικά όριά τους. Μα από τι είναι φτιαγμένη αυτή η φυλή των ολυμπιονικών και εν πάση περιπτώσει τι τρώει; Λέγεται ότι το ερώτημα απασχολεί από αρχαιοτάτων χρόνων (με τους αθηναίους αθλητές να προσθέτουν και κρέας στην παραδοσιακή διατροφή που περιελάμβανε σύκα και καρπούς), αλλά η απάντησή του δεν είναι καθόλου απλή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι μεταβολικές απαιτήσεις των αθλητών είναι αυξημένες. Ταυτόχρονα όμως είναι και πολυσύνθετες καθώς βαίνουν παράλληλα με το είδος του αθλήματος: διαφορετικές οι απαιτήσεις για το κατοστάρι, εντελώς διαφορετικές για τον Μαραθώνιο και επίσης διαφορετικές για τα ομαδικά αθλήματα, όπως το ποδόσφαιρο, που απαιτούν αντοχή αλλά με εκρήξεις αυξημένης ταχύτητας.

Αθλητική βιοχημεία

Από βιοχημικής απόψεως πάντως, η ενέργεια για τα ανταγωνιστικά αθλήματα παρέχεται από τη μετατροπή της χημικής ενέργειας (ενδομυϊκό γλυκογόνο και λιπίδια) σε μηχανική ενέργεια (σύσπαση μυών). Μεταβολικό ενδιάμεσο σε αυτή τη μετατροπή είναι η τριφωσφορική αδενοσίνη (adenosine triphosphate, ATP), το μεταβολικό «νόμισμα» του κυττάρου. Ο,τι ισχύει για τα πραγματικά νομίσματα ισχύει και για την ATP: καλό είναι να υπάρχουν μερικά στο πορτοφόλι μας ή στην τράπεζα. Μόνο που οι ενδομυϊκές τράπεζες ATP δεν έχουν μεγάλο μέγεθος. Αν σε αυτό προστεθεί το γεγονός ότι οι μυϊκές απαιτήσεις για ATP μπορεί και να εκατονταπλασιαστούν (σε σχέση με την κατάσταση ηρεμίας) κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, αντιλαμβάνεται κανείς την τεράστια πρόκληση με την οποία έρχεται αντιμέτωπος ο οργανισμός των αθλητών. Πρόκληση η οποία στα αθλήματα ταχύτητας αντιμετωπίζεται μέσω της ενεργοποίησης μεταβολικών μονοπατιών επανασύνθεσης ATP, διαδικασία η οποία δεν αποτελεί όμως βιώσιμη λύση για τα αγωνίσματα αντοχής.

Καθώς λοιπόν τα «καύσιμα» που απαιτούνται για την πλειονότητα των αθλημάτων ξεπερνούν κατά πολύ την αποθηκευτική ικανότητα του ανθρώπινου οργανισμού, πολύ γρήγορα έγινε σαφές ότι η εξωγενής λήψη ενέργειας θα ήταν ένα μέσο προώθησης της αθλητικής επίδοσης. Μια πληθώρα μελετών έχει καταδείξει ότι οι υδατάνθρακες είναι το καλύτερο είδος τροφής για τους αθλητές που στοχεύουν να γεμίσουν τις αποθήκες τους με ATP λίγο πριν από έναν αγώνα, αλλά και κατά τη διάρκεια αγώνων αντοχής. Και όλες οι συγκριτικές μελέτες δείχνουν ότι ακόμη και σε αθλήματα αντοχής τα λίπη δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τους υδατάνθρακες. Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο  των επιστημόνων: «Εν κατακλείδι, όταν οι κορυφαίοι αθλητές προπονούνται ή αγωνίζονται για την πλειονότητα των αθλημάτων, οι υδατάνθρακες αποτελούν το κυρίαρχο και το σημαντικό ενεργειακό υπόστρωμα για τους μυς. Και είναι η διαθεσιμότητα υδατανθράκων, παρά λιπαρών, η παράμετρος που κερδίζει τα χρυσά μετάλλια».

«Συμπληρωματική» απόδοση

Φυσικά, δεν είναι μόνο η αγωνιστική περίοδος κατά την οποία οι αθλητές οφείλουν να προσέχουν τη διατροφή τους. Στην πραγματικότητα, η προσοχή πρέπει να είναι συνεχής, προκειμένου αφενός να δημιουργήσουν τις σωματικές συνθήκες που θα τους επιτρέψουν να αποδίδουν στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους και αφετέρου να προστατεύονται από τραυματισμούς. Με δεδομένες τις υψηλές διατροφικές απαιτήσεις των αθλητών, δεν είναι περίεργο που η ανθούσα σήμερα βιομηχανία των συμπληρωμάτων ξεπήδησε μέσα από τα αθλητικά συμπληρώματα. Παρά τις αρχικές αμφιβολίες, ακόμη και η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή επιτρέπει τη λήψη σκευασμάτων τα οποία έχουν περάσει τους ελέγχους ασφάλειας, είναι νόμιμα, αποτελεσματικά και καλύπτουν τις ανάγκες του κάθε αθλητή. Ετσι, επιτρέπονται σκευάσματα τα οποία μειώνουν ελλείψεις (π.χ. σιδήρου ή βιταμίνης D), σκευάσματα που παρέχουν ενέργεια όταν είναι δύσκολο να ληφθεί τροφή, αλλά και σκευάσματα που προωθούν την ανάνηψη ύστερα από μια εργώδη προσπάθεια. Οπως, όμως, σημειώνεται στο άρθρο των ειδημόνων του «Science», «παρά την ενθουσιώδη προώθηση, μόνο λίγα προϊόντα των δύο τελευταίων κατηγοριών έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά, όπως παραδείγματος χάριν η καφεΐνη ή η β-αλανίνη». Επισημαίνεται δε ότι υπάρχουν ακόμη πολλά θέματα ασφάλειας, κυρίως εξαιτίας της παρουσίας προσμείξεων στα σκευάσματα αλλά και εξαιτίας της κατάχρησής τους.

Συμπέρασμα

Μπορούμε άραγε από τα παραπάνω να πούμε τι πρέπει να περιέχει το πιάτο ενός αθλητή που ονειρεύεται να γίνει ολυμπιονίκης; Οι επιστήμονες τονίζουν από τη μια πλευρά ότι έχουμε ακόμη πολλά να μάθουμε για την επίδραση της διατροφής στις αθλητικές επιδόσεις και από την άλλλη πως τα περισσότερα από αυτά που γνωρίζουμε τα έχουμε μάθει παρακολουθώντας τη φυσιολογία αθλητών δεύτερης κατηγορίας, καθώς οι κορυφαίοι αθλητές είναι αφενός λίγοι και αφετέρου δύσκολα βρίσκουν τον χρόνο να συμμετάσχουν σε τέτοιες μελέτες. Χαρακτηριστική είναι η σημείωσή τους: «Πρόκληση παραμένει το να αποσαφηνιστεί αν οι κορυφαίοι αθλητές είναι τόσο επιτυχείς χάρη στις διατροφικές πρακτικές τους ή παρά τις διατροφικές πρακτικές τους!».

Ο εγκέφαλος κερδίζει τους μυς

Ολοι γνωρίζουμε ότι ο εγκέφαλος και το κεντρικό νευρικό σύστημα παίζουν καθοριστικό ρόλο στο να φέρουμε εις πέρας λειτουργίες που απαιτούν συγκέντρωση ή λήψη αποφάσεων. Αργήσαμε όμως να αντιληφθούμε τον επίσης κομβικό ρόλο τους στις αθλητικές επιδόσεις, παρά το γεγονός ότι οι φυσιολόγοι του περασμένου αιώνα μάς είχαν προϊδεάσει: «Φαίνεται πως υπάρχουν δύο είδη κόπωσης, το ένα προερχόμενο εξ ολοκλήρου από το κεντρικό νευρικό σύστημα και το άλλο κατά το οποίο η μυϊκή κόπωση έρχεται να προστεθεί σε αυτήν του νευρικού συστήματος» έγραφε ο βρετανός φυσιολόγος Francis Arthur Bainbridge το 1919.

Μέχρι πολύ πρόσφατα, η επιστήμη της αθλητικής διατροφής είχε εστιαστεί στο μυϊκό σύστημα. Χρειάστηκε ίσως η μελέτη της επίδρασης της καφεΐνης στις αθλητικές επιδόσεις για να αλλάξει η νοοτροπία: διαπιστώθηκε ότι τα οφέλη της καφεΐνης στις επιδόσεις είχαν να κάνουν περισσότερο με την επίδρασή της στον εγκέφαλο παρά στους μυς. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι η καφεΐνη μειώνει την αίσθηση της κόπωσης ενώ παράλληλα ενεργοποιεί περισσότερους μυς μέσω ελέγχου των νευρομυϊκών συνάψεων.

Αυτό όμως που αποτελεί πραγματική αποκάλυψη είναι η ικανότητα κάποιων θρεπτικών συστατικών να ενισχύουν τις αθλητικές επιδόσεις χωρίς καν να προσλαμβάνονται! Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αυξημένη απόδοση ποδηλατών οι οποίοι δεν κατανάλωσαν υδατάνθρακες αλλά ξέπλυναν απλώς το στόμα τους με διάλυμα γλυκόζης και μαλτοδεξτρίνης. Σύμφωνα με τους ειδικούς, και μόνο το γεγονός ότι οι γευστικοί κάλυκες της στοματικής κοιλότητας εξετέθησαν σε υδατάνθρακες ήταν αρκετό για να ενεργοποιηθούν τα κέντρα αμοιβής του εγκεφάλου και να αυξηθεί ο ρυθμός των αθλητών και κατά συνέπεια και η απόδοσή τους.

Τέτοιου είδους μελέτες έχουν επαληθευθεί από πολλούς ερευνητές και ενώ αυτό το ερευνητικό πεδίο είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο, ένα πλήθος ουσιών εξετάζεται τώρα όχι μόνο για την αύξηση των αθλητικών επιδόσεων, αλλά και για τη μείωση επιπτώσεων όπως οι μυϊκές κράμπες μετά από έντονη προπόνηση.