Skip to main content

Στη μνήμη των Μακεδονομάχων της περιόδου 1904 -1908

Η ιστορία ενός όχι πολύ γνωστού Μακεδονομάχου, του Καπετάν Γιάννη Ράμναλη, ο οποίος αποτελεί μια από τις κατάλληλες περιπτώσεις για διδαχή.

Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, κάποιο σημείωμα εν είδει μνημοσύνου, οφείλουμε στους ήρωες εκείνους που μας επέτρεψαν εμένα γράφω κι εσάς να διαβάζετε στην ελληνική γλώσσα και όχι στη σλάβικη.

Θα μου επιτραπεί να αναφερθώ σε έναν Μακεδονομάχο, όχι από τους πολύ γνωστούς, ο οποίος αποτελεί μια από τις αξιοθαύμαστες περιπτώσεις, κατάλληλες για διδαχή.

Πρόκειται για τον Καπετάν Γιάννη Ράμναλη (Ράμιαλη), που γεννήθηκε στη Ράμνα ή Ράμια της τότε περιφέρειας Λαγκαδά (σημερινό Ίσωμα του Δήμου Κρουσσίων - δεν υπήρχε νομός Κιλκίς προ της δεκαετίας του '30).

Οι Βούλγαροι είχαν σκοτώσει τον πατέρα και τον θείο του, κι ο 17χρονος νεαρός Γιάννης, ξανθός, αδύνατος, αμούστακος, αγνοώντας την ελληνική γλώσσα, κατάρτισε, με συνομηλίκους του κυρίως, ανταρτική ομάδα, η οποία δρούσε στην περιοχή Λαγκαδά εξοντώνοντας τους επικίνδυνους Βουλγάρους. Σε λίγους μήνες είχαν ξεκαθαρίσει την περιφέρειά τους από Βουλγάρους κομιτατζήδες.

Ήλθε σε επαφή με τον Γραμματέα του ελληνικού Προξενείου στη Θεσσαλονίκη, τον Ζώη, που δεν ήταν άλλος από τον αξιωματικό του ελληνικού στρατού και μετέπειτα αντιστράτηγο Δημ. Κάκκαβο, από τον οποίον έπαιρνε εντολές. Ήδη είχαν σχηματισθεί ομάδες, με πάσα μυστικότητα από τον Σουλιώτη (Νικολαΐδη) από πολίτες πέραν πάσης υποψίας (τραπεζικούς, γιατρούς με προσβάσεις σε Τούρκους αξιωματούχους, εμπόρους), με σκοπό να καταφέρουν πλήγματα στους επικίνδυνους κομιτατζήδες. Υπεράνω υπονοιών ήταν ο νεαρός Γιάννης, που το παρουσιαστικό του σε τίποτε δεν μπορούσε να ταυτιστεί με την αυστηρή -ίσως και άγρια- εμφάνιση των γενειοφόρων Ελλήνων οπλαρχηγών.

Κατά τη διάρκεια της ημέρας, με τους συντρόφους του εργάζονταν στα χωράφια και το βράδυ μεταμορφώνονταν σε εκδικητές, όπως τους αποκαλούσαν. Μόλις οι Βούλγαροι διέπρατταν μια δολοφονία, η εκδίκηση ήταν άμεση, γράφει ο Αλέξανδρος Ζάννας στις "Αναμνήσεις" του. Το νεαρό της ηλικίας του δεν επέτρεπε να τον υποψιασθούν, τον βοηθούσε μάλιστα να μεταμφιέζεται με γυναικεία ρούχα και να διαφεύγει.

Με τη λήξη του ενόπλου αγώνος εκείνης της περιόδου, ο καπετάν Γιάννης γνωρίσθηκε -μέσω του Κάκκαβου- με τον Αλέξανδρο Ζάννα, η οικογένεια του οποίου τον φρόντισε, μαθαίνοντάς του ελληνικά, αλλά και καλούς τρόπους, που ο ίδιος ζήτησε: πώς να τρώγει, πώς να δένει τη γραβάτα του. Την εκμάθηση των ελληνικών τη συνέχισε και στην κρυψώνα του, στο σπίτι του Φιλώτα Παπαγεωργίου.



Ο Ζάννας μας πληροφορεί πως υπήρχαν μέρες που τον έχαναν. Από τις εφημερίδες επληροφορούντο πως στην περιοχή του έγινε κάποια συμπλοκή ή κάποιοι Βούλγαροι βρέθηκαν σκοτωμένοι. Ο νους πήγαινε στην ομάδα του Ράμναλη.

Ο Ράμναλης ήταν φιλομαθής. Μετά το 1908 το Προξενείο τον έστειλε στην Αθήνα να συνεχίσει τις σπουδές του - ήθελε να γίνει αξιωματικός. Έδωσε εξετάσεις και εγγράφηκε απευθείας στην πέμπτη δημοτικού, έδειξε εκπληκτική επιμέλεια και υπερπήδησε αρκετές τάξεις, ώσπου έφθασε στο Γυμνάσιο. Εκεί δυσκολεύθηκε και διέκοψε, αλλά δεν απογοητεύθηκε. Απεφάσισε να ασχοληθεί με επιχειρήσεις και να γίνει πλούσιος.

 Ήδη όμως άρχισαν οι Βαλκανικοί πόλεμοι. Επανήλθε στη Μακεδονία και ξαναβρήκε τους συντρόφους του. Έκοψαν τις τηλεγραφικές επικοινωνίες του Ταχσίν Πασά με την ΚΠολη και βρέθηκαν στη Χαλκιδική, όπου με άλλους καπεταναίους κηρύσσουν την απελευθέρωση.

Το μεγαλύτερο όμως κατόρθωμα -άγνωστο δυστυχώς στους πολλούς- του σεμνού αυτού αγωνιστή, είναι όταν την παραμονή της απελευθερώσεως της Θεσσαλονίκης σταμάτησε μια συμμορία κομιτατζήδων που προηγείτο του βουλγαρικού στρατού και κατευθυνόταν ανενόχλητη προς την πόλη, να μπει πριν από τον ελληνικό στρατό.

Στον πόλεμο του 1913 βρέθηκε με τα άλλα ανταρτικά σώματα στο δεξιό του Λαχανά.

Η απελευθέρωση της Μακεδονίας πραγματοποιήθηκε και ο καπετάν Ράμναλης κατόρθωσε να ξαναπάρει την περιουσία του πατέρα του και αρκετά πρόβατα και αγελάδες από τους Τούρκους και σιγά σιγά να νοικοκυρευθεί.

Αγόρασε και μηχανοκίνητο μύλο κοντά στο κτήμα του πατέρα του στα Λαγκαδίκια. Όμως δεν πρόφτασε να χαρεί την ήρεμη ζωή. Σκοτώθηκε από ληστές στο μύλο του στα Λαγκαδίκια.

Αν οι αγώνες αυτών των άγνωστων ηρώων μας, συγκινούσαν λίγο τους σημερινούς κυβερνώντες, το ζήτημα με τα Σκόπια θα είχε άλλη κατάληξη.