Κασσιτερά: Το ξεχασμένο ποντιακό χωριό της Ροδόπης | xronos.gr
ΙΣΤΟΡΙΑ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΡΟΔΟΠΗΣ

Κασσιτερά: Το ξεχασμένο ποντιακό χωριό της Ροδόπης

22/05/20 - 10:00

Θρησκευόμενοι πιστοί οι κάτοικοι του μετέφεραν από την πατρίδα σε 21 κιβώτια το ιερό τέμπλο και τις εικόνες του χωριού τους Λίτσασα και τα τοποθέτησαν μετά 26 χρόνια στον ιερό ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Σαπών

Κασσιτερά: Είναι κτισμένο σε υψόμετρο 330 μέτρα από την θάλασσα.

Ο ιατρός της Μαρώνειας Μελίρρυτος το 1871 στην περιγραφή της γεωγραφικής και ιστορικής περιοχής της Μητρόπολης Μαρώνειας μας ενημερώνει Καλαϊτζί-δερέ (Κασσιτερά) έχει 150 χριστιανικές οικίες, οι κάτοικοι του είναι βουλγαρόφωνοι, έχει εκκλησία και κοινό σχολείο.

Εδώ το 1842 γεννήθηκε ο Πέτκο Ράντεφ Βοεβόδας. Επειδή έκλεψε το μουλάρι ενός χωριανού του και τον έψαχναν οι Οθωμανοί χωροφύλακες το 1862 έφυγε στα βουνά και δημιούργησε ομάδα Κομιτατζήδων, κάποια στιγμή ένωσε την ομάδα του με την ομάδα του Κάπεταν Πέτκο Κυριάκωφ Βοεβόδα και έγιναν αδελφικοί φίλοι.

Ήταν ο φόβος και ο τρόμος χριστιανών και μουσουλμάνων με τις ληστείες, τις απαγωγές και τους φόνους.

Έδρασε σε όλη την δυτική, ανατολική και βόρεια Θράκη. Οι Βούλγαροι τον παρουσιάζουν όχι σαν ληστή, φονιά, ή τύραννο αλλά σαν πατριώτη απελευθερωτή και προστάτη των φτωχών.

Κατά την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων το 1912, ολόκληρο το χωριό κάηκε από τα οθωμανικά στρατεύματα. Όσοι βουλγαρόφωνοι έμειναν στο χωριό αφού τους σκότωσαν ύστερα τους έκαψαν. Αυτοί που γλίτωσαν μετακινήθηκαν σε χωριά γύρω από το Χάσκοβο και στο Γιαμπούλκοβο.

Με την Συνθήκη του Βουκουρεστίου την 28-7-1913 την ίδια χρονιά της βουλγαροτουρκικής Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης η Μακεδονία παραχωρήθηκε στην Ελλάδα και η Δυτική Θράκη στην Βουλγαρία. Τότε οι βουλγαρόφωνοι κάτοικοι των Κασσιτερών επέστρεψαν. Ορισμένοι εγκαταστάθηκαν στις Σάπες, στο Ιάσιο, στον Έβρενο και στην Κομοτηνή.

Το 1922 επειδή πολλοί βουλγαρόφωνοι στρατιώτες λιποτακτούσαν, άλλοι βουλγαρόφωνοι επιδίδονταν σε ληστείες όπως και Κομιτατζήδες έκαναν δολιοφθορές σε σιδηροδρομικές γραμμές, με την βοήθεια βουλγαρόφωνων χωρικών. Τότε ο αρχηγός Στρατιάς Θράκης Θ. Πάγκαλος έδωσε εντολή οι λιποτάκτες να ντουφεκίζονται και οι οικογένειες να εκτοπίζονται.

Όλοι οι εκτοπισμένοι και οι λιποτάκτες προέρχονταν από χωριά της Θράκης που γειτνίαζαν με την σιδηροδρομική γραμμή. Έτσι το Μάρτη του 1923 εκτοπίστηκαν στο Καψάλι τον Κηθύρων 311 κάτοικοι από τα Κασσιτερά. Μέχρι τα τέλη του 1923 που εκτοπισμένοι με εντολή της κυβέρνησης επέστρεψαν πίσω.

Η Εκκλησία του χωριού του Αγίου Δημητρίου άρχισε να χτίζεται το 1856 και ολοκληρώθηκε το 1858. Ο ναός αυτός όπως και του Αγίου Γεωργίου Συκορράχης και του Αγίου Γεωργίου Κίρκης, κτίστηκαν με την πρωτοβουλία Ελλήνων μοναχών, κατά την περίοδο 1855-1875 με δαπάνες που προέρχονταν κυρίως από τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο Β’ 1855 - 1881. Ανατολικά του ναού σε μικρή απόσταση υπήρχαν ερείπια ενός παλαιότερου ναού, του Αγίου Γεωργίου σήμερα δεν υπάρχουν ίχνη του.

Το 1920 το Καλαϊτζί - δερέ από την Επιτροπή Ονοματοθεσίας οικισμών της Ροδόπης μετονομάστηκε σε Κασσιτερά. Το όνομα αυτό και στην οθωμανική και στην ελληνική ονομασία οφείλεται στα κοιτάσματα κασσίτερου που υπάρχουν πλούσια στην περιοχή αυτή.

Στις 14-8-1924, ο οικισμός προσαρτάται στην κοινότητα Σαπών. Στις 3-3-1925, αποσπάται από την επαρχία Κομοτηνής και υπάγεται στην επαρχία Σαπών. Στις 7-4-1951, ο οικισμός καταργείται. Στις 17-8-1995, αναγνωρίζεται πάλι ως οικισμός και γίνεται η προσάρτησή του στον  Δήμο Σαπών. Από τις 7-10-2010 είναι οικισμός του Δήμου Μαρωνείας – Σαπών.

Οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στα Κασσιτερά ήταν όλοι Πόντιοι και προέρχονταν κυρίως από την περιοχή της Νικόπολης (Γαράσαρη), όπως την έλεγαν οι πρόσφυγες) Σεμπίν Καραχισάρ στα τουρκικά. Συγκεκριμένα στην συντριπτική τους πλειοψηφία προέρχονταν από τα χωριά Λίτσασα και Καϊλούκα ή Κέιλικα. Μεμονωμένα άτομα ήταν και από την Νικόπολη και γειτονικά χωριά όπως το Ασαρτζούκ, Καταχώρ, Χατζήκιοϊ, Αγιού - ντερέ, Κηράτς, Χάχαβλα, Κιοϊγνούκ, Κάλτσασα, Καγιά - τεπέ, Κερασούντα, Τιβάν, Τσαγράκ, Ορντού, Αργυρούπολη, Τρίπολη και άλλα.

Κέιλικα ή Καϊλούκα
Αριθμούσε περί τις 145 οικογένειες. Η κοινότητα διατηρούσε πλήρες δημοτικό σχολείο και περικαλλή ναό του Αγίου Χαραλάμπους αλλά και ένα γραφικό παρεκκλήσι του Αγίου Γρηγορίου. Παλαιότερα δίπλα στο χωριό υπήρχε μεταλλείο στυπτηρίας, ένα από τα τέσσερα της Νικόπολης. Η στυπτηρία είναι ορυκτό που χρησιμοποιείται για βαφές και διάφορους βιομηχανικούς και φαρμακευτικούς λόγους. Μετά την παύση των εργασιών του μεταλλείου πολλοί κάτοικοι ξενιτεύτηκαν στην Κωνσταντινούπολη.

Λίτσασα
Μεγάλο και πλούσιο χωριό της Νικόπολης. Είχε 530 κατοίκους, ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων εργαζόταν στα μεταλλεία χρυσού και αργύρου που υπήρχαν δίπλα στο χωριό. Οι κάτοικοι ήταν προοδευτικοί κυρίως λόγω της συναναστροφής τους με τους Ευρωπαίους που είχαν την επίβλεψη της λειτουργίας του μεταλλείου. Εκκλησίες είχαν δύο, την παλιά και τη νέα του Αγίου Γεωργίου. Στο χωριό υπήρχε δημοτικό σχολείο με 160 μαθητές. Το μεταλλείο χρυσού και αργύρου άρχισε την λειτουργία του το 1818, στην αρχή από τον Τούρκο Χατζή Χαφούζ, μετά από τον Έλληνα Αβραάμ Αγά και τέλος από αγγλική εταιρία μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα.

Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878 περίπου 60 οικογένειες με αρχηγό τον Παύλο Χιούρογλου μετανάστευσαν στην Ρωσία και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Καρς. Οι κάτοικοι καταγίνονταν με την μεταλλουργία, την κτηνοτροφία και την μελισσουργία, οι γυναίκες έπλεκαν, ύφαιναν και κεντούσαν. Ήταν ευπαρουσίαστες όμορφες και καλές νοικοκυρές.

Οι Λιτζασσενοί ήταν φιλόθρησκοι και φιλόμουσοι. Οι άνδρες ξενιτεύονταν σε άλλα μέρη όπου υπήρχαν μεταλλεία ως μεταλλωρύχοι που ήταν.

Μετά την ανταλλαγή οι κάτοικοι της Λίτσασας εγκαταστάθηκαν εκτός από τα Κασσιτερά στην Πυλαία Έβρου, τον Αμυγδαλεώνα Καβάλας, την Ελασσόνα, το Ριζάρι και την Αριδαία Πέλλας και αλλού.

Το 1922 κατέρρευσε το Μικρασιατικό μέτωπο. Έτσι στις 2 Ιουνίου 1924 όλοι οι κάτοικοι της Λίτσασας συγκέντρωσαν ότι πολυτιμότερο είχαν από την κινητή τους περιουσία. Αφού έκαναν κομμάτια το θαυμάσιο ξυλόγλυπτο ιερό τέμπλο που ήταν τοποθετημένο στο βυζαντινού ρυθμού ναό του Αγίου Γεωργίου του χωριού τους μαζί με τις εικόνες και τον Επιτάφιο τα τοποθέτησαν μέσα σε 21 ξύλινα κιβώτια.

Για τα έξοδα μεταφοράς έγινε έρανος μεταξύ των χωριανών και συγκέντρωσαν 12.096 γρόσια (121 οθωμανικές λίρες χρυσές). Έτσι αφού τα φόρτωσαν σε μουλάρια τα προώθησαν στην Νικόπολη και με συνοδεία ένοπλων χωριανών και έμπιστων Τούρκων χωροφυλάκων μετά από 5 ημέρες έφτασαν στην Κερασούντα. Εκεί παρέμειναν 49 ημέρες ώσπου έφθασε στο λιμάνι το ατμόπλοιο «Αρχιπέλαγος» με το οποίο αναχώρησαν για την Ελλάδα μαζί με τα ιερά κειμήλια τους. Σε 6 ημέρες έφτασαν στην Θεσσαλονίκη. Απ' εκεί προωθήθηκαν στο Χαρμάν - κιοϊ όπου παρέμειναν γύρω στις 40 ημέρες. Ύστερα μεταφέρθηκαν όλοι με το τρένο μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό της Μέστης και στην συνέχεια με βοϊδάμαξες στα Κασσιτερά.

Την περιοχή αυτήν τους την πρότειναν από την επιτροπή αποκατάστασης προσφύγων γιατί εκεί κοντά υπήρχε πολυμεταλλικό απόθεμα χαλκού -χρυσού μετάλλου με υψηλή περιεκτικότητα σε άργυρο, τελλούριο, βισμούθιο, κασσίτερο, μολυβδαίνιο, κόκκους φυσικού χρυσού και ορυχεία στύψης. Έτσι επειδή γνώριζαν από την πατρίδα τους την εξόρυξη μετάλλου θα τους ήταν εύκολο να εργασθούν εδώ. Το 1923 στα Κασσιτερά ζούσαν 385 βουλγαρόφωνοι και 59 Πόντιοι πρόσφυγες. Με απόφαση της επαναστατικής κυβέρνησης του Πλαστήρα αφού έφυγαν την ίδια χρονιά οι βουλγαρόφωνοι δόθηκαν στους Πόντιους πρόσφυγες 116 κλήροι συνολικής έκτασης 5.369 στρεμμάτων.

Το φθινόπωρο του 1924 εγκαθίστανται στην περιοχή 120 περίπου οικογένειες Ποντίων προσφύγων από τα χωριά Κεϊλάκα και Λίτσασα. Τα πρώτα δύσκολα χρόνια της εγκατάστασης μαμές του χωριού ήταν η Γαβριηλίδου Πελαγία και η Κουμανίδου Κυριακή. Το 1939 στο σχολείο φοιτούσαν 109 μαθητές. Το 1940 ολοκληρώνεται η κατασκευή του νέου σχολικού κτιρίου, που λειτούργησε για λίγους μήνες, αφού τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος. 

Αμέσως μετά ήλθαν τα δύσκολα χρόνια 1941-1944 της βουλγαρικής κατοχής. Στο χωριό εγκαθίσταται Βούλγαρος πρόεδρος.

Τα ιερά κειμήλια παρέμειναν στο χωριό μέσα στα  21 κιβώτια για 25 χρόνια οπότε και αυτά ακολούθησαν την μοίρα των προσφύγων που στα χρόνια του εμφυλίου με εντολή του στρατού ότι δεν μπορούσε να τους παρέχει ασφάλεια από τους αντάρτες αναγκάζονται να μετεγκατασταθούν στις Σάπες, όπου και τοποθέτησαν το ιερό τους τέμπλο στον νεόδμητο τότε ιερό ναό του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης όπου και βρίσκεται σήμερα μαζί με τον Επιτάφιο και πολλές εικόνες από την Λίτσασα και το Καϊλούκα. Μάλιστα μόλις εγκαταστάθηκαν στις Σάπες υπήρχε και μια εχθρότητα μεταξύ των ντόπιων και των νεοεγκαταστημένων, ήταν και άγριος ο πετροπόλεμος μεταξύ των παιδιών των ντόπιων και των προσφύγων. Μετά την μετεγκατάσταση τους στις Σάπες 2-3 οικογένειες γύρισαν πίσω στα Κασσιτερά όπου και ζουν μέχρι σήμερα.
Το 1928 τα Κασσιτερά είχαν 361 κατοίκους. Το 1940 507, ενώ το 2001 30 κατοίκους.

Το μεγαλύτερο πανηγύρι ήταν της Παναγίας στις 15 Αυγούστου όπου έρχονταν και γλεντούσαν και κάτοικοι από τα γύρω χωριά. Υπάρχουν επίσης στο χωριό και τα εξωκλήσια του Αγίου Νικολάου μέσα σε σπηλιά, του Προφήτη Ηλία, των Αγίου Κωνσταντίνου - Ελένης, του Αγίου Πέτρου και Παύλου και του Αγίου Γεωργίου.

Το χωριό είχε πέντε δεξιοτέχνες λυράρηδες, τους Κενανίδη Ευθύμιο (ο Τυμίκην), Σιδηρόπουλο Ιωάννη (τη Ελαδότα ο Γιάννης ή Χαλιαχούλιας), Μαυρίδης Παναγιώτης (ο Τενεκετζής), Εμμανουηλίδη Δανιήλ (ο Δανίλην) και Καβαζίδη Θεόδωρο (ο Καβαζίταν). 2 ζουρνατζήδες τους Βοσνίδη Ελευθέριο (ο Κεντουτές) και Παπαδόπουλο Γεώργιο (ο Τσαλύτην). Τουλούμι έπαιζε ο Βοσνίδης Θεόφιλος και ταούλ ο Νικόλαος Ευκαρπίδης. Από τα Κασσιτερά κατάγεται και ο συγγραφέας Όμηρος Μαυρίδης εκδότης πολλών βιβλίων.

Η ιστορική εκκλησία του Αγίου Δημητρίου που χτίστηκε το 1858, το 1980 ήταν έτοιμη να καταρρεύσει. Τότε χάρη στο ενδιαφέρον των καταγόμενων κατοίκων από τα Κασσιτερά , η Μητρόπολη ξεκίνησε την επισκευή της. Το σχέδιο αναστήλωσης το έκανε ο Κομοτηναίος μηχανικός Γιάννης Πασσόπουλος ήδη από το 1977. Η επισκευή του κράτησε πολλά χρόνια. Ένας από τους ανθρώπους που δούλεψαν στην επισκευή της εκκλησίας ήταν ο τεχνίτης Χαράλαμπος Ρεφειάδης και πολλοί άλλοι από την περιοχή.

Τα τελευταία χρόνια με πρωτοβουλία του Συλλόγου Ποντίων Σαπών «Τα Κασσιτερά» έχουν δημιουργηθεί αρκετές υποδομές στον οικισμό που τελευταία παρουσιάζει ολοένα αυξανόμενη τουριστική κίνηση.

Σήμερα αξίζει να επισκεφτεί κάποιος τα Κασσιτερά όχι μόνο ως προσκυνητής του Αγίου Δημητρίου και των εξωκλησιών που είναι πολύ γραφικά, όπως το εξωκλήσι του Αγίου Νικολάου που είναι μέσα σε σπηλιά, αλλά και να περπατήσει στο καταπράσινο τοπίο με τα κελαϊδίσματα των πουλιών.

Ένα είναι βέβαιο, ότι όποιος επισκεφτεί τον οικισμό θα αισθανθεί τέτοια ανάταση ψυχής, που θα θέλει να γίνει αν όχι μόνιμος, τουλάχιστον τακτικός επισκέπτης.


Πηγές
Γιάννης Νικολαΐδης «Ακριτών Γενεά»
οι Sapesmysch.gr 
Κεραμυδάς Γεώργιος
Pontos news
Kotsari.com
dim.sapon.rod.sch.gr

Ακολουθήστε το xronos.gr στο Google News

Ροή Ειδήσεων

xronos
xronos.gr